Athens Social Atlas
  • Το Έργο
  • Θέματα
    • Θέματα
    • Προσαρμοσμένη Αναζήτηση Θεμάτων
    • Βιβλιογραφία
  • Συντελεστές
    • Ομάδα Έργου
    • Συγγραφείς (A-Λ)
    • Συγγραφείς (Μ-Ω)
  • Στήριξη
  • Υποβολή Προτάσεων
  • Αναφορά
  • Επικοινωνία
  • En
  • Fr
  • Search
  • Menu

Το καρναβάλι

24/09/2021/in Ιστορία, Πολιτισμός, Γειτονιές Ποταμιάνος Νίκος Πολιτισμός, Ιστορία, Γειτονιές /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Στο άρθρο διερευνάται η σχέση του κέντρου της Αθήνας με την περιφέρειά του, τις γειτονιές της πόλης, και ο τρόπος που αυτή η σχέση αλλάζει από τα πρώτα χρόνια που η Αθήνα γίνεται πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους μέχρι τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Η σχέση αυτή προτείνεται ότι συνδέεται όχι μόνο με την ανάπτυξη της Αθήνας και τις δομές του χώρου, αλλά και με τις ταξικές σχέσεις, την ισχύ της αστικής τάξης, την πολιτισμική της ηγεμονία ή την εκτεταμένη αυτονομία των λαϊκών τάξεων. Οι διαδικασίες συγκέντρωσης και αποκέντρωσης μελετώνται μέσα από το παράδειγμα του εορτασμού του καρναβαλιού και του μετασχηματισμού του στο διάστημα ενός αιώνα. Οι αποκριάτικες εκδηλώσεις υφίστανται σημαντικές αλλαγές, και αλλάζει και ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνονται στον χώρο της πόλης.

Θεωρητικοί του χώρου, όπως ο Lefebvre (1977) και ο Castells (1979), έχουν προσδιορίσει την κεντρικότητα ως βασικό συστατικό στοιχείο της αστικής ζωής και έχουν αναπτύξει μια προβληματική για τα πολλαπλά επίπεδα κεντρικότητας (οικονομικής, πολιτικο-θεσμικής, ιδεολογικής-συμβολικής, σε σχέση με την κοινωνική διάδραση και την ψυχαγωγία κλπ) -τα οποία δεν είναι αναγκαίο να συμπίπτουν στον ίδιο χώρο. Ο τρόπος και η ένταση με την οποία συγκεντρώνονται δραστηριότητες σε περιοχές της πόλης και το σημείο της συγκέντρωσης προφανώς υπόκεινται σε αλλαγές. Σε αλλαγές υπόκειται γενικότερα η σχέση του κέντρου της πόλης με την περιφέρεια: μια σχέση υπαγωγής και ελέγχου, κατά τον Merriman (1991), που όμως βρίσκεται διαρκώς υπό αμφισβήτηση. Κρατικοί μηχανισμοί και ανώτερες τάξεις έχουν την έδρα τους στο κέντρο, και η περιφέρεια της πόλης, ακόμα κι όταν δεν κατοικείται από “επικίνδυνες τάξεις”, είναι ένας χώρος στον οποίο η εξουσία ασκεί πιο αδύναμο έλεγχο.

Στο κείμενο αυτό θα δούμε τις διαδικασίες συγκέντρωσης αλλά και αποκέντρωσης και τις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας κατά τη διάρκεια ενός αιώνα, όπως εμφανίζονται στον εορτασμό της αποκριάς (Ποταμιάνος, 2020). Συνοπτικά, ο πόλος του κέντρου ενισχύεται διαρκώς μέχρι το γύρισμα του 19ου προς τον 20ό αιώνα, οπότε και σημειώνεται η κορύφωση της συγκέντρωσης των δραστηριοτήτων∙ στη συνέχεια η τάση αυτή ανακόπτεται και οι γειτονιές της πόλης μοιάζουν να αποκτούν μια νέα αυτονομία.

Στη διάρκεια του αιώνα που πέρασε από όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα μέχρι τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, η έκταση και ο πληθυσμός της Αθήνας πολλαπλασιάζονται ραγδαία: από τις 30.000 κατοίκους του 1853 φτάνει το 1940 τους 500.000 σχεδόν κατοίκους (ο δήμος Αθηναίων) και τους 1.100.000 (το σύνολο της περιφέρειας Πρωτευούσης, του Πειραιά συμπεριλαμβανομένου). Προφανώς το κέντρο μετατοπίζεται και επαναπροσδιορίζεται συνεχώς όλη αυτή την περίοδο, για παράδειγμα με την Ομόνοια να βρίσκεται αρχικά στις παρυφές της πόλης και να γίνεται στη συνέχεια ο κατεξοχήν συγκοινωνιακός κόμβος της. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ δεν είναι να προσδιορίσουμε τον εκάστοτε χώρο που καταλαμβάνει το κέντρο αλλά να εξετάσουμε τη σχέση του με την υπόλοιπη πόλη. Αφενός η ανάγκη ενοποίησης και συντονισμού των αστικών δραστηριοτήτων αυξάνεται, καθώς η πόλη διογκώνεται· αφετέρου η ενίσχυση της αστικής τάξης και του κράτους συνεπάγεται, κι αυτή, την αύξηση της σημασίας του κέντρου της πόλης από πολιτική, διοικητική και συμβολική άποψη.

Χάρτης 1: Η επέκταση του αστικού ιστού στο Δήμο της Αθήνας 1843-1923

Κυριαρχεί, λοιπόν, στη λογοτεχνία και στον τύπο ο χαρακτήρας του κέντρου ως δημόσιου χώρου, φωτεινού, θορυβώδους, πολυπληθούς, στον οποίο κινούνται ιδίως άντρες και το οποίο ορίζεται από μεγάλα δημόσια κτίρια, πλατείες, αφετηρίες τραμ (και αργότερα λεωφορείων), υπερτοπικά κέντρα ψυχαγωγίας. Πρόκειται για έναν χώρο που σταδιακά απαλλάσσεται από τις πιο οχλούσες βιοτεχνικές δραστηριότητες, στον οποίο πρωτοεφαρμόζονται καινοτομίες στις αστικές υποδομές όπως ο ηλεκτροφωτισμός ή η ασφαλτόστρωση, και στον οποίο εμφανίζονται τα πρώτα ρήγματα στην κοινωνία της αλληλογνωριμίας καθώς η Αθήνα μεγαλώνει (Ποταμιάνος, 2015: 44). Παρ’ όλ’ αυτά, το κέντρο παραμένει χώρος κατοικίας καθ’ όλη την περίοδο, και μάλιστα κατοικίας της αστικής τάξης (Μπουρνόβα και Δημητροπούλου, 2015).

Η ενίσχυση της συγκεντρωτικότητας στις δομές της πόλης παίρνει τη μορφή όχι της συγκράτησης στο κέντρο του συνόλου των δραστηριοτήτων που υπήρχαν σ’ αυτό προηγουμένως (αυτό δεν συνέβη, για παράδειγμα, με τις εμπορικές λειτουργίες, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό διαχύθηκαν στις γειτονιές), αλλά της υπαγωγής συνοικιακών δραστηριοτήτων στο κέντρο και υπό τον έλεγχό του. Για παράδειγμα, τα συνοικιακά μανάβικα που προμηθεύονταν το εμπόρευμά τους από την κεντρική λαχαναγορά αντικαθιστούν σε μεγάλο βαθμό τόσο την κάθοδο στο κέντρο για αγορά φρούτων και λαχανικών όσο και τους πλανόδιους που γυρνούσαν στις γειτονιές πουλώντας προϊόντα των περιβολιών τους από τις περιαστικές εξοχές της Αθήνας και τα γύρω χωριά (Ποταμιάνος, 2018). Οι μορφές απευθείας επικοινωνίας μεταξύ των συνοικιών, λοιπόν, περιορίζονται και οι διαδρομές από το κέντρο προς τις γειτονιές και αντιστρόφως γίνονται όλο και πιο συχνές, κάτι που δεν οφείλεται μόνο στην αναπόφευκτα ακτινωτή δομή των αστικών συγκοινωνιών. Χαρακτηριστικά, οι προεκλογικές διαδηλώσεις, όταν εμφανίζονται στην Αθήνα πειραματίζονται αρχικά με διαδρομές διαμέσου των συνοικιών (Μη Χάνεσαι 1 και 2 Ιουλίου 1883, Ακρόπολις 5 Ιουλίου 1887), γρήγορα όμως τυποποιούν τη διαδρομή τους στις κεντρικές λεωφόρους.

Κατά τις απόκριες, στα μέσα του 19ου αιώνα αναφέρεται συγκέντρωση μασκαράδων και γενικότερα των διαφόρων εκδηλώσεων το απόγευμα της τελευταίας Κυριακής στη συμβολή της Ερμού με την Αιόλου· ωστόσο οι ίδιες περιγραφές δίνουν την εντύπωση μιας αρκετά διάχυτης στην πόλη δραστηριότητας (π.χ. Ευτέρπη 1 Μαρτίου 1849: 310-311). Καθώς η συγκέντρωση πλήθους αυξάνεται, η αστυνομία το 1872 απαγορεύει τη διέλευση αμαξών και κάρων από την Ερμού και την Αιόλου την τελευταία Κυριακή της αποκριάς για την αποφυγή ατυχημάτων (Μπουκλάκος, 1874: 341-2). Παράλληλα με τη συγκέντρωση, όμως, αναπτύσσονται και πολλές αποκεντρωμένες πρακτικές, όπως οι περιοδείες μασκαρατών και λαϊκών θεαμάτων στις συνοικίες. Είναι άλλωστε σ’ εκείνα τα χρόνια που θα πρέπει να τοποθετήσουμε και την ακμή μιας αποκριάτικης πρακτικής για την οποία μαθαίνουμε κυρίως εκ των υστέρων από τις «νεκρολογίες» της: της μαζικής ανταλλαγής επισκέψεων μασκαράδων “από συνοικίας εις συνοικίαν” (Εφημερίς των συντεχνιών 3 Μαρτίου 1891). Το 1876 ο Άγγελος Βλάχος έγραφε ότι «οι των κατωτέρων τάξεων μετημφιεσμένοι διατρέχουσι μέχρι βαθείας νυκτός την πόλιν από του Ψυρρή εις την Πλάκαν και από της Νεαπόλεως εις τους Αγίους Αποστόλους» (Εστία τ.1, 1876: 91-93∙ βλ. και Αθάνατος, 2001:52).

Η συγκέντρωση πλήθους στο κέντρο για το καρναβάλι θα ενταθεί από το 1887 ως το 1914, όταν οργανώνονται αποκριάτικες παρελάσεις από τα “κομιτάτα”, επιτροπές μεγαλοαστών με στόχο τον «εκπολιτισμό» του δημόσιου καρναβαλιού και την προσέλκυση επισκεπτών στην Αθήνα. Το επίκεντρο των εκδηλώσεων μετατοπίστηκε τότε περαιτέρω προς τη Σταδίου και την Πανεπιστημίου, αφήνοντας στην Ερμού έναν πιο περιφερειακό χαρακτήρα (π.χ. Σύλλογος 29 Φεβρουαρίου 1888). Το κυριότερο, όμως, είναι ότι το νέο επίκεντρο συγκεντρώνει μεγαλύτερα πλήθη κόσμου σύμφωνα με την εικόνα που δίνουν οι πηγές μας. Το 1900-1901 γίνεται λόγος για «ρυάκια κόσμου» που σχηματίζονταν από τις συνοικίες προς τη Σταδίου, και για αύξηση των κλοπών στις συνοικίες τις ώρες που οι κάτοικοί τους έλειπαν στο κέντρο για να δουν την παρέλαση (Εσπερινή Ακρόπολις 14 Φεβρουαρίου 1900, Σκριπ 7 Φεβρουαρίου 1901, Εστία 17 Φεβρουαρίου 1914). Ο Παπαδιαμάντης το 1899 τοποθετεί ένα από τα αθηναϊκά του διηγήματα, τις “Παραπονεμένες”, σε μια συνοικία κατά τη διάρκεια της αποκριάτικης παρέλασης, την «ώρα της μεγάλης συρροής εις τα κέντρα, της μεγάλης ερημίας εις τ’ απόκεντρα». Δεν είναι τυχαίο που η παρέα που είχε ξεμείνει στη γειτονιά είναι γυναικεία∙ ωστόσο ο μετασχηματισμός του δημόσιου καρναβαλιού που επήλθε με τις παρελάσεις στους κεντρικούς δρόμους ευνόησε την αύξηση της παρουσίας των γυναικών στο κέντρο στα επόμενα χρόνια και γενικότερα συνέβαλε στην κατάκτηση της πρόσβασής τους στον δημόσιο χώρο.

Στην αύξηση των επιπέδων συγκέντρωσης του εορτασμού της αποκριάς συνέβαλαν οπωσδήποτε εξελίξεις όπως η προϊούσα αποσύνδεση του καρναβαλιού από την κοινότητα και η επιτάχυνση της τάσης να μετατραπούν οι εκδηλώσεις του σε πιο απρόσωπα αστικά θεάματα, με επιτελεστές ανθρώπους που βιοπορίζονταν από αυτά και όχι συνδεδεμένους πρώτ’ απ’ όλα με τη γειτονιά, τη συντοπίτικη κοινότητα κλπ: αυτό συνέβη στο ευρύτερο πλαίσιο της ανόδου διεθνώς μιας μαζικής κουλτούρας «περισσότερο επικεντρωμένης στην ατομική κατανάλωση παρά στη συλλογική συμμετοχή» (Vigarello, 2004: 103 κ.ε.).

Επιπλέον, όμως, η πρωτοβουλία των κομιτάτων και η σημασία της καθιστά εμφανή τη σχέση ανάμεσα στην ενίσχυση του ρόλου του κέντρου της πόλης και στην ενίσχυση (δημογραφική, οικονομική, κοινωνική και πολιτική) της αστικής τάξης της Αθήνας. Οι αστοί κατοικούσαν στο κέντρο τόσο κυριολεκτικά όσο και συμβολικά: στο κέντρο ως τόπο λήψης πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων και ως τόπο εκπομπής των αξιών και των συμβόλων της εξουσίας. Η αύξηση της βαρύτητας των αστών (και ιδίως της πιο εξευρωπαϊσμένης και «εκσυγχρονιστικής» μερίδας τους), και η επιχείρηση εμβάθυνσης της ηγεμονίας τους σε επίπεδα που ανταποκρίνονταν στη νέα ισχύ τους, απέκτησε και μια χωρική έκφραση: «ανακατάληψη» του κέντρου της Αθήνας (δηλαδή των δρόμων των περιοχών όπου κατοικούσαν) και κατάλληλη διαμόρφωσή του κατά τις απόκριες, αύξηση της συγκέντρωσης στο επίπεδο τόσο του κράτους όσο και της πόλης. Εδώ μπορούμε να θυμηθούμε τον ορισμό του Gruppi (1977: 84) για την ηγεμονία ως ικανότητα ενοποίησης ενός ανομοιογενούς κοινωνικού συνόλου, και να τον μεταφέρουμε από το επίπεδο της ιδεολογίας σε αυτό της πόλης.

Χάρτης 2: Επίκεντρα αποκριατικών εκδηλώσεων στην Αθήνα 1834-1940

Φαίνεται, επιπλέον, ότι στις αρχές του 20ού αιώνα έχει γίνει εντονότερη η χωρική διάσταση της αντίθεσης ανάμεσα σε αστική και λαϊκή κουλτούρα. Εντυπωσιάζει το ρεπορτάζ της εφημερίδας Εστία το καλοκαίρι του 1901 από την πλατεία του Θησείου, όπου βρισκόταν μια ακμάζουσα πιάτσα λαϊκών κέντρων διασκέδασης: κάθε λίγο έφταναν με το τραμ «όμιλοι περιηγητών από τας μάλλον εξευρωπαϊσθείσας συνοικίας, οι οποίοι έρχονται να περιεργασθούν τα γλέντια του λαού» (Χατζηπανταζής, 1986: 154). Δεν εντοπίσαμε κάποια παρόμοια αποστολή εξερεύνησης για την περίοδο του καρναβαλιού, ωστόσο τη χωρική-κοινωνική διάσταση μιας έντονης πολιτισμικής διαφοράς έρχονταν να τονίσουν κάποιες διαμαρτυρίες των εφημερίδων για ανάρμοστες συμπεριφορές κατά τις απόκριες στους κεντρικούς δρόμους. Το 1905 γράφεται ότι τα «χοντρά αστεία» των σοκακιών του Ψυρρή είχαν μεταφερθεί στη Σταδίου, «το μέγα υπαίθριον σαλόνι των ευγενών πειραγμάτων» (Σκριπ 1 Μαρτίου 1905 -βλ. και Σπυροπούλου 2010, 129 για την παρομοίωση της Σταδίου με αστικό σαλόνι από τον μυθιστοριογράφο Σπανδωνή το 1893). Το 1920 γίνεται λόγος για «βάναυση επιδρομή ομάδων μόρτηδων εις τους κεντρικούς δρόμους» (Καιροί 19 Ιανουαρίου 1920). Το 1915 ένας δημοσιογράφος καλεί την αστυνομία να μαζέψει τους «σιχαμερούς όμιλους μετημφιεσμένων» που ζητάνε λεφτά για το θέαμα που προσφέρουν με την καμήλα, το γαϊτανάκι, τις παληάτσικες τούμπες και «λοιπές αηδίες», ή έστω «να τους περιορίση εις τας πλέον αποκέντρους συνοικίας των Αθηνών, δια να γλιτώση ο κόσμος των κέντρων απ’ αυτήν την αισθητικήν ναυτίαν» (Ακρόπολις 22 Ιανουαρίου 1915). Οι «απόκεντρες συνοικίες», λοιπόν, αναγνωρίζονται ως το φυσικό περιβάλλον αυτών των θεαμάτων, το οποίο βρίσκεται μακριά από το κέντρο, τη «βιτρίνα» της πόλης αλλά κυρίως χώρο όπου ζουν άνθρωποι με πιο εκλεπτυσμένη κουλτούρα.

Ο βαθμός συγκέντρωσης των αποκριάτικων εκδηλώσεων σημείωσε μια κορύφωση στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα, και μετά μειώθηκε. Ο κρίσιμος παράγοντας, εδώ, ήταν οι γενικότεροι μετασχηματισμοί που επήλθαν στην αποκριάτικη διασκέδαση, με τον περιορισμό του βάρους του δημόσιου εορτασμού και των θεαμάτων και τη στροφή στον χορό (Ποταμιάνος, 2020: 263-267). Φυσικά τα κέντρα διασκέδασης του κέντρου της Αθήνας συγκέντρωναν πολύ κόσμο, ενώ οι αποκριάτικοι χοροί των διαφόρων σωματείων επίσης έτειναν να οργανώνονται σε χώρους του κέντρου. Παραμένει γεγονός, όμως ότι οι γειτονιές ήταν σε καλύτερη θέση για να συναγωνιστούν το κέντρο της πόλης στην προσέλκυση του κόσμου όσον αφορά τα κέντρα διασκέδασης απ’ όσο ήταν όσον αφορά τα αστικά θεάματα. Επιπλέον, οι κατακτήσεις των γυναικών όσον αφορά τη δυνατότητά τους να κινούνται σε δημόσιο χώρο (Ποταμιάνος, 2020: 232-234), καθιστούσαν μικρότερη τη σημασία της δημιουργίας ενός “πολιτισμένου χώρου” στο κέντρο της πόλης στον οποίο οι παρενοχλήσεις ήταν οι λιγότερες δυνατές∙ και από αυτή την άποψη, λοιπόν, μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι ήταν πια μικρότερη η ανάγκη συγκέντρωσης.

Βεβαίως, μετά την τελευταία παρέλαση που οργανώθηκε από κομιτάτο το 1920, κεντρικά οργανωμένες εκδηλώσεις και παρελάσεις θα επαναληφθούν τη δεκαετία του 1930 στην Πλάκα, με τις “Απόκριες της παλιάς Αθήνας” που οργάνωνε ο ΕΟΤ, ο δήμος και επιτροπή κατοίκων (Βλάχος, 2016: 189, Ελεύθερον Βήμα 2 Μαρτίου 1932, Αθηναϊκά Νέα 26 Ιανουαρίου 1934 κλπ). Η πρωτοβουλία αυτή κατέστησε την Πλάκα επίκεντρο του (αποδυναμωμένου) καρναβαλιού στην Αθήνα τις επόμενες δεκαετίες (π.χ. Μπρούσαλης 1963), και φαίνεται ότι συνέβαλε γενικότερα στην καθιέρωση της Πλάκας ως κέντρου υπερτοπικής ψυχαγωγίας με τις ταβέρνες της, αργότερα τις μπουάτ κλπ. Είναι σαφές, όμως, ότι πλέον επρόκειτο για μια περιορισμένων διαστάσεων αποκριάτικη παρέλαση, με πολύ μικρότερη συγκέντρωση κόσμου.

Η υπόθεσή μας είναι ότι η μείωση της συγκέντρωσης οδήγησε σε μια αύξηση της αυτονομίας της λαϊκής κουλτούρας και της λαϊκής γειτονιάς. Η περαιτέρω εξάπλωση της Αθήνας στον χώρο, με τον διπλασιασμό του πληθυσμού της στις δεκαετίες του 1910 και 1920, εκ των πραγμάτων θα ενίσχυσε διάφορα επιμέρους συνοικιακά και δια-συνοικιακά κέντρα, όπως και μια πιο αυτόνομη ζωή των “απόκεντρων” συνοικιών. Ήδη το 1916 ένα χρονογράφημα περιέγραφε τις «μικρογειτονιές» ως αυτάρκεις, αυτοτελείς ενότητες: «υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι, εκτός ενός βραδινού περιπάτου μέχρι της πλατείας Συντάγματος, δεν συγκοινωνούν ουδαμώς με τα λεγόμενα κέντρα. Ανήκουν εις την συνοικίαν. Το καφενείον της, το πεζοδρόμιό της, το κοριτσόπουλόν της, το μικρό της θέατρο, η κίνησίς της γίνονται από ημέρας εις ημέραν πράγματα αρκετά δια να ικανοποιούν κάθε τους ενδιαφέρον» (Πατρίς 30 Ιουνίου 1916). Το κλασικό θεατρικό έργο «Φιντανάκι» του Παντελή Χορν (1921) μοιάζει να εκφράζει μια τέτοια συνείδηση, τοποθετώντας την πλοκή του σε μια σμικρυμένη εκδοχή της λαϊκής γειτονιάς, την «αυλή», και παρουσιάζοντάς την ως έναν ολοκληρωμένο κόσμο στα όρια του οποίου εξελίσσεται η ζωή των ενοίκων των δωματίων-σπιτιών γύρω από την κοινή αυλή. Ασφαλώς δεν είναι ορθό να αντιλαμβανόμαστε τη γειτονιά ως έναν χώρο περίκλειστο, φαίνεται όμως ότι κατά τον μεσοπόλεμο γίνεται πιο αυτάρκης και αυτοτελής· χαρακτηριστική αυτής της εξέλιξης είναι και η έκδοση συνοικιακών εφημερίδων όπως η Φωνή του Παγκρατίου το 1930. Μια αίσθηση μεγαλύτερης απομόνωσης και αυτάρκειας προκαλούνταν οπωσδήποτε και από το γεγονός των περιορισμένων αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στους γηγενείς και στους πρόσφυγες του 1922 που εγκαταστάθηκαν σε συνοικισμούς γύρω από την Αθήνα.

Η λαϊκή γειτονιά, στις νέες αυτές συνθήκες αυξημένης αυτοτέλειας, υπήρξε ο χώρος στον οποίο αναπτύχθηκε ένας νέος λαϊκός πολιτισμός τον μεσοπόλεμο, με εμβληματική την κουλτούρα του ρεμπέτικου. Από τα στοιχεία που έχουμε συγκεντρώσει, ωστόσο, δεν προκύπτει κάποιος ιδιαίτερος δυναμισμός στο πεδίο της αποκριάτικης κουλτούρας. Παλιότερα λαϊκά θεάματα όπως η καμήλα ή το γαϊτανάκι δεν ξαναβρήκαν τις παλιές τους δόξες (στην παρακμή τους αναφέρονται το Έθνος 5 Μαρτίου 1924, η Πρωία 3 Μαρτίου 1929 κλπ), ούτε αναβίωσαν οι σατιρικές μασκαράτες. Οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, με την εξαίρεση ίσως της πρακτικής του πετάγματος χαρταετών την Καθαρά Δευτέρα (χρωστάω την επισήμανση στην Κλειώ Γκουγκουλή), δεν έβαλαν τη σφραγίδα τους στην αποκριάτικη κουλτούρα, όπως το έκαναν σε πεδία όπως η μουσική ή η μαγειρική. Ενδεχομένως αντιπροσωπευτική είναι μία περιγραφή της συνοικιακής αποκριάτικης ζωής όπως αυτή που δημοσιεύτηκε το 1924 ως ανταπόκριση από την Αγία Τριάδα: «Δεν είδαμε την κίνηση που βλέπαμε άλλοτε, την γκαμήλα, το γαϊτανάκι και τον Φασουλή, αλλά δεν είδαμε και μασκαράδες. Είδαμε όμως μια άλλη κίνηση, από γλεντζέδες που ανεβασμένοι σε αμάξια τραγουδούσαν διάφορα αποκριάτικα τραγούδια, ενώ σε πολλά ζυθοπωλεία άλλοι χόρευαν». Γιορτές με χορούς ευρωπαϊκούς και ελληνικούς έγιναν και στα σπίτια, «διαδίδεται δε ότι τις τελευταίες μέρες της αποκριάς θα δοθούν χοροί εις όλα τα ζυθοπωλεία της συνοικίας, μικρά και μεγάλα, τα οποία θα μετατραπούν προσωρινώς σε χορευτικά κέντρα όπου, λένε, η είσοδος θα επιτραπεί μόνο εις μασκαρεμένους» (Εύα 23 Φεβρουαρίου 1924).

Οπωσδήποτε μια ζωηρότερη κίνηση στους δρόμους πρέπει να χαρακτήριζε το καρναβάλι στις λαϊκές γειτονιές, δεδομένης και της στενότητας χώρου στα σπίτια των φτωχότερων. Σύμφωνα με τον Παπαζαχαρίου (1980: 205-206), όμως, πλέον αυτή η κίνηση σε περιορισμένο μόνο βαθμό διαχεόταν έξω από τη συνοικία: οι μασκαράδες του μεσοπολέμου παρέμεναν σε μεγάλο βαθμό στις γειτονιές τους χωρίς να εξέρχονται και να συναντιούνται στο κέντρο. Επρόκειτο για μια αντιστροφή της τάσης προς τη συγκέντρωση που είχε παρατηρηθεί στην προηγούμενη περίοδο, που ίσως δεν είναι εντελώς αυθαίρετο να συσχετίσουμε με τον κλονισμό της αστικής ηγεμονίας κατά τον μεσοπόλεμο, ο οποίος στο πολιτικό επίπεδο εκφράστηκε με μια σειρά από στρατιωτικά πραξικοπήματα (δηλαδή με την αύξηση της προσφυγής στη βία και την υποχώρηση της θεσμοποίησης της πολιτικής αντιπαράθεσης: Κωστής 2013). Η τάση αυτή των λαϊκών γειτονιών να αυτονομηθούν θα φτάσει σε ακραία επίπεδα στις συνθήκες της Κατοχής, και θα ολοκληρωθεί με την απόπειρα κατάληψης του κέντρου της Αθήνας κατά τα Δεκεμβριανά από μια κομμουνιστική αριστερά που ως βάση της είχε την περιφέρεια της πόλης.

Αναφορά λήμματος

Ποταμιάνος, Ν. (2021) Το καρναβάλι, η Αθήνα, το κέντρο και οι γειτονιές της 1834-1944, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/the-carnival-in-athens-1834-1944/ , DOI: 10.17902/20971.117

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Αθάνατος Κ (2001) Ταξείδι στην παλιά Αθήνα. Αθήνα: Δήμος Αθηναίων Πολιτισμικός Οργανισμός.
  • Βλάχος Ά (2016) Τουρισμός και δημόσιες πολιτικές στη σύγχρονη Ελλάδα 1914-1950. Αθήνα: Economia Publishing.
  • Κωστής Κ (2013) «Τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας». Η διαμόρφωση του νεοελληνικού κράτους 18ος-21ος αιώνας. Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.
  • Μπουκλάκος ΓΘ (επιμ.) (1874) Συλλογή των Αστυνομικών νόμων, διαταγμάτων, διατάξεων και κανονισμών. Αθήνα.
  • Μπουρνόβα Ε και Δημητροπούλου Μ (2015) Κοινωνικο-επαγγελματική διαστρωμάτωση της πρωτεύουσας. Στο: Μαλούτας Θ και Σπυρέλλης ΣΝ (επιμ.), Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού, Αθήνα.
  • Μπρούσαλης Κ (1990) Σερπαντίνες και κομφετί. Στο: Ψαράκης Τ (επιμ.), Ανθολόγιο της Αθήνας, Αθήνα: Νέα Σύνορα, σσ 21–24.
  • Παπαδιαμάντης Α (1984) Οι παραπονεμένες. Στο: Τριανταφυλλόπουλος ΝΔ (επιμ.), Άπαντα, Αθήνα: Δόμος, σσ 193–198.
  • Παπαζαχαρίου Ε (1980) Η πιάτσα. Αθήνα: Κάκτος.
  • Ποταμιάνος Ν (2020) ‘Της αναιδείας θεάματα’. Κοινωνική ιστορία της αποκριάς στην Αθήνα, 1800-1940. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας.
  • Ποταμιάνος Ν (2018) ‘Οι πλάνητες υιοί του Ερμού’: πλανόδιοι έμποροι στους δρόμους της Αθήνας 1890-1930. Στο: Χατζηιωάννου ΜΧ (επιμ.), Ιστορίες λιανικού εμπορίου 19ος-21ος αιώνας, Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, σσ 111–145.
  • Ποταμιάνος Ν (2015) Οι νοικοκυραίοι. Μαγαζάτορες και βιοτέχνες στην Αθήνα 1880-1925. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
  • Σπυροπούλου Α (2010) Μορφές κατοίκησης στην Αθήνα κατά τα τέλη του 19ου αιώνα. Αρχιτεκτονικός χώρος και λογοτεχνία. Αθήνα: Νήσος.
  • Χατζηπανταζής Θ (1986) Της Ασιάτιδος μούσης ερασταί… η ακμή του αθηναϊκού καφέ αμάν στα χρόνια της βασιλείας του Γεώργιου Α΄. Αθήνα: Στιγμή.
  • Castells M (1979) The urban question. A Marxist approach. London: Arnold.
  • Gruppi L (1977) Η έννοια της ηγεμονίας στον Γκράμσι. Αθήνα: Θεμέλιο.
  • Lefebvre H (1977) Το δικαίωμα στην πόλη. Χώρος και πολιτική. Αθήνα: Παπαζήσης.
  • Merriman JM (1991) The Margins of City Life: Explorations on the French Urban Frontier, 1815-1851. New York and Oxford: Oxford University Press on Demand.
  • Vigarello G (2004) Από το παιχνίδι στο αθλητικό θέαμα. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2021/08/tx157_photo2.jpg 1382 1413 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2021-09-24 12:36:072024-03-15 23:14:13Το καρναβάλι

Μεταλλαγές στην ιδιοκτησία ακινήτων στα Εξάρχεια

22/09/2021/in Οικονομία, Στέγαση, Γειτονιές Λιάλιος Γιώργος Στέγαση, Γειτονιές, Οικονομία /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Το κέντρο της Αθήνας κατά την οικονομική κρίση

Από το 2009, όταν η διεθνής οικονομική κρίση «μεταφέρθηκε» στη χώρα μας και ήρθαν στην επιφάνεια οι αδυναμίες της εγχώριας οικονομίας, η αγορά ακινήτων άρχισε να «παγώνει». Σε όλο το κέντρο της Αθήνας τα καταστήματα έκλειναν το ένα μετά το άλλο και οι συνθήκες διαβίωσης επιδεινώνονταν ραγδαία. Ταυτόχρονα, τα πρώτα χρόνια της κρίσης, το κέντρο έγινε πεδίο διαδηλώσεων, διαμαρτυριών, βίαιων συγκρούσεων.

Στα Εξάρχεια το κλίμα ήταν ήδη βαρύ, καθώς είχε προηγηθεί ένα κομβικό γεγονός: η δολοφονία Γρηγορόπουλου τον Δεκέμβριο του 2008. Οι συνεχείς συγκρούσεις του αντιεξουσιαστικού χώρου με την αστυνομία και οι καταστροφές, παράλληλα με το πρόβλημα των ναρκωτικών, θα «χαρακτηρίσουν» στη δημόσια σφαίρα την περιοχή (συχνά και εκτός Ελλάδας) για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας της κρίσης.

Λίγα χρόνια μετά την αφετηρία της κρίσης, όμως, το αστικό τοπίο άρχισε να μεταβάλλεται, επηρεαζόμενο από τρεις αλληλένδετες εξελίξεις: την άνοδο από το 2014 του τουριστικού ρεύματος προς την Αθήνα, η οποία μετατρεπόταν ταχύτατα σε προορισμό city break. Την επέλαση του Airbnb, που «σάρωσε» όλο το κέντρο της Αθήνας (στην εικόνα προστέθηκε στην πορεία και η Golden Visa, αν και με σαφώς μικρότερη επίδραση στην αγορά ακινήτων). Τέλος την ανάδυση της Αθήνας διεθνώς ως «επενδυτική ευκαιρία» στην αγορά ακινήτων, κυρίως εξαιτίας των πολύ χαμηλών τιμών (λόγω της βαθιάς οικονομικής κρίσης). Οι εξελίξεις άρχισαν διστακτικά να φαίνονται και στα Εξάρχεια από το 2015 και εμφανώς από το 2017-2018, οπότε και το εγχώριο και διεθνές επενδυτικό κεφάλαιο έκανε εμφανή την παρουσία του στο κέντρο της Αθήνας.

Η έρευνα

Για να διερευνηθεί η επίδραση όλων αυτών των παραγόντων, επελέγη ως περιοχή μελέτης η ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων. Με δεδομένο ότι τα διοικητικά όρια μιας περιοχής (πόσο μάλλον εντός του ίδιου δήμου) δεν περιορίζουν στην πράξη την εξέλιξη αστικών διεργασιών, επελέγη ένα «νοητό» buffer zone γύρω από την -ορισθείσα διοικητικώς- γειτονιά των Εξαρχείων, που περιλαμβάνει 227 οικοδομικά τετράγωνα και (εκτός από τα Εξάρχεια) ολόκληρες τις γειτονιές του Μουσείου, του λόφου Στρέφη, ένα τμήμα της Νεάπολης και μικρό τμήμα του ιστορικού κέντρου. Η περιοχή ορίστηκε από την οδό Πατησίων (28ης Οκτωβρίου), την οδό Πανεπιστημίου (Ελ. Βενιζέλου), τη λεωφόρο Αλεξάνδρας και την οδό Ιπποκράτους (χάρτης 1).

Χάρτης 1: Η περιοχή μελέτης

Ακολούθησε πρωτογενής έρευνα στο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών το καλοκαίρι του 2019, με βάση την οποία μελετήθηκαν όλες (3.132) οι αγορές ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων που έγιναν το 2009-2018 στην εν λόγω περιοχή. Από το υποθηκοφυλακείο συλλέχθηκαν στοιχεία για την ταυτότητα του κάθε ακινήτου (εμβαδόν, χρήση, όροφος), τον αγοραστή του (φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εθνικότητα φυσικών προσώπων) και βέβαια το έτος αγοράς. Συνολικά κατεγράφησαν 3.132 ιδιοκτησιακά δικαιώματα (μέρος ή το όλον ενός ακινήτου) από 2.121 διαφορετικούς ιδιοκτήτες.

Χρόνος

Όπως προκύπτει, η κρίση στην αγορά ακινήτων της ευρύτερης περιοχής των Εξαρχείων ξεκίνησε να γίνεται αισθητή το 2010 (-23,6% σε σχέση με το 2009). Το 2012 και το 2013 οι αγοραπωλησίες στην περιοχή μελέτης ήταν πια ελάχιστες (το 2013 -73% σε σχέση με το 2009). Το 2014 αρχίζει να διαφαίνεται μια ελαφρά ανοδική πορεία, ενώ ουσιαστική διαφορά φαίνεται το 2017 (+43,1% σε σχέση με το 2016) και 2018 (+44,1%) σε σχέση με το 2017), οπότε οι αγοραπωλησίες φτάνουν και ξεπερνούν τα επίπεδα του 2009 (γράφημα 1, χάρτης 2).

Γράφημα 1: Αγορές ακινήτων ανά έτος (2009-2018)

Χαρτης 2: Χωροθέτηση αγοραπωλησιών ανά έτος (2009-2018)

Χώρος

Οι αγοραπωλησίες είχαν πολύ μεγάλη διασπορά στην περιοχή μελέτης. Αγορές εντοπίζονται σχεδόν στο σύνολο των οδών της εξεταζόμενης περιοχής. Το αγοραστικό ενδιαφέρον είναι εντονότερο στις κεντρικές οδούς, εκεί όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός κτιρίων γραφείων (συνήθως των 10-30 τμ έκαστο) αλλά δεν περιορίζεται εκεί:

-στην οδό Ακαδημίας (227 καταγραφές, ή 7,25% του συνόλου)

-στην οδό Χαριλάου Τρικούπη (219 καταγραφές, ή 6,99% του συνόλου)

-στην οδό Μαυρομιχάλη (135 καταγραφές, ή 4,31% του συνόλου)

-στην οδό Ιπποκράτους (133 καταγραφές, ή 4,25% του συνόλου)

-στη οδό Ζωοδόχου Πηγής (102 καταγραφές ή 3,26%).

Σημαντικός αριθμός αγοραπωλησιών ακινήτων έγινε και στις οδούς Εμμ. Μπενάκη, Κωλέττη, Νικηταρά, Σολωμού και Σόλωνος. Να σημειωθεί ωστόσο ότι οι αγοραπωλησίες στα εξεταζόμενα τμήματα της λεωφόρου Αλεξάνδρας, της οδού Πανεπιστημίου (Ελ. Βενιζέλου) και της οδού Πατησίων (28ης Οκτωβρίου) ήταν πολύ λιγότερες από ότι σε μικρές οδούς της ευρύτερης περιοχής (χάρτης 3).

Χάρτης 3: Κατανομή αγοραπωλησιών (2009-2018) ανά οδό

Χρήση

Μόνο στις μισές περιπτώσεις (1.809 από 3.132, ήτοι 57,9%) τα ακίνητα που αγοράστηκαν την περίοδο 2009-2018 ήταν κατοικίες. Τα 727 ήταν ακίνητα με χρήση γραφείου (ποσοστό 23,2% του συνόλου), τα 193 ήταν αποθήκες (6,1% του συνόλου), τα 180 ήταν εμπορικοί χώροι (καταστήματα, 5,7% του συνόλου), τα 68 ήταν θέσεις στάθμευσης (2,1% του συνόλου), τα 57 δηλώθηκαν ως επαγγελματικοί χώροι (υπηρεσίες), οι 46 ως χώροι εκπαίδευσης και οι υπόλοιποι άλλες κατηγορίες. Όπως παρατηρείται, το ενδιαφέρον για κατοικίες στην περιοχή μελέτης εκτινάσσεται το 2017 (+48,2% σε σχέση με το 2016) και το 2018 (+35,3% σε σχέση με το 2017), με τις πωλήσεις κατοικιών να ξεπερνούν ήδη από το 2017 τις αντίστοιχες του 2009. Αντίθετα για τα γραφεία, που αντιπροσωπεύουν τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα ακινήτων που πωλήθηκαν την περίοδο μελέτης, οι πωλήσεις τους ακόμα και το 2017 και 2018 παραμένουν πολύ χαμηλότερες από εκείνες του 2009. Τέλος, στους εμπορικούς χώρους (καταστήματα), οι πωλήσεις σχεδόν εκμηδενίζονται το 2012 (μόλις 5) για να επανέλθουν σταδιακά το 2017 και 2018 στα ίδια επίπεδα με το 2009. Οι ελάχιστες πωλήσεις καταστημάτων στην καρδιά της οικονομικής κρίσης απηχούν και το γενικότερο κλίμα, καθώς πλήθος καταστημάτων είχαν κλείσει εκείνη την περίοδο και στα Εξάρχεια (πίνακας 1, χάρτες 4-8).

Πίνακας 1: Χρήσεις μεταβιβασθέντων ακινήτων 2009-2018


Χάρτης 4: Χωροθέτηση μεταβιβασθέντων κατοικιών (πηγή Γ Λιάλιος)

Χάρτες 4-8: Χωροθέτηση μεταβιβασθέντων ακίνητων 2009-2018 ανάλογα με την χρήση. Συνηθέστερες κατηγορίες χρήσης

Εμβαδόν

Την εξεταζόμενη περίοδο στην περιοχή μελέτης πωλήθηκαν ακίνητα συνολικού εμβαδού 90.088 τμ. Τα ακίνητα που πουλήθηκαν τη δεκαετία της κρίσης είχαν κατά μέσο όρο εμβαδόν 53,67 τμ. Η κατανομή του μέσου όρου κάθε έτους δείχνει ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερες αυξομοιώσεις, προφανώς ελλείψει πολλών μεγάλων ακινήτων στην περιοχή, επομένως αντανακλά την «ταυτότητά» της (πίνακας 2).

Πίνακας 2: Μέσος όρος εμβαδού μεταβιβασθέντων ακινήτων ανά έτος

Η ιδιοκτησία

Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων (πίνακας 3), από τις 3.132 αγοραπωλησίες, οι 2.158 (68,9% του συνόλου) αφορούσαν το 100% μιας ιδιοκτησίας (δηλαδή ένα ολόκληρο ακίνητο). Ακόμα 691 (22,1% του συνόλου) αφορούσαν το 50% μιας ιδιοκτησίας. Συνήθως οι αγορές αυτές γίνονται ταυτόχρονα από δύο φυσικά πρόσωπα. Επομένως το 91,0% των αγοραπωλησιών αφορούσαν την απόκτηση του 50% ή 100% μιας ιδιοκτησίας, άρα αυτό είναι το κυρίαρχο “μοτίβο”.

Πίνακας 3: Αγορές ακινήτων ανά ποσοστό ιδιοκτησίας

Οι υπόλοιπες αφορούν διάφορα ποσοστά ιδιοκτησίας, που ξεκινούν ακόμα και από 1% (προφανώς στις περιπτώσεις αυτές η αγορά έγινε συνδυαστικά με άλλους ανθρώπους/ εταιρίες). Υπάρχουν περιπτώσεις που την περίοδο μελέτης εμφανίζεται να έχει πωληθεί μόνο ένα μέρος κάποιας ιδιοκτησίας και όχι το σύνολό της. Στην περίπτωση αυτή το πιο πιθανό είναι να εξαγοράστηκε το μερίδιο κάποιου/κάποιων προκειμένου να ξεκαθαριστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς ενός ακινήτου.

Ως προς την κατηγορία των αγοραστών, τη δεκαετία 2009-2018 έγιναν 3.132 αγορές ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων από 2.121 διαφορετικούς ιδιοκτήτες (φυσικά ή νομικά πρόσωπα). Από αυτές, οι 2.680 έγιναν από 1.994 φυσικά πρόσωπα:

-1.658 Έλληνες απέκτησαν 2.221 ιδιοκτησιακά δικαιώματα (ποσοστό 70,9% του συνόλου των αγορών)

-336 αλλοδαποί απέκτησαν 459 ιδιοκτησιακά δικαιώματα (ποσοστό 14,6% του συνόλου των αγορών).

Οι υπόλοιπες 452 αγορές ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων έγιναν από 127 νομικά πρόσωπα (ποσοστό 14,5% του συνόλου των αγορών).

Όπως προκύπτει (πίνακας 4, γράφημα 2), οι Έλληνες (φυσικά πρόσωπα) κυριαρχούν στις αγορές ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων καθ’όλη την εξεταζόμενη δεκαετία, φθάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδό τους το 2014 και επιστρέφοντας το 2018 στα επίπεδα του 2011.

Πίνακας 4: Αγορές ακινήτων από Έλληνες και αλλοδαπούς ανά έτος (φυσικά πρόσωπα)

Οι αγορές ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων από αλλοδαπούς αντιπροσώπευαν αρχικά ένα πολύ μικρό ποσοστό των συνολικών αγορών από φυσικά πρόσωπα το 2009-2013 (ενδεικτικά, 2009: 5,2%). Από το 2014 όμως άρχισαν να αντιπροσωπεύουν ολοένα και πιο σημαντικό κομμάτι. Ξεκινούν από 16,4% το 2014, ανεβαίνουν στο 21,3% το 2015, 17,2% το 2016 και 24,9% το 2017. Αίφνης το 2018 ανεβαίνουν στο 42,5% των αγορών από φυσικά πρόσωπα. Είναι εντυπωσιακό ότι το 2018 οι αγορές ακινήτων από αλλοδαπούς (φυσικά πρόσωπα) αντιπροσωπεύουν 34,7% του συνόλου των αγορών εκείνης της χρονιάς (από φυσικά πρόσωπα ή εταιρείες) και το 42% των αγορών από αλλοδαπούς καθόλη την δεκαετία της οικονομικής κρίσης.

Γράφημα 2: Ποσοστό αγορών ακινήτων από Έλληνες και αλλοδαπούς ανά έτος (φυσικά πρόσωπα)

Αντίστοιχα οι αγορές από νομικά πρόσωπα (γράφημα 1), ενώ το 2009 αντιπροσωπεύουν το 21,6% των συνολικών αγορών εκείνης της χρονιάς, πέφτουν στο 6,6% το 2013, σημάδι της ανισορροπίας που επικρατούσε εκείνη την περίοδο στην αγορά. Ξαφνικά το 2014 ανεβαίνουν στο 31,1% του συνόλου και μετα ακολουθούν πάλι καθοδική πορεία: πέφτουν στο 14,5% το 2015 (χρονιά αλλαγής εξουσίας), στο 12,6% το 2016 και στο 5,7% το 2017. Για να ανέβουν πάλι στο 18,5% το 2018.

Τα νομικά πρόσωπα

Τη δεκαετία μελέτης, 127 νομικά πρόσωπα απέκτησαν 452 ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Τα περισσότερα νομικά πρόσωπα (τα 73 από τα 127) αγόρασαν από ένα ακίνητο μόνο, καθ’όλη τη διάρκεια της κρίσης (οι αγορές τους αντιπροσωπεύουν το 16,15% του συνόλου των αγορών από νομικά πρόσωπα). Από δύο ακίνητα αγόρασαν 22 νομικά πρόσωπα (9,73% των αγορών από νομικά πρόσωπα), ενώ από τρία ακίνητα 11 νομικά πρόσωπα (7,3% των αγορών). Επομένως, το 33,18% των αγορών από νομικά πρόσωπα πραγματοποιήθηκαν από εκείνα που αγόρασαν από ένα έως τρία ακίνητα (πίνακας 5).

Πίνακας 5: Αγορές ακινήτων από νομικά πρόσωπα ανά έτος

Αντίθετα, υπήρξαν οκτώ νομικά πρόσωπα που απέκτησαν μεγάλο αριθμός ακινήτων (πάνω από δέκα). Σωρευτικά, αγόρασαν σχεδόν τα μισά (49,55%) ιδιοκτησιακά δικαιώματα στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων από όσα απέκτησε το σύνολο των νομικών προσώπων κατά τη δεκαετία της κρίσης στην ίδια περιοχή. Χαρακτηριστικό είναι ότι η αγορά από μια μόνο εταιρεία 73 ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων αντιπροσωπεύει μόνη της το 16,67% των αγορών από νομικά πρόσωπα το 2009-2018. Όλες οι αγορές άνω των πέντε ακινήτων αναλύονται στη συνέχεια.

Όσον αφορά το ποσοστό της ιδιοκτησίας που αγοράστηκε από νομικά πρόσωπα, τα 407, δηλαδή το 90% του συνόλου, ήταν ολόκληρα (100% μιας ιδιοκτησίας) και το υπόλοιπο 10% αφορούσε αγορά ενός ποσοστού μιας ιδιοκτησίας. Υπήρχε μια περίπτωση εταιρείας η οποία αγόρασε το 15% σε 32 ακίνητα στο ίδιο κτίριο.

Τα νομικά πρόσωπα έχουν διάφορες μορφές: οι περισσότερες (33) είναι ανώνυμες εταιρίες κάποιας μορφής. Ακολουθούν οι μονοπρόσωπες ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες (10), οι Limited Companies-LTD (10), οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες- ΙΚΕ (8), οι μονοπρόσωπες εταιρείες περιορισμένης ευθύνης-ΜΕΠΕ (6), οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης-ΕΠΕ (5) και οι υπόλοιπες είναι άλλης μορφής. Ως προς τον τομέα λειτουργίας τους, πρόκειται κυρίως για επενδυτικές εταιρείες, εταιρείες real estate, εταιρείες χρηματοδοτικών μισθώσεων, τεχνικές εταιρείες.

Να σημειωθεί ότι δεν είναι εταιρείες όλα τα νομικά πρόσωπα. Ανάμεσά τους υπάρχουν ασφαλιστικά ταμεία, επιμελητήρια, ενώσεις, εθνοτοπικοί σύλλογοι, οργανώσεις, θρησκευτικοί φορείς. Λίγα από αυτά βρίσκονται στις πρώτες θέσεις ως προς το πλήθος των αγορών τους, καθώς τα περισσότερα όμως απέκτησαν μόλις ένα ακίνητο.

Όσον αφορά στις χωρικές προτιμήσεις των νομικών προσώπων, σχεδόν το ένα τρίτο (28%) των αγορών έχουν γίνει σε ακίνητα επί της οδού Ακαδημίας. Το ενδιαφέρον των νομικών προσώπων συγκέντρωσαν και οι οδοί Κωλέττη, Ιπποκράτους και Ζωοδόχου Πηγής.

Τα φυσικά πρόσωπα

Όπως προαναφέρθηκε, από τις 3.132 αγορές ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων σε ακίνητα κατά τη δεκαετίας της οικονομικής κρίσης στην περιοχή μελέτης, οι 2.221 έγιναν από 1.658 Έλληνες και οι 459 από 336 αλλοδαπούς. Αυτό που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον στην κατανομή των αγορών ανά έτος (γράφημα 2) είναι ότι ενώ στο ξεκίνημα της οικονομικής κρίσης οι αγορές από αλλοδαπούς είναι πολύ περιορισμένες (ενδεικτικά, 2009 5,2% των αγορών εκείνης της χρονιάς από φυσικά πρόσωπα, 2010 το 3,3%), σταδιακά στα μέσα της οικονομικής κρίσης ξεκινούν να αυξάνονται και στο τέλος της εξεταζόμενης δεκαετίας να αντιπροσωπεύουν σχεδόν τις μισές αγορές: το 2015 το 21,3%, το 2016 το 17,2%, το 2017 το 24,9% και ξαφνικά το 2018 το 42,5% των αγορών από φυσικά πρόσωπα (Έλληνες ή ξένους) εκείνη τη χρονιά. Αυτό υποδεικνύει πως τη στιγμή που η οικονομική δύναμη των ημεδαπών είχε συρρικνωθεί δραματικά, ξεκινά (όπως και με τις εταιρείες) μια είσοδος αλλοδαπών μικρο- ή μεγαλο- επενδυτών, που αναζητούν ευκαιρίες στην υποσχόμενη (καταρρακωμένη;) αγορά ακινήτων.

Πίνακας 6: Αγορές ακινήτων από φυσικά πρόσωπα ανά έτος

Όσον αφορά το πλήθος των αγορών (πίνακας 6), η πλειονότητα (61,6%) των φυσικών προσώπων αγόρασε μόνο ένα ακίνητο (συνολικά 1.660 ιδιοκτησιακά δικαιώματα). Από δύο ακίνητα αγόρασε το 15,9% των φυσικών προσώπων (δηλαδή 215 άτομα απέκτησαν 430 ιδιοκτησιακά δικαιώματα), από τρία το 6,5% (59 άτομα απέκτησαν 177 ακίνητα), από τέσσερα το 4,4% (30 άτομα απέκτησαν 120 ακίνητα) και από πέντε το 1,3% (7 άτομα αγόρασαν 35 ακίνητα). Συνολικά, το 84,1% των ακινήτων που αγοράστηκαν από φυσικά πρόσωπα ήταν περιπτώσεις ατόμων που αγόρασαν 1-3 ακίνητα.

Εθνικότητες

Συνολικά, αγορές στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων το 2009-2018 αγόρασαν ακίνητα άνθρωποι από 42 διαφορετικές εθνικότητες (πίνακας 7). Υπενθυμίζεται ότι ως αλλοδαποί έχουν καταγραφεί άτομα με εθνικότητα άλλη από την ελληνική – ο τόπος κατοικίας επέλεξα να μην εξεταστεί, καθώς στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον δεν έχει αποφασιστική σημασία. Έτσι ανάμεσα στους καταχωρημένους ως αλλοδαπούς βρίσκονται και άτομα με ελληνικά ονοματεπώνυμα, που είναι όμως υπήκοοι άλλων χωρών.

Πίνακας 7: Αγορές από αλλοδαπούς και πλήθος αλλοδαπών αγοραστών ανά εθνικότητα (2009-2018)

Η ανάλυση των στοιχείων των αγορών εκείνης της περιόδου ανά εθνικότητα (πίνακας 7) δείχνει να επιβεβαιώνει εν μέρει τη γενική πεποίθηση της περιόδου, ότι Κινέζοι (τελικά λιγότερο) και Ισραηλινοί (τελικά περισσότερο) ήταν ανάμεσα στις εθνικότητες που πραγματοποίησαν σημαντικό αριθμό πράξεων. Ωστόσο η δεύτερη μετά τους Ισραηλινούς μεγαλύτερη ομάδα αγοραστών δεν είναι τόσο αναμενόμενη: οι Αλβανοί. Μεγάλος αριθμός αγοραστών ήταν επίσης από τη Γαλλία και την Κύπρο. Συνολικά σχεδόν οι μισοί αγοραστές (48,8%) είναι υπήκοοι μόλις τεσσάρων χωρών (Ισραήλ, Αλβανία, Γαλλία, Κύπρος).


Χάρτης 9: Αγοραπωλησίες από υπηκόους Ισραήλ (πηγή Γ Λιάλιος)

Χάρτες 9-12: Χωροθέτηση αγοραπωλησιών ανά εθνικότητα αγοραστή

Ως προς το πλήθος των αγορών, που είναι το πιο ουσιαστικό (πίνακας 6), οι Ισραηλινοί παραμένουν στην κορυφή της λίστας, καθώς υπήκοοι της χώρας αυτής αγόρασαν στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων το 2009-2018 74 ακίνητα (το 16,2% του συνόλου των αγορών από αλλοδαπούς). Στη δεύτερη θέση όμως βρίσκεται η Κίνα, από κοινού με την Κύπρο, υπήκοοι των οποίων αγόρασαν 52 ακίνητα (οι αγορές από υπηκόους της κάθε χώρας αντιπροσωπεύουν έκαστη 11,3% του συνόλου). Οι υπήκοοι Αλβανίας βρίσκονται στην επόμενη θέση με 42 ακίνητα (9,1%) και ακολουθούν οι Γάλλοι με 39 ακίνητα (8,5%) και οι Τούρκοι με 29 ακίνητα (6,3%). Σωρευτικά, περίπου τα μισά (47,9%) ακίνητα που αγοράστηκαν από αλλοδαπούς, είναι από υπηκόους τεσσάρων χωρών (Ισραήλ, Κύπρος, Κίνα, Αλβανία).

Συμπεράσματα

Από την ανάλυση των στοιχείων αποδεικνύεται ότι μεγάλο μέρος των ακινήτων που αγοράστηκε, ιδίως μετά το 2015 έπαψε να ενοικιάζεται μακροπρόθεσμα και οδηγήθηκε σε βραχυχρόνια μίσθωση. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει και έμμεσα (από τον πολύ μεγάλο αριθμό καταχωρήσεων στο airbnb και τα στοιχεία για την άνοδο των ενοικίων έως 30-35% το 2018), αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις και άμεσα, καθώς η έρευνα εντόπισε είτε ολόκληρα κτίρια που μετατράπηκαν σε εγκαταστάσεις φιλοξενίας είτε την απόκτηση διαμερισμάτων από επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στο χώρο αυτό. Επίσης στα καταστατικά πολλών από τις εταιρείες που αγόρασαν ακίνητα στα Εξάρχεια προκύπτει ότι ο σκοπός τους είναι η διαχείριση ακινήτων και, ξεκάθαρα, η βραχυχρόνια μίσθωσή τους.

Η εικόνα που υπήρχε καθ’όλη τη δεκαετία της κρίσης στη δημόσια σφαίρα για τα Εξάρχεια φαίνεται ότι τελικά υποβοήθησε, αν όχι ενίσχυσε την κερδοσκοπία στο χώρο των ακινήτων. Τα συνεχή επεισόδια με την αστυνομία, οι καταστροφές και το εμπόριο ναρκωτικών, όλα αυτά συγκρότησαν μια εικόνα παρακμής για την περιοχή στη δημόσια σφαίρα, που κατ’αρχήν αποθάρρυνε την είσοδο νέων κατοίκων. Παράλληλα ως πραγματικά γεγονότα, λειτούργησαν αρνητικά για μερίδα των κατοίκων της περιοχής, που αναζήτησε αλλού κατοικία ενδεχομένως μην αντέχοντας την υποβάθμισή της και την παραβατικότητα. Η πτώση των τιμών των ακινήτων ενθάρρυνε σταδιακά τις αγορές και τα Εξάρχεια, λόγω του νεανικού και “επαναστατικού” τους χαρακτήρα (που συχνά παρουσιαζόταν ως “εμπειρία” από αυτούς που δραστηριοποιούνταν στο χώρο της βραχυχρόνιας μίσθωσης), αλλά και της εγγύτητάς τους με το ιστορικό κέντρο μετατράπηκαν το 2017-2018 σε πεδίο επενδυτικής ευκαιρίας. Το αν αυτή η εικόνα (δηλαδή η παρουσίαση στη δημόσια σφαίρα των Εξαρχείων ως άβατο αναρχίας και ναρκωτικών) “μεγεθύνθηκε” με πολιτική/οικονομική σκοπιμότητα, προκειμένου να πέσουν οι τιμές των ακινήτων και να “αλωθεί” (ώστε να “κανονικοποιηθεί”) η περιοχή μέσω του real estate είναι κάτι που εύκολα μπορεί κανείς να ισχυριστεί αλλά προφανώς δεν μπορεί να αποδειχθεί. Αποδεικνύεται όμως ότι το επενδυτικό κεφάλαιο προσβλέπει στην «κανονικοποίηση» αυτή, πιθανότατα στο βαθμό που δεν αλλοιώνει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της ως “brand”, επενδύοντας σε ακίνητα και στη βραχυχρόνια μίσθωσή τους. Είναι πάντως εξαιρετικά ενδιαφέρον – μια περιοχή, η οποία παρουσιάζεται συστηματικά στη δημόσια σφαίρα ως “βασίλειο της ανομίας” να μπαίνει τόσο ευθέως στο στόχαστρο του επενδυτικού κεφαλαίου (εγχώριου ή ξένου), σε σημείο που να παρουσιάσει σημάδια εξευγενισμού (gentrification).

[1] Kεντρική εικόνα: Εφημερίδα Η Αυγή, Μπλε Πολυκατοικία: η ιστορία και ο μύθος της, 11/12/2013

Αναφορά λήμματος

Λιάλιος, Γ. (2021) Μεταλλαγές στην ιδιοκτησία ακινήτων στο κέντρο της Αθήνας τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης (2009-2018). Η περίπτωση των Εξαρχείων, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/μεταλλαγές-στην-ιδιοκτησία-ακινήτων/ , DOI: 10.17902/20971.103

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Για την οικονομική κρίση και τις συνέπειές της στην αγορά ακινήτων και την κατοικία

  • Μονοκρούσος Π (2014) ξελίξεις στην αγορά κατοικίας στην Ελλάδα – Οικονομετρική μελέτη για τους ερμηνευτικούς παράγοντες και την εξέλιξη των τιμών στην εγχώρια αγορά κατοικίας. Αθήνα: Eurobank Greece Macro Monitor.
  • Μπελαβίλας Ν και Πρέντου Π (2005) Τα εγκαταλελειμμένα κτίρια και τα ξενοίκιαστα εμπορικά καταστήματα: Το χωρικό σχήμα της κρίσης. Στο: Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού, Αθήνα.
  • Σαμπανιώτης Θ και Χαρδούβελης Γ (2012) Η ελληνική αγορά ακινήτων στα χρόνια της κρίσης. Στο: Η αγορά ακινήτων στην πρόσφατη χρηματο-οικονομική κρίση, Αθήνα: Τράπεζα της Ελλάδος.
  • Ρεβύθης Ι (2017) Εξελίξεις στην Ελληνική αγορά Ακινήτων. Οικονομικά Χρονικά 159.
  • Kapopoulos P, Rizos A and Zekente K-M (2020) Alpha Bank Economic Research. Athens.

Για το Airbnb και την golden visa

  • Μπαλαμπανίδης Δ, Παπατζανή Ε και Πέττας Δ (2021) Το Airbnb στην πόλη. Ευκαιρία ή απειλή; Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.
  • Κουκουμάκας Κ (2019) Οι Κινέζοι σπάνε κάθε ρεκόρ στο πρόγραμμα της Golden Visa. Vice. Available from: https://www.vice.com/el/article/wjwwm5/oi-kinezoi-spane-ka8e-rekor-sto-ellhniko-programma-ths-golden-visa (ημερομηνία πρόσβασης 11 Δεκεμβρίου 2019).
  • Alexandri G (2018) Planning Gentrification and the “absent” state in Athens. International Journal of Urban and Regional Research 42.
  • Thornton G (2019) Οικονομία διαμοιρασμού: Κοινωνικές επιπτώσεις και ρυθμιστικές παρεμβάσεις. Grant Thornton. Available from: https://www.grant-thornton.gr/press-releases/2019/sharing-economy-2019/.

Για τα Εξάρχεια

  • Αθηνάκης Δ (2017) Εξάρχεια: Να ζει κανείς ή να μη ζει; Περιοδικό «Κ» Καθημερινής. Available from: https://www.kathimerini.gr/k/k-magazine/939704/exarcheia-na-zei-kaneis-i-na-mi-zei/ (ημερομηνία πρόσβασης 18 Δεκέμβριος 2017).
  • Βατόπουλος Ν (2015) Η ατμόσφαιρα των γκέτο απλώνεται στην Αθήνα. Η Καθημερινή. Available from: https://www.kathimerini.gr/life/city/837713/i-atmosfaira-ton-gketo-aplonetai-stin-athina/ (ημερομηνία πρόσβασης 7 Νοεμβρίου 2015).
  • Δασκαλοπούλου Ν (2018) Ξεναγοί στο τελευταίο «γαλατικό χωριό των αναρχικών στον κόσμο. Εφημερίδα των Συντακτών. Available from: https://www.efsyn.gr/ellada/koinonia/152401_xenagoi-sto-teleytaio-horio-ton-anarhikon-ston-kosmo (ημερομηνία πρόσβασης 2 Ιουνίου 2018).
  • Τζιαντζή Α (2016) Θα εξαφανίσωμεν τα Εξάρχεια. Εφημερίδα των Συντακτών. Available from: https://www.efsyn.gr/ellada/koinonia/82149_tha-exafanisomen-ta-exarheia (ημερομηνία πρόσβασης 12 Σεπτεμβρίου 2016).
  • Η Καθημερινή (2018) Επιστολή διαμαρτυρίας κατοίκων των Εξαρχείων στον Εισαγγελέα για την εγκληματικότητα στην περιοχή. Available from: https://www.kathimerini.gr/society/962019/epistoli-diamartyrias-katoikon-ton-exarcheion-ston-eisaggelea-gia-tin-egklimatikotita-stin-periochi/ (ημερομηνία πρόσβασης 2 Μαΐου 2018).
  • Pettas D, Avdikos V, Iliopoulou E, et al. (2021) “Insurrection is not a spectacle”: experiencing and contesting touristification in Exarcheia, Athens. Urban Geography, Taylor & Francis: 1–23.
  • Cappuccini M (2015) Urban space and social networks in times of crisis. A local perspective from the Exarchia neighbourhood of Athens. Greek Review of Social Research 144: 129–134.
  • Vradis A (2020) Spatial politics and the spatial contract in Exarcheia, Athens, Greece (1974–2018). Transactions of the Institute of British Geographers, Wiley Online Library 45(3): 542–558.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2021/09/banner_tx159_b.gif 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2021-09-22 20:16:232024-03-16 00:00:59Μεταλλαγές στην ιδιοκτησία ακινήτων στα Εξάρχεια

Περιοχές αποστέρησης στην Αττική

28/06/2021/in Κοινωνική Δομή, Οικονομία, Γειτονιές Αράπογλου Βασίλης, Καραδημητρίου Νίκος, Μαλούτας Θωμάς, Σαγιάς Ιωάννης Γειτονιές, Κοινωνική Δομή, Οικονομία /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Στο κείμενο αυτό επιχειρούμε να προσδιορίσουμε τις περιοχές της πόλης που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως περιοχές πολλαπλής αποστέρησης (multiple deprivation areas). Ανάλογες μελέτες έχουν γίνει σε διάφορες χώρες (το ΗΒ είναι μεταξύ εκείνων με τις περισσότερες) και βασίζονται σε μεταβλητές που αφορούν σημαντικές πλευρές της ποιότητας ζωής και της καθημερινότητας. Οι επεξεργασίες που περιλαμβάνονται στο παρόν κείμενο συνοψίζουν δημοσιεύσεις μας για τις περιοχές αποστέρησης στην Αττική (Arapogou et al., 2021; Karadimitriou et al., 2021; Karadimitriou et al. 2017).

Η μέθοδος που ακολουθήθηκε στην προκειμένη περίπτωση είναι απλή, αλλά καινοτόμος όσον αφορά τη μελέτη της αποστέρησης στις Ελλαδικές πόλεις: Χρησιμοποιήθηκαν μεταβλητές διαθέσιμες από την Απογραφή Πληθυσμού του 2011, οι οποίες όταν έχουν είτε πολύ υψηλές, είτε πολύ χαμηλές τιμές σηματοδοτούν πιθανώς ανησυχητικά φαινόμενα . Οι μεταβλητές αυτές αφορούν τρεις διαφορετικούς τομείς: Απασχόληση, εκπαίδευση και κατοικία. Για κάθε έναν από τους τομείς αυτούς υπολογίστηκε ένας ενιαίος δείκτης. Το άθροισμα των τριών αυτών δεικτών αποτελεί και τον Συνολικό Δείκτη Πολλαπλής Αποστέρησης (ΣΔΠΑ).

Για κάθε έναν τομέα από τους τρεις χρησιμοποιήθηκε διαφορετικός αριθμός μεταβλητών, ενώ στο εσωτερικό των τομέων δημιουργήθηκαν υποτομείς στους οποίους εντάχθηκαν οι επιλεγμένες μεταβλητές (πίνακας 1). Το ειδικό βάρος κάθε υποτομέα ήταν ενιαίο στο πλαίσιο του κάθε τομέα, κάτι που σημαίνει ότι το άθροισμα των δεικτών των μεταβλητών που εντάχθηκαν στον κάθε υποτομέα διαιρέθηκε διά του πλήθους των δεικτών. Αναλογικά, το ίδιο έγινε και για τους τομείς ώστε ο καθένας να συμβάλει ισοβαρώς στο συνολικό δείκτη.

Πίνακας 1: Μεταβλητές που περιελήφθησαν στον υπολογισμό των δεικτών αποστέρησης

Για κάθε μεταβλητή αποδόθηκαν σε κάθε περιοχή (ΜΟΧΑΠ: μονάδες χωρικής ανάλυσης πόλεων που περιλαμβάνουν πληθυσμό 1.200 ατόμων κατά μέσο όρο) δείκτες αποστέρησης από 1 έως 7 με βάση το μέσο όρο (μο) και την τυπική απόκλιση (τα) της μεταβλητής κατά τον ακόλουθο τρόπο:

χ = τιμή της μεταβλητής «ν» στη ΜΟΧΑΠ «ι»

1-7 = τιμές δεικτών αποστέρησης

1:  χ < μο ν

2: μο ν < χ  < μο ν+0,5τα ν

3: μο ν+0,5τα < χ < μο ν+1τα ν

4: μο ν+1τα < χ < μο ν+2τα ν

5: μο ν+2τα < χ < μο ν+3τα ν

7: μο ν+3τα ν < χ

Οι πολύ υψηλές τιμές (μο ν+3τα) ενισχύθηκαν με μία επιπλέον μονάδα δείκτη ώστε να γίνει πιο ευδιάκριτη η ομάδα των περιοχών όπου συγκεντρώνονται ταυτόχρονα πολλές δυσμενείς παράμετροι.

Στους χάρτες 1-3 εμφανίζονται οι περιοχές με βάση τον Συνολικό Δείκτη Πολλαπλής Αποστέρησης (ΣΔΠΑ) για τα έτη 1991, 2001 και 2011. Από τη συγκριτική παρατήρηση των τριών αυτών χαρτών προκύπτει ότι οι περισσότερες συγκεντρώσεις των περιοχών αποστέρησης είναι σταθερές στην περιφέρεια της πόλης (Ασπρόπυργος-Ελευσίνα, Σαλαμίνα, Καματερό-Ζεφύρι-Άνω Λιόσια, Μαραθώνας και ορισμένες περιοχές εκτός χάρτη, όπως το Λαύριο) και στο κέντρο της Αθήνας (Βοτανικός-Ταύρος-Ρέντης). Η μεγάλη αλλαγή που εμφανίζεται καθαρά το 2011 είναι η σημαντική συγκέντρωση αρνητικών δεικτών στο κέντρο του Δήμου Αθηναίων και ειδικά στις περιοχές βόρεια της πλατείας Ομονοίας και γύρω από τους άξονες των λεωφόρων Πατησίων και Αχαρνών.


Χάρτης 1: Ομάδες περιοχών κατοικίας με βάση τον Συνολικό Δείκτη Πολλαπλής Αποστέρησης (ΣΔΠΑ) για το 1991

Χάρτες 1-3: Ομάδες περιοχών κατοικίας με βάση τον Συνολικό Δείκτη Πολλαπλής Αποστέρησης (ΣΔΠΑ) για το 1991, το 2001 και το 2011

Το περιεχόμενο των ομαδοποιημένων περιοχών κατοικίας σε σχέση με τον συνολικό δείκτη αποστέρησης παρουσιάζεται στον πίνακα 2. Οι τιμές του πίνακα είναι συντελεστές χωροθέτησης (location quotients), δηλαδή πολλαπλάσια ή υποπολλαπλάσια του μέσου όρου της κάθε μεταβλητής σε σχέση με το σύνολο της πόλης. Για παράδειγμα, η τιμή 0,69 για την ανεργία στην ομάδα 1 του 1991 σημαίνει ότι το ποσοστό των ανέργων στις περιοχές της ομάδας αυτής με το χαμηλότερο δείκτη αποστέρησης το 1991 ήταν το 0,69 του μέσου όρου ανεργίας, ενώ σε εκείνες με τον υψηλότερο δείκτη αποστέρησης (ομάδα 6) ήταν 1,75 φορές μεγαλύτερο του μέσου όρου.

Από τους πίνακες 2-4 προκύπτει ότι οι μεταβλητές που δείχνουν συνθήκες που βρίσκονται πολύ χαμηλότερα από το μέσο όρο της πόλης στις περιοχές έντονης αποστέρησης είναι κοινές σε ορισμένες περιπτώσεις για τις τρεις χρονολογίες (1991, 2001 και 2011). Το υψηλό ποσοστό των ανειδίκευτων εργατών στον ενεργό πληθυσμό, η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου στις ηλικίες 15-18 και η απουσία συστήματος θέρμανσης είναι μεταβλητές με τιμές υψηλότερες από το 130% του μέσου όρου (με εξαίρεση την περιοχή του κέντρου για το 2011 όπου τα συστήματα θέρμανσης υπήρχαν έστω και αν είχαν αρχίσει να μη λειτουργούν). Όσον αφορά τις υπόλοιπες μεταβλητές με υψηλές τιμές, το 2011 παρατηρείται σημαντική αύξηση των τιμών των μεταβλητών που αφορούν κυρίως το υψηλό ποσοστό συγκέντρωσης ευπαθών ομάδων (άνεργοι, ενοικιαστές, ανειδίκευτοι εργάτες) σε συνθήκες περιορισμένου διαθέσιμου χώρου κατοικίας (<20τμ/κεφαλήν). Στις περιοχές αυτές υπερεκπροσωπούνται και οι μετανάστες από αναπτυσσόμενες χώρες—και κυρίως εκείνοι από την Ινδική υποήπειρο—όμως η μεταβλητή αυτή δεν είχε περιληφθεί στον υπολογισμό του δείκτη αποστέρησης.

Πίνακας 2: Σύγκριση της φυσιογνωμίας περιοχών κατοικίας ομαδοποιημένων βάσει του ΣΔΠΑ για το 1991, με χρήση των συντελεστών χωροθέτησης επιλεγμένων κοινωνικών μεταβλητών

Πίνακας 3: Σύγκριση της φυσιογνωμίας περιοχών κατοικίας ομαδοποιημένων βάσει του ΣΔΠΑ για το 2001, με χρήση των συντελεστών χωροθέτησης επιλεγμένων κοινωνικών μεταβλητών

Πίνακας 4: Σύγκριση της φυσιογνωμίας περιοχών κατοικίας ομαδοποιημένων βάσει του ΣΔΠΑ για το 2011, με χρήση των συντελεστών χωροθέτησης επιλεγμένων κοινωνικών μεταβλητών

Στον Χάρτη 4 αποτυπώνεται η δυναμική εξέλιξη των περιοχών αποστέρησης στην Αττική μεταξύ 1991 και 2011. Ο χάρτης αυτός δείχνει τις περίπου 3.000 περιοχές κατοικίας στην Αττική (ΜΟΧΑΠ: Μονάδες Χωρικής Ανάλυσης Πόλεων) ανάλογα με την κατηγορία στην οποία εντάσσονταν το 1991 και εκείνη στην οποία κατέληξαν το 2011. Κάθε ΜΟΧΑΠ έχει περίπου 1.200 κατοίκους κατά μέσο όρο. Με βαθύ γαλάζιο χρώμα αποτυπώνονται οι περιοχές όπου η αποστέρηση ήταν περιορισμένη το 1991 και παρέμεινε περιορισμένη το 2011, όπως αυτό περιγράφεται στον Πίνακα 2. Με ελαφρύ γαλάζιο αποτυπώνονται οι περιοχές όπου υπήρχε κάποιος βαθμός αποστέρησης το 1991, αλλά κατατάχθηκαν στις ομάδες περιοχών με τη χαμηλότερη αποστέρηση το 2011. Με βαθύ ή ελαφρύ πράσινο αποτυπώνονται οι περιοχές όπου το επίπεδο αποστέρησης παρέμεινε ενδιάμεσο ή μεταβλήθηκε σε ενδιάμεσο αντίστοιχα κατά την εν λόγω περίοδο. Τέλος, με βαθύ κόκκινο αποτυπώνονται οι περιοχές που παρέμειναν και με ελαφρύ κόκκινο εκείνες που υποβαθμίστηκαν σε περιοχές υψηλής αποστέρησης. Από τον Χάρτη 4 προκύπτουν τρεις βασικές παρατηρήσεις για τη χωροθέτηση της πολλαπλής κοινωνικής αποστέρησης την περίοδο 1991-2011:

(1) Η πολλαπλή αποστέρηση σε περιφερειακούς θύλακες , ιδιαίτερα στη δυτική πλευρά της Αττικής, παραμένει σταθερή όσον αφορά στη χωροθέτησή της.

(2) Οι θύλακες στο εσωτερικό του λεκανοπεδίου, όπου η πολλαπλή αποστέρηση παραμένει αμετάβλητη, περιορίζονται σε λίγες περιοχές στο κέντρο του Δήμου Αθηναίων και στις παρυφές του Δήμου Πειραιά, ενώ στο μεγαλύτερο τμήμα του Δυτικού Τομέα η πολλαπλή αποστέρηση έχει μειωθεί και υπερτερεί το μεσαίο επίπεδο.

(3) Στο κέντρο του Δήμου Αθηναίων, βόρεια της Πλατείας Ομονοίας, εμφανίζεται σημαντική και συμπαγής περιοχή υψηλής πολλαπλής αποστέρησης. Στην περιοχή αυτή, η αποστέρηση ήταν ενδιάμεση ή χαμηλή το 1991.

Χάρτης 4: Η χωρική και χρονική δυναμική της αποστέρησης στην Αττική (1991-2011)

Σημείωση

Το κείμενο αυτό και οι δημοσιεύσεις που περιλαμβάνονται στις βιβλιογραφικές αναφορές είναι η τελευταία δουλειά που πραγματοποιήσαμε μαζί με τον αγαπημένο μας συνάδελφο και φίλο Ιωάννη Σαγιά, που από τις 15/07/2020 δεν είναι πλέον μαζί μας.

Αναφορά λήμματος

Αράπογλου, Β., Καραδημητρίου, Ν., Μαλούτας, Θ., Σαγιάς, Ι. (2021) Περιοχές αποστέρησης στην Αττική, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/περιοχές-αποστέρησης-στην-αττική/ , DOI: 10.17902/20971.102

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Arapoglou V, Karadimitriou N, Maloutas T, et al. (2021) Multiple Deprivation in Athens: a legacy of persisting and deepening spatial divisions. GreeSE Paper. Available from: http://eprints.lse.ac.uk/108940/.
  • Karadimitriou N, Maloutas T and Arapoglou V (2021) Multiple Deprivation and Urban Development in Athens, Greece: Spatial Trends and the Role of Access to Housing. Land, Multidisciplinary Digital Publishing Institute 10(3): 290. Available from: https://doi.org/10.3390/land10030290.
  • Karadimitriou N, Maloutas T, Arapoglou V, et al. (2017) La comprensión y medición de la privación múltiple en Atenas, Grecia. In: Bournazou E (ed.), Gentrificacón. Miradas desde la academia y la ciudadanía, Universidad Nacional Autónoma de México, pp. 219–242.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2021/05/tx160_banner2.jpg 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2021-06-28 11:58:252024-03-16 00:18:53Περιοχές αποστέρησης στην Αττική

Συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας στη Αθήνα

18/05/2021/in Ιστορία, Πολιτική, Στέγαση, Δομημένο Περιβάλλον, Σχεδιασμός, Γειτονιές Μυωφά Νικολίνα Πολιτική, Γειτονιές, Δομημένο Περιβάλλον, Ιστορία, Στέγαση, Σχεδιασμός /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Η συνηθέστερη μορφή παροχής κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα ήταν η ανέγερση συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας όπως συνέβαινε στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Αυτά τα συγκροτήματα ανεγέρθηκαν την περίοδο του μεσοπολέμου έως το 2004 από διάφορους φορείς αλλά και το κεντρικό κράτος (Υπουργείο Πρόνοιας) για τη στέγαση των προσφύγων, των εσωτερικών μεταναστών, των υπαλλήλων του ιδιωτικού τομέα και των κατοίκων των παλαιών συγκροτημάτων του Υπουργείου Πρόνοιας.

Στο κείμενο αυτό αναδεικνύεται το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η κοινωνική κατοικία στην Αθήνα, η εξέλιξή της και η ανάλυση των αιτίων που οδήγησαν στην παρακμή της. Μέσω της μελέτης της αθηναϊκής περίπτωσης το κύριο ερώτημα είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει σήμερα το κράτος όσον αφορά τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας [1];

Πολιτική για την κοινωνική κατοικία στην Αθήνα

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει επίσημος ορισμός για την κοινωνική κατοικία (Dimitrakopoulos 2003). Η έννοια αυτή ιστορικά διαμορφωνόταν ανάλογα με τις ανάγκες και τους σκοπούς που θα εξυπηρετούσε καθώς και τις ομάδες ωφελούμενων στις οποίες απευθυνόταν. Έτσι, αναφέρονται η προσφυγική, η λαϊκή ή η εργατική κατοικία. Στο άρθρο αυτό χρησιμοποιείται ο πιο γενικός όρος «κοινωνική κατοικία» που περιλαμβάνει όλους τους προαναφερθέντες τύπους.

Το μοντέλο κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα ήταν πάντα το υπολειμματικό (residual). Απευθυνόταν σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού, όπως πρόσφυγες, εσωτερικοί μετανάστες, μισθωτοί και κάτοικοι των παλαιών συγκροτημάτων του Υπουργείου Πρόνοιας. Μέρος των προγραμμάτων αυτών συνδέονταν άμεσα με προγράμματα εκκαθάρισης παραγκουπόλεων και κατασκευής συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας. Επίσης, υπήρχαν περιπτώσεις όπου τα συγκροτήματα ανεγείρονταν σε εκτάσεις τις οποίες αποκτούσε το δημόσιο ύστερα από απαλλοτρίωση. Τα διαμερίσματα στα συγκροτήματα αυτά δίνονταν απευθείας στους δικαιούχους για ιδιοκατοίκηση και όχι για ενοικίαση (Kandylis et al. 2018). Η Ελλάδα παραμένει η μόνη ευρωπαϊκή χώρα όπου απουσιάζει πλήρως ο τομέας της κοινωνικής ενοικίασης (Pittini and Laino 2011).

Η ιστορική επισκόπηση που ακολουθεί αφορά τις περιόδους 1922–1939, 1950–1974 και 1975–2012. Οι περίοδοι αυτές σχετίζονται στενά με σημαντικά γεγονότα, όπως η ανταλλαγή πληθυσμών της δεκαετίας του 1920, οι πόλεμοι της δεκαετίας του 1940, οι εσωτερικές και εξωτερικές μεταναστευτικές εισροές στη μεταπολεμική περίοδο και από το 1990 και μετά κ.λπ., που άλλαξαν την πληθυσμιακή και την κοινωνική σύνθεση της Αθήνας και έκαναν εντονότερη την ανάγκη για κοινωνική κατοικία.

Περίοδος του μεσοπολέμου (1922–1939)

Ο τομέας της κοινωνικής κατοικίας αναπτύχθηκε για πρώτη φορά μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανάγκη στέγασης του μεγάλου αριθμού προσφύγων από τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο που εισέρρευσε στη χώρα απόρροια της ήττας των Ελλήνων στην Μικρασιατική Εκστρατεία το 1922 και της συνακόλουθης υπογραφής τον Ιούλιο του 1923 της Συνθήκης της Λοζάνης (Λοϊζος 1994). Η στέγαση τους ήταν δύσκολο να ολοκληρωθεί από ένα κράτος που δεν είχε προηγούμενη εμπειρία, δεν διέθετε ανεπτυγμένο πρόγραμμα παροχής κρατικής στέγασης και επιπλέον οι οικονομικοί του πόροι ήταν περιορισμένοι λόγω της ήττας στη Μικρασιατική Εκστρατεία αλλά και των πολεμικών συρράξεων που είχαν προηγηθεί (Γκιζελή, 1984).

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, το Ταμείο Περιθάλψεως των Προσφύγων (ΤΠΠ) και η Επιτροπή Αποκατάστασης των Προσφύγων (ΕΑΠ) ήταν οι δύο φορείς που έδρασαν στο πεδίο της στέγασης μέσω της οικοδόμησης κατοικιών και της ανέγερσης συνοικισμών. Το ΤΠΠ ξεκίνησε την οικοδόμηση νέων συνοικισμών στην περιφέρεια της Αθήνας και του Πειραιά και υπήρξε ο φορέας που έβαλε τα θεμέλια για τη δημιουργία του τομέα της κοινωνικής κατοικίας, αφού στέγασε χιλιάδες πρόσφυγες (Γκιζελή, 1984). Η ΕΑΠ συνέχισε το έργο της στεγαστικής αποκατάστασης των προσφύγων μέχρι το 1930 (Λεοντίδου, 2001). Για παράδειγμα το Ταμείο ξεκίνησε την οικοδόμηση των συνοικισμών του Βύρωνα, της Νέας Ιωνίας, της Καισαριανής και της Νέας Κοκκινιάς (Νίκαια) που ολοκλήρωσε η ΕΑΠ (Βασιλείου, 1944). Επιπλέον, η Επιτροπή κατασκεύασε κατοικίες για τους πρόσφυγες στους συνοικισμούς Νέα Φιλαδέλφεια, Καλλιθέα, Ρέντη, Κοκκινιά κ.ά. (Παπαϊωάννου, 1975).

Ανεξάρτητα από τη δράση των δημόσιων φορέων, όσοι παρέμεναν άστεγοι εγκαθίσταντο σε κενές εκτάσεις και δημιουργούσαν με πρόχειρα μέσα συνοικισμούς από παραπήγματα (Leontidou, 1990). Πιο συγκεκριμένα στην Αθήνα, οι πρόσφυγες αυτοστεγάστηκαν είτε σε κοντινή απόσταση από τους ήδη υπάρχοντες προσφυγικούς συνοικισμούς που είχαν κατασκευαστεί από το κράτος, είτε οπουδήποτε έβρισκαν κενό-ελεύθερο χώρο δημιουργώντας νέους συνοικισμούς (Παπαϊωάννου, 1975).

Συνολικά, για το έργο της αποκατάστασης των προσφύγων στην Αθήνα και στον Πειραιά την περίοδο του μεσοπολέμου, δημιουργήθηκαν 12 κύριοι και 34 μικρότεροι προσφυγικοί οικισμοί έξω από τον υφιστάμενο αστικό ιστό. Οι συνοικισμοί αυτοί δημιουργήθηκαν στις παρυφές των δύο πόλεων σε περιοχές που ήταν ακατοίκητες πριν το 1922 (χάρτης 1) (Παπαϊωάννου, 1975).

Χάρτης 1: Οι συνοικισμοί που δημιουργήθηκαν από το 1922 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1930 εκτός των ορίων της Αθήνας και του Πειραιά

Πηγή: Παπαϊωάννου 1975:15

Η δράση της κεντρικής κυβέρνησης μέσω του Υπουργείου Πρόνοιας ξεκίνησε παράλληλα με τη δράση των δύο φορέων του ΤΠΠ και της ΕΑΠ. Ωστόσο, από το 1930, το Υπουργείο συνέχισε, ως ο αποκλειστικός φορέας, τη στέγαση των προσφύγων σε μόνιμες κατοικίες (Λεοντίδου, 2001). Πιο συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών 1930-1940, το Υπουργείο ανήγειρε συγκροτήματα σε παραγκουπόλεις, μετά από την κατεδάφιση των παραπηγμάτων, ή κοντά σε αυτές τις περιοχές (Βασιλείου, 1944). Το Υπουργείο Πρόνοιας κατασκεύασε συγκροτήματα πολυκατοικιών στους προσφυγικούς συνοικισμούς με βάση τις αρχές του μοντέρνου κινήματος που επηρεάστηκε από τη διδασκαλία της Σχολής Μπαουχάους και από τις θέσεις-απόψεις του Λε Κορμπυζιέ (Κολώνας, 2003). Τα διαμερίσματα στις προσφυγικές πολυκατοικίες δόθηκαν στους δικαιούχους Μικρασιάτες πρόσφυγες οι οποίοι ήταν κάτοικοι των παραπηγμάτων. Συγκεκριμένα, από τα οκτώ συγκροτήματα τα τέσσερα βρίσκονται στην Αθήνα, ένα στον Πειραιά ενώ τα υπόλοιπα στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά. Οι πολυκατοικίες αυτές χτίστηκαν σε δύο χρονικές περιόδους, 1933-1936 και 1936-1939, και δόθηκαν στους δικαιούχους αποκλειστικά για ιδιοκατοίκηση και όχι για ενοικίαση (Γεωργακοπούλου 2003, Βασιλείου 1944).

Η διανομή των διαμερισμάτων στους δικαιούχους γινόταν με κλήρωση λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των μελών της κάθε οικογένειας και υπό τον όρο ότι οι οικογένειες των δικαιούχων δεν διέθεταν ιδιόκτητη κατοικία ή οικόπεδο στο όνομά τους (Βασιλείου 1944). Τα διαμερίσματα αυτά τελικά δεν παραχωρήθηκαν δωρεάν στους δικαιούχους, όπως οι ίδιοι οι πρόσφυγες ανέμεναν εξαιτίας των ανταλλάξιμων περιουσίων, αλλά καταβλήθηκε το ανάλογο αντίτιμο στο Υπουργείο Πρόνοιας (Σταυρίδης κ.ά., 2009). Το Υπουργείο Πρόνοιας τα παραχωρούσε με διευκολύνσεις, όπως την δυνατότητα αποπληρωμής εντός 15 χρόνων του 70% της τιμής που δαπανήθηκε για το οικόπεδο και την κατασκευή της κατοικίας (Βασιλείου, 1944).

Η επίδραση του κρατικού έργου για τη στέγαση των προσφύγων στο γενικότερο ζήτημα της κοινωνικής κατοικίας είναι αναμφισβήτητη. Με αφορμή τη στέγαση των προσφύγων αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα ο τομέας της κοινωνικής κατοικίας και μπήκαν τα θεμέλια για τη δημιουργία ευρύτερης κοινωνικής πολιτικής για την κατοικία. Όμως, ενώ το γιγαντιαίο σε έκταση έργο προχωρούσε και χιλιάδες πρόσφυγες στεγάζονταν δεν συνέβαινε το ίδιο με τα γηγενή, φτωχά, στρώματα του πληθυσμού (Λυγίζος, 1974) . Ο προσδιορισμός της κοινωνικής κατοικίας ως αυστηρά προσφυγικής παρέμενε (Γκιζελή, 1984).

Τελικά, όμως, και η ίδια η πολιτική στέγασης για τους πρόσφυγες απώλεσε τον κοινωνικό της χαρακτήρα. Τόσο η ΕΑΠ όσο και το Υπουργείο Πρόνοιας προωθούσαν την ιδιοκατοίκηση αφού πωλούσαν τις κατοικίες στους πρόσφυγες, τερματίζοντας με αυτό τον τρόπο κάθε περαιτέρω διαδικασία στήριξής τους (Γκιζελή, 1984).

Μεταπολεμική περίοδος (1950–1974)

Οι ανάγκες για στέγη με το τέλος του Β΄ΠΠ ήταν και πάλι πιεστικές. Τη δεκαετία του 1950, υπήρχαν πρόσφυγες για τους οποίους το ζήτημα της στέγασης παράμενε άλυτο. Η μείωση του οικιστικού αποθέματος λόγω των πολεμικών καταστροφών, καθώς και η μαζική εισροή στις πόλεις εσωτερικών μεταναστών από αγροτικές περιοχές ενέτειναν το φαινόμενο της στεγαστικής ανεπάρκειας. Κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου τα περισσότερα έργα κοινωνικής κατοικίας τα ανέλαβε το Υπουργείο Πρόνοιας. Αυτά τα συγκροτήματα ανεγέρθηκαν με στόχο την αποκατάσταση των Μικρασιατών προσφυγών αλλά και των γηγενών που ζούσαν σε παραπήγματα (Βασιλικιώτη, 1975α).

Οι ωφελούμενοι από διαμερίσματα στα συγκροτήματα ήταν νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος που στεγάζονταν σε ακατάλληλα καταλύματα και δεν ήταν ιδιοκτήτες κατοικίας ή ιδιοκτήτες γης σε κάποια άλλη περιοχή. Η διανομή των διαμερισμάτων στους δικαιούχους γινόταν με κλήρωση, όπως και την προηγούμενη περίοδο, με βάση όμως τον αριθμό των μελών κάθε οικογένειας. Οι δικαιούχοι δεν είχαν τη δυνατότητα επιλογής διαμερίσματος, όπως και την περίοδο του μεσοπολέμου, με αποτέλεσμα το διαμέρισμα το οποίο τελικά τους παραχωρούνταν να μην ανταποκρινόταν πάντα στις ανάγκες τους (Βασιλικιώτη, 1975α).

Επίσης, οι δικαιούχοι έπρεπε να αποπληρώσουν ένα μικρό ποσό, με κάποιες διευκολύνσεις, για να τους δοθεί το τελικό παραχωρητήριο και επομένως να έχουν το δικαίωμα μεταβίβασης ή πώλησης της κατοικίας τους. Η πλειονότητα όμως των Μικρασιατών προσφύγων και των απογόνων τους θεωρούσαν ότι για εκείνους δεν έπρεπε να τίθεται θέμα πληρωμής των διαμερισμάτων που τους δόθηκαν, με το επιχείρημα ότι το ελληνικό κράτος είχε ήδη πληρωθεί από τις ανταλλάξιμες περιουσίες (Σταυρίδης κ.ά., 2009). Αντιθέτως, οι εσωτερικοί μετανάστες πλήρωσαν για τα διαμερίσματα το αντίστοιχο ποσό.

Κατά την περίοδο της κατεδάφισης των παραπηγμάτων και της ανέγερσης των νέων συγκροτημάτων, παρεχόταν επιδότηση ενοικίου στους δικαιούχους. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα νοικοκυριά ενός συνοικισμού μετεγκαταστάθηκαν σε διαφορετικές γειτονιές (Βασιλικιώτη 1975α). Αυτές οι μετεγκαταστάσεις, παρόλο που οδήγησαν σε καλύτερες συνθήκες στέγασης, επέφεραν σημαντικές αλλαγές στην κοινωνική συνοχή των γειτονιών και στις σχέσεις μεταξύ των κατοίκων.

Εκτός από το Υπουργείο Πρόνοιας, τη μεταπολεμική περίοδο ξεκίνησε και η δράση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ). Ο ΟΕΚ ιδρύθηκε το 1954 και ανήκε στο Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Μέχρι το 1975, τα έσοδα του Οργανισμού προέρχονταν κυρίως από τις εισφορές των εργαζομένων υπέρ ΟΕΚ (Κοτζαμάνης και Μαλούτας, 1985). Αυτός ο οργανισμός παρείχε κατοικία σε μισθωτούς υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι δεν διέθεταν ιδιόκτητη κατοικία και δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν. Ο ΟΕΚ ήταν ο πρώτος οργανισμός που παρείχε μια πιο ολοκληρωμένη στεγαστική πολιτική, σε αντίθεση με την μέχρι τότε ασκούμενη πολιτική από το κράτος, όπου προτεραιότητα είχε η στέγαση των προσφύγων, όσων κατοικούσαν σε παραπήγματα και των θεομηνιόπληκτων. Ωστόσο, οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες -όπως οι άστεγοι και οι άνεργοι- αποκλείονταν από την στεγαστική πολιτική του ΟΕΚ (Σαπουνάκης, 2013).

Στους δικαιούχους είτε δίνονταν δάνεια για αυτοστέγαση ή για αγορά κατοικίας είτε παρεχόταν επιδότηση ενοικίου ή παραχωρούνταν έτοιμη κατοικία στα οικιστικά συγκροτήματα που ανεγείρονταν. Ο ΟΕΚ ως επί το πλείστον πωλούσε τις κατοικίες του στους δικαιούχους, όπως και οι άλλοι κρατικοί φορείς οι οποίοι παρείχαν κοινωνική κατοικία από το 1922. Οι δικαιούχοι έπρεπε να πληρώσουν ένα μικρό ποσό προκειμένου να γίνουν ιδιοκτήτες του διαμερίσματος. Οι κατοικίες δίνονταν στους δικαιούχους ύστερα από κλήρωση. Σε αντίθεση με την αντίστοιχη διαδικασία του Υπουργείο Πρόνοιας, στην περίπτωση του ΟΕΚ η κλήρωση γινόταν με βάση κάποια κριτήρια, κοινωνικά και εντοπιότητας (Σταυρίδης κ.ά., 2009). Για παράδειγμα, όσον αφορά το κριτήριο της εντοπιότητας, στους κατοίκους του νομού Αττικής τα διαμερίσματα κληρώνονταν στην περιοχή που διέμεναν ήδη, με αποτέλεσμα οι δικαιούχοι του Οργανισμού να μην απομακρύνονται από τον τόπο που ζούσαν μέχρι πρότινος (Σταυρίδης κ.ά., 2009).

Οι τύποι κτηρίων που κατασκευάστηκαν ήταν διώροφες μονοκατοικίες και πολυκατοικίες τριών, τεσσάρων, οκτώ και δώδεκα ορόφων. Όσον αφορά το σχεδιασμό των συγκροτημάτων από τον ΟΕΚ υπήρχε πρόβλεψη για πράσινο και ελεύθερους χώρους. Η διάταξη των πολυκατοικιών γινόταν σε στοίχους, καθώς και η απόσταση μεταξύ των κτηρίων είχε υπολογιστεί να είναι τόση που να επιτρέπει τον επαρκή φωτισμό και αερισμό των διαμερισμάτων (Σταυρίδης κ.ά., 2009).

Εν κατακλείδι, το Υπουργείο Πρόνοιας αντιμετώπισε κυρίως καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στεγάζοντας ευάλωτα κοινωνικά στρώματα, ενώ τα προγράμματα του ΟΕΚ απευθύνονταν σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες με σταθερή απασχόληση, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι άστεγοι ή οι ανεπαρκώς στεγασμένοι και οι άνεργοι (Leontidou,1990). Συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες ο αριθμός των κατοικιών που κατασκευάστηκαν από τους δύο φορείς ήταν μικρός. Πιο συγκεκριμένα, το Υπουργείο Πρόνοιας και ο ΟΕΚ κατασκεύασαν 31 συγκροτήματα, κατά τη μεταπολεμική περίοδο, με περίπου 11.930  κατοικίες, ενώ, ενδεικτικά, στα προάστια της Στοκχόλμης, κατασκευάστηκαν 34 συγκροτήματα με 83.796 κατοικίες από το 1951 έως το 1970 (Andersson and Brama, 2018: 368).

Από το 1975 έως το 2012

Μετά το 1975, η τάση σε παγκόσμιο επίπεδο για την πολιτική κοινωνικής κατοικίας, ήταν να αντικατασταθεί το μοντέλο της ανέγερσης συγκροτημάτων από ένα νέο. Το νέο μοντέλο παρείχε οικονομική βοήθεια για την κατασκευή ή την αγορά κατοικίας που παράγεται μέσω της ιδιωτικής αγοράς (Bourne, 1998). Αυτή η αλλαγή, καθώς και η συρρίκνωση των προγραμμάτων του Υπουργείου Πρόνοιας, επηρέασαν τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκε η πολιτική για την κοινωνική κατοικία στην Ελλάδα (Βασιλικιώτη, 1975α).

Ο ΟΕΚ ήταν ο κύριος δημόσιος φορέας παροχής κοινωνικής κατοικίας από το 1975 έως το 2011. Εκτός από την κατασκευή συγκροτημάτων ο ΟΕΚ δανειοδοτούσε ιδιώτες για την απόκτηση κατοικίας και επιδοτούσε το ενοίκιο ωφελούμενων που πληρούσαν συγκεκριμένα κριτήρια (Βαταβάλη και Σιατίτσα 2011). Η δραστηριότητα του Οργανισμού στην Αθήνα, αναφορικά με την κατασκευή νέων συγκροτημάτων, σε αντίθεση με τις μεσαίου μεγέθους ελληνικές πόλεις, ήταν περιορισμένη. Έτσι, στο σύνολο των συγκροτημάτων που δημιουργήθηκαν από τον ΟΕΚ την περίοδο από το 1955 έως το 2012 μόνο το 10% αντιστοιχεί στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας (Kandylis et al. 2018). Ο ΟΕΚ κατασκεύασε τα συγκροτήματα αυτά στο βορειοδυτικό τμήμα της μητροπολιτικής περιοχής της Αθήνας, που αποτελεί τόπο κατοικίας εργατικών στρωμάτων (ενδεικτικά στους Δήμους Αχαρνών, Νέων Λιοσίων, Ιλίου), στα βόρεια προάστια (Δήμοι Αμαρουσίου και Πεύκης—Ηλιακό Χωριό), καθώς και στην Ανατολική Αττική στο Δήμο Παλλήνης (Kandylis et al. 2018).

Το Ολυμπιακό Χωριό, είναι το τελευταίο συγκρότημα που κατασκεύασε ο ΟΕΚ στην Αθήνα. Το συγκεκριμένο συγκρότημα σχεδιάστηκε με στόχο να εξυπηρετήσει σε πρώτη φάση τις προσωρινές ανάγκες σε στέγαση των αθλητών κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών και των Παραολυμπιακών Αγώνων που διοργανώθηκαν στην Αθήνα το 2004, και σε δεύτερη φάση να εξυπηρετήσει τις άμεσες και επείγουσες στεγαστικές ανάγκες των δικαιούχων του ΟΕΚ (Αραβαντινός, 2007).

Το 1976 συστάθηκε ένας νέος φορέας, η ΔΕΠΟΣ που βρισκόταν υπό την εποπτεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Kandylis et al. 2018). Στόχος ήταν η παροχή προσιτής στέγης στα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα. Η κύρια δραστηριότητα της ΔΕΠΟΣ ήταν οι αναπλάσεις μικρής κλίμακας σε περιοχές με παλαιό οικιστικό απόθεμα. Αυτά τα έργα αφορούσαν την ανάπλαση των παλαιών συγκροτημάτων που κατασκευάστηκαν από το Υπουργείο Πρόνοιας κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου στη Νέα Φιλαδέλφεια, την Καισαριανή και τον Ταύρο (Νικολαϊδου, 1991). Τα προγράμματα ανάπλασης υλοποιήθηκαν σε περιοχές με έντονα προβλήματα υποβάθμισης του κτηριακού αποθέματος -λόγω παλαιότητας και εγκατάλειψης – και αδυναμίας των κατοίκων να ανταποκριθούν οικονομικά στα απαιτούμενα έργα αναβάθμισης των κατοικιών τους και των κοινόχρηστων χώρων. Επομένως, η παρέμβαση του κράτους ήταν επιβεβλημένη.

Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους φορείς, η δράση της ΔΕΠΟΣ δεν ξεκινούσε εάν οι ίδιοι οι κάτοικοι δεν ζητούσαν τη συνδρομή της. Με πρωτοβουλία των κατοίκων ξεκινούσαν τα έργα ανάπλασης, τα οποία υλοποιούνταν σε συνεργασία με τους αντίστοιχους δήμους, με πλήρη συμμετοχικό σχεδιασμό και δημοκρατικές διαδικασίες. Επιπλέον, το διάστημα μέχρι την υλοποίηση του έργου και την παραχώρηση των διαμερισμάτων στους δικαιούχους, οι κάτοικοι είχαν τη δυνατότητα ενοικίασης κατοικίας με επιδότηση (Στεφάνου κ.ά. 1995). Η δράση της ΔΕΠΟΣ αποτέλεσε την εξαίρεση στην ακολοθούμενη κοινωνική πολιτική για την κατοικία από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, όπου πλέον ο στόχος δεν ήταν η δημιουργία συγκροτημάτων πολυκατοικιών και η παραχώρηση διαμερισμάτων στους δικαιούχους. Για το λόγο αυτό «συνάντησε πολλές αντιδράσεις από τα ιδιωτικά και επαγγελματικά συμφέροντα, και τελικώς περιορίστηκε σε ασήμαντη δραστηριότητα» (Εμμανουήλ, 2006: 12) μέχρι που το 2010 έπαψε να λειτουργεί ως ανταπόκριση της ελληνικής κυβέρνησης στις μνημονιακές απαιτήσεις. Όμως, όπως διαφαίνεται και από τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε η δράση της, είχε ήδη σταματήσει να προσφέρει κοινωνική κατοικία μετά το τέλος της ανάπλασης των παλαιών προσφυγικών του Ταύρου.

Από το 2012, έπαψε να λειτουργεί ο ΟΕΚ—στο πλαίσιο και αυτός των ακολουθούμενων πολιτικών λιτότητας λόγω της κρίσης χρέους—ο μοναδικός φορέας κοινωνικής κατοικίας που λειτουργούσε μέχρι τότε (Ζαμάνη και Γρηγοριάδης, 2013). Έτσι, ακόμη και σήμερα δεν υπάρχει φορέας που να ασκεί κοινωνική πολιτική για την κατοικία, ενώ οι ανάγκες που προκύπτουν επιλύονται με έκτακτες λύσεις και όχι με συγκροτημένη στεγαστική πολιτική.

Γενικά συμπεράσματα

Συνολικά, οι τρεις φορείς -Υπουργείο Πρόνοιας, ΟΕΚ και ΔΕΠΟΣ- από την περίοδο του μεσοπολέμου έως το 2004 κατασκεύασαν 19,299 κατοικίες στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας για τη στεγαστική αποκατάσταση των ακόλουθων τριών ομάδων: 1) παραπηγματούχοι (πρόσφυγες και εσωτερικοί μετανάστες), 2) υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα και 3) κάτοικοι που ζούσαν στα παλαιά συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας. Σήμερα, το πληθυσμιακό βάρος του συνόλου των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας είναι πολύ μικρό. Με βάση την απογραφή του 2011, περίπου το 1,6% του πληθυσμού ζει σε συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας (Kandylis et al. 2018). Το ποσοστό αυτό είναι εξαιρετικά χαμηλό σε σύγκριση με το 7,4% του συνολικού πληθυσμού των Βρυξελών που με βάση δεδομένα της απογραφής του 2011 κατοικεί σε συγκροτήματα που κατασκευάστηκαν την περίοδο 1946-1990, το 15,2% του πληθυσμού της Στοκχόλμης που κατοικεί στα 49 συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας (δεδομένα 2014) και το 19% του συνολικού πληθυσμού του Ελσίνκι που κατοικεί στα 48 συγκροτήματα της περιοχής (δεδομένα 2014) (Hess et al., 2018).

Χάρτης 2: Χωροθέτηση των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα την περίοδο 1930–2004

Πηγή δεδομένων: Βασιλικιώτη 1975β; Παπαδοπούλου και Σαρηγιάννης, 2006; Σταυρίδης κ.ά., 2009; Google Earth και τοπικές επισκέψεις.

Τα συγκροτήματα αυτά καταλαμβάνουν πολύ μικρή έκταση όπως φαίνεται από τον χάρτη 2 και επιπλέον ο πληθυσμός τους μειώνεται. Είναι ως επί το πλείστον μικρές πληθυσμιακά περιοχές (στον χάρτη 3 με αναλογικά σύμβολα απεικονίζεται ο αριθμός των κατοίκων στα συγκροτήματα του Υπουργείου Πρόνοιας ή της ΕΑΠ, με κίτρινο χρώμα, ενώ με κόκκινο του ΟΕΚ ή της ΔΕΠΟΣ). Μόνο τέσσερα από τα συγκροτήματα αυτά έχουν πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων (Ολυμπιακό Χωριό και Αχαρναί που ανεγέρθηκαν πρόσφατα και η Νέα Φιλαδέλφεια και ο Ταύρος που αποτελούν παλαιότερα συγκροτήματα στα δυτικά προάστια της εργατικής τάξης) (Kandylis et al. 2018).

Χάρτης 3: Χωροθέτηση των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας που δημιουργήθηκαν από τον Ο.Ε.Κ. και τη ΔΕΠΟΣ στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας, την περίοδο 1930-2004

Πηγή δεδομένων: Βασιλικιώτη 1975β; Παπαδοπούλου και Σαρηγιάννης, 2006; Σταυρίδης κ.ά., 2009; Google Earth και τοπικές επισκέψεις.

Το γεγονός ότι στην Ελλάδα τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας δόθηκαν απευθείας για ιδιοκατοίκηση είχε ως αποτέλεσμα, οι αλλαγές όσον αφορά την κοινωνική φυσιογνωμία των περιοχών αυτών να είναι αργές και λιγότερο έντονες τα χρόνια που ακολούθησαν (από τη στιγμή που τα διαμερίσματα παραδόθηκαν στους δικαιούχους μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990). Η ομοιογένεια αυτή άρχισε να διαταράσσεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 με την εισροή νοικοκυριών χαμηλού εισοδήματος από άλλες χώρες που οδηγήθηκαν στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας (κυρίως της δεκαετίας του 1930 που είχαν υποστεί τις περισσότερες φθορές λόγω παλαιότητας) για εγκατάσταση λόγω των χαμηλών ενοικίων (Kandylis et al., 2018).

Επίσης, η πώληση των διαμερισμάτων στους δικαιούχους σήμαινε ότι η μορφή αυτή παροχής κατοικίας έχανε σταδιακά τον κοινωνικό της χαρακτήρα. Οι περιοχές στις οποίες ανήκαν τα συγκροτήματα θα έπαυαν να διαφέρουν από τις ευρύτερες περιοχές τους (όσον αφορά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά τους και την αγορά κατοικίας) από τη στιγμή που θα ακολουθούσαν το κυρίαρχο μοντέλο στέγασης, δηλαδή την ιδιοκατοίκηση (Kandylis et al., 2018). Επίσης, το κράτος και οι φορείς -που κατασκεύασαν τα συγκροτήματα αυτά- από τη στιγμή της πώλησης των κατοικιών στους δικαιούχους έπαυαν πλέον να τα διαχειρίζονται, ενώ η ευθύνη μετατοπιζόταν στους ιδιοκτήτες. Ωστόσο, κάποιοι από τους ιδιοκτήτες δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθουν οικονομικά στα απαιτούμενα έργα αναβάθμισης των κατοικιών και των κοινόχρηστων χώρων με αποτέλεσμα τη σταδιακή υποβάθμιση των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας. Η εγκατάλειψη των διαμερισμάτων (ιδιαίτερα στα παλαιά συγκροτήματα του Υπουργείου Πρόνοιας) ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 επέτεινε αυτή την εικόνα υποβάθμισης.

Επομένως, μέσα από την ιστορική αναδρομή στην πολιτική για την κοινωνική κατοικία στην Αθήνα διαφάνηκε ότι η ακολουθούμενη πολιτική της πώλησης των διαμερισμάτων στους δικαιούχους οδήγησε σε ένα ανεπαρκές μοντέλο παροχής κοινωνικής κατοικίας. Και αυτό επειδή, ενώ το κράτος κατασκεύασε κοινωνική κατοικία για την κάλυψη των αναγκών συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού που δεν μπορούσαν να αποκτήσουν στέγη με δικά τους μέσα, από τη στιγμή της παραχώρησης των διαμερισμάτων στους δικαιούχους το κράτος δεν είχε πλέον περιθώρια παρέμβασης. Ο λόγος ήταν ότι τα απαιτούμενα έργα αναβάθμισης των κατοικιών και εν γένει η διαχείριση των συγκροτημάτων αυτών ήταν ευθύνη των ιδιοκτητών και η υλοποίησή τους ήταν άμεσα εξαρτημένη από την οικονομική τους δυνατότητα.

Οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει το κράτος σήμερα αφορούν την αναβάθμιση του αποθέματος των συγκροτημάτων αυτών. Η ανάπλαση των πολυκατοικιών αυτών θα βοηθούσε προς την κατεύθυνση της επιστροφής των ιδιοκτητών στα συγκροτήματα (κυρίως εκείνων που έχουν εγκαταλείψει τα διαμερίσματα λόγω της υποβάθμισής τους). Άλλωστε, αυτό αποτελεί και πάγιο αίτημα των ιδιοκτητών στις περιοχές αυτές. Ως εκ τούτου, η αναδιάρθρωση ενός δημόσιου φορέα που θα μπορούσε να αναλάβει την ανάπλαση των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας είναι καίριας σημασίας. Επίσης, τα κενά διαμερίσματα ή εκείνα σε περιορισμένη χρήση μπορούν να χρησιμοποιηθούν ξανά ως κοινωνική κατοικία, με τη συγκατάθεση των ιδιοκτητών τους φυσικά, για τη στέγαση όσων αδυνατούν να στεγαστούν με δικά τους μέσα.

[1] Το άρθρο αυτό βασίζεται στην βιβλιογραφική επισκόπηση στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής με τίτλο, «Η κοινωνική κατοικία στην Αθήνα. Μελέτη των προσφυγικών συνοικισμών Δουργουτίου και Ταύρου από το 1922 έως σήμερα» στο Τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Μέρος αυτού του άρθρου παρουσιάστηκε στο συνέδριο Development Days 2020 της Φινλανδικής Εταιρείας για την Ανάπτυξη της Έρευνας με τίτλο ‘Inequality Revisited: In Search of Novel Perspectives on an Enduring Problem’, Helsinki: House of Science and Letters, 26–28 February 2020.

Αναφορά λήμματος

Μυωφά, Ν. (2021) Συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας στη Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/συγκροτήματα-κοινωνικής-κατοικίας-σ/ , DOI: 10.17902/20971.101

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Αραβαντινός Α (2007) Πολεοδομικός Σχεδιασμός. Για μια βιώσιμη ανάπτυξη του αστικού χώρου. Αθήνα: Εκδόσεις Συμμετρία.
  • Βασιλείου Ι (1944) Η λαϊκή κατοικία. Αθήνα: Π.Α.Διαλησμά
  • Βασιλικιώτη Ε (1975) Μέρος II. Από το 1960 μέχρι σήμερα. Στο: Αμπαδογιάννη Β και Ζαβερδίνου Ο (επιμ.), Η κατοικία στην Ελλάδα. Κρατική δραστηριότης, Αθήνα: Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, σσ 41–64.
  • Βασιλικιώτη Ε (1975) Μέρος III. Συγροτήματα Αθηνών-Θεσσαλονίκης-Ρόδου. Στο: Η κατοικία στην Ελλάδα. Κρατική δραστηριότης, Αθήνα: Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, σσ 65–146,
  • Βαταβάλη Φ και Σιατίτσα Δ (2011) Η κρίση της κατοικίας και η ανάγκη για μια νέα στεγαστική πολιτική. Available from: https://encounterathens.files.wordpress.com/2011/05/politikes-gia-thn-katoikia-11mai11.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 5 Φεβρουάριος 2015).
  • Γεωργακοπούλου Φ (2003) Διερεύνηση της επιρροής του μοντέρνου κινήματος στον σχεδιασμό και την ανέγερση των προσφυγικών πολυκατοικιών στην Αθήνα και τον Πειραιά (1930-1940). Available from: http://bit.ly/ZFWxCQ (ημερομηνία πρόσβασης 15 Σεπτέμβριος 2015).
  • Γκιζελή Β (1984) Κοινωνικοί μετασχηματισμοί και προέλευση της κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα 1920-1930. Αθήνα: Επικαιρότητα.
  • ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ (2019) Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011. Available from: https://panorama.statistics.gr/.
  • Εμμανουήλ Δ (2006) Η κοινωνική πολιτική κατοικίας στην Ελλάδα: Οι διαστάσεις μιας απουσίας. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 120: 3–35.
  • Κολώνας Β (2003) Η Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Στο: Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα: Ο μεσοπόλεμος 1922-1940., Αθήνα: Βιβλιόραμα, σσ 461–539.
  • Κοτζαμάνης Β και Μαλούτας Θ (1985) Η κρατική παρέμβαση στον τομέα της εργατικής-λαϊκής κατοικίας. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 56: 129–154.
  • Λεοντίδου Λ (2001) Πόλεις της σιωπής. Εργατικός εποικισμός της Αθήνας και του Πειραιά, 1909-1940. 2η Έκδοση. Αθήνα: Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ.
  • Λοΐζος Δ (1994) Οι μεγάλες δυνάμεις, η Μικρασιατική Καταστροφή και η εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα (1920-1930). Αθήνα.
  • Λυγίζος Γ (1974) Η λαϊκή στέγη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αθήνα: Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας.
  • Νικολαΐδου Σ (1991) Η ανάπλαση ως μέσο άσκησης στεγαστικής πολιτικής στην Ελλάδα: κοινωνιολογική διερεύνηση των αποτελεσμάτων ορισμένων περιπτώσεων ανάπλασης. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 83: 77–99.
  • Παπαδοπούλου Ε και Σαρηγιάννης Γ (2009) Η εγκατάσταση των προσφύγων του ΄22 στο Λεκανοπέδιο Αθηνών. Η σημερινή κατάσταση των προσφυγικών εγκαταστάσεων στην Αθήνα. Δυνατότητες προστασίας. Available from: http://www.monumenta.org/article.phpIssueID=2&lang=gr&CategoryID=3&ArticleID=8 (ημερομηνία πρόσβασης 17 Απρίλιος 2016).
  • Παπαϊωάννου Ι (1975) Μέρος I, 1920-1960. Στο: Η κατοικία στην Ελλάδα. Κρατική δραστηριότης., Αθήνα: Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, σσ 5–40.
  • Σαπουνάκης Α (2013) Προβλήματα ένταξης σε κανονική κατοικία στην Ελλάδα τα οικονομικής κρίσης. Στο: Μανωλίδης Κ και Στυλίδης Ι (επιμ.), Μεταβολές και ανασημασιοδοτήσεις του χώρου στην Ελλάδα της κρίσης, Βόλος: Πρακτικά Συνεδρίου Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου της Θεσσαλίας, 1-3 Νοεμβρίου 2013, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, σσ 465–472.
  • Σταυρίδης Σ, Κουτρολίκου Π, Βαταβάλη Φ, κ.ά. (2009) Μετασχηματισμοί της σχέσης δημόσιου-ιδιωτικού χώρου στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας των Ελληνικών αστικών κέντρων. Αθήνα: ΕΜΠ-Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πρόγραμμα Ενισχυτικής Βασικής Έρευνας.
  • Στεφάνου Ι, Χατζοπούλου Α και Νικολαΐδου Σ (1995) Αστική ανάπλαση. Πολεοδομία, δίκαιο, κοινωνιολογία. Αθήνα: Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας.
  • Andersson R and Brama A (2018) The Stockholm estates – A tale of the importance of initial conditions, macroeconomic dependencies, tenure and immigration. In: Hess D, Tammaru T, and Van Ham M (eds), Housing Estates in Europe: Poverty, Ethnic Segregation, and Policy Challenges, International Publishing: Springer, pp. 361–387.
  • Bourne L (1998) Social Housing. In: The Encyclopedia of Housing, California: Sage Publications, pp. 548–549.
  • Dimitrakopoulos I (2003) National analytical study on housing. RAXEN focal point for Greece. Athens: ANTIGONE-Information & Documentation Centre.
  • Hess DB, Tammaru T and Van Ham M (2018) Lessons learned from a pan-European study of large housing estates: Origin, trajectories of change and future prospects. In: Housing Estates in Europe: Poverty, Ethnic Segregation, and Policy Challenges, International Publishing: Springer, pp. 3–31.
  • Kandylis G, Maloutas T and Myofa N (2018) Exceptional social housing in a residual welfare state: Housing estates in Athens. In: Housing Estates in Europe: Poverty, Ethnic Segregation, and Policy Challenges, International Publishing: Springer, pp. 77–98.
  • Pittini A and Laino E (2011) Housing Europe Review 2012: The nuts and bolts of European social housing systems. CECODHAS Housing Europe’s Observatory, Brussels. Available from: http://www.housingeurope.eu/file/38/download (accessed 14 May 2015).

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2021/04/tx_161_banner.jpg 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2021-05-18 15:58:542024-03-16 00:26:42Συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας στη Αθήνα

Ετεροτοπία Δουργούτι

02/11/2020/in Κοινωνική Δομή, Στέγαση, Γειτονιές Σαραντοπούλου Ευαγγελία Στέγαση, Γειτονιές, Κοινωνική Δομή /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Η γειτονιά του Δουργουτίου [1], ακόμα και σήμερα, αποτελεί ένα διακριτό και σαφώς ορισμένο πολεοδομικό συγκρότημα και κοινωνικό περιβάλλον στον αστικό ιστό της σύγχρονης Αθήνας. Οι σημερινοί «ανεπιθύμητοι» μετανάστες, όπως ήταν και οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής, οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ξαναζωντανεύουν αυτά τα «ανεπιθύμητα» κτήρια, κοινωνικοποιούνται στο δημόσιο χώρο της γειτονιάς και επαναπροσδιορίζουν τις συνθήκες κατοίκησής της. Με βάση τις αρχές τις ετεροτοπίας του Φουκώ, επιχειρώ εδώ να διερευνήσω περαιτέρω τα χαρακτηριστικά της γειτονιάς αυτής, όχι μόνο ως προς τη φυσιογνωμία της εσωτερικά, αλλά και ως προς την εξωτερική σχέση-αλληλεπίδρασή της με την πόλη. Η κουλτούρα, οι συνήθειες, τα κοινωνικά πρότυπα, ο κεκτημένος τρόπος κατοίκησης αποτελούν στοιχεία που μαζί με την ατομικότητα, την συλλογικότητα και την μνήμη δημιούργησαν το σημερινό τοπίο αυτής της γειτονιάς και το αφήγημά της.

Ίσως, στο παρελθόν να προσδιορίζαμε ως γειτονιά την κοινότητα, όχι μόνο με γεωγραφικά όρια αλλά, και με ορισμένες κοινόχρηστες λειτουργίες και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των κατοίκων της. Σήμερα, στην περίπτωση μας, ίσως οριζόταν ως το τυχαίο προϊόν επιλογής πολλών ατόμων και ενδεχομένως πολλών ταυτοτήτων. Το τοπίο αυτό, των πολλαπλών ταυτοτήτων που αναδύεται στη γειτονιά του Νέου Κόσμου μας προσφέρει μια νέα μέθοδο διαχείρισης της «πολυπολιτισμικής» πραγματικότητας της Αθήνας, μια ευκαιρία θεώρησης του αστικού χώρου γενικότερα από άλλη οπτική γωνία και τελικά μια πρόκληση επανεξέτασης της πόλης που θέλουμε. Κατανοώντας τον τρόπο που δομούνται και λειτουργούν μεταναστευτικές γειτονιές σαν αυτή, θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό της Αθήνας νέες και διαφορετικές προσεγγίσεις.

Ετεροτοπία Δουργούτι: Η χωρική και κοινωνική μεταβολή
ενός τόπου από τη μικρασιατική καταστροφή στη σύγχρονη μετανάστευση

«Υπάρχουν είδη τόπων που βρίσκονται έξω από όλους τους τόπους, ακόμη και αν είναι εύκολο να προσδιοριστεί η τοποθεσία τους. Επειδή οι τόποι αυτοί, είναι τελείως διαφορετικοί από όλες τις άλλες θέσεις τις οποίες αντανακλούν και στις οποίες αναφέρονται, θα τους αποκαλώ, σε αντίθεση με τις ουτοπίες, ετεροτοπίες » (Foucault 2012: 260) (Εικόνα 1).

Η γειτονιά του Δουργουτίου, ακόμα και σήμερα, αποτελεί ένα διακριτό και σαφώς ορισμένο πολεοδομικό συγκρότημα και κοινωνικό περιβάλλον στον αστικό ιστό της σύγχρονης Αθήνας. Οι σημερινοί «ανεπιθύμητοι» μετανάστες, όπως ήταν και οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής, οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ξαναζωντανεύουν αυτά τα «ανεπιθύμητα» κτήρια, κοινωνικοποιούνται στο δημόσιο χώρο της γειτονιάς και επαναπροσδιορίζουν τις συνθήκες κατοίκησής της. Η γειτονιά του Δουργουτίου, λοιπόν, αποτελεί καταρχάς ένα οικιστικό συγκρότημα οριοθετημένο από τις λεωφόρους Συγγρού και Ηλία Ηλιού, δύο «σκληρά» όρια της γειτονιάς που την αποκόπτουν από τη γύρω περιοχή όπου κυριαρχεί η πολυκατοικία της αντιπαροχής. Παράλληλα, η γειτονιά του Δουργουτίου, αποτελεί και ένα διακριτό κοινωνικό περιβάλλον, με το οικιστικό απόθεμα των προσφυγικών και «λαϊκών» πολυκατοικιών να προσελκύει, λόγω παλαιότητας και χαμηλών ενοικίων, κυρίως οικονομικούς μετανάστες, που φτάνουν στην Ελλάδα αναζητώντας εργασία. Δεν πρόκειται, βέβαια, για απόλυτο κανόνα, αφού ακόμα κατοικούν εκεί και πολλοί απόγονοι Μικρασιατών προσφύγων και εσωτερικών μεταναστών 2ης, 3ης και 4ης γενιάς. Παρατηρείται δηλαδή, με το πέρασμα του χρόνου, πως η περιοχή διατηρεί μία συγκεκριμένη κοινωνική δομή, διακριτή από εκείνη της γύρω περιοχής (Βαΐου Ντ. 2007, Μυωφά & Παπαδιάς 2016).

Εικόνα 1: Χωρίς διέξοδο, αραξοβόλι στο Π. Φάληρο

Πηγή: Προσωπικό αρχείο

Η συνύπαρξη των «γηγενών» κατοίκων της γειτονιάς με τους «νεο-μετανάστες» δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα, παρά την συνύπαρξη δύο διαφορετικών πολιτισμών και ταυτοτήτων. Ίσως επειδή, διαχρονικά, ήταν έντονη εκεί η παρουσία των προσφυγικών και των μεταναστευτικών πληθυσμών, ειδικά των Αρμένιων.

Με βάση τις αρχές της ετεροτοπίας, επιχειρώ εδώ να διερευνήσω περαιτέρω τα χαρακτηριστικά της γειτονιάς αυτής, όχι μόνο ως προς τη φυσιογνωμία της εσωτερικά, αλλά και ως προς την εξωτερική σχέση-αλληλεπίδρασή της με την πόλη. Με βάση την πρώτη αρχή, πιθανόν, δεν υπάρχει κοινωνία και πολιτισμός στον κόσμο που να μην δημιουργεί ετεροτοπίες. Αυτό αποτελεί σταθερή παράδοση κάθε ανθρώπινης ομάδας (Foucault 2012: 261). Έτσι, στην περίπτωσή μας, «η λύση στο πρόβλημα της στέγασης», τόσο κατά την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής και των εσωτερικών μεταναστεύσεων στη χώρα, όσο και κατά τη σύγχρονη μετανάστευση, έθεσε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες ως άτομα διακριτά από την υπόλοιπη κοινωνία και τον πολιτισμό της. Με συνέπεια, αυτές οι κοινωνικές ομάδες να κατοικήσουν σε ξεχωριστά κομμάτια γης. Χώρους-θύλακες για εκείνους που εξαιρούνται. Χώρους για όσους έχουν διαφορετική ταυτότητα και, λόγω αυτής, κρίθηκε ότι «πρέπει» να κατοικούν «εκεί».

Με βάση τη δεύτερη αρχή της ετεροτοπίας, κατά την ιστορική της εξέλιξη, μία κοινωνία μπορεί να κάνει μία ήδη υπάρχουσα ετεροτοπία, η οποία δεν εξαφανίστηκε ποτέ, να λειτουργήσει κατά τρόπο τελείως διαφορετικό (Foucault 2012: 263). Πράγματι, στην υπό μελέτη περιοχή, η γενική χρήση ήταν πάντα η ίδια, αυτή της κατοικίας για πρόσφυγες και μετανάστες. Για την «έξω» σύγχρονη κοινωνία, σε κάθε διαφορετική χρονική περίοδο, η περιοχή φαντάζει ίδια, μια περιοχή στην οποία κατοικούν πρόσφυγες και μετανάστες, προηγουμένως Αρμένιοι και Μικρασιάτες, τώρα απόγονοι αυτών και μετανάστες τρίτων χωρών. Εν τω μεταξύ, όμως, το Δουργούτι εξελίχθηκε από παραγκούπολη σε μία γειτονιά με συγκροτήματα προσφυγικών και αργότερα «λαϊκών» πολυκατοικιών του Υπουργείου Πρόνοιας, διατηρώντας τη γενική χρήση του χώρου, χρήση κατοικίας, με διαφορετική μορφή και κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Σήμερα, παρά τη διατήρηση της ίδιας γενικής χρήσης, η γειτονιά λειτουργεί με διαφορετικούς μηχανισμούς. Μέσα στα «σκληρά» όριά της, αναπτύσσονται διαφορετικές κουλτούρες και διαμορφώνονται νέοι κανόνες, όροι και σχέσεις συνύπαρξης.

Η τρίτη αρχή πως η ετεροτοπία έχει τη δυνατότητα να αντιπαραθέσει σε έναν πραγματικό τόπο πολλούς χώρους και θέσεις οι οποίες μεταξύ τους είναι ασύμβατες (Foucault 2012: 264), γίνεται αντιληπτή στο παράδειγμά μας με τις σημερινές χωροθεσίες των κατοίκων. Παρατηρούμε ξεχωριστούς χώρους κατοικίας των παλιών και νέων μεταναστών, χώρους που μπορεί να γειτνιάζουν αλλά είναι ξένοι και διαφορετικοί μεταξύ τους. Οι νέοι μετανάστες κατοικούν κυρίως στα πρώτα προσφυγικά κτίσματα του 1935 και του 1940, ενώ οι παλιοί μετανάστες στις «λαϊκές πολυκατοικίες» του 1969 (Χάρτης 1).

Χάρτης 1: Παλαιότητα Κτισμάτων

Πηγή: Προσωπικό αρχείο, Επίσκεψη Πρόνοια 8/3/2019

Οι ετεροτοπίες συνδέονται πολύ συχνά με τμήματα του χρόνου. Οι ετεροχρονισμοί αποτελούν την τέταρτη αρχή (Foucault 2012: 265). Η γειτονιά του Δουργουτίου θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία ετεροτοπία του χρόνου, όπου συσσωρεύεται «η μορφή» του προσφυγικού στοιχείου. Κτίσματα που με την παρουσία τους αποτελούν ένα «μνημείο» που προσδιορίζει μορφές μαζικής κατοίκησης με βάση το μοντέρνο κίνημα και τον δυτικό πολιτισμό του 20ου αιώνα. Δύο μορφές της νεωτερικότητας στον σύγχρονο ιστό της Αθήνας.

Οι ετεροτοπίες προϋποθέτουν πάντοτε την ύπαρξη ενός συστήματος ανοίγματος και κλεισίματος, το οποίο τις απομονώνει και συγχρόνως τις καθιστά προσπελάσιμες. Εν γένει, ένας ετεροτοπικός τόπος δεν είναι τόσο ελεύθερα προσβάσιμος (Foucault 2012: 267). Με την πέμπτη αρχή γίνεται σαφές ότι ένας τέτοιος τόπος έχει όρια. Οι δρόμοι ταχείας κυκλοφορίας που ορίζουν την περιοχή μπορούν να θεωρηθούν σκληρά υλικά όρια και μια ζώνη ελέγχου, σε συνδυασμό με τον μεταλλικό τοίχο (Eικόνα 2) που χρησιμοποιήθηκε ως στήριγμα για να τοποθετηθεί ένα διαφημιστικό πανί των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα. Μια χειρονομία που, για κάποιους κατοίκους, έγινε στο σημείο αυτό για να κρύψει τη γειτονιά πιθανώς από εκείνους που κινούνται στη λεωφόρο Συγγρού (Αυγέα 2014). Όρια που δεν αποτελούν απλά ένα αποτύπωμα στο χάρτη, αλλά και τα νοητά όρια της περιοχής, τον θύλακα που την κάνουν να ξεχωρίζει από την γύρω περιοχή της αντιπαροχής.

Εικόνα 2: Μεταλλικός τοίχος, το “τεχνητό” όριο

Πηγή: Προσωπικό αρχείο

Έτσι, η περιοχή καθίσταται θύλακας προστασίας, προστατεύει εκείνους που είναι μέσα, αλλά και εκείνους που βρίσκονται έξω από αυτή. Αποτελεί, λοιπόν, είτε προνόμιο, είτε δικαίωμα υπό όρους, είτε καταδίκη, είτε μοίρα, ο θύλακας νομιμοποιεί μέσω της εξαίρεσης την υπέρτατη εγγύηση της ασφάλειας (Σταυρίδης 2010: 23).

Το έκτο και τελευταίο χαρακτηριστικό των ετεροτοπιών είναι ότι διαθέτουν μία λειτουργία, σε σχέση με τον υπόλοιπο χώρο. Παίζοντας το ρόλο μιας «επίγειας οργάνωσης» (Foucault 2012: 268) όπως στην περίπτωση των αποικιών. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η περιοχή να γίνεται τόπος κατοικίας για διάφορους μετανάστες που την κατοικούν με βάση τα εκάστοτε πρότυπα και τις συνήθειες του πολιτισμού τους, αλλά μέσα σε μία αυστηρή διάταξη που τους έχει επιβληθεί. Εκείνη που σχεδίασε το μοντέρνο κίνημα και έθεσε συγκεκριμένες κατηγορίες ανθρώπων σε συγκεκριμένους χώρους, ξεχνώντας ότι πέρα από την αφομοίωση που επιθυμούσαν οι κάτοικοι αυτοί από την κοινωνία ήθελαν και το δικαίωμα τους στην ελεύθερη επιλογή. Μια επιθυμία που μπορεί να μην μελετήθηκε σχεδιαστικά, αλλά την υλοποίησαν οι ίδιοι οι κάτοικοι με τον τρόπο τους. Στα προκατασκευασμένα σπίτια των Γερμανικά της Κοκκινιάς του 1927, η έλλειψη χώρου ήταν φανερή, γεγονός που αντιμετωπίστηκε από τους κατοίκους τόσο με τις προσθήκες και τις επεκτάσεις στον ακάλυπτο χώρο όσο και με τις γρίλιες εξαερισμού που φανέρωναν την ύπαρξη υπόγειων δωματίων, καθιστικών και κουζινών (Hirschon 2004: 125-140). Μια κατάσταση που θα ίσχυε σε ένα μεγάλο βαθμό και στην παραγκούπολη του Δουργουτίου. Στα προσφυγικά κτίσματα του ’40, οι νέοι μετανάστες των τρίτων χωρών διατηρούν στο εσωτερικό τους είτε ένα πιο κοινόβιο σύστημα κατοίκησης είτε την τυπική διάταξη των μοντέρνων διαμερισμάτων, εντάσσοντας σε κάθε περίπτωση και στοιχεία της εκάστοτε πολιτισμικής τους κουλτούρας, κυρίως χαλιά, έπιπλα και μαγειρικά σκεύη, καμπύλες, αραβικά σχέδια και χρώματα. Στη περίπτωση των εργατικών «λαϊκών» πολυκατοικιών, οι σημερινοί κάτοικοι, πάλι λόγω έλλειψης χώρου, έχουν κάνει προσθήκες και επεκτάσεις των διαμερισμάτων ενώ στο εσωτερικό στην πλειονότητά τους είναι ανακαινισμένα με λιγοστά αντικείμενα των προγόνων τους, κυρίως φωτογραφίες. Σε κάθε χρονική περίοδο, οι κάτοικοι μετατρέπουν τα κτίσματα ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες τους και κομμάτια του παρελθόντος ζουν σε αυτά τα σπίτια, όχι μόνο ως φυσικά αντικείμενα, αλλά και ως αφήγηση της μνήμης. Δεν αρκεί, λοιπόν, μόνο η ελευθερία επιλογής στο τρόπο κατοίκησης, αλλά είναι αναγκαία και η ελευθερία έκφρασης μέσα και έξω από αυτήν, όπως διαφαίνεται και με τις δραστηριότητες των κατοίκων στο δημόσιο χώρο, σε μια προσπάθεια, όχι μόνο ανάδειξης της ταυτότητάς τους, αλλά και επικοινωνίας με την κοινωνία στην οποία επιθυμούν να ενταχθούν. Κινήσεις και πράξεις ως αντίδραση στη δεδομένη περιθωριοποίηση.

Ίσως, λοιπόν, στο παρελθόν να προσδιορίζαμε ως γειτονιά την κοινότητα, όχι μόνο με γεωγραφικά όρια, αλλά και με ορισμένες κοινόχρηστες λειτουργίες και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των κατοίκων της. Σήμερα, στην περίπτωση μας, ίσως οριζόταν ως το τυχαίο προϊόν επιλογής πολλών ατόμων και ενδεχομένως πολλών ταυτοτήτων. Το τοπίο αυτό των πολλαπλών ταυτοτήτων, που αναδύεται στη γειτονιά του Νέου Κόσμου, μας προσφέρει μια νέα μέθοδο διαχείρισης της «πολυπολιτισμικής» πραγματικότητας της Αθήνας, μια ευκαιρία θεώρησης του αστικού χώρου γενικότερα από άλλη οπτική γωνία και τελικά μια πρόκληση επανεξέτασης της πόλης που θέλουμε. Κατανοώντας τον τρόπο που δομούνται και λειτουργούν μεταναστευτικές γειτονιές σαν αυτή, θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό της Αθήνας νέες και διαφορετικές προσεγγίσεις (Στεφάνου 2010: 15).

«Και το πρόβλημα της ανθρώπινης θέσης, δεν είναι απλά το ερώτημα εάν θα υπάρξει αρκετός χώρος για την ανθρωπότητα στον πλανήτη, πρόβλημα ούτως ή άλλως αρκετά σημαντικό, αλλά παράλληλα το πρόβλημα των σχέσεων γειτνίασης, του είδους της αποθήκευσης, κυκλοφορίας , σηματοδότησης , κατηγοριοποίησης των ανθρώπινων στοιχείων που πρέπει να υιοθετηθούν σε δεδομένες καταστάσεις προκειμένου να επιτευχθεί ο ένας ή ο άλλος στόχος. Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου ο χώρος λαμβάνει τη μορφή σχέσεων θέσης» (Foucault 2012: 257).
«Με άλλα λόγια, δεν ζούμε σε ένα κενό, στο οποίο μπορεί κανείς να τοποθετήσει άτομα και πράγματα. Δεν ζούμε μέσα σε ένα κενό, που μπορεί να χρωματιστεί με διάφορες αποχρώσεις, αλλά σε ένα σύνολο από σχέσεις που προσδιορίζουν θέσεις απαράβατες και σε καμία περίπτωση υπερκείμενες μεταξύ τους» (Foucault 2012: 259).

Το γεγονός ότι τα συγκροτήματα προσφυγικών και «λαϊκών» πολυκατοικιών του Δουργουτίου αποτελούν σπάνιες μορφές μαζικής έκφρασης του μοντέρνου κινήματος δύο διαφορετικών περιόδων της δεκαετίας του 1940 και του 1970 αντίστοιχα, για τον ελλαδικό χώρο (Eικόνα 3), κομμάτι της ιστορίας, τόπους μνήμης και, ως εκ τούτου, κτίσματα που χρήζουν προστασίας, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Παράλληλα όμως με την διατήρηση και προστασία τους ως αρχιτεκτονική, σπουδαία σημασία έχει και η μέριμνα για τις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα και έξω από αυτά.

Εικόνα 3: Μορφές Μοντέρνου Κινήματος

Πηγή: Προσωπικό αρχείο

Παρατηρούμε ότι, στην περίπτωση των προσφύγων του ’22, τόσο οι ίδιοι πρόσφυγες όσο και το κράτος, επιθυμούν και οι δύο την ένταξή τους μέσω της στεγαστικής και επαγγελματικής αποκατάστασης τους. Παρόλα αυτά, οι ίδιοι έχουν διαμορφώσει μια δική τους ταυτότητα για την οποία είναι περήφανοι, την συντηρούν και την επαναπροσδιορίζουν στους νέους τόπους, έχοντας ως βασικές αρχές το σπίτι, την οικογένεια και την κοινότητα. Μεταφέρουν τις αξίες τους ακόμα και σε αντικείμενα (Eικόνα 4) που μπορεί να μην τα έφεραν από τον τόπο τους, όμως έδωσαν στα νέα αυτά αντικείμενα την σημασία που τους προσέδιδαν στον πολιτισμό τους. Καθιστώντας τα πέρα από λειτουργικά και ως φορέα ιδεών στο νέο τόπο κατοικίας τους. Κατά τη δεκαετία του 1980 εξακολουθούν να μεταδίδονται καθημερινά από το ραδιόφωνο εκκλήσεις για τον εντοπισμό ανθρώπων που είχαν χαθεί στη δεκαετία του 1920 (Hirschon 2004:250). Ενώ, ιδιαίτερα οι νεαροί πρόσφυγες ακολουθούν παράλληλα τις τρέχουσες παραδοχές για τη ζωή στην πόλη και τον μοντέρνο χαρακτήρα της (Hirschon 2004: 404). Με το πέρασμα του χρόνου, εκσυγχρονίζονται, γίνονται «μοντέρνοι», όμως δεν ξεχνούν.

Εικόνα 4: Η εικόνα της μνήμης

Πηγή: https://www.lifo.gr/

Οι σύγχρονοι πρόσφυγες, αντίθετα, δεν έχουν αντιμετωπιστεί μάλλον με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο από το κράτος. Είναι «πιο προσωρινοί κάτοικοι» και βρίσκουν μόνοι τους στέγη και εργασία με τη βοήθεια συμπατριωτών τους. Διατηρούν και αυτοί την πολιτισμική τους ταυτότητα που την εκφράζουν ίσως πιο έντονα στο χώρο προσδίδοντας και χρήσεις σε αυτό. Δημιουργούν και αυτοί με τη σειρά τους νέους τρόπους κατοίκησης με βάση τις συνθήκες κατοίκησης της πατρίδας τους, αλλά και τα δυτικά πρότυπα. Χρησιμοποιούν αντικείμενα καθημερινά που θυμίζουν τον τόπο τους αλλά ταυτόχρονα, χαίρονται και τα τεχνολογικά επιτεύγματα προκειμένου να ενημερώνονται για αυτόν.

Μέσα από τις περιγραφές, παρατηρούμε ότι «οι σκέψεις για τον άνθρωπο και τη ζωή του ανάμεσα σε κτήρια και τα βιώματα του, αποδίδουν την ιστορία και το ψυχογράφημα των ανθρώπων της εποχής. Μια εποχή που ένα κομμάτι της ίσως ζει ακόμα γύρω μας» (Benjamin 2004: 162). Μια περιπλάνηση που ίχνη της και ευρήματά της συνυπάρχουν, δίνοντας νόημα για μας στο τώρα και δημιουργώντας ένα αφήγημα αποσπασμάτων με έμφαση στη συλλογική μνήμη των προσφύγων του ‘22 και τις πολλές ατομικές μνήμες στη περίπτωση των «νεο-μεταναστών».

Εικόνα 5: Σχήματα και χρώματα σε Iznik κεραμικά της σημερινής Σμύρνης

Πηγή: Προσωπικό αρχείο

Παρά την μοντέρνα μορφή και τους κανόνες που την συνοδεύουν, αυτές οι μονάδες διαμερισμάτων κατοικούνται με βάση τα πρότυπα των μεταναστών, των αναγκών και των θέλω τους. Τα αντικείμενα (Eικόνα 5) που στολίζουν ένα χώρο και θεωρούνται περιττά σε ένα τυποποιημένο μοντέρνο διαμέρισμα, εδώ θεωρούνται αναγκαία, κομμάτια της μνήμης και καθιστούν το χώρο αυτό ως ένα άτοπο χώρο. Ένα χώρο που ζει κλεισμένος στον εαυτό του και είναι, συγχρόνως παραδομένος στο πυκνό ιστό της πόλης. Μια συνηθισμένη και αυστηρή μορφή μαζικής έκφρασης μέσα της κρύβει χρονικά πολλές ταυτότητες και ιδέες που μπορεί οι αρχιτέκτονες της εποχής να μην το περίμεναν και να μην σχεδίαζαν κάτι τέτοιο, όμως η ανάγκη των κατοίκων για τη μνήμη του παρελθόντος και τις συνήθειες κατοίκησης του πολιτισμού τους έδωσε σε εκείνα αυτή την ετερότητα.

[1] Το λήμμα είναι αποτέλεσμα εργασίας που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Διάλεξης 9ου εξαμήνου της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ, Ιούνιος 2018-2019. Επιβλέπων: Κώστας Τσιαμπάος

Ευχαριστίες

Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον επιβλέποντα κ. Κώστα Τσιαμπάο

Αναφορά λήμματος

Σαραντοπούλου, Ε. (2020) Ετεροτοπία Δουργούτι: Η χωρική και κοινωνική μεταβολή ενός τόπου από τη μικρασιατική καταστροφή στη σύγχρονη μετανάστευση, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/ετεροτοπία-δουργούτι/ , DOI: 10.17902/20971.100

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Αυγέα Μ (2014) Μια βόλτα στο Δουργούτι, Ένα παράλληλο σύμπαν στον Νέο Κόσμο. Athens Voice. Available from: https://www.athensvoice.gr (ημερομηνία πρόσβασης 7 Ιούνιος 2019).
  • Βαΐου Ν (2007) Διαπλεκόμενες καθημερινότητες και χωρο-κοινωνικές μεταβολές στην πόλη. Μετανάστριες και ντόπιες στις γειτονιές της Αθήνας. Καραλή Α και Γρέβια Κ (επιμ.), Αθήνα: ΕΜΠ, L-Press.
  • Βασιλείου Ι (1944) Η λαϊκή κατοικία. Αθήνα: Εκδόσεις Π.Α. Διαλησμά, ΕΜΠ.
  • Γκιζελή Β (1984) Κοινωνικοί μετασχηματισμοί και προέλευση της κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα 1920-1930. Αθήνα: Εκδόσεις Επικαιρότητα.
  • Καρύδης Δ (2008) Τα επτά βιβλία της πολεοδομίας. 2η Έκδοση. Αθήνα: Παπασωτηρίου.
  • Κοτιώνης Ζ (2004) Η τρέλα του τόπου. Αρχιτεκτονική στο ελληνικό τοπίo. Αθήνα: Εκκρεμές.
  • Λεοντίδου Λ (1989) Πόλεις της σιωπής. Εργατικός εποικισμός της Αθήνας και του Πειραιά, 1909-1940. 1η Έκδοση. Αθήνα: Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ.
  • Μπίρης Κ (1966) Aι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα. Αθήνα: Έκδοσις του Καθιδρύματος Πολεοδομίας και Ιστορίας των Αθηνών.
  • Μυωφά Ν και Παπαδιάς Ε (2016) Η εξέλιξη της γειτονιάς Δουργούτι στο Νέο Κόσμο από το 1922 έως σήμερα. Available from: https://www.athenssocialatlas.gr (ημερομηνία πρόσβασης 7 Ιούνιος 2019).
  • Σορώκου Σ (1972) Η κατοικία στην Ελλάδα. Συνοπτική έκθεση. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
  • Σορώκου Σ (1976) Κοινωνιολογική μελέτη κατοικίας. Τόμος Α’. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
  • Σταυρίδης Σ (2010) Μετέωροι χώροι της ετερότητας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
  • Στεφάνου Γ (2010) H γειτονιά των μεταναστών του Νέου Κόσμου – Μια ανιχνευτική έρευνα. Εργασία στο μάθημα “Οπτικός πολιτισμός”. Αθήνα.
  • Φατούρος ΔΑ, Παπαδοόπουλος Λ και Τεντοκάλη Β (1979) Μελέτες για την Κατοικία στην Ελλάδα. Αθήνα: Παρατηρητής.
  • Benjamin W (2004) Μονόδρομος. Ανδρικοπούλου Ν (ed.), Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα.
  • Benjamin W (1979) One Way Street and Other Writings. London: NLB.
  • Boyer MC (1996) The city of collective memory: its historical imagery and architectural entertainments. London: Mit Press.
  • Foucault M (2012) Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα. Μπέτζελος Τ (ed.), Αθήνα: Πλέθρον.
  • Hirschon R (2004) Κληρονόμοι της μικρασιατικής καταστροφής. Η κοινωνική ζωή των μικρασιατών προσφύγων στον Πειραιά. Κουρεμένου Κ (ed.), Αθήνα: Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/06/tx145_p3_test.gif 669 1000 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-11-02 14:36:522024-03-16 00:29:04Ετεροτοπία Δουργούτι
AthensSocialAtlas

Η συνοικία του Ψυρρή

07/07/2020/in Κοινωνική Δομή, Οικονομία, Γειτονιές Μαρούγκας Κωνσταντίνος Γειτονιές, Κοινωνική Δομή, Οικονομία /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Η συνοικία του Ψυρρή είναι μία από τις παλαιότερες συνοικίες της Αθήνας. Περικλείεται από τις οδούς Ευριπίδου, Αθηνάς, Ερμού, Αγίων Ασωμάτων και Πειραιώς (Παναγή Τσαλδάρη) και, παρά την περιορισμένη έκτασή της, τα τελευταία χρόνια αλλάζει σταδιακά όψη (Καιροφύλας 2000), αντανακλώντας τυπικούς μετασχηματισμούς που υφίσταται το ευρύτερο κέντρο της Αθήνας.

Στο κείμενο αυτό, παρακολουθούμε τους χωροκοινωνικούς μετασχηματισμούς που λαμβάνουν χώρα στη συνοικία του Ψυρρή μέσα από την αντιπαραβολή ορισμένων χαρτογραφήσεων του 1996 και του 2019. Οι χάρτες των χρήσεων γης της περιοχής του 1996 βασίζονται σε μελέτη της Αττικό Μετρό ενώ οι αντίστοιχοι χάρτες του 2019 σε επιτόπια καταγραφή που πραγματοποιήθηκε από το συγγραφέα. Κατά την επιτόπια καταγραφή, χαρτογραφήθηκαν οι χρήσεις των κτιρίων, ξεχωριστά οι χρήσεις των ισογείων και οι χρήσεις των ορόφων, καθώς και οι ανοικτοί χώροι, ώστε να προκύπτει μια πλήρης εικόνα των χρήσεων γης της περιοχής.

Το χαρτογραφικό υπόβαθρο του χάρτη χρήσεων γης του 1996 σχεδιάστηκε με τη βοήθεια του λογισμικού QGIS, όπως ακριβώς απεικονιζόταν σε χάρτη της Αττικό Μετρό που αφορούσε τις χρήσεις των κτιρίων.

Παράλληλα, το χαρτογραφικό υπόβαθρο για το χάρτη του 2019 δόθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ και στη συνέχεια έγινε επεξεργασία του με τη βοήθεια του λογισμικού QGIS ώστε να φαίνονται οι χρήσεις ισογείων και ορόφων χωριστά. Πιο συγκεκριμένα, ανασχεδιάστηκαν τα περιγράμματα των κτιρίων και επισημάνθηκαν τα ισόγεια και οι όροφοί τους. Το υπόβαθρο της ΕΛΣΤΑΤ αφορούσε το 2001[1] και έτσι, σε ορισμένες περιπτώσεις, χρειάστηκε ανασχεδιασμός των κτιρίων ώστε ο χάρτης του 2019 να ανταποκρίνεται όσο το δυνατό περισσότερο στη σημερινή κατάσταση.

Από την πρώτη κιόλας επίσκεψη στη γειτονιά του Ψυρρή, διαπιστώθηκε ότι η εικόνα της περιοχής έχει αλλάξει σημαντικά μέσα από την εγκατάσταση νέων χρήσεων γης. Συγκρίνοντας τους χάρτες χρήσεων γης της περιοχής κατά το 1996 και κατά το 2019, παρατηρεί κανείς τις χωρικές μεταβολές που έχουν συμβεί σε ένα διάστημα 23 χρόνων και έχουν αλλάξει σημαντικά τη φυσιογνωμία της περιοχής ενώ προϊδεάζουν για τη μελλοντική εξέλιξή της. Επιπλέον, μέσα από στοχευμένη σύγκριση συγκεκριμένων κατηγοριών χρήσεων γης, αποκτά κανείς μία πιο λεπτομερή εικόνα για τις αλλαγές που έχουν επέλθει σε αυτό το χρονικό διάστημα.

Χρήσεις γης στου Ψυρρή το 1996 και το 2019

Με μία πρώτη ματιά, φαίνεται ότι το 1996 η περιοχή του Ψυρρή (Χάρτης 1) φιλοξενούσε κυρίως κτίρια που χρησιμοποιούνταν για εμπορικές χρήσεις και υπηρεσίες, καθώς και κατοικίες, ενώ μεγάλος ήταν ο αριθμός οικοδομήσιμων ανοιχτών χώρων. Στο Χάρτη 2, που αποτυπώνει τις χρήσεις γης στην περιοχή κατά το 2019, γίνεται αντιληπτό ότι το εμπόριο και οι υπηρεσίες διατηρούν ακόμα τη δυναμική τους, όπως και οι κατοικίες, οι οποίες συνεχίζουν να αποτελούν μία σημαντική κατηγορία χρήσεων γης. Επίσης, η εστίαση-αναψυχή και ο τουρισμός ανήκουν σήμερα στις κυρίαρχες και αναπτυσσόμενες χρήσεις γης της περιοχής.

Χάρτης 1: Χρήσεις γης στου Ψυρρή το 1996

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, Μελέτη της Αττικό Μετρό 1996, ιδία επεξεργασία

Χάρτης 2: Χρήσεις γης στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ίδια επεξεργασία

Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός κτιρίων παραμένουν χωρίς χρήση. Όπως φαίνεται στο Χάρτη 3, πρόκειται είτε για κτίρια που είναι εξ ολοκλήρου εγκαταλελειμμένα ή κλειστά είτε για κτίρια με εγκαταλελειμμένους ή κλειστούς ορόφους ή ισόγεια. Τα συναντάμε σε ολόκληρη την περιοχή ενώ ορισμένοι δρόμοι, όπως οι οδοί Αισχύλου και Αριστοφάνους, αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά από κτίρια χωρίς χρήση. Οι δρόμοι αυτοί (όπως φαίνεται και στην Εικόνα 1 που αφορά την οδό Αριστοφάνους) αποπνέουν μία αίσθηση εγκατάλειψης και υποβάθμισης, συγκεντρώνοντας συχνά αστέγους και τοξικομανείς.

Χάρτης 3: Κτίρια, ισόγεια ή όροφοι κτιρίων χωρίς χρήση στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ιδία επεξεργασία

Εικόνα 1: Κτίρια χωρίς χρήση στην οδό Αριστοφάνους

Πηγή: Προσωπικό αρχείο 2019

Μέσα από τη χαρτογράφηση των χρήσεων γης στου Ψυρρή, προκύπτει ότι το φαινόμενο των «λουκέτων» υπακούει και αυτό, όπως ολόκληρη η εμπορική δραστηριότητα, σε γνωστά χωρικά πρότυπα. Τα «λουκέτα» δηλαδή, όπως και τα ανοιχτά εμπορικά καταστήματα, διαμορφώνουν «πιάτσες» (Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών 2017) ενώ αφορούν ολόκληρα κτίρια που μένουν μέχρι σήμερα κενά.

Συγκρίσεις κατηγοριών χρήσεων γης

Συγκρίνοντας τους οικοδομήσιμους ανοιχτούς χώρους που εντοπίζονται το 1996 και το 2019 στην περιοχή του Ψυρρή, οι αλλαγές που παρατηρούνται είναι σημαντικές (Χάρτες 4 και 5). Το 1996 οι οικοδομήσιμοι ανοιχτοί χώροι αποτελούσαν μία από τις κυρίαρχες κατηγορίες και εμφανίζονταν σε ολόκληρη την περιοχή. Πιο συγκεκριμένα, το 1996 εντοπίζονταν περίπου 70 οικοδομήσιμοι ανοιχτοί χώροι, αρκετοί από αυτούς σημαντικής έκτασης, ενώ το 2019 εντοπίζονται μόνο 10. Στους άλλοτε ανοιχτούς χώρους, ορθώνονται σήμερα κτίρια με ποικίλες χρήσεις γης. Ο μεγαλύτερος οικοδομήσιμος ανοιχτός χώρος βρίσκεται σήμερα βορειοδυτικά και καλύπτει σχεδόν ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Περικλείεται από τις οδούς Πειραιώς (Παναγή Τσαλδάρη), Αγίων Ασωμάτων, Ψαρομηλίγκου και Σαμουήλ Καλογήρου. Οι υπόλοιποι ανοιχτοί χώροι είναι περιορισμένης έκτασης και «στριμωγμένοι» σε έναν πυκνό σήμερα αστικό ιστό.

Χάρτης 4: Οικοδομήσιμοι Ανοιχτοί Χώροι στου Ψυρρή το 1996

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, Μελέτη της Αττικό Μετρό 1996, ιδία επεξεργασία

Χάρτης 5: Οικοδομήσιμοι Ανοιχτοί Χώροι στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ιδία επεξεργασία

Στις χρήσεις αναψυχής και τουρισμού, παρατηρεί κανείς τη μεγαλύτερη αλλαγή με το πέρασμα των χρόνων. Το 1996, τα κτίρια που φιλοξενούσαν δραστηριότητες αναψυχής και τουρισμού ήταν ελάχιστα. Αντίθετα, το 2019, η εστίαση, η αναψυχή και ο τουρισμός είναι μία από τις κυρίαρχες χρήσεις γης στου Ψυρρή. Εστιατόρια, μπαρ, καφέ έχουν έντονη παρουσία, ιδιαίτερα πέριξ της πλατείας Ηρώων, στα ανατολικά της και νοτιότερα. Οι επιχειρήσεις που συγκεντρώνονται στου Ψυρρή είναι μικρού μεγέθους, έχουν κοινές αισθητικές και πολιτισμικές ταυτότητες και ανήκουν σε επιχειρηματίες, πολλοί εκ των οποίων ασκούσαν προηγουμένως επαγγελματικές δραστηριότητες που δεν σχετίζονταν με την αναψυχή (Σουλιώτης 2009). Επίσης, διάσπαρτα εντοπίζεται σημαντικός αριθμός ξενοδοχείων και όλο και περισσότερα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα τύπου Airbnb. Ορισμένα παλαιά κτίρια έχουν ανακαινιστεί πλήρως και έχουν μετατραπεί σε τουριστικά καταλύματα. Εντοπίζονται κυρίως σε δρόμους όπου υπάρχουν ήδη εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια και μπαρ-καφέ.

Τα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα τύπου Airbnb μπορεί να βρίσκονται είτε σε ορόφους κατοικιών, είτε σε ορόφους ή ταράτσες κτιρίων που χρησιμοποιούνται ως αποθήκες, βιοτεχνίες ή είναι κλειστά χωρίς κάποια άλλη χρήση. Ο αριθμός τους στην περιοχή είναι σημαντικός και συνεχώς αυξάνεται. Σε αυτό συμβάλλει η συνολικότερη φυσιογνωμία της περιοχής, στραμμένη σημαντικά προς την εστίαση/αναψυχή και προς τον τουρισμό, σε συνδυασμό με τη γεωγραφική της θέση που δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε μελλοντικά τα ξενοδοχεία και τα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα τύπου Airbnb να αυξηθούν ακόμα περισσότερο.

Χάρτης 6: Χρήσεις αναψυχής-τουρισμού στου Ψυρρή το 1996

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, Μελέτη της Αττικό Μετρό 1996, ιδία επεξεργασία

Χάρτης 7: Χρήσεις αναψυχής-τουρισμού στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: [2]

Εικόνα 2: Χώροι εστίασης-αναψυχής στην πλατεία Ηρώων και πέριξ αυτής

Πηγή: Προσωπικό αρχείο 2019

Εικόνα 3: Ενοικιαζόμενα διαμερίσματα (αριστερά) και ξενοδοχείο (δεξιά) στην οδό Καραϊσκάκη, τα οποία συνδυάζονται με χώρους εστίασης και αναψυχής

Πηγή: Προσωπικό αρχείο 2019

Οι βιοτεχνίες και οι αποθήκες από το 1996 είναι συγκεντρωμένες στο κομμάτι Σαρρή – Ευριπίδου – Αθηνάς – Ερμού. Μέχρι και σήμερα συναντώνται σε αυτό το τμήμα, κυρίως προς τους περιμετρικούς δρόμους, ενώ παράλληλα στο εσωτερικό έχουν αναπτυχθεί η εστίαση, η αναψυχή και ο τουρισμός, το εμπόριο και οι υπηρεσίες, μαζί με πλήθος κτιρίων χωρίς χρήση.

Η μεταποίηση (βιοτεχνία ή βιομηχανία) και γενικά οι παραγωγικές δραστηριότητες του δευτερογενούς τομέα βρίσκονται σε διαρκή κρίση στο κέντρο της Αθήνας από τη δεκαετία του 1970. Μία σειρά από πολιτικές, σχεδιασμούς και μέτρα τις απομάκρυναν λόγω όχλησης, περιβαλλοντικής υποβάθμισης, επιβάρυνσης της κατοικίας (Βασιλοπούλου και Τριάντης 2012) και, συνολικά, λόγω ασυμβατότητας με την επιθυμητή φυσιογνωμία του Ιστορικού Κέντρου που στόχος ήταν να αναδειχθεί σε «θεματικό πάρκο» για την ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού (Μαντουβάλου 2010). Πιο συγκεκριμένα, στην περιοχή προωθήθηκαν πολιτικές απομάκρυνσης της βιοτεχνίας, μέσα από το Ρυθμιστικό Σχέδιο του 1985, καθώς επίσης μέσα από το Προεδρικό Διάταγμα/ΦΕΚ για τις περιοχές Ομόνοια – Ψυρρή, [3] χωρίς όμως να επιτευχθεί η ενίσχυση της κατοικίας (Βασιλοπούλου και Τριάντης 2012).

Σήμερα εντοπίζεται περιορισμένη βιοτεχνία στου Ψυρρή, όπως επίσης υπάρχουν αρκετές πολυκατοικίες βιοτεχνικού τύπου που φιλοξενούν και αποθηκευτικούς χώρους (Βασιλοπούλου και Τριάντης 2012). Όπως φαίνεται στο Χάρτη 9, η πλειοψηφία των αποθηκών βρίσκονται στους ορόφους τέτοιου είδους κτιρίων. Πολλά από αυτά τα κτίρια είναι κενά ή απαξιωμένα, ενώ συχνό είναι το φαινόμενο να έχουν καταληφθεί από μετανάστες, άστεγους ή/και τοξικομανείς.

Χάρτης 8: Βιοτεχνίες και αποθήκες στου Ψυρρή το 1996

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, Μελέτη της Αττικό Μετρό 1996, ιδία επεξεργασία

Χάρτης 9: Βιοτεχνίες και αποθήκες στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ιδία επεξεργασία

Εικόνα 4: Αποθηκευτικοί χώροι στους ορόφους των κτιρίων στην οδό Αγίας Θέκλας

Πηγή: Προσωπικό αρχείο 2019

Η κατοικία έχει έντονη παρουσία και το 1996 και το 2019 σε όλη την έκταση της περιοχής (Χάρτες 10 και 11). Διαχρονικά, πρόκειται για μία περιοχή γενικής (και όχι αμιγούς) κατοικίας, με τα κτίρια κατοικιών να φιλοξενούν σήμερα κυρίως εμπορικά καταστήματα στα ισόγειά τους.

Οι ποιοτικές διαφορές που παρατηρούνται σήμερα ως προς την κατοικία σχετίζονται και με τις χρήσεις που συνδυάζονται κάθε φορά με αυτήν. Για παράδειγμα, οι κατοικίες που βρίσκονται στο κέντρο της περιοχής συνδυάζονται με χρήσεις εστίασης – αναψυχής και τουρισμού και, έτσι, τα περισσότερα κτίρια βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Αντίθετα, οι λίγες κατοικίες που βρίσκονται βόρεια της πλατείας Ηρώων προς την οδό Ευριπίδου είναι σε άσχημη κατάσταση, σε απαξιωμένα και σε σημαντικό βαθμό κενά κτίρια.

Χάρτης 10: Κατοικίες στου Ψυρρή το 1996

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, Μελέτη της Αττικό Μετρό 1996, ιδία επεξεργασία

Χάρτης 11: Κατοικίες στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ιδία επεξεργασία

Εικόνα 5: Πολυκατοικία με εμπορικά καταστήματα στο ισόγειο στην Πλ. Κουμουνδούρου.

Πηγή: Προσωπικό αρχείο 2019

Το εμπόριο και οι υπηρεσίες ανέκαθεν αποτελούσαν μία σημαντική κατηγορία χρήσεων γης στην περιοχή. Και στους δύο σχετικούς χάρτες (Χάρτες 12 και 13), παρατηρούμε ότι οι εμπορικές χρήσεις και οι υπηρεσίες είναι παρούσες σε ολόκληρη την έκταση της περιοχής. Το εμπόριο, και ιδιαίτερα το λιανικό, είναι ένας σημαντικός οικονομικός κλάδος της περιοχής που συνυπάρχει πλέον με την αναψυχή και τον τουρισμό. Πρόκειται για μία δραστηριότητα που περιορίζεται κυρίως στα ισόγεια των κτιρίων. Πάντως, παρά τη σταθερή παρουσία της εμπορικής δραστηριότητας στην περιοχή, το ποσοστό των κλειστών καταστημάτων δεν είναι σήμερα καθόλου αμελητέο.

Χάρτης 12: Χρήσεις εμπορίου – υπηρεσίες στου Ψυρρή το 1996

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, Μελέτη της Αττικό Μετρό 1996, ιδία επεξεργασία

Χάρτης 13: Χρήσεις εμπορίου – υπηρεσίες στου Ψυρρή το 2019

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ιδία επεξεργασία

Εν τω μεταξύ, η αλλαγή στη σύσταση του τοπικού πληθυσμού, με την έντονη παρουσία μεταναστευτικών ομάδων, έχει επιφέρει ορισμένες σημαντικές αλλαγές στον τομέα του εμπορίου, καθώς πολλά καταστήματα έχουν περάσει πια στα χέρια μεταναστών. Το λεγόμενο «εθνοτικό εμπόριο» εντοπίζεται κυρίως στο βόρειο και δυτικό τμήμα του Ψυρρή, σε δρόμους όπως η Ευριπίδου και η Επίκουρου, καθώς επίσης στους δρόμους γύρω από την πλατεία Κουμουνδούρου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα καταστήματα των Κινέζων μεταναστών (Χάρτης 14). Η εμφάνιση και ταχύτατη ανάπτυξη της «China Town» αποτελεί φαινόμενο των αρχών της δεκαετίας του 2000, με την κινέζικη αγορά να αναπτύσσεται στην ανατολική πλευρά του Μεταξουργείου, μέχρι και την Ομόνοια, να περνάει απέναντι στου Ψυρρή και γύρω από την πλατεία Κουμουνδούρου (Βασιλοπούλου και Τριάντης 2012). Η κινέζικη μετανάστευση στην Αθήνα εξειδικεύεται στον τομέα του λιανικού και χονδρικού εμπορίου που ενισχύεται από την υπερτοπική πελατεία των εν λόγω εμπορικών καταστημάτων, τα οποία εμπορεύονται κυρίως χονδρικής πώλησης ενδύματα, υποδήματα και αξεσουάρ. Η παρουσία του κινέζικου εμπορίου έχει επηρεάσει σημαντικά την αγορά μίσθωσης επαγγελματικών χώρων, αυξάνοντας τις τιμές των ενοικίων, κυρίως στα όρια του Μεταξουργείου με την Πειραιώς (Πολύζου 2014).

Χάρτης 14: Καταστήματα Κινέζων μεταναστών το 2019 στου Ψυρρή

Πηγή: Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, ιδία επεξεργασία

Εικόνα 6: Καταστήματα Κινέζων μεταναστών στην οδό Ευριπίδου

Πηγή: Προσωπικό αρχείο 2019

Πληθυσμιακές μεταβολές

Μέσα από την επεξεργασία και ανάλυση των στοιχείων της Εθνικής Απογραφής (ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ 2019) προκύπτει ότι ο πληθυσμός της περιοχής μεταβάλλεται σημαντικά με το πέρασμα των χρόνων (Πίνακας 1). Το 2001 αυξήθηκε κατά 21,53% σε σχέση με το 1991. Η παρουσία των Ελλήνων, αν και φθίνουσα, παραμένει ισχυρή ενώ αυξάνεται σημαντικά η παρουσία ξένων υπηκόων. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 εγκαθίσταται στη χώρα σημαντικός αριθμός μεταναστών που βρίσκουν στέγη σε χώρους που εγκαταλείπει η βιοτεχνία ή σε πρώην αποθήκες και σε υποβαθμισμένες πια κατοικίες, σε μικρά ισόγεια, ημιυπόγεια και υπόγεια διαμερίσματα (Μαλούτας 2018, Μαντουβάλου 2010). Στο πλαίσιο αυτό, η συνοικία του Ψυρρή συγκεντρώνει σημαντικό αριθμό μεταναστών και, έτσι, ο συνολικός πληθυσμός της αυξάνεται το 2001, σε αντίθεση με τη γενικότερη πορεία του Δήμου Αθηναίων όπου το σύνολο του πληθυσμού μειώνεται σημαντικά (ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ 2019).

Το 2011, ο πληθυσμός στου Ψυρρή γνωρίζει σημαντική μείωση, της τάξεως του 40% (ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ 2019). Η συνολική μείωση του πληθυσμού εδώ, όπως και σε ολόκληρο τον Δήμο Αθηναίων, ενδέχεται να οφείλεται, αρχικά, στην έντονη και πολυδιάστατη υποβάθμιση μεγάλου μέρους του ευρύτερου κέντρου της πόλης, που ώθησε υφιστάμενους κατοίκους στα προάστια και απέτρεψε την εγκατάσταση νέων κεντρικά (Μαλούτας κ.ά. 2013).

Παράλληλα, σε πολλές περιοχές του κέντρου παρατηρείται αλλαγή των χρήσεων γης, που έχουν σήμερα επίκεντρο την κατανάλωση, το εμπόριο και την ψυχαγωγία. Η απομάκρυνση άλλων λειτουργιών και η κατεύθυνση του Ιστορικού Κέντρου στην ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού, ενώ δεν ενισχύεται η κατοικία, μειώνει την ελκυστικότητα του κέντρου για τους μόνιμους κατοίκους και ιδιαίτερα για τα κοινωνικά στρώματα που εξυπηρετούνταν από τις προηγούμενες χρήσεις γης (Μαντουβάλου 2010). Ιδιαίτερα η συνοικία του Ψυρρή, με την απομάκρυνση των μεταποιητικών δραστηριοτήτων κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990, άλλαξε σημαντικά φυσιογνωμία (Βασιλοπούλου και Τριάντης 2012).

Πίνακας 1: Πληθυσμός στου Ψυρρή το 1991, 2001 και 2011

Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ 2019, ιδία επεξεργασία

Τέλος, μέσα από τα στοιχεία της Εθνικής Απογραφής (ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ 2019), προκύπτει ότι το 2011 ο αριθμός των ξένων υπηκόων της περιοχής είναι σημαντικός και, συγκεκριμένα, αποτελεί το 47,17% του συνολικού πληθυσμού (Πίνακας 2). Η περιοχή συγκεντρώνει εθνοτικές ομάδες από πλήθος διαφορετικών χωρών του κόσμου, με πολλές από αυτές βέβαια να «εκπροσωπούνται» από εξαιρετικά χαμηλό αριθμό ατόμων. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2011 οι 38 χώρες με τη χαμηλότερη «εκπροσώπηση» παρουσιάζουν μονοψήφιο αριθμό ατόμων. Από τις πολυπληθείς ομάδες μεταναστών, τον υψηλότερο αριθμό ατόμων το 2011 παρουσιάζουν οι μετανάστες από το Μπαγκλαντές και από την Αλβανία (αποτελούν μαζί το 52,59% του συνόλου των ξένων υπηκόων στην περιοχή), ενώ δύο μεταναστευτικές ομάδες που εμφανίζονται και αυξάνονται σταδιακά είναι οι Κινέζοι και οι Αφγανοί. Οι Κινέζοι το 1991 δεν απαριθμούν κανένα μέλος στην περιοχή, ενώ το 2001 καταγράφονται 21 άτομα και το 2011 παρατηρείται σημαντική αύξηση των μελών τους, φτάνοντας τα 79 άτομα. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο συνολικός πληθυσμός της περιοχής μειώνεται και μαζί μειώνονται τα μέλη όλων των εθνοτικών ομάδων, με εξαίρεση τους Κινέζους (που γνωρίζουν αύξηση) και τους Αφγανούς (που κάνουν την εμφάνισή τους για πρώτη φορά).

Πίνακας 2: Επιλεγμένες εθνοτικές ομάδες στου Ψυρρή το 1991, 2001 και 2011

Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ 2019, ιδία επεξεργασία

Οι παρεμβάσεις που γίνονται σήμερα και οι νέες χρήσεις γης συνδέονται κυρίως με την εστίαση, την αναψυχή και τον τουρισμό. Η γεωγραφική συγκέντρωση επιχειρήσεων τέτοιου τύπου αποσκοπεί στην κατασκευή μιας σχετικής φήμης και στη δημιουργία «πιάτσας» ώστε η περιοχή να αποτελεί πόλο έλξης για το καταναλωτικό κοινό (Σουλιώτης 2009). Παράλληλα, δεν έχει επηρεαστεί θετικά, μέχρι σήμερα, η ανάπτυξη της κατοικίας, καθώς αποτελεί μια κατηγορία χρήσεων που είναι ευάλωτη στις πιέσεις που δέχεται από άλλες χρήσεις γης.

Τέλος, παρατηρείται ότι οι μεταναστευτικές ομάδες έχουν έντονη παρουσία κυρίως στο βόρειο και δυτικό τμήμα της συνοικίας και πιο συγκεκριμένα βόρεια της Πλ. Ηρώων έως και την Ευριπίδου και ανατολικά της Σαρρή έως και την Π. Τσαλδάρη. Με την παρουσία τους και τις δραστηριότητές τους έχουν συμβάλει στην αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος με έργα συντήρησης, βελτιώσεων και μετατροπών (Μπαλαμπανίδης και Πολύζου 2015), ενώ ταυτόχρονα φαίνεται να συμβιώνουν χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις με διάφορες εισοδηματικές κατηγορίες.

[1] Η ΕΛΣΤΑΤ διέθετε υπόβαθρο με τα περιγράμματα των κτιρίων για το 2001, καθώς δεν υπήρχε για το 2011 που ήταν το πιο πρόσφατο έτος απογραφής

[2] Υπόβαθρο από ΕΛΣΤΑΤ, επιτόπια καταγραφή, https://www.airbnb.gr/, https://www.booking.com, https://www.boutiqueathens.com/, https://www.hotelsathens.org/, ιδία επεξεργασία

[3] ΦΕΚ Δ 233/1998, Καθορισμός χρήσεων γης και ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης στην περιοχή του Ψυρρή – Κέντρου (Ομόνοιας) του ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών, 9/4/1998.

Αναφορά λήμματος

Μαρούγκας, Κ. (2020) Δυναμική εξέλιξη των χρήσεων γης και του πληθυσμού στη συνοικία του Ψυρρή, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-συνοικία-του-ψυρρή/ , DOI: 10.17902/20971.99

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Πολύζου Ί (2014) Μεταναστευτικές διαδρομές και χωροκοινωνικές μεταλλαγές στην Αθήνα. Η περίπτωση των Κινέζων εμπόρων στο Μεταξουργείο. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 143: 145–152. Available from: https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/ekke/article/view/7687/7405.
  • Μπαλαμπανίδης Δ και Πολύζου Ί (2015) Αναχαιτίζοντας τάσεις εγκατάλειψης του αθηναϊκού κέντρου: η παρουσία των μεταναστών στην κατοικία και στις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Στο: Μαλούτας Θ και Σπυρέλλης ΣΝ (επιμ.), Κοινωνικός Άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού, Αθήνα. Available from: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/μετανάστες-κατοικία-και-επιχειρήσει/#3.
  • Μαντουβάλου Μ (2010) Κρίση του Κέντρου της Αθήνας. Στο: Κέντρο και Κεντρικότητες, Παρίσι – Αθήνα: Συγκρίσεις, Αθήνα.
  • Σουλιώτης Ν (2009) Πολιτιστικές στρατηγικές και αστική αναζωογόνηση στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας: τοπικές συνθήκες και παγκόσμιες τάσεις. Στο: Κοτζαµάνης Β, Κούγκολος Α, Μπεριάτος Η, κ.ά. (επιμ.), Πρακτικά του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Βόλος: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σσ 665–674. Available from: https://www.academia.edu/2268740/Πολιτιστικές_στρατηγικές_και_αστική_αναζωογόνηση_στο_ιστορικό_κέντρο_της_Αθήνας_τοπικές_συνθήκες_και_παγκόσμιες_τάσεις.
  • Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών (ΕΣΕΕ) (2017) Η καταγραφή των κλειστών καταστημάτων καταδεικνύει μια παγιωμένη εικόνα στην αγορά της Αθήνας. Available from: https://www.esathena.gr/index.php/el/esee-e-katagraphe-ton-kleiston-katastematon-katadeiknyei-mia-pagiomene-eikona-sten-agora-tes.
  • Βασιλοπούλου Χ και Τριάντης Λ (2012) Κεντρικότητες και δυναμικές των χρήσεων στο κέντρο πόλης Αθήνας. Στο: Τουρνικιώτης Π (επιμ.), Μεταλλασσόμενοι χαρακτήρες και πολιτικές στα κέντρα πόλης Αθήνας και Πειραιά [A΄ Φάση], Αθήνα, σσ 105–145. Available from: https://www.academia.edu/8996307/Κεντρικότητες_και_δυναμικές_των_χρήσεων_γης_στο_κέντρο_πόλης_Αθήνας.
  • Καιροφύλας Γ (2000) Η ιστορία της συνοικίας του Ψυρή. Αθήνα: Φιλιππότης.
  • Μαλούτας Θ, Κανδύλης Γ, Πέτρου Μ, κ.ά. (2013) Εισαγωγή: Η επαναφορά του ζητήματος του κέντρου της Αθήνας στην ημερήσια διάταξη. Στο: Μαλούτας Θ, Κανδύλης Γ, Πέτρου Μιχάλης, κ.ά. (επιμ.), Το κέντρο της Αθήνας ως πολιτικό διακύβευμα, Αθήνα: Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, σσ 11–25.
  • Μαλούτας Θ (2018) Η κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας. Κοινωνικές ομάδες και δομημένο περιβάλλον σε μια νοτιοευρωπαϊκή μητρόπολη. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
  • ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ (2019) Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011. Available from: https://panorama.statistics.gr/.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/07/tx144_cover-1.gif 1440 1780 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-07-07 15:29:192024-03-16 00:35:26Η συνοικία του Ψυρρή

Η ισπανική γρίπη στην Αθήνα

25/05/2020/in Ιστορία, Υγεία Μπουρνόβα Ευγενία Υγεία, Ιστορία /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Σήμερα που η πανδημία του κοροναϊού COVID-19 έχει αναδειχτεί ως το σημαντικότερο υγειονομικό ζήτημα της εποχής μας, καθίσταται πολύτιμη για τη διαχείρισή της η ιστορική γνώση γύρω από τους τρόπους που οι κοινωνίες αντιμετώπισαν παλαιότερες πανδημίες. Πράγματι, εκτός από την ιατρική, η ιστορία είναι απαραίτητο εργαλείο για να φωτιστούν οι εμπειρίες από την εφαρμογή αποφάσεων και πολιτικών που ελήφθησαν στο παρελθόν, προκειμένου να αντιμετωπιστούν άλλες επιδημίες και πανδημίες. Οι ιστορικοί έχουν μελετήσει τη θνησιμότητα που κατά καιρούς προκαλούσαν οι διάφορες ασθένειες, αλλά και τις επιπτώσεις των ασθενειών και των επιδημιών στη μετέπειτα υγεία των ανθρώπων και, βεβαίως, στην κοινωνία ολόκληρη. Κατά το ξέσπασμα μιας επιδημίας, εκτός από την ανθρώπινη οδύνη, ο πανικός που προκαλούνταν στον πληθυσμό και η συνακόλουθη διατάραξη της κοινωνικής και οικονομικής δομής συμπλήρωναν την καταστροφική συνθήκη, με αποτέλεσμα να διακόπτεται κάθε ανάπτυξη στις πληγείσες περιοχές. Δηλαδή, ο ίδιος μηχανισμός που παρατηρούμε σήμερα έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο ιστορικής μελέτης και γι’ αυτό θα άξιζε να τον γνωρίζουμε καλύτερα.

Στο άρθρο αυτό θα παρουσιάσω με αδρές γραμμές τη μελέτη μου για την ισπανική γρίπη στην Αθήνα, μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2018 [1] και τώρα συμπληρώνεται με τη χωρική αποτύπωση [2] των θυμάτων της γρίπης του 1918 στην πρωτεύουσα.

Αν και έχουν γραφτεί τα τελευταία χρόνια αρκετές μελέτες για τη λεγόμενη ισπανική [3] γρίπη του 1918, που προκάλεσε πενήντα περίπου εκατομμύρια θανάτους και μετά το πέρασμά της άφησε αποδυναμωμένο το επίπεδο υγείας του πληθυσμού των κρατών που ενεπλάκησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, παρόλ’ αυτά το ζήτημα δεν έχει απασχολήσει την ελληνική ιστοριογραφία. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η γρίπη δεν είχε φτάσει στην Ελλάδα ή ότι δεν είχαμε θύματα εξαιτίας της. Την περίοδο εκείνη, όμως, άλλες λοιμώδεις ενδημικές ασθένειες, όπως η φυματίωση, ο τυφοειδής πυρετός και η ελονοσία προξενούσαν σαφώς περισσότερους θανάτους.

Πράγματι, η δημόσια υγεία βρισκόταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και χαρακτηριζόταν από υψηλή βρεφική θνησιμότητα (148‰ το 1920-24, ενώ ο αδρός δείκτης θνησιμότητας ήταν 21,2‰ (Valaoras 1959).

Κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα, οι υγειονομικές δομές στην Αθήνα ήταν υποτυπώδεις. Σε όλο τον Δήμο Αθηναίων, με τις 300.000 κατοίκους, μόνο τρία από τα δώδεκα νοσοκομεία λειτουργούσαν ως γενικά νοσοκομεία, κι αυτά με πολύ περιορισμένες δυνατότητες: ο «Ευαγγελισμός» (ιδρύθηκε το 1884), το Δημοτικό Νοσοκομείο «Ελπίς» (ιδρύθηκε το 1835) και το Στρατιωτικό Νοσοκομείο (ιδρύθηκε το 1836). Βεβαίως, υπήρχαν και πολλές ιδιωτικές κλινικές, αλλά διέθεταν μόνο μερικά κρεβάτια καθεμία. Συνολικά όμως, τα παραπάνω υγειονομικά ιδρύματα προσέλκυαν στην πρωτεύουσα ασθενείς και από άλλες περιοχές, με αποτέλεσμα να αυξάνεται όχι μόνο ο αριθμός των νοσηλευόμενων σε αυτά αλλά και των θανάτων που καταγράφονταν, συνεπώς και η θνησιμότητα στην πρωτεύουσα.

Η ισπανική γρίπη στην ελληνική ιστοριογραφία

Ο Φωκίων Κοπανάρης, Διευθυντής Υγιεινής, από το 1912, του Υπουργείου Υγιεινής, αναφέρεται στην ισπανική γρίπη στο έργο του Η δημόσια υγεία εν Ελλάδι, που δημοσιεύτηκε το 1933, αλλά της αφιερώνει μόνο τρεις αράδες:

Η μεγαλυτέρα των εν Ελλάδι επιδημιών της γρίππης υπήρξεν η του έτους 1918, καθ’ ην η νόσος έλαβε πανδημικόν χαρακτήρα. Κατά την παγκόσμιον εκείνην επιδημίαν μόνο εν Αθήναις εσημειώθησαν 1.668 θανατηφόρα κρούσματα, εν δε τη Θεσσαλονίκη 5.284  (Κοπανάρης 1933)

Ο συγγραφέας δεν σχολιάζει τον αριθμό των θανόντων. Εκτός από τη Θεσσαλονίκη όμως, θύματα είχε και η Πάτρα, κυρίως λόγω του λιμανιού της στο οποίο αποβιβάζονταν φορείς της νόσου. Οι νεκροί από την ισπανική γρίπη στην Πάτρα έφτασαν τους πεντακόσιους (95 θάνατοι ανά 10.000 κατοίκους).

Η γρίπη εκδηλώθηκε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1918, αλλά τα πρώτα της θύματα καταγράφηκαν στην πρωτεύουσα τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, τον Οκτώβριο 1918, το Υπουργείο των Εσωτερικών, στο οποίο υπαγόταν η Υπηρεσία της Δημόσιας Υγείας, δήλωνε ότι δεν προτίθετο να λάβει ιδιαίτερα μέτρα και ότι:

τα άτομα δέον να λαμβάνουν αφ’ εαυτών τα υποδεικνυόμενα μέτρα. Και συγκεντρούνται ταύτα εις ένα μόνον σχεδόν. Την αποφυγήν των συγκεντρώσεων. Είνε το μόνον φάρμακον. Τα σκόρδα, το ούζο και τα άλλα γιατροσόφια ως προληπτικά κατά της γρίπης είναι κωμικά

Εφημερίδα Εμπρός, 17 Οκτωβρίου 1918.

Μόλις ενημερώθηκε η κοινή γνώμη για την ανακάλυψη του Βιεννέζου καθηγητή Σάιλερ ότι:

Αιτία της γρίπης είνε στρεπτόκοκκος, όστις καταστρέφεται ασφαλώς, με ενέσεις διαλύσεως άχνης υδραργύρου (σουμπλιμέ),

ο υπουργός διέταξε:

όπως συνέλθη το ταχύτερον το Ιατροσυνέδριον και καθωρίση τον τρόπον της χρήσεως του υποδεικνυομένου φαρμάκου.όπως συνέλθη το ταχύτερον το Ιατροσυνέδριον και καθωρίση τον τρόπον της χρήσεως του υποδεικνυομένου φαρμάκου.

Όμως ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του Ιατροσυνεδρίου Μενέλαος Σακκόραφος είναι συγκρατημένος και δηλώνει:

Οφείλω να υπομνήσω ότι ο υδράργυρος, διότι περί υδραργύρου πρόκειται, είνε φάρμακον, το οποίον απαιτεί φυσιολογικήν λειτουργίαν των νεφρών και του ήπατος. Δυστυχώς, η εφετινή γρίπη έχει επιπλοκάς κυρίως επί των νεφρών και επομένως η χρήσις του υδραργύρου απαιτεί μεγίστην προσοχήν καθόσον μάλλον βλάβην δύναται να επιφέρη

Εφημερίδα Εμπρός, 24 Οκτωβρίου 1918.

Εικόνα 1: Απόσπασμα από την εφημερίδα Εμπρός (24 Οκτωβρίου 1918)

Πράγματι, η βιεννέζικη «ανακάλυψη» δεν είχε το αναμενόμενο αποτέλεσμα και η ελληνική πολιτεία προσπάθησε να πάρει μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης:

Τι πρέπει να γίνει διά να παύση η γρίπη:

Η Κυβέρνησις ο Δήμος και όλαι αι αρχαί κάμνουν ό,τι ημπορούν διά να παύση η επιδημία της γρίπης. Δεν θα παύση όμως γρήγορα, αν κάθε ένας από ημάς δεν φροντίση να προφυλάξη και τον εαυτόν του και τους άλλους.

Για να προφυλάξης τον εαυτόν σου από την γρίπην πρέπει να μην πλησιάζεις ανθρώπους που βήχουν ή έχουν κρυολόγημα και να μη πηγαίνης εις μέρη, που συχνάζουν πολλοί άνθρωποι.

Μόλις δε καταλάβης ότι έχεις ελαφρόν κρυολόγημα ή αδιαθεσίαν, πέσε αμέσως εις το κρεβάτι, κάμε δίαιταν με ολίγον ζεστό γάλα και φώναξε τον ιατρόν. Κατ΄ αυτόν τον τρόπον περνά συνήθως η αρρώστια ελαφρά και γρήγορα.

Εκτός όμως του εαυτού σου έχεις καθήκον να προφυλάξης και τους άλλους ανθρώπους, τους συγγενείς σου, τους φίλους σου, τους συνεργάτας σου. Διά τούτο όταν είσαι κακοδιάθετος ή άρρωστος μην τους πλησιάζης, μην αφήνεις να σε πλησιάζουν, μην πηγαίνης εις την εργασίαν σου και εις τα καφενεία, διότι άλλως θα κολλήσουν και οι άλλοι από σε.

Όσοι διευθύνουν γραφεία, δημόσια ή ιδιωτικά, Τραπέζας, εργοστάσια, εργαστήρια και εν γένει καταστήματα και μαγαζιά, παντός είδους δεν πρέπει να δέχωνται προς εργασίαν τους πάσχοντας εκ γρίπης υπαλλήλους ή εργάτας των.

Εφημερίδα Εμπρός, 2 Νοεμβρίου 1918.

Συγχρόνως, το κοινό ενημερώνεται από τους ειδικούς για τις πιθανές επιπλοκές από τη χρήση του ενέσιμου υδραργύρου και σημειώνεται η ευπάθεια των λαϊκών στρωμάτων:

Η Εταιρεία Υγιεινής, κατά την ειδικήν περί γρίπης σύσκεψιν συνέστησεν τα εξής:

Την ταχείαν προμήθειαν εις τας κλινικάς, νοσοκομεία και φαρμακεία ορρών θεραπευτικών και δη αντιπνευμονοκοκκικού και αντιστρεπτοκοκκινικού, λίαν ωφελίμων εις πλείστας επιπλοκάς της γρίπης.

Το διαφημισθέν ως ειδικόν φάρμακον κατά της γρίπης (Σουμπλιμέ) ού μόνον ωφέλειαν καμμίαν δεν παρέχει επί πασχόντων εκ γρίπης, αλλά και βλάπτει εις πλείστας νεφριτικάς ιδία επιπλοκάς της γρίπης, ως απεδείχθη τούτο εκ των επί στρατιωτών και πολιτών γενομένων πειραμάτων υπό των ιατρών.

Η νοσηρότης και θνησιμότης της γρίπης τυγχάνει μεγαλυτέρα, ιδία εις άτομα υπερμέτρως καταπονούμενα, μη επαρκώς τρεφόμενα και ενδυόμενα και εν γένει ανθυγιεινώς διαιτώμενα.

Εφημερίδα Εμπρός, 13 Νοεμβρίου 1918.

Η επιδημία εξαπλώθηκε τους φθινοπωρινούς μήνες και οδήγησε σε κλείσιμο σχολείων, κινηματογράφων, θεάτρων, και καφενείων και στην εφαρμογή ειδικών μέτρων καθαριότητας. Ωστόσο τα θύματα τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο αυξήθηκαν πολύ:

Οι αποθανόντες εκ γρίπης εν Αθήναις στρατιώται και πολίται κατά στατιστικήν του Υπουργείου των Εσωτερικών ανέρχονται τον μήνα Οκτώβριον εις 595, τον μήνα Νοέμβριον 650 και τον Δεκέμβριον μέχρι προχθές εις 259.

Κατά το τελευταίον εικοσιτετράωρον απέθανον εκ γρίπης 7 άτομα.

Εφημερίδα Εμπρός, 30 Δεκεμβρίου 1918.

Οι ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων το 1918

Στην Ελλάδα δεν διαθέτουμε στατιστικά δεδομένα για τις αιτίες θανάτου πριν από το 1921. Επιπλέον, μέχρι τη δημοσίευση της φυσικής κίνησης του πληθυσμού το 1921 –η οποία είχε διακοπεί μετά το 1885–, δεν διαθέτουμε για την πρωτεύουσα ούτε στατιστικά στοιχεία που αφορούν τον ετήσιο αριθμό θανάτων και γεννήσεων. Χάρη σε μελέτη του γιατρού και μετέπειτα καθηγητή μαιευτικής και γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Τρύφωνα Ανδριανάκου (1885-1966), την οποία δημοσίευσε το 1926 (Ανδριανάκος 1925), γνωρίζουμε τον αριθμό των θανόντων κατά την περίοδο 1914-1923. Το 1918, λοιπόν, οι θάνατοι στο Δήμο Αθηναίων –ο οποίος συγκέντρωνε περίπου 300.000 κατοίκους– ήταν 9.257 άτομα (5.335 άνδρες και 3.922 γυναίκες) έναντι 6.354 του προηγούμενου έτους, δηλαδή 45% περισσότεροι. Άρα, ο δείκτης της γενικής θνησιμότητας το 1918 εξαιτίας της γρίπης έφτασε το 33,06‰. Η επιδημία υποχώρησε το 1919, οπότε ο συνολικός αριθμός των θανάτων το 1919 ήταν πολύ μικρότερος από αυτόν του 1917, αφού είχαν ήδη πεθάνει όλοι οι ευπαθείς κάτοικοι (Πίνακας 1). Όπως τεκμαίρεται και από τη συστηματική αποδελτίωση των ληξιαρχικών πράξεων θανάτου του Δήμου Αθηναίων των πρώτων πέντε μηνών του 1919, η επιδημία δεν ξαναεμφανίστηκε (Γράφημα 1). Δεν επανεμφανίστηκε ούτε το 1920, όπως παρόμοια συνέβη και σε άλλες χώρες, καθώς και στη γειτονική μας Βουλγαρία.

Πίνακας 1: Αριθμός θανάτων και αδρός δείκτης θνησιμότητας στην Αθήνα, 1916-1920

Πηγή : Τρύφων Ανδριανάκος, Η μαιευτική και γυναικολογία εν Ελλάδι, Αθήναι, 1925, σ. 179

Γράφημα 1: Μηνιαία κατανομή θανάτων στον Δήμο Αθηναίων από τον Ιανουάριο του 1918 έως τον Μάιο 1919

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Η Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1918 (Πίνακας 2) αναδεικνύει την κυριαρχία των επιδημιών, των ενδημικών ασθενειών και των λοιμώξεων, που συνιστούσαν τον κανόνα και ήταν υπεύθυνες για σχεδόν τους μισούς θανάτους· είναι φανερό ότι στον ελληνικό χώρο δεν είχε ακόμη γίνει η «επιδημιολογική μετάβαση», που χαρακτηρίζεται από τη μείωση των λοιμωδών νοσημάτων στον πληθυσμό –τα οποία σχετίζονταν με τις συνθήκες διαβίωσης, και τους προηγούμενους αιώνες αποτελούσαν την κύρια αιτία θανάτου σε όλον τον κόσμο– και την ταυτόχρονη αύξηση των χρόνιων εκφυλιστικών νοσημάτων. Οι ασθένειες του πεπτικού συστήματος εξακολουθούσαν να προκαλούν το 12% των θανάτων και οι ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος, όπως η πνευμονία και η πλευρίτιδα, το 10% των θανάτων.

Πίνακας 2: Αιτίες θανάτου στην Αθήνα το 1918 (κατάταξη σύμφωνα με τη Διεθνή Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1920)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Αν όμως αναλύσουμε περισσότερο αυτές τις δεκαπέντε γενικές κατηγορίες και κατατάξουμε τις ασθένειες στις τριάντα οκτώ πιο αναλυτικές κατηγορίες της Διεθνούς Ταξινόμησης των Αιτιών Θανάτου του 1920 (ILCD 3), μπορούμε να μελετήσουμε καλύτερα την υγειονομική κατάσταση της Αθήνας και, βεβαίως, και τις επιπτώσεις της γρίπης του 1918.

Από τη σύγκριση των δύο διαγραμμάτων (Γράφημα 2 και 3) μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι, παρά την παρουσία της επιδημίας γρίπης τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο 1918, η ιεραρχία των ασθενειών που προκαλούσαν τους περισσότερους θανάτους δεν άλλαξε, και η φυματίωση μαζί με τις άλλες ασθένειες του αναπνευστικού καθώς και οι ασθένειες του πεπτικού συστήματος παρέμειναν οι βασικοί υπεύθυνοι της μεγάλης βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας.

Γράφημα 2: Αιτίες θανάτου που προκάλεσαν περισσότερο από 2% των θανάτων το 1918 στον Δήμο Αθηναίων (κατάταξη σύμφωνα με τη Διεθνή Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1920)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Γράφημα 3: Αιτίες θανάτου που προκάλεσαν περισσότερο από 2% των θανάτων τους τρεις μήνες (Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο) της επιδημίας του 1918 στον Δήμο Αθηναίων (κατάταξη σύμφωνα με τη Διεθνή Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1920)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Γράφημα 4: Κατανομή σε ομάδες ηλικιών και ανά φύλο των θανάτων στην Αθήνα το 1918 (σε ποσοστά %)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Από τους 9.296 θανάτους του έτους 1918 οι 57,6% αφορούσαν άνδρες και μόνο 42,4% γυναίκες (Πίνακας 3 και Γράφημα 4). Αυτό φαίνεται μάλλον φυσιολογικό, αν λάβουμε υπόψη μας τη σύνθεση του αθηναϊκού πληθυσμού στις δύο απογραφές πληθυσμού των αρχών του 20ού αιώνα: στην απογραφή του 1907 το ποσοστό των ανδρών ήταν 54% και στην απογραφή του 1920 ο ανδρικός πληθυσμός αντιπροσώπευε το 56%. Ο πληθυσμός της πρωτεύουσας ήταν νέος και στην πλειοψηφία του ανδρικός, εξαιτίας των νέων ανύπαντρων μεταναστών αλλά και των στρατιωτών και στρατιωτικών που απογράφηκαν στην πόλη. Δεν θα σταθώ εδώ στο ζήτημα των δηλωμένων ηλικιών κατά τον θάνατο ούτε στις πιθανές ερμηνείες σχετικά με τη θνησιμότητα κάθε ηλικιακής ομάδας, που εξετάστηκαν στην αρχική δημοσίευση. Θα σταθώ στα θύματα της γρίπης με βάση τα ληξιαρχικά έγγραφα.

Τα θύματα της γρίπης στην Αθήνα

Λίγο πάνω από το ένα τρίτο των θυμάτων της γρίπης του 1918 πέθανε τον Οκτώβριο (616 άτομα από τα 1.726, δηλαδή 35,7%), άλλο ένα τρίτο τον Νοέμβριο (634, ήτοι 36,7%), ενώ τον Δεκέμβριο η επιδημία έχασε τη μισή της ένταση, αφού προκάλεσε μόνο 16% από τον συνολικό αριθμό θυμάτων (το υπόλοιπο 12% κατανεμήθηκε στους προηγούμενους μήνες) (Γράφημα 5). Έτσι έσβησε η επιδημία, χωρίς να επανακάμψει με νέα θύματα τον Μάρτιο του 1919, όπως σε άλλες χώρες. Μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα, και ιδίως η Αθήνα, χτυπήθηκε από το λεγόμενο δεύτερο κύμα της πανδημίας, δηλαδή αυτό του φθινοπώρου του 1918, αλλά όχι και από το τρίτο κύμα.

Γράφημα 5: Μηνιαία κατανομή των θανάτων από γρίπη στην Αθήνα το 1918 (%)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Σύμφωνα με τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων, στο σύνολο των θανόντων εκείνης της χρονιάς, ένας στους πέντε Αθηναίους πέθανε από γρίπη και αυτός ήταν κυρίως άνδρας (62,7%) (Πίνακας 3).

Πίνακας 3: Κατανομή σε ομάδες και ανά φύλο των θυμάτων της γρίπης στην Αθήνα

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Η γρίπη του 1918 προσέβαλλε κυρίως ενήλικες, και μάλιστα άνδρες, αλλά επίσης και ευάλωτους πληθυσμούς, όπως τα παιδιά έως πέντε ετών και τους ηλικιωμένους άνω των εξήντα ετών (Πίνακας 3). Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί τους είναι τα κατεξοχήν θύματα, αλλά δεν λείπει και το τμήμα του ενεργού αθηναϊκού πληθυσμού που συγχρωτίζεται με συναδέλφους στον χώρο δουλειάς, όπου η ασθένεια μεταδίδεται το ίδιο εύκολα με το σχολείο, το πανεπιστήμιο ή τον στρατώνα.

Πάνω από τους μισούς άνδρες θύματα της επιδημίας γρίπης ήταν μαθητές, φοιτητές, αλλά κυρίως στρατιώτες και αξιωματικοί (Πίνακας 4). Το άλλο μικρό μισό αφορούσε βιοτέχνες, μικρεμπόρους και τους υπαλλήλους τους. Λίγα θύματα καταγράφηκαν στις επαγγελματικές κατηγορίες που ανήκαν στην αθηναϊκή ελίτ· ο μικρός αριθμός τους μας υπενθυμίζει ότι αυτά τα άτομα απέφευγαν να συχνάζουν σε πολυπληθείς δημόσιους χώρους, που ήταν οι κύριοι τόποι μετάδοσης της «λαϊκής» επιδημίας.

Πίνακας 4: Η γρίπη του 1918 και οι κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες των ανδρών θυμάτων στην Αθήνα

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Σε αντίθεση με τις γυναίκες, οι μισοί ανδρικοί θάνατοι από τη γρίπη συνέβησαν εντός των νοσοκομείων και τα τρία τέταρτα αυτών (395 από τους 530) ήταν κυρίως φαντάροι και «άνευ» επαγγέλματος, φοιτητές, καλλιτέχνες και ιερείς. Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί πέθαναν στα δώδεκα στρατιωτικά νοσοκομεία που βρίσκονταν στην Αθήνα, τα οποία όμως δεν ήταν όλα νοσηλευτικά ιδρύματα με μόνιμες εγκαταστάσεις, αφού κάποια φιλοξενούνταν σε άλλα δημόσια κτίρια ή ήταν πρόχειρα καταλύματα στημένα για τις ανάγκες περίθαλψης των τραυματιών του πολέμου και των θυμάτων της γρίπης. Τα περισσότερα, βεβαίως, είχαν εύκολη πρόσβαση στο στρατόπεδο του Γουδή. Το τελευταίο τέταρτο αυτών που πέθαναν σε νοσοκομείο κατανέμεται ανάμεσα σε υπηρετούντες σε δυνάμεις ασφαλείας, σε βιοτέχνες-τεχνίτες και σε εργάτες (Χάρτης 1). Προφανώς τα πολλά θύματα στα ιδρύματα που φιλοξενούσαν ευάλωτους πληθυσμούς από τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα –όπως το Βρεφοκομείο, το Άσυλο Ανιάτων, το Πτωχοκομείο ή και το Εμπειρίκειο Άσυλο υποδηλώνουν ότι δεν υπήρξε πολιτική απομόνωσης, ώστε να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού.

Χάρτης 1: Κατανομή θανάτων ανάλογα με τον τόπο (ιδρύματα)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Περίπου δύο στις τρεις γυναίκες θύματα της γρίπης (71%) ήταν μεγαλύτερες των δέκα ετών (Πίνακας 3) και από αυτές, τέσσερις στις πέντε (83%) φέρουν ως ένδειξη, στη ληξιαρχική πράξη θανάτου, «οικοκυρά» (Πίνακας 5). Μερικές δεκάδες ήταν υπηρέτριες από δώδεκα έως δεκαέξι ετών, καμιά δεκαπενταριά ήταν μαθήτριες, μερικές «ιερόδουλες», εργάτριες, μοδίστρες, και μόνο δύο έχουν μη χειρωνακτικό επάγγελμα: μία «διδασκάλισσα εργοχείρων» και μία «παιδαγωγός». Μόνο 18,6% των γυναικών πέθαναν εντός νοσοκομείου, και αφορά σχεδόν αποκλειστικά τις υπηρέτριες, τις πόρνες και τις εργάτριες που δεν κατάγονταν από την Αθήνα. Οι οικοκυρές πέθαιναν στο σπίτι τους, παρότι στην πλειονότητά τους κατάγονταν από άλλες περιοχές, αφού μάλλον είχαν εγκατασταθεί και είχαν οικογένεια στην πρωτεύουσα.

Πίνακας 5. Κατανομή των γυναικών άνω των δέκα ετών που πέθαναν από γρίπη, ανά επάγγελμα, τόπο θανάτου και τόπο καταγωγής.

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Χάρτης 2: Κατανομή θανάτων ανάλογα με τον τόπο (ενορίες)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Η χωρική κατανομή των θανόντων των οποίων η κατοικία τους καταγράφεται ως τόπος θανάτου αναδεικνύει την εξάπλωση της γρίπης, πρακτικά, σε όλη την πρωτεύουσα (Χάρτης 4). Η πύκνωση στις δυτικές ενορίες είναι αναμενόμενη, αφού είναι πυκνοκατοικημένες, ιδίως όσες βρίσκονται κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής. Το ίδιο συμβαίνει στις, επίσης, λαϊκές και πολυπληθείς συνοικίες γύρω από την Ακρόπολη (Πετράλωνα, Κεραμεικός) [4]. Παρόλ’ αυτά, πολλές δεκάδες θύματα (οικοκυρές, μαθητές και λαϊκά επαγγέλματα) καταγράφηκαν και σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες ενορίες, όπως στην ενορία του Προφήτη Ηλία στο Παγκράτι και στη διπλανή συνοικία της Γούβας. Ο ιός δεν εξαίρεσε ούτε το Κολωνάκι, όπου στην ενορία του Αγίου Διονυσίου πέθαναν πολλές οικοκυρές και αρκετοί άνδρες, των οποίων τα επαγγέλματα μάλλον τους κατατάσσουν στα μεσαία ή και ανώτερα στρώματα. Παρόλο που δεν διαθέτουμε για όλους τους θανόντες την οδό του σπιτιού τους, επιχειρήσαμε μια αναλυτικότερη χαρτογράφηση (Χάρτης 3). Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, η μεγάλη κινητικότητα του ιού σε όλους τους δρόμους και ιδίως στους μεγάλους άξονες στο δυτικό τμήμα· ήταν σαν να ταξίδευε κι αυτός με το τρένο από τον Πειραιά στην Ομόνοια ή με το «Θηρίο» προς την Κηφισιά. Τέλος, φαίνεται να έπληξε με τραγικές συνέπειες την οδό Βουλιαγμένης, όπως δείχνουν οι θάνατοι πολλών μικρών παιδιών και οικοκυρών.

Χάρτης 3: Κατανομή θανάτων ανάλογα με τον τόπο (οδός)

Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων

Συμπέρασμα

Η ισπανική γρίπη ενέσκηψε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1918 και άρχισε να προκαλεί θανατηφόρα κρούσματα στην Αθήνα από τον Οκτώβριο και μετά, στη διάρκεια δηλαδή του δεύτερου κύματος εξάπλωσης της επιδημίας. Έχασε την έντασή της ήδη τον Δεκέμβριο και, ως εκ τούτου, δεν προκάλεσε συναγερμό στις υγειονομικές υπηρεσίες της χώρας. Έτσι η Ελλάδα, μαζί με άλλες χώρες, όπως η γειτονική Βουλγαρία, δεν γνώρισε επανάκαμψη της επιδημίας στις αρχές του 1919. Τα θύματα, εκτός από τα παιδιά έως πέντε ετών, ήταν κυρίως άνδρες μεγαλύτεροι των δεκαπέντε ετών, ιδίως ανάμεσα είκοσι πέντε και σαράντα ετών, που ήταν στρατιώτες και αξιωματικοί ή προέρχονταν από λαϊκά στρώματα. Οι πυκνοκατοικημένες λαϊκές συνοικίες της πρωτεύουσας, βεβαίως, κατέγραψαν τα περισσότερα θύματα, αλλά ο ιός δεν εξαίρεσε καμιά συνοικία.

Ωστόσο, ο αριθμός των θυμάτων στην Ελλάδα ήταν μικρός σε σχέση με τις άλλες χώρες. Εξάλλου, το ελληνικό κράτος και ιδίως οι Σύμμαχοι ανησυχούσαν, το 1918, για τις 55.000 στρατιώτες που βρίσκονταν στη βόρεια Ελλάδα και είχαν μολυνθεί από ελονοσία. Η μόλυνση είχε ενσκήψει τόσο ορμητικά, που ο αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων έγραψε στους ανωτέρους του ότι η Στρατιά της Ανατολής κινδύνευε πραγματικά να διαλυθεί εξαιτίας της ελονοσίας. Η ισπανική γρίπη ήταν, λοιπόν, ένα σύντομο επεισόδιο στην υγειονομική ιστορία της χώρας.

[1] Bournova Eugenia, «Quand Athènes a du se confronter à la grippe espagnole», στο Seguy Isabelle, Ginnaio Monica, Buchet Luc (επιμ.), Les conditions sanitaires des populations du passé, Éditions APDCA, Antibes 2018, σελ. 237-255.

[2] Θέλω να ευχαριστήσω την ιστορικό Μυρτώ Δημητροπούλου για την οργάνωση και διαχείριση των δεδομένων, ώστε να γίνει εφικτή η απεικόνιση στους χάρτες της έκδοσης αυτής.

[3] Ισπανική ονομάστηκε διότι, λόγω της ουδετερότητας της Ισπανίας κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, μόνο ο ισπανικός τύπος είχε τη δυνατότητα να δημοσιεύει ειδήσεις για την επιδημία. Αντίθετα απαγορευόταν κάθε αναφορά σε αυτή από όλες τις εμπλεκόμενες στον πόλεμο χώρες, προκειμένου να μη θιγεί το ηθικό των στρατευμάτων. Εξαιτίας αυτού του αποκλεισμού στην ενημέρωση, διαχεόταν παντού η εντύπωση πως η επιδημία γρίπης είχε πλήξει μόνο την Ισπανία, ενώ πέθαιναν εκατομμύρια στρατιώτες, κυρίως, και πολίτες, δευτερευόντως, σε όλον τον κόσμο.

[4] Βλ. «Κοινωνική-επαγγελματική διαστρωμάτωση της πρωτεύουσας, 1860-1940» (σε συνεργασία με τη Μυρτώ Δημητροπούλου) στο Μαλούτας Θωμάς, Σπυρέλλης Σταύρος (επιμ.), Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού, 2015. (http://www.athenssocialatlas.gr/%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%BF/338/

Αναφορά λήμματος

Μπουρνόβα, Ε. (2020) Η ισπανική γρίπη στην Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-ισπανική-γρίπη-στην-αθήνα/ , DOI: 10.17902/20971.98

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Quand Athènes a du se confronter à la grippe espagnole, στο Isabelle Seguy, Monica Ginnaio, Luc Buchet (sous la direction de), Les conditions sanitaires des populations du passe, Editions APDCA-Antibes-2018, p.p. 237-255.
  • Valaoras V (1959) Demographical history of modern Greece (1860-1965), Review of economical and political sciences, 1-2, p. 1-31.
  • Κοπανάρης Φ (1933) Η δημόσια υγεία εν Ελλάδι, τύποις Χρ. Χρονόπουλου, Αθήνα, p.p. 108.
  • Ανδριανάκος Τ (1925) Η μαιευτική και γυναικολογία εν Ελλάδι, τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, Αθήνα, p.p. 179.
  • Bournova Ε., Dimitropoulou Μ. (2015) Stratification socioprofessionnelle de la capitale, 1860-1940 in Maloutas T., Spyrellis S. (eds) (2015) Athens Social Atlas. Digital compendium of texts and visual material (https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/κοινωνικοεπαγγελματική-γεωγραφία-1860-1940/)

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/05/tx143_banner.jpg 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-05-25 00:17:422024-03-16 00:43:14Η ισπανική γρίπη στην Αθήνα

Κουκάκι: Τόπος διαμονής και διέλευσης

30/04/2020/in Ιστορία, Κοινωνική Δομή, Γειτονιές Δημητρόπουλος Γιώργος Ιστορία, Γειτονιές, Κοινωνική Δομή /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Το Κουκάκι εκτείνεται από την οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου μέχρι την πλατεία Κουντουριώτη («Παιδική Χαρά») και από τις παρυφές του Φιλοπάππου ως τη λεωφόρο Συγγρού (Xάρτης 1). Πρόκειται για μία περιοχή με μακρά ιστορία και, κατά τις πρόσφατες δεκαετίες, σημαντικούς μετασχηματισμούς: την πεζοδρόμηση δύο κεντρικών οδών, έπειτα την απόκτηση δύο σταθμών μετρό, τη λειτουργία του νέου Μουσείου της Ακρόπολης και, πιο πρόσφατα, την εμφάνιση του φαινομένου Airbnb και την εντατικοποίηση των χρήσεων αναψυχής. Οι παραπάνω εξελίξεις προσεγγίζονται εδώ μέσα από τα μάτια επτά κατοίκων της περιοχής, με διαφορετική διαδρομή, εμπειρία και πρόσληψη της γειτονιάς και των μετασχηματισμών της.

Χάρτης 1: Το Κουκάκι

Αρχικά, «Κουκάκι» ονομαζόταν η περιοχή κοντά στις συμβολές των οδών Βεΐκου και Δημητρακοπούλου με την οδό Γεωργάκη Ολυμπίου (Xάρτης 1), όπου βρισκόταν το σπίτι του Κουκάκη, ενός κατασκευαστή σιδερένιων κρεβατιών (Γιοχάλας & Καφετζάκη, 2012). Από την παιδική χαρά που βρίσκεται στο τέρμα των οδών Βεΐκου και Δημητρακοπούλου και αποτελεί «προθάλαμο» του Κουκακίου στα νοτιο-δυτικά μέχρι και την αρχή των Πετραλώνων, η περιοχή αναφέρεται στη σχετική βιβλιογραφία ως «Φιλοπάππου» (Βουγιούκα & Μεγαρίδης, 2006), τοπωνύμιο που σήμερα έχει σημαντικά υποχωρήσει. Από την άλλη πλευρά, στα βορειο-ανατολικά, το Κουκάκι γειτνίαζε με την περιοχή «Γαργαρέττα», που εκτεινόταν από την οδό Νότη Μπότσαρη μέχρι την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, ενώ από εκεί και πέρα εκτεινόταν η συνοικία «Μακρυγιάννη». Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι τέσσερις παραπάνω συνοικίες (Κουκάκι, Φιλοπάππου, Γαργαρέττα και Μακρυγιάννη) συνηθίζεται να αναφέρονται ως Κουκάκι, ενώ μόνο η συνοικία «Μακρυγιάννη» αναφέρεται ξεχωριστά από αρκετούς μέχρι σήμερα.

Καθώς περιπλανιέται κανείς στις παραπάνω συνοικίες, ο χαρακτήρας της περιοχής αλλάζει. Μέχρι δύο-τρεις δεκαετίες πριν, η ταξική διαφοροποίηση γινόταν έντονα αισθητή. «Η εικόνα άλλαζε βαθμιαία όσο κατηφόριζες από του Φιλοπάππου προς την Συγγρού και άρδην αν περνούσες απέναντι στο Δουργούτι», θυμάται ο κύριος Α., συνταξιούχος πανεπιστημιακός και κάτοικος της περιοχής για περισσότερα από 50 χρόνια. Παρόμοια φθίνουσα ταξική αλλαγή παρατηρούνταν και κατά μήκος της νοητής γραμμής από τα όρια της γειτονιάς του Κουκακίου προς την Πλάκα μέχρι εκείνα προς την Καλλιθέα [1].

Νοητό όριο αποτελούν και οι οδοί Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου, καθώς πάνω από αυτές υπάρχει σχεδόν αποκλειστικά χρήση κατοικίας ενώ κάτω από αυτές εντοπίζονται και άλλες χρήσεις γης, για παράδειγμα κατά μήκος των κεντρικών οδών Βεΐκου και Δημητρακοπούλου, των δύο μεγαλύτερων εμπορικών αξόνων της περιοχής. «Πέρα από αυτό, και οι ίδιες οι κατοικίες είναι διαφορετικές πάνω από τη Ζαχαρίτσα, καθώς υπάρχουν εκεί πολύ περισσότερες μονοκατοικίες ενώ, αντίθετα, μεταξύ Ζαχαρίτσα και Συγγρού οι πολυκατοικίες είναι περισσότερες», σημειώνει η κυρία Β., κοινωνιολόγος, ένοικος διαμερίσματος επί της συγκεκριμένης οδού από το 1968 και κάτοικος της περιοχής από ακόμα παλαιότερα.

Εικόνες 1-4: Πάνω από το νοητό όριο των οδών Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου


Εικόνα 1: Πάνω από το νοητό όριο των οδών Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου

Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020

Εικόνες 5-8 : Κάτω από το νοητό όριο των οδών Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου


Εικόνα 5: Κάτω από το νοητό όριο των οδών Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου

Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020

Το Κουκάκι υπήρξε διαχρονικά κυρίως περιοχή κατοικίας. Τα εμπορικά καταστήματα περιορίζονται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, πάνω στους δύο κεντρικούς οδικούς άξονες, την οδό Βεΐκου και την οδό Δημητρακοπούλου. Ωστόσο, ακόμα και οι δύο αυτοί δρόμοι είναι επίσης δρόμοι κατοικιών, καθώς πάνω από τα ισόγεια εμπορικά καταστήματα υψώνονται πολυκατοικίες με διαμερίσματα και όχι με γραφεία, υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες. Πόσο πυκνοκατοικημένοι ήταν οι δύο αυτοί κεντρικοί εμπορικοί δρόμοι ήδη από τη δεκαετία του 1980, το γνωρίζει καλά όποιος ήταν τότε παιδί. Στα κάλαντα των Χριστουγέννων, το να πάρεις κατά μήκος τις πολυκατοικίες της Βεΐκου και της Δημητρακοπούλου ήταν έργο ατελείωτο αλλά και πολύ προσοδοφόρο. Λίγο πιο κάτω, η οδός Φαλήρου, πρώτη παράλληλη της λεωφόρου Συγγρού, όπου σήμερα ξεφυτρώνουν μπαράκια και καφετέριες, πριν από όχι πολλά χρόνια ήταν πιάτσα συνεργείων και φανοποιείων που έμοιαζε σαν να είχε αποσχιστεί από το Νέο Κόσμο και να πέρασε απέναντι.

Εικόνες 9-11: Αλλαγές χρήσεων, πρίν και μετά


Εικόνα 9: Συνεργείο – Wine Bar

Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020

Η πολυκατοικία είναι γενικότερα το είδος του κτηρίου που κυριαρχεί στο Κουκάκι, όπως άλλωστε στις περισσότερες κεντρικές περιοχές της Αθήνας. Παρά τον μεγάλο αριθμό μονοκατοικιών που διατηρούνται μέχρι σήμερα στις παρυφές του Φιλοπάππου, οι πολυκατοικίες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα του κτηριακού αποθέματος του Κουκακίου, χτισμένες οι περισσότερες κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970. Η κυρία Β. υποστηρίζει πως «κάτω από την Τσάμη Καρατάσου δεν υπάρχει κανένα αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον». Πράγματι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι πολυκατοικίες του Κουκακίου δεν αποτελούν «υψηλά» δείγματα του αθηναϊκού μοντερνισμού, όπως αυτά που μπορεί να συναντήσει κανείς στο Κολωνάκι, στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, στην οδό Μαυροματαίων και αλλού, ενώ βέβαια δεν έχουν καμία σχέση, πέραν της εγγύτητας, με τα κτήρια που «κοσμούν» τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου.

Εικόνα 12: Προπολεμική πολυκατοικία αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος

Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020

Το Κουκάκι αποτελούσε μία μεσοαστική περιοχή, σαφώς πιο εύρωστη οικονομικά όσο ανέβαινε στους πρόποδες του Φιλοπάππου. Οι κάτοικοι, σύμφωνα με τον κύριο Α., «χωρίς να τους λες αριστοκράτες, ήταν αυτό που λέμε: νοικοκυραίοι». Ο κύριος Γ., αρχιτέκτονας και μεσίτης, 40 ετών, κάτοικος της περιοχής σχεδόν από τη γέννησή του, συμπληρώνει ότι «παλαιότερα, ήταν φτηνή περιοχή, όχι στους πρόποδες του Φιλοπάππου αλλά προς την Συγγρού. Για το λόγο αυτόν, συγκέντρωσε κατά τη δεκαετία του 1990 και αρκετούς οικονομικούς μετανάστες, κυρίως Αλβανούς. Σήμερα βλέπω σαφώς λιγότερους».

Αν και οι δύο κεντρικές οδοί Βεΐκου και Δημητρακοπούλου είχαν πάντα πολλά καταστήματα, τα περισσότερα από αυτά «ήταν μικρομάγαζα που εξυπηρετούσαν βασικές ανάγκες», σύμφωνα με την κυρία Β., η οποία συμπληρώνει πως «οι Κουκακιώτες εξυπηρετούνταν πολύ για τις αγορές τους από το κέντρο της Αθήνας και την Καλλιθέα». Η γειτνίαση της περιοχής με αυτές τις δύο μεγάλες αγορές μείωσε την ανάγκη για περαιτέρω ανάπτυξη της δικής της. Για έναν Κουκακιώτη ήταν πολύ εύκολο να πάρει το τρόλεϊ και να κάνει τα ψώνια του αλλού. Άλλωστε, η συγκοινωνία του Κουκακίου, ειδικά προς το κέντρο, ήταν ανέκαθεν καλή, καθώς μπορούσε κανείς να το προσεγγίσει με τρεις διαφορετικές γραμμές τρόλεϊ και πιο πρόσφατα και με το μετρό. Ο κύριος Ε., συνταξιούχος λογιστής, επέλεξε να εγκατασταθεί στο Κουκάκι λίγο μετά το 1980 και ένας λόγος, εξηγεί, ήταν η άριστη συγκοινωνία και η ευκολία να μετακινούνται, η σύζυγός του και αυτός, προς τη δουλειά.

Σύμφωνα με μία γενική αίσθηση των κατοίκων, όπως αυτή προκύπτει από την πλειοψηφία των συνεντεύξεων, αλλά και μέσα από την εμπειρία του συγγραφέα επίσης ως κατοίκου της περιοχής, στο Κουκάκι διαμένει ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών. Η παρουσία τους είναι εμφανής αλλά είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αν είναι μεγαλύτερη εδώ σε σχέση με άλλες κεντρικές περιοχές. Σύμφωνα με την κυρία Β., «αν και στο Κουκάκι μένουν διάφοροι καλλιτέχνες και διανοούμενοι, δεν υπάρχει ιδιαίτερη πολιτιστική κίνηση. Έχουν εδώ την κατοικία τους αλλά δεν θα τους δεις να κάνουν εδώ κάποια ομιλία ή παρουσίαση». Ο κύριος Η. είναι πολύ γνωστός βιβλιοπώλης της περιοχής και το κατάστημά του (όχι εξ αρχής στη σημερινή του θέση) λειτουργεί από το 1970. Θεωρεί πως το παραπάνω φαινόμενο συμβαίνει και σε άλλες περιοχές όπου μπορεί να κατοικούν καλλιτέχνες και συγγραφείς αλλά οι πολιτιστικές τους δραστηριότητες φιλοξενούνται κυρίως στο κέντρο της Αθήνας. Ερωτηθείς γιατί δεν υπάρχει άλλο αντίστοιχο βιβλιοπωλείο στην περιοχή, ο κύριος Η. θυμάται: «Κάποτε είχε περάσει ο πεζογράφος Νίκος Παναγιωτόπουλος, πελάτης του βιβλιοπωλείου, με έναν γνωστό ζωγράφο ο οποίος μου είπε: Είσαι το τελευταίο βιβλιοπωλείο κατεβαίνοντας. Από εδώ και κάτω δεν υπάρχει τίποτα, ίσαμε την Πάτρα»! «Οι Κουκακιώτες δεν μπορώ να πω ότι διαβάζουν πάρα πολύ», συμπληρώνει. «Παλαιότερα πουλούσα λιγότερο. Για βιβλία πήγαιναν όλοι στο κέντρο που είχε και εκπτώσεις. Όταν ξεκίνησα τις εκπτώσεις και εγώ, άρχισα να πουλάω περισσότερο. Φέρνω όλους τους εκδότες και όλα τα είδη, γι’ αυτό έχω και καλό στοκ. Πιο πολύ βέβαια ο κόσμος, δυστυχώς, αγοράζει τα best-seller, όμως θα πουληθεί και το πιο ποιοτικό βιβλίο».

Μια σημαντική αλλαγή στην περιοχή του Κουκακίου ήταν η πεζοδρόμηση δύο κεντρικών οδών μέσα στην τετραετία 1987-1991. Αρχικά της οδού Δράκου, στην περιοχή της Γαργαρέττας και, δύο περίπου χρόνια μετά, της οδού Γεωργάκη Ολυμπίου, η συμβολή της οποίας με την οδό Βεΐκου ήταν η καρδιά της συνοικίας του (παλαιότερου πυρήνα του) Κουκακίου. Και οι δύο (πεζοδρομημένες σήμερα) οδοί είναι κάθετες στους δύο κεντρικούς οδικούς άξονες της Βεΐκου και της Δημητρακοπούλου. Λίγο μετά την πεζοδρόμηση, άρχισαν να εμφανίζονται δειλά τα πρώτα καφέ. Πιο πριν, δεν υπήρχαν πολλά μέρη στο Κουκάκι για να καθίσει κανείς. «Ήταν περισσότερο παλαιού τύπου καφενεία, με κάποιους ηλικιωμένους που έπαιζαν τάβλι ή χαρτιά και καθόλου γυναίκες», θυμάται η κυρία Β. «Ένα τέτοιο υπήρχε και στη Δράκου, γωνία με Δημητρακοπούλου. Δεν είχε καμία σχέση με τα τωρινά μαγαζιά αυτού του δρόμου. Απ’ έξω, επί της Δράκου, όταν δεν είχε ακόμα πεζοδρομηθεί, υπήρχε και μια πιάτσα ταξί κι έτσι το καφενείο, εκτός από θαμώνες, εξυπηρετούσε και τους ταξιτζήδες όσο περίμεναν πελάτες». Το καφενείο έκλεισε όταν άρχισαν οι εργασίες πεζοδρόμησης και το διαδέχτηκε, αμέσως μετά την ολοκλήρωση του έργου, το 1988, μία ιταλικού τύπου gelateria-καφέ, το Firenze, που «ήταν το πρώτο μαγαζί που προσέλκυσε και κόσμο εκτός της γειτονιάς», σύμφωνα με την κυρία Β. Μέσα στην επόμενη επταετία, ο πεζόδρομος της Δράκου αποτελούσε πια το κέντρο του Κουκακίου.

Ο πεζόδρομος της Δράκου έπαψε να είναι η «καρδιά» του Κουκακίου πολύ αργότερα. Με την κατασκευή του νέου Μουσείου Ακρόπολης στου Μακρυγιάννη, το 2009, πραγματοποιήθηκε και η πεζοδρόμηση της ομώνυμης οδού. «Ο νέος αυτός πεζόδρομος πήρε πάρα πολύ κόσμο από την Δράκου», σημειώνει ο κύριος Γ. «Λόγω του μουσείου και της πεζοδρόμησης της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η Μακρυγιάννη, εκτός από ανθρώπους της γειτονιάς ή τουρίστες, μαζεύει και πάρα πολλούς κατοίκους άλλων περιοχών που δεν είναι θαμώνες, απλώς έρχονται καμιά φορά για τη βόλτα τους», λέει η κυρία Β.

Εικόνες 13-16: Οι πεζόδρομοι Δράκου και Γεωργάκη Ολυμπίου


Εικόνα 13: Ο πεζόδρομος της οδού Δράκου

Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020

Το 2000, η περιοχή ήταν από τις πρώτες αθηναϊκές γειτονιές που απέκτησαν μετρό και, μάλιστα, δύο σταθμούς που την εξυπηρετούσαν (σταθμός Συγγρού-Φιξ και σταθμός Ακρόπολη). Παρά την ήδη καλή συγκοινωνία προς και από το κέντρο, το μετρό έδωσε σταδιακά τη δυνατότητα, όσο άνοιγαν νέοι σταθμοί και αλλού, να γίνει το Κουκάκι εύκολα προσβάσιμο από πλήθος κατοίκων διαφορετικών περιοχών. «Είναι μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές στην περιοχή μας», λέει η κυρία Β., ενώ ο κύριος Γ. συμπληρώνει πως «ήταν καταλυτικό και για άλλες αλλαγές αργότερα. Για παράδειγμα, το Airbnb δεν θα αναπτυσσόταν τόσο αν τα διαμερίσματα δεν ήταν κοντά σε μετρό». Ο κύριος Ε. αναφέρει επίσης: «Οι φίλοι μου από το χωριό, όταν θέλουν να βρεθούν στην Αθήνα, έρχονται όλοι από διαφορετικές περιοχές στο σταθμό Συγγρού-Φιξ γιατί είναι κάτι που τους εξυπηρετεί όλους».

Η κατασκευή του νέου Μουσείου Ακρόπολης έφερε μεγάλη αλλαγή στην περιοχή. Η κυρία Β. παρατηρεί πως πριν τη δημιουργία του μουσείου «το Κουκάκι δεν ήταν τουριστική περιοχή. Είχε κάποια ξενοδοχεία αλλά τα πούλμαν έφταναν μέχρι την Διονυσίου Αρεοπαγίτου». Στο ίδιο πνεύμα, ο κύριος Γ. συμπληρώνει: «πήρε τον κόσμο από την Διονυσίου Αρεοπαγίτου και τον έφερε λίγο πιο κάτω, κάτι που γίνεται αντιληπτό στο τέλος της Βεΐκου, ως τον Άγιο Ιωάννη». Ωστόσο, η κυρία Β. παρατηρεί πως μαζί με τον κόσμο «έφερε και πρόβλημα κυκλοφορίας, ρύπανση και έλλειψη θέσεων στάθμευσης». Ο κύριος Δ. είναι γιατρός 42 ετών, κάτοικος της περιοχής από τη γέννησή του. Παράλληλα, δραστηριοποιείται στο κατάστημα που από το 1963 διατηρεί η οικογένειά του στη Γαργαρέττα. Στον αντίποδα της προηγούμενης άποψης, θεωρεί το μουσείο «ένα στολίδι για την περιοχή, σύγχρονο, που μας γεμίζει υπερηφάνεια». Ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο θα το αξιολογήσει κανείς, το σίγουρο είναι πως το τρίγωνο Χατζηχρήστου/Ροβέρτου Γκάλλι – Μακρυγιάννη – Διονυσίου Αρεοπαγίτου, που ήταν κάποτε ένα εξαιρετικά ήσυχο σημείο, έχει γίνει από τα πιο πολυσύχναστα και ελκυστικά μέρη όχι μόνο του Κουκακίου αλλά ολόκληρης της Αθήνας.

Οι δύο πιο πρόσφατες αλλαγές στο Κουκάκι, που συνέβησαν μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, ήταν η προαναφερθείσα εξέλιξη της Γεωργάκη Ολυμπίου σε πολύ ζωντανή «πιάτσα» και η εμφάνιση και εξάπλωση του Airbnb. Ο κύριος Ε. παρατηρεί πως η γειτονιά είναι ιδανική για Airbnb, καθώς βρίσκεται κοντά τόσο σε αξιοθέατα όσο και στο μετρό. Ο κύριος Γ. συμπληρώνει ότι «στην αρχή, προτού πάρει διαστάσεις το φαινόμενο, εξαιτίας του ότι το Κουκάκι ήταν μία σχετικά φτηνή περιοχή, ίσως και οι τιμές στο Airbnb να ήταν ανταγωνιστικές, και έτσι να σκαρφάλωσε γρήγορα σε πέμπτη συνοικία παγκοσμίως στην προτίμηση των Airbnb επισκεπτών». Ο κύριος Δ. αντιμετωπίζει το φαινόμενο ως μία πολύ ευχάριστη εξέλιξη για την περιοχή: «Το να βλέπεις τουρίστες να έρχονται να μείνουν σε σπίτια που είναι στην πολυκατοικία μας ή γύρω από αυτήν, ανάμεσά μας, δεν είναι αρνητικό. Είναι άνθρωποι που προσφέρουν στο Κουκάκι, έχουν να του δώσουν κάτι, να το δουν και αργότερα να το διαδώσουν στους ανθρώπους τους όταν γυρίσουν πίσω. Και μόνο για αυτήν τη διαφήμιση, αξίζει να έχουμε το Airbnb». Η κυρία Β. διατηρεί τις επιφυλάξεις της: «Κινδυνεύουν να εκδιωχθούν άνθρωποι που μένουν πολλά χρόνια στο Κουκάκι ως ενοικιαστές, είτε ζουν με το φόβο μιας μεγάλης αύξησης του ενοικίου τους. Επιπλέον, οι τουρίστες που έρχονται δεν ξοδεύουν χρήματα απαραίτητα στα καταστήματα της γειτονιάς. Μπορεί να πάρουν ό,τι χρειάζονται από μία αλυσίδα supermarket και όχι έναν Κουκακιώτη έμπορο». Ο κύριος Δ. ισχυρίζεται, όμως, πως πολλοί τουρίστες επισκέπτονται το οικογενειακό ζαχαροπλαστείο. «Οι άνθρωποι αυτοί ψάχνονται αρκετές ώρες την ημέρα να δουν τι άλλο υπάρχει πέριξ του καταλύματός τους. Περπατώντας, βλέπουν καταστήματα, μπαίνουν μέσα, ρωτούν, μαθαίνουν, αγοράζουν. Αφιερώνουν χρόνο και χρήμα στα καταστήματα και στους χώρους εστίασης που βρίσκονται κοντά στο κατάλυμά τους».

Εικόνες 17-19 : Ίχνη βραχυπρόθεσμων ενοικιάσεων στη γειτονιά


Εικόνα 17 : Ίχνη βραχυπρόθεσμων ενοικιάσεων στη γειτονιά

Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020

Σύμφωνα με ιδιοκτήτη κομμωτηρίου στην Γεωργάκη Ολυμπίου, το κατά πόσο ένα κατάστημα αυξάνει την πελατεία του λόγω Airbnb σχετίζεται με το προσφερόμενο προϊόν. «Τα κορίτσια στο διπλανό καφέ-μπαρ έστησαν άρον άρον μία κουζίνα, προκειμένου να σερβίρουν πρωϊνό και brunch και εξυπηρετούν τουρίστες του Airbnb. Εγώ, πάλι, κουρεύω τους ίδιους που κούρευα και παλαιότερα» [2].

Ο κύριος Ε. εκτιμά πως «κάθε πολυκατοικία έχει και ένα διαμέρισμα Airbnb» και ανησυχεί για το αίσθημα ανασφάλειας που αυτό μπορεί να δημιουργεί. «Δεν ξέρεις ποιος μένει δίπλα στο σπίτι σου. Και, επίσης, κάποιοι από αυτούς μπορεί να μην σεβαστούν τους κανόνες καλής συμβίωσης, σε θέματα όπως η ησυχία και η καθαριότητα». Για τον κύριο Γ., ο οποίος δεν εργάζεται στην περιοχή αλλά δραστηριοποιείται ως μεσίτης, το φαινόμενο είναι στο μεγαλύτερο μέρος του θετικό αλλά χρειάζεται ένα αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο, έτσι ώστε τα ποικίλα οφέλη να μην συνοδεύονται από δυσάρεστες επιπτώσεις. «Στο Βερολίνο όπου ζούσα μέχρι πρόσφατα, το φαινόμενο είχε εξαπλωθεί πάρα πολύ, όχι σε συγκεκριμένες περιοχές αλλά στην έκταση ολόκληρης της πόλης, κάνοντας σχεδόν αδύνατη την εύρεση μόνιμης κατοικίας. Ελήφθησαν μέτρα, τα οποία απέδωσαν. Έτσι, τώρα, μπορείς να βρεις και Airbnb ως τουρίστας αλλά και μόνιμη κατοικία ως κάτοικος». Ο κύριος Γ. δεν ανησυχεί για πιθανή αλλοίωση της περιοχής και μετατροπή της σε τόπο τουριστών: «Νομίζω πως ακόμα κρατιέται σε ισορροπία. Υπάρχει και υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης στο Κουκάκι».

Μία συνέπεια των μεταβολών που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στο Κουκάκι είναι πως ανοίγουν ολοένα και περισσότεροι χώροι αναψυχής, πλέον όχι μόνο στους προαναφερθέντες πολυσύχναστους πεζοδρόμους. «Η Φαλήρου, ο δρόμος των φανοποιείων και των συνεργείων, είναι πλέον ο δρόμος των μπαρ», παρατηρεί η κυρία Β. Για κάποιους από τους συνομιλητές, η πιθανότητα Μακρυγιάννη, Δράκου και Ολυμπίου να «ενωθούν» καθώς οι κάθετοι σε αυτές δρόμοι θα γεμίσουν χώρους διασκέδασης, αρχίζει να μοιάζει σοβαρή. «Η χρήση του Κουκακίου αλλάζει», λέει μελαγχολικά η κυρία Β. «Από τόπος διαμονής γίνεται τόπος διέλευσης». Με μία πρώτη ματιά, ένα κατάστημα αναψυχής με τραπεζάκια και καρέκλες σε προτρέπει να κάνεις στάση και να παραμείνεις λίγη ώρα σε αυτό, διακόπτοντας το περπάτημά σου. Ένα κατάστημα με είδη πρώτης ανάγκης μοιάζει με αναπόσπαστο κομμάτι της διαδρομής σου. Όμως, υπάρχει εδώ ένα παράδοξο: οι πολλοί χώροι «για να σταθείς» σηματοδοτούν τελικά ένα πέρασμα στο οποίο μπορεί να κάνεις στάσεις χωρίς ωστόσο να ριζώνεις. Η κυρία Ζ., ποιήτρια και κάτοικος της Δράκου, θεωρεί πως τα καφέ ενίσχυσαν την αίσθηση της γειτονιάς. «Γνωριστήκαμε μεταξύ μας οι γείτονες. Συζητήσαμε για κάθε ελαφρύ ή βαρύ θέμα, παίξαμε τάβλι, αλλά ξεκινήσαμε και αγώνες. Ωραίους αγώνες για την περιοχή μας και ακομμάτιστους. Άλλους με επιτυχία και άλλους χωρίς. Κάναμε τη Λέσχη Φιλίας, προσπαθήσαμε ανεπιτυχώς να απομακρύνουμε τις κεραίες της κινητής τηλεφωνίας, καταφέραμε να μπει φανάρι για τους πεζούς στη Συγγρού». «Ρώτα την να σου πει και που φυτέψαμε όλοι μαζί το κηπάκι μας», είχε προτείνει νωρίτερα ο κύριος Ε. [3].

Τα πιο ζωντανά αστικά τοπία είναι εκείνα που εγκλωβίζουν μέσα τους μία αντίφαση. Το να περιγραφεί μονοσήμαντα το Κουκάκι, τόσο ζωντανό και διαρκώς μεταβαλλόμενο, είναι αδύνατο. Το να αξιολογηθούν απόλυτα, ανεξάρτητα από το πρόσημο, φαινόμενα που οι επιδράσεις τους διαχέονται προς διάφορες κατευθύνσεις είναι ιδιαιτέρως δύσκολο ενώ ρισκάρει να είναι απλοϊκό και μονομερές. Σφηνωμένο μεταξύ του σπουδαιότερου μνημείου και άχαρων γραφείων, το Κουκάκι αλλάζει μορφές μέσα σε μια ανάσα δρόμο. Ήσυχη περιοχή αλλά και «υπαίθριο πάρτυ», «μπιζουτιέρα» νεοκλασικών κοσμημάτων αλλά και «τσιμεντούπολη», «παγκόσμια γειτονιά» αλλά και γειτονιά με τους ίδιους κατοίκους ακόμα και για πάνω από πενήντα χρόνια. Ίσως, τελικά, το ερώτημα εάν από τόπος διαμονής το Κουκάκι μεταλλάσσεται σε τόπο διέλευσης να μην χρειάζεται να απαντηθεί. Γιατί, καμιά φορά, τα «πολύχρωμα» περάσματα είναι οι τόποι που αξίζει να ερωτευτεί κανείς και να ριζώσει.

[1] Μεταξύ των κατοίκων της περιοχής, παρατηρήθηκε διάσταση των απόψεων σχετικά με το εάν η ταξική διαφοροποίηση έχει σήμερα οξυνθεί ή αμβλυνθεί.

[2] Συνομιλία του συγγραφέα με τον ιδιοκτήτη του κομμωτηρίου, σε μορφή ελεύθερης συζήτησης και όχι σε μορφή συνέντευξης. Αποδίδεται από μνήμης.

[3] Στον πεζόδρομο της Δράκου, οι ευκάλυπτοι υπήρχαν από πολύ παλιά. Ωστόσο, η νησίδα στην οποία ήταν φυτεμένοι αποτελούνταν μόνο από χώμα και δεν είχε περίφραξη. Με πρωτοβουλία των κατοίκων, αγορά των υλικών και εθελοντική εργασία, ο χώρος γέμισε με φυτά και προστατεύθηκε με έναν μικρό ξύλινο φράχτη.

Αναφορά λήμματος

Δημητρόπουλος, Γ. (2020) Το Κουκάκι μέσα από τα μάτια επτά κατοίκων του: Τόπος διαμονής και διέλευσης, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/κουκάκι-τόπος-διαμονής-και-διέλευσης/ , DOI: 10.17902/20971.96

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Βουγιούκα, Μ., & Μεγαρίδης, Β. (2006). Κουκάκι, Φιλοπάππου, Γαργαρέττα. Αθήνα: Φιλιππότη.
  • Γιοχάλας, Θ., & Καφετζάκη, Τ. (2012). Αθήνα: Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/04/tx139_40.jpg 750 1000 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-04-30 10:32:252024-03-16 00:48:00Κουκάκι: Τόπος διαμονής και διέλευσης

H κοινωνική κατοικία στον Ταύρο

30/04/2020/in Στέγαση, Γειτονιές Μυωφά Νικολίνα Στέγαση, Γειτονιές /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Η περιοχή μελέτης υπήρξε ένας από τους συνοικισμούς που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα (όπως εκείνοι του Δουργουτίου, του Ασυρμάτου, των Αμπελοκήπων κ.ά.) για τη στέγαση των Μικρασιατών προσφύγων της δεκαετίας του 1920. Η εγκατάσταση των προσφύγων έγινε είτε με αυτοστέγαση σε παραπήγματα, είτε οργανωμένα στις κατοικίες που κατασκευάστηκαν από το κράτος. Τα επόμενα χρόνια η γειτονιά δέχθηκε σημαντικό αριθμό εσωτερικών μεταναστών, ενώ από το 1950 ξεκίνησε η σταδιακή ανέγερση των προσφυγικών και εργατικών πολυκατοικιών για τη στέγαση όσων κατοικούσαν σε παραπήγματα. Σε αντίθεση με άλλους προσφυγικούς συνοικισμούς (όπως για παράδειγμα του Ιλισσού, του Πολυγώνου, των Κουντουριώτικων) που κατεδαφίστηκαν και τα ίχνη τους χάθηκαν αφού ενσωματώθηκαν πλήρως στην ευρύτερη περιοχή τους, ο Ταύρος κατάφερε με τη δημιουργία των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας να παραμείνει μια ιδιαίτερη γειτονιά σε σχέση με την ευρύτερη περιοχή της.

Η θέση της γειτονιάς

Η γειτονιά των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας στον Ταύρου βρίσκεται στο νότιο τμήμα της ομώνυμης Δημοτικής Ενότητας του Δήμου Μοσχάτου-Ταύρου [1]. Είναι χωροθετημένη σε κομβικό σημείο εύκολα προσπελάσιμο από την οδό Πειραιώς, ενώ η απόσταση από το κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά είναι μικρή (3,5 χλμ. από την πλατεία Συντάγματος και 5 χλμ. από την πλατεία Κοραή αντίστοιχα) (Χάρτης 1).

Χάρτης 1: Η γειτονιά

Ο συνολικός αριθμός των πολυκατοικιών (προσφυγικών και εργατικών) που κατασκευάστηκαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1980, και αποτελούν τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας της γειτονιάς, είναι 88 (Χάρτης 2).

Χάρτης 2: Τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου

Η ιστορία της γειτονιάς: εγκατάσταση των προσφύγων τη δεκαετία του 1920

Ο προσφυγικός συνοικισμός του Ταύρου δημιουργήθηκε σε εκτός σχεδίου έκταση της πόλης της Αθήνας από πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Ελλάδα με τη Μικρασιατική Καταστροφή από τη Σμύρνη, την Αττάλεια, το Ικόνιο κ.α. Ο Ταύρος παλαιότερα ονομαζόταν συνοικισμός «Νέων Σφαγείων» [2] και ανήκε διοικητικά στο Δήμο Αθηναίων (Βαρελίδης, 1999: 314). Όμως, από το 1934 αποσπάστηκε και αποτέλεσε αυτόνομη Κοινότητα. Το 1935 «το Κοινοτικό Συμβούλιο με ομόφωνη απόφασή του […] είχε ζητήσει την απαλλαγή του ονόματος “Ν. Σφαγείων” από την Κοινότητα σαν κακόηχο και την μετονομασία της σε Κοινότητα Ταύρου» (Σούτος, 1983: 238). Η πιθανότερη εκδοχή για την ετυμολογία της ονομασίας Ταύρος είναι αυτή που τη συνδέει με την οροσειρά του Ταύρου στη νότια Τουρκία. Άλλωστε τμήμα της οροσειράς βρίσκεται στην Αττάλεια και στη Μερσίνη (Ελευθερουδάκης, 1931: 55), περιοχές από τις οποίες μεγάλος αριθμός προσφύγων εγκαταστάθηκε στον Ταύρο.

Πριν από την εγκατάσταση των προσφύγων, η περιοχή ήταν ακατοίκητη. «Στην περιοχή αυτή, ανάμεσα στην Αθήνα και στον Πειραιά, τη γεμάτη από λάσπες και χωράφια σπαρμένα [….] ήλθαν να εγκατασταθούν οι πρώτοι κάτοικοί της, άνθρωποι δυστυχισμένοι και κυνηγημένοι, ξεριζωμένοι από τα πάτρια εδάφη τους » (Σούτος, 1983: 105). Η εγκατάσταση των προσφύγων στον Ταύρο -η οποία ξεκίνησε το 1922 και ολοκληρώθηκε το 1927- έγινε κυρίως σε παραπήγματα που κατασκεύασε είτε το κράτος, είτε οι ίδιοι οι πρόσφυγες με αυτοστέγαση. Οι επιμέρους περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες χωρίζονταν με βάση τα συγκροτήματα, αλλά και τις ενορίες [3] στις οποίες εντάχθηκαν. Έτσι προέκυψαν οι περιοχές: παραγκούπολη «Παναγίτσας», «Γερμανικά» παραπήγματα (Κάτω Νέα Σφαγεία) και «Εσταυρωμένου» (Άνω Νέα Σφαγεία) [4]  (Εικόνα 1).

Η πρώτη ομάδα παραπηγμάτων, η παραγκούπολη της «Παναγίτσας», βρισκόταν νοτιοανατολικά της οδού Πειραιώς και η δεύτερη ομάδα, τα «Γερμανικά» παραπήγματα, βορειοδυτικά της οδού Πειραιώς (Εικόνα 1). Αυτές οι δυο εκτάσεις ανήκαν στις λεγόμενες «εθνικές γαίες», οι οποίες με την ίδρυση του νεοελληνικού Κράτους το 1827 περιήλθαν στη δικαιοδοσία του Δημοσίου, το οποίο τις παραχώρησε στους Μικρασιάτες πρόσφυγες για να στεγαστούν. Η πρώτη εγκατάσταση των προσφύγων έγινε στην παραγκούπολη της «Παναγίτσας» (Εικόνες 2 & 3) με αυτοστέγαση, ενώ ακολούθησε την περίοδο 1925-1927 η εγκατάσταση στα «Γερμανικά», που ήταν πιο οργανωμένη και μεκαλύτερες κατασκευές. Τα «Γερμανικά» ήταν προκατασκευασμένοι ξύλινοι οικίσκοι [5] που δόθηκαν ως αποζημίωση από τη Γερμανία για τις καταστροφές του Α΄ΠΠ (Σούτος, 1983: 93, 105-109).

Εικόνα 1: Οι τέσσερις περιοχές εγκατάστασης των προσφύγων στον Ταύρο

Εικόνα 1: Οι τέσσερις περιοχές εγκατάστασης των προσφύγων στον Ταύρο. Πηγή: Παπαδοπούλου, Σαρηγιάννης, 2006 και ιδία επεξεργασία

Πηγή: Παπαδοπούλου, Σαρηγιάννης, 2006: 183 και ιδία επεξεργασία

Εικόνες 2-4: Η παραγκούπολης της Παναγίτσας



Η εγκατάσταση των προσφύγων, που αποτελούσαν φτηνό εργατικό δυναμικό, στον Ταύρο προσέλκυσε εργοστάσια στην περιοχή και τη μετέτρεψε σταδιακά σε σημαντική βιομηχανική-βιοτεχνική ζώνη. Επιπλέον, η ύπαρξη των σφαγείων στον Ταύρο προσέλκυσε βιοτεχνίες σχετικές με την επεξεργασία του δέρματος.

Εγκατάσταση εσωτερικών μεταναστών τη μεταπολεμική περίοδο στην έκταση των πρώην Φυλακών Συγγρού

Στον Ταύρο άρχισαν να εισρέουν εσωτερικοί μετανάστες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας λόγω του Εμφυλίου πολέμου και λόγω της ανάγκης για εύρεση εργασίας. Άλλωστε, στην περιοχή υπήρχαν τα Δημοτικά Σφαγεία, καθώς και αρκετές βιοτεχνίες όπου μπορούσαν οι νεοαφιχθέντες πληθυσμοί να απασχοληθούν. Οι εσωτερικοί μετανάστες που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να κατοικήσουν αλλού, έβρισκαν στέγη στην εγκαταλελειμμένη έκταση των πρώην Φυλακών Συγγρού [6]. Εγκαθίστανται στο χώρο των πρώην φυλακών ήδη από το 1945, κάνοντας κατάληψη στα υφιστάμενα εγκαταλελειμμένα κτίσματα (κελιά) ή κατασκευάζοντας μόνοι τους πρόχειρες κατοικίες μέσα στην έκταση. Σύντομα συγκεντρώθηκαν σε αυτό το χώρο πάνω από 200 οικογένειες (Σούτος, 1983: 211).

Το κράτος κατέβαλλε προσπάθειες απομάκρυνσης των οικιστών από την έκταση αυτή ήδη από το 1950. Ωστόσο, οι νέοι αυτοί κάτοικοι είχαν ιδρύσει Σύλλογο «Ακτημόνων Οικιστών τέως Φυλακών Συγγρού» με κύριο αίτημα τη στέγασή τους χωρίς την απομάκρυνσή τους από την περιοχή. Οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής, όμως, διαφωνούσαν με την κατάληψη της έκτασης και θεωρούσαν ότι οι οικιστές προσπαθούσαν να ιδιοποιηθούν το χώρο αυτό, ενώ στην πραγματικότητα είχαν τη δυνατότητα να στεγαστούν αλλού (Σούτος, 1983: 212).

Το 1955 ο πρωθυπουργός Σοφοκλής Βενιζέλος πρότεινε τη δημιουργία λαϊκών πολυκατοικιών στην έκταση αυτή για τη στέγαση των οικιστών των πρώην φυλακών. Εντέλει, μετά από πίεση του συλλόγου προς τους ιθύνοντες, κατεδαφίστηκαν τα οικήματα στο χώρο και ανεγέρθηκαν εννέα πολυκατοικίες για τη στέγασή τους. Η κατασκευή των πολυκατοικιών ολοκληρώθηκε το 1959 και τα διαμερίσματα δόθηκαν στους δικαιούχους το διάστημα 1960-1961, με τη διαδικασία της κλήρωσης (Εικόνα 5) (Σούτος, 1983: 213-214).

Εικόνα 5: Πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου και μια από τις εργατικές πολυκατοικίες που ανεγέρθηκαν στη θέση των πρώην Φυλακών Συγγρού

Η εξέλιξη της γειτονιάς με τη δημιουργία των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας

Οι πρώτες πολυκατοικίες που κατασκευάστηκαν στο συνοικισμό του Ταύρου μετά από την κατεδάφιση τμήματος της παραγκούπολης της «Παναγίτσας» ανεγέρθηκαν το 1936 και το 1950 στο Οικοδομικό Τετράγωνο (ΟΤ) 1Γ [7], δηλαδή μεταξύ των οδών Πειραιώς-Θράκης-Κλαζομενών και Καραϊσκάκη, σε έκταση 9.687 τ.μ. (Εικόνες 1, 6α και 6β. Σε αυτές τις οκτώ πολυκατοικίες στεγάστηκαν πρόσφυγες που κατοικούσαν κυρίως στην παραγκούπολη της «Παναγίτσας» (Σούτος, 1983: 105). Όπως ανέφεραν πληροφορητές  (Μυωφά, 2019), το συγκρότημα αυτό ήταν γνωστό ως τα «διώροφα του Μεταξά», αφού κατασκευάστηκαν την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά (Εικόνα 7).

Εικόνα 6α: Σχέδιο του ΟΤ 1Γ πριν την ανάπλαση

Εικόνα 6β: Σχέδιο του ΟΤ 1Γ μετά την ανάπλασηΕικόνα 7: Το συγκρότημα των πρώτων προσφυγικών πολυκατοικιών στον Ταύρο

Από αυτές τις πολυκατοικίες, οι έξι ήταν διώροφες και ανεγέρθηκαν από το Υπουργείο Πρόνοιας το 1936, ενώ οι υπόλοιπες δύο ήταν τριώροφες και κατασκευάστηκαν από το Υπουργείο Ανοικοδομήσεως το 1950. Ο συνολικός αριθμός των διαμερισμάτων ήταν 136 (100 διαμερίσματα στις διώροφες και 36 στις τριώροφες) και το εμβαδό τους ήταν πολύ μικρό, αφού κυμαινόταν από 39-45 τ.μ. στις διώροφες και από 35-56 τ.μ. στις τριώροφες (Λουκόπουλος κ.ά., 1990: 33).

Χαρτης 3: Τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου ανά περίοδο κατασκευής

Από τη δεκαετία του 1950 ξεκίνησε σταδιακά η ανέγερση των συγκροτημάτων προσφυγικής κατοικίας στη θέση των παραπηγμάτων ύστερα από κατεδάφισή τους, αλλά και σε έκταση που περιήλθε στο δημόσιο έπειτα από απαλλοτρίωση. Αρχικά, το διάστημα 1953-1954 ανεγέρθηκαν πέντε πολυκατοικίες, τριών και τεσσάρων ορόφων σε τμήμα της έκτασης όπου ήταν χωροθετημένα τα «Γερμανικά» παραπήγματα. Την περίοδο 1956-1957, πραγματοποιήθηκε η ανοικοδόμηση 32 τετραώροφων πολυκατοικιών στην έκταση του ορφανοτροφείου Χατζηκώστα, η οποία περιήλθε στο Υπουργείο Πρόνοιας μετά από απαλλοτρίωση (Σούτος, 1983: 105, 192).Στη συνέχεια ξεκίνησε ευρύ πρόγραμμα κατεδάφισης των παραπηγμάτων στην παραγκούπολη της «Παναγίτσας». Στη θέση των πρόχειρων κατασκευών ανεγέρθηκαν 12 τετραώροφες πολυκατοικίες την περίοδο 1966-1967, ενώ την περίοδο 1969-1971 ανεγέρθηκαν οι υπόλοιπες 8 (Σούτος, 1983: 106) (Χάρτης 3). Οι πολυκατοικίες της δεύτερης περιόδου κατασκευάστηκαν την περίοδο της δικτατορίας και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους σε σχέση με τις υπόλοιπες, είναι ότι αποτελούνται από πολυώροφα κτήρια. Πιο συγκεκριμένα, το συγκρότημα αυτό αποτελείται από δύο εξαώροφες, τρεις επταώροφες και άλλες τρεις δεκαώροφες πολυκατοικίες (Χάρτης 4).

Τα «Γερμανικά» παραπήγματα ήταν τα τελευταία που κατεδαφίστηκαν στην περιοχή. Η κατεδάφισή τους ξεκίνησε την περίοδο 1962-1964, ενώ η ανέγερση του συγκροτήματος των πολυκατοικιών έγινε την περίοδο 1969-1971 (Χάρτης 3). Το συγκρότημα αυτό αποτελείται από 19 πολυκατοικίες εξαώροφες, επταώροφες και εντεκαώροφες (Χάρτης 4).

Τα διαμερίσματα δίνονταν στους δικαιούχους, πρόσφυγες και εσωτερικούς μετανάστες, οι οποίοι έπρεπε να αποπληρώσουν ένα ποσό (ίσο με το κόστος κατασκευής) για να πάρουν το τελικό παραχωρητήριο και επομένως να έχουν το δικαίωμα μεταβίβασης ή πώλησης της κατοικίας τους.

Χαρτης 4: Αριθμός ορόφων ανά πολυκατοικία στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου

Ανάπλαση ΟΤ 1Γ στον Ταύρο

Στον Ταύρο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, υλοποιήθηκε η ανάπλαση [8] του συγκροτήματος των οκτώ παλαιών προσφυγικών πολυκατοικιών του ΟΤ 1Γ, που είχαν ανεγερθεί από τα Υπουργεία Κοινωνικών Υπηρεσιών και Ανοικοδομήσεως. Το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε μέσω της συνεργασίας ΔΕΠΟΣ-Δήμου Ταύρου με τη μορφή κοινοπραξίας και αποτελεί το μεγαλύτερης κλίμακας έργο ανάπλασης με κοινωνικούς όρους της ΔΕΠΟΣ [9] (Βαρελίδης, 2001: 24).

Το έργο ξεκίνησε μετά από αίτημα του Δήμου Ταύρου προς τη ΔΕΠΟΣ, αφού είχε προηγηθεί συζήτηση με τους κατοίκους, οι οποίοι είχαν εκφράσει σύμφωνη γνώμη για την υλοποίηση του (Λουκόπουλος κ.ά., 1990: 34). Το αίτημα προς τη ΔΕΠΟΣ έγινε γιατί το ΟΤ 1Γ ήταν το πλέον υποβαθμισμένο κομμάτι του Ταύρου, με έντονα κοινωνικά προβλήματα (για παράδειγμα, περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας), και το εισόδημα των ωφελούμενων ιδιοκτητών ήταν χαμηλό, ενδεικτικό της οικονομικής τους αδυναμίας να προβούν στα απαραίτητα έργα αναβάθμισης των διαμερισμάτων και ανάπλασης των κοινόχρηστων χώρων (Βαρελίδης, 1987). Οι νέοι σε ηλικία κάτοικοι που είχαν την οικονομική δυνατότητα εγκατέλειπαν την κατοικία τους, με αποτέλεσμα όσοι συνέχιζαν να μένουν στις πολυκατοικίες αυτές να ήταν κυρίως όσοι είτε δεν ήθελαν είτε δεν μπορούσαν να φύγουν για οικονομικούς λόγους (Βαρελίδης, 2001: 18). Επιπλέον, το γεγονός ότι η πλειονότητα των ιδιοκτητών κατοικούσε στα διαμερίσματα αυτά σε συνθήκες συνωστισμού (αφού η επιφάνεια των κατοικιών ήταν πολύ μικρή) σε συνδυασμό με την παλαιότητά τους (το οικιστικό απόθεμα ήταν πολύ παλιό και είχε υποστεί έντονες φθορές) αποδεικνύει την ανάγκη που υπήρχε για μετεγκατάσταση των κατοίκων σε νέες κατοικίες με καλύτερες συνθήκες στέγασης (Βαρελίδης, 1999: 320). Συνεπώς, η κατάσταση πριν από την ανάπλαση ήταν πολύ δύσκολη για τους κατοίκους του ΟΤ 1Γ και επομένως ήταν απαραίτητη η δημόσια παρέμβαση.

Η υλοποίηση του έργουτης ανάπλασης αντιμετώπισε αρκετές δυσκολίες. Η έλλειψη προηγούμενης εμπειρίας από τέτοιας κλίμακας έργο, καθώς και μια σειρά ζητημάτων, όπως το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η μέθοδος διαπραγμάτευσης και η δυσκολία συνεργασίας με τους κατοίκους ήταν τα κυριότερα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν (Ρωμανός, 2000). Με βάση την απογραφή που διεξήγαγε η κοινοπραξία ΔΕΠΟΣ – Δήμου Ταύρου το 1982, τα 90 διαμερίσματα ιδιοκατοικούνταν και τα 46 νοικιάζονταν (Λουκόπουλος, 1990: 33). Μερικά από τα ζητήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν σε σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς ήταν η ύπαρξη πολλών κληρονόμων συνιδιοκτητών (περίπου 300 που έπρεπε να συμφωνήσουν ώστε να υλοποιηθεί το πρόγραμμα), οι ιδιοκτήτες χωρίς τίτλους ιδιοκτησίας (κυρίως όσοι δεν είχαν εξοφλήσει το ποσό για το διαμέρισμά τους στο αντίστοιχο Υπουργείο),οι ιδιοκτήτες που έλειπαν στο εξωτερικό και ήταν δύσκολη η επαφή μαζί τους, τα κενά διαμερίσματα κ.ά. Τα προβλήματα αυτά υπερπηδήθηκαν μέσω της δημιουργίας συνεταιρισμού και της συνεργασίας ΔΕΠΟΣ και δήμου με τη μορφή κοινοπραξίας (Ρωμανός, 2000).

Ένα ακόμη ζήτημα που έπρεπε να αντιμετωπιστεί από την κοινοπραξία ήταν η στέγαση των ιδιοκατοίκων μέχρι την ολοκλήρωση του έργου. Αποφασίστηκε λοιπόν η επιδότηση ενοικίου ως λύση στο πρόβλημα αυτό για όλο το διάστημα μέχρι την παράδοση των κατοικιών στους δικαιούχους (Βαρελίδης, 1999: 327).

Παρά τα προβλήματα που ανέκυψαν, η ανάπλαση του ΟΤ 1Γ στον Ταύρο, σε σχέση με τα υπόλοιπα έργα ανάπλασης της ΔΕΠΟΣ, «σημείωσε τη σχετικά μεγαλύτερη επιτυχία» (Ρωμανός, 2000: 199). Η επιτυχία είχε να κάνει με το γεγονός ότι η επέμβαση αυτή επέφερε ριζική αναβάθμιση του ΟΤ 1Γ, δόθηκαν επιπλέον τετραγωνικά στους δικαιούχους, καθώς και ότι συνεργάστηκαν επιτυχώς οι δυο φορείς (ό.π., 199).

Εντέλει, στη θέση των οκτώ πολυκατοικιών, κατασκευάστηκε ένα συγκρότημα από ισάριθμες νέες πολυκατοικίες (εξαώροφες και επταώροφες) με 144 διαμερίσματα για τη στεγαστική αποκατάσταση των παλαιών ιδιοκτητών (Εικόνα 7). Δόθηκαν διαμερίσματα πέντε τύπων, με μεγέθη από 67 έως 102 τ.μ. (Ρωμανός, 2000: 204). Τα διαμερίσματα των 67 τετραγωνικών δίνονταν στους δικαιούχους δωρεάν, ενώ για τα διαμερίσματα των περισσότερων τετραγωνικών έπρεπε να πληρώσουν ένα μικρό ποσό, η τιμή του οποίου ήταν μικρότερη του κόστους κατασκευής (ΔΕΠΟΣ-Βαρουτσής, 1990: 71-72). Η διανομή των διαμερισμάτων γινόταν με κλήρωση, με βάση όμως τα τετραγωνικά που επέλεγε ο κάθε ωφελούμενος. Μέσω της πώλησης τμήματος από το ανεγειρόμενο συγκρότημα για εμπορική χρήση, η Κοινοπραξία μπόρεσε να διαθέσει στους δικαιούχους διαμερίσματα περισσότερων τετραγωνικών (Βαρελίδης, 2001: 22-23).

Οι πολυκατοικίες που ανεγέρθηκαν αποτελούν το προτελευταίο συγκρότημα κοινωνικής κατοικίας που κατασκευάστηκε στην ευρύτερη περιοχή [10] (Εικόνα 8). Για την ακρίβεια, το 1991 ολοκληρώθηκε η κατασκευή των πολυκατοικιών και παραδόθηκαν τα διαμερίσματα στους δικαιούχους καθώς και κάποια καταστήματα. Το έργο της ανάπλασης περιλάμβανε και την κατασκευή της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης που ολοκληρώθηκε το 1996 και εξυπηρετούσε -τον ίδιο σκοπό όπως και τα καταστήματα- την κάλυψη δηλαδή του κόστους του έργου (Ρωμανός, 2000).

Εικόνα 8: Τμήμα του συγκροτήματος κοινωνικής κατοικίας στο ΟΤ 1Γ (αριστερά διακρίνεται η πίσω πλευρά της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης)

 Η γειτονιά σήμερα

Η γειτονιά τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί νέους κατοίκους είτε Έλληνες από άλλες περιοχές της χώρας, είτε μετανάστες από άλλες χώρες. Σήμερα οι κάτοικοι του Ταύρου αγοράζουν ή νοικιάζουν διαμέρισμα στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας. Οι αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεση της γειτονιάς έλαβαν χώρα, κυρίως, μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990 οπότε οι περισσότερες οικογένειες των δικαιούχων είχαν πλέον ολοκληρώσει την αποπληρωμή της οφειλής τους προς το Υπουργείο Πρόνοιας και, επομένως, μπορούσαν να μεταβιβάσουν ή να πουλήσουν την κατοικία τους. Ωστόσο, οι εισροές των μεταναστών δεν είναι τόσο έντονες όσο ορισμένοι κάτοικοι της γειτονιάς θεωρούν ότι είναι. Πιο συγκεκριμένα με βάση την απογραφή του 2011 το 12,9% του πληθυσμού αντιστοιχούσε σε μετανάστες από αναπτυσσόμενες χώρες. Το ποσοστό αυτό σε σχέση με το αντίστοιχο της άμεσης ευρύτερης περιοχής [11] (11,5%) είναι ελαφρώς υψηλότερο, ενώ σε σχέση με τον κεντρικό Δήμο της πόλης ήταν περίπου το μισό. Το 1991 και το 2001 η διαφορά ανάμεσα στα συγκροτήματα και στην ευρύτερη περιοχή τους ήταν περίπου ίδια αν και τα ποσοστά ήταν πολύ χαμηλότερα (ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ, 2015).

Παρά την εισροή, τα τελευταία χρόνια νέων κατοίκων, στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών αυτών συνεχίζουν να κατοικούν απόγονοι των πρώτων κατοίκων (Μικρασιατών προσφύγων και εσωτερικών μεταναστών), 3ης και 4ης γενιάς. Κάποιοι από αυτούς δεν διέμεναν ποτέ σε διαφορετική περιοχή από τη γειτονιά μελέτης [12], ενώ κάποιοι άλλοι μετακινήθηκαν σε άλλες περιοχές αλλά επέστρεψαν στη γειτονιά τους. Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα, παρατηρείται στον Ταύρο επιστροφή των απογόνων των δικαιούχων του Υπουργείου Πρόνοιας στο διαμέρισμα που κληρονόμησαν από τους γονείς ή τους παππούδες τους.

Η οικιστική και πολεοδομική εξέλιξη της γειτονιάς, σε σχέση με την άμεση ευρύτερη περιοχή της διαφέρει. Ωστόσο, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κατοίκων δεν διαφέρουν ιδιαίτερα (Πίνακας 1) όπως συμβαίνει εν γένει με τα συγκροτήματα στα παραδοσιακά προάστια της εργατικής τάξης στη δυτική Αθήνα, εκτός από τα ποσοστά των επαγγελματιών και των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι χαμηλότερα στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας (Kandylis et al., 2018: 91). Αντιθέτως, η διαφορά είναι λίγο μεγαλύτερη όσον αφορά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κατοίκων στα συγκροτήματα σε σχέση με το Δήμο Μοσχάτου-Ταύρου. Για παράδειγμα σύμφωνα με τον πίνακα 1 τα ποσοστά των ανειδίκευτων εργατών (κατηγορία 9 της ΕΛΣΤΑΤ), των ατόμων που ζουν σε ακραίες συνθήκες στέγασης (σε κατοικίες με επιφάνεια μέχρι 15 τ.μ. ανά άτομο, χωρίς μόνωση, χωρίς θέρμανση) και των μεταναστών από αναπτυσσόμενες χώρες είναι υψηλότερα στην κοινωνική κατοικία του Ταύρου σε σχέση με σύνολο του δήμου. Αντιθέτως, τα ποσοστά των επαγγελματιών, των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κατόχων απολυτηρίου λυκείου και επαγγελματιών είναι αρκετά χαμηλότερα στην κοινωνική κατοικία του Ταύρου σε σχέση με το σύνολο του Δήμου.

Πίνακας 1: Σύγκριση κοινωνικο-δημογραφικών δεδομένων στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου, τη γύρω περιοχή τους και το Δήμο Μοσχάτου-Ταύρου

Συμπερασματικά, τα συγκροτήματα των προσφυγικών και εργατικών πολυκατοικιών του Ταύρου συνιστούν μια ενότητα οικιστικά και πολεοδομικά, η οποία διαφέρει σημαντικά από την ευρύτερη περιοχή της όσον αφορά τα μορφολογικά χαρακτηριστικά. Οι πολυκατοικίες σε αυτές τις ενότητες είναι ως επί το πλείστον τεσσάρων ορόφων, διατεταγμένες με τρόπο που εξασφαλίζει επαρκή ηλιακό φωτισμό και φυσικό αερισμό, ενώ υπάρχει πρόβλεψη για τη δημιουργία ελεύθερων χώρων ανάμεσα στα κτίρια των συγκροτημάτων αυτών και στη ρυμοτόμηση της περιοχής. Αντιθέτως, οι διαφορές είναι λιγότερο έντονες όσον αφορά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κατοίκων .

Το κείμενο αυτό βασίζεται στην ποιοτική έρευνα, μέσω συνεντεύξεων σε κατοίκους της γειτονιάς, που πραγματοποίησε η συγγραφέας το διάστημα Απρίλιος 2016 έως Μάιος 2017 στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής που εκπόνησε στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο (Μυωφά, 2019) με επιβλέποντα καθηγητή τον Θωμά Μαλούτα (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο) και μέλη της τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής τον καθηγητή Παύλο-Μαρίνο Δελλαδέτσιμα (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο) και τον ερευνητή Β’ βαθμίδας Γιώργο Κανδύλη (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών).

[1] Ο Ταύρος ήταν αυτόνομος δήμος από το 1943 έως το 2010, οπότε ενώθηκε με το Μοσχάτο στο πλαίσιο του προγράμματος «Καλλικράτης» και πλέον αποτελεί τμήμα του ευρύτερου Δήμου Μοσχάτου-Ταύρου (ΦΕΚ 87Α/07.06.2010).

[2] Η ονομασία «Νέα Σφαγεία» προήλθε από τα Δημοτικά Σφαγεία που υπήρχαν από το 1916 στην περιοχή -σε κοντινή απόσταση από τις κατοικίες των προσφύγων- και τα οποία έκλεισαν οριστικά το 1968. Ονομάστηκαν «Νέα Σφαγεία» σε αντίθεση με τη γειτονιά των Παλαιών Σφαγείων στην Καλλιθέα (Σούτος, 1983: 230).

[3] Οι ενοριακοί ναοί χρησιμεύουν όχι μόνο ως σημεία προσανατολισμού, αλλά δίνουν επίσης τα ονόματά τους στις γειτονιές αυτές» (Χίρσον, 2004 [1989]: 127).

[4] Στην περιοχή των Άνω Νέων Σφαγείων πρόσφυγες που είχαν την οικονομική δυνατότητα αγόρασαν ένα από τα 55 οικόπεδα μεταξύ των σημερινών οδών Κωνσταντινουπόλεως-Ειρήνης-Εσταυρωμένου και Κάλχαντος. Ο συνεταιρισμός που συστάθηκε οικοπεδοποίησε την έκταση και πούλησε τα οικόπεδα αυτά στους πρόσφυγες οι οποίοι με δική τους ευθύνη, κατασκεύασαν (είτε με αυτοκατασκευή είτε με κατά παραγγελία οικοδόμηση) την κατοικία τους.

[5] «Μεταφέρθηκαν σαν ξύλινα τεμάχια και συναρμολογήθηκαν εδώ, αφού προηγούμενα κτίστηκε ένας χαμηλός τοίχος, ύψους πενήντα πόντων από το έδαφος» (Σούτος, 1983: 109).

[6] Όσοι από τους εσωτερικούς μετανάστες είχαν την οικονομική δυνατότητα εγκαθίστανται είτε ενοικιάζοντας ή αγοράζοντας την κατοικία τους είτε ανεγείροντας με αυτοστέγαση κατοικία στην ευρύτερη περιοχή του Ταύρου.

[7] Η οδός Κατσιγιάννη χώριζε το ΟΤ στη μέση. Η οδός αυτή, μετά την ανάπλαση, δεν υφίστανται.

[8] Η ανάπλαση αυτή, όμως, δεν μπορεί να θεωρηθεί «ολοκληρωμένη ως προς την τελική κοινωνική σημασία και την πολεοδομική της κλίμακα» (Βαρελίδης, 2001: 18), γιατί αφορούσε μόνο ένα ΟΤ, και ο αριθμός των ωφελούμενων οικογενειών ήταν μικρός (136, τετραμελείς κυρίως οικογένειες).

[9] Μεγαλύτερο σε σύγκριση με τα αντίστοιχα έργα της Φιλαδέλφειας και της Καισαριανής.

[10] Το 1998 ο ΟΕΚ ανέγειρε συγκρότημα τριών πολυκατοικιών στον Ταύρο σε κοντινή απόσταση από τις προσφυγικές πολυκατοικίες

[11] Ορίστηκε ως η άμεση γειτονική περιοχή χωρίς συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας.

[12] Σύμφωνα με τα δεδομένα της απογραφής του 2011 το 57,7% των κατοίκων της κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου δεν διέμεναν ποτέ σε διαφορετικό οικισμό από τις γειτονιές μελέτης (ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ 2015).

Αναφορά λήμματος

Μυωφά, Ν. (2020) Η γειτονιά των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας στον Ταύρο, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/h-κοινωνική-κατοικία-στον-ταύρο/ , DOI: 10.17902/20971.97

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Βαρελίδης Γ (2001) Κοινωνικές και επιχειρησιακές συνιστώσες της οικιστικής ανάπλασης στο Ο.Τ. 1Γ στον Ταύρο. Επιστημονική Επετηρίδα Εφαρμοσμένης Έρευνας 6(1): 17–37.
  • Βαρελίδης Γ (1987) Νέοι Τρόποι Οικιστικής Ανάπτυξης. Το παράδειγμα της Ανάπλασης στον Ταύρο. Hellenews. Αθήνα.
  • Βαρελίδης Γ (1999) Προτεινόμενο πλαίσιο οικιστικών αναπλάσεων στον αστικό και περιαστικό ελλαδικό χώρο. Κοινωνικές, θεσμικές, επιχειρησιακές, πολεοδομικές συνιστώσες. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ).
  • ΔΕΠΟΣ και Βαρουτσής Σ (1990) Σχεδιασμός αναπλάσεων-Συγκεκριμένα παραδείγματα (Ταύρος). Τεχνικά Χρονικά 4: 71–74. Available at: http://library.tee.gr/digital/techr/1990/techrpdf.
  • Ελευθερουδάκης Κ (1931) Ταύρος. Τόμος 12ος. Αθήνα: Ελευθερουδάκης.
  • ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ (2015) Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011. Available at: https://panorama.statistics.gr/.
  • Λουκόπουλος Δ, Πολύζος Ι, Πυργιώτης Γ, κ.ά. (1990) Δυνατότητες και προοπτικές των προγραμμάτων ανάπλασης. Προτάσεις για ένα νέο οργανωτικό σχήμα. ΕΜΠ Τομέας. Αθήνα: ΕΜΠ.
  • Μυωφά Ν (2019) Κοινωνική κατοικία στην Αθήνα. Μελέτη των προσφυγικών συνοικισμών Δουργουτίου και Ταύρου από το 1922 έως σήμερα. Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
  • Παπαδοπούλου Ε και Σαρηγιάννης Γ (2006) Συνοπτική έκθεση για τις προσφυγικές περιοχές του Λεκανοπεδίου Αθηνών. Αθήνα: ΕΜΠ – Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Τομέας Πολεοδομίας Χωροταξίας – Σπουδαστήριο Πολεοδομικών Ερευνών.
  • Ρωμανός Α (2000) Ανάπλαση προσφυγικών κατοικιών στο Δήμο Ταύρου από τη ΔΕΠΟΣ. In: Καλογήρου Ν (επιμ.) Δημόσια Αρχιτεκτονική. Αθήνα: Μαλλιάρης Παιδεία, σσ 198–207.
  • Σούτος Δ (1983) Δήμος Ταύρου. Σελίδες από την Ιστορία του. Αθήνα: Λόγος και Αντίλογος.
  • ΦΕΚ 87Α/07.06.2010 (2010) Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης − Πρόγραμμα Καλλικράτης. Ελλάδα.
  • Maloutas T, Kandylis G and Myofa N (2018) Exceptional social housing in a residual welfare state: Housing estates in Athens. In: Baldwin Hess D, Tammaru T, and van Ham M (eds) Housing Estates in Europe: Poverty, Ethnic Segregation, and Policy Challenges. Springer, pp. 77–98.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/03/tx143_p1_gr.jpg 1312 1026 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-04-30 10:29:292024-03-16 00:50:14H κοινωνική κατοικία στον Ταύρο

Αθήνα: Μια κριτική ματιά στα ηλεκτρικά πατίνια

16/03/2020/in Συγκοινωνίες, Υποδομές Τζανετάτος Διονύσης Υποδομές, Συγκοινωνίες /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Τα ηλεκτρικά πατίνια έκαναν την εμφάνισή τους τελευταία και στην Αθήνα, συνοδευόμενα, όπως και σε άλλες ελληνικές πόλεις, από έναν επιδοκιμαστικό λόγο εκ μέρους των δημοσιογράφων και της τοπικής αυτοδιοίκησης (Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, 2019 / Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2019 / TyposThes, 2019) για την ενσωμάτωση στην πόλη της νέας εναλλακτικής πράσινης πρότασης για τις μεταφορές [1]. Οι σχετικές ειδήσεις δεν συγκροτούν ένα δημόσιο διάλογο για την πόλη, αλλά μια άκριτη αποδοχή του δυτικού μοντερνισμού συνοδευόμενη από την αδιαφορία οργάνωσης του δημόσιου χώρου της πόλης. Πρόκειται για το αποτέλεσμα μια ιδιότυπης πολεοδομικής δημοσίας αφωνίας στην οποία συγκατανεύουν επί δεκαετίες Αρχές και Αθηναίοι, που έχουν βρει καταφύγιο στα οφέλη της μεγαλύτερης ή μικρότερης ιδιοποίησης του δημοσίου χώρου. Με το παρόν κείμενο επιχειρούμε να ασκήσουμε κριτική σε αυτό το νέο μέσο μεταφοράς, με απώτερο σκοπό την υπεράσπιση του δημόσιου κοινόχρηστου χώρου.

Επικεντρώνοντας στα ηλεκτρικά πατίνια οφείλουμε να κάνουμε έναν διαχωρισμό μεταξύ αυτών που είναι ιδιωτικής χρήσης και μεταξύ αυτών που είναι δημοσίας χρήσης, δηλαδή των ενοικιαζόμενων. Αν εξαιρέσουμε προς το παρόν την εκδοχή των ενοικιαζόμενων, τα ιδιωτικής χρήσης μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με τη μεταφορική λύση των μηχανών. Το κοινό τους στοιχείο είναι ότι τόσο τα πατίνια όσο και οι μηχανές είναι εκδοχές μηχανοκίνητων δίκυκλων. Ωστόσο, διαφέρουν κυρίως ως προς τα εξής:

  • Τα πατίνια είναι ελαφρύτερα και μικρότερα από τις μικρότερες μηχανές. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση που είναι ιδιωτικής χρήσης σταθμεύουν εντός των κτιρίων.
  • Είναι ηλεκτροκίνητα και όχι βενζινοκίνητα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν απελευθερώνονται ρύποι στο αστικό περιβάλλον.
  • Τα πατίνια έχουν μικρότερες ρόδες σε σχέση με τα μηχανάκια, γεγονός που τα καθιστά πιο ασταθή και επικίνδυνα, με αποτέλεσμα οι χρήστες τους για λόγους προσωπικής ασφάλειας να τα χρησιμοποιούν ως μη όφειλαν επάνω στα πεζοδρομία, δηλαδή στον ζωτικό χώρο των πεζών. Αν δηλαδή τα μηχανάκια μέχρι σήμερα απλώς σταθμεύουν στα πεζοδρομία, τα πατίνια κινούνται επιπλέον επί αυτών. Τα πατίνια είναι ένας ακόμα περιοριστικός παράγοντας για την πεζή μετακίνηση.
  • Επιπλέον, η αστάθεια των πατινιών σε σύγκριση με τα μηχανάκια περιορίζει τη δυνατότητα χρήσης των πρώτων από άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.
  • Ένα πατίνι έχει τιμή αγοράς μικρότερη από ένα μηχανάκι, δεν χρειάζεται άδεια οδήγησης και ασφάλεια, αλλά είναι ένα μέσο με μικρότερη ενεργειακή αυτονομία και μικρότερες ταχύτητες κίνησης.

Τα πατίνια όμως δεν οφείλουν την πρόσφατη επιτυχία τους στην ιδιωτική τους εκδοχή αλλά στη δημόσια. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι το πατίνι μπορεί να λειτουργεί ως ένα ενδιάμεσο μέσο από ή προς ένα ΜΜΜ ή και ένα ΙΧ. Με αυτήν την έννοια, το πατίνι περιορίζει τη χρήση των ΙΧ και κάνει πιο φιλικά τα ΜΜΜ.

Χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για ένα ενδιαφέρον τεχνικό επιχείρημα στη φαρέτρα όσων προωθούν αυτόν τo νεοτερισμό. Θα ήταν εύλογο από τους δημοσιογράφους, πολίτικους και συγκοινωνιολόγους να προωθούν με την ίδια θέρμη και τη λύση των δημόσιων ποδηλάτων -επίσης δυτικής έμπνευσης- την οποία αντικαθιστούν τα πατίνια, για τους λόγους που θα εξηγήσουμε στη συνέχεια. Πριν όμως αναλύσουμε αυτήν τη μετάβαση από τα ποδήλατα στα πατίνια, οφείλουμε κατ’ αρχάς να αντιπαραθέσουμε στο επιχείρημα που θέλει την Αθήνα ακατάλληλη για τη χρήση του ποδηλάτου, εξ αιτίας του έντονου αναγλύφου της, ότι τα ποδήλατα έχουν και υβριδική εκδοχή, συνδυάζοντας τη μηχανοκίνηση και την ποδοκίνηση [2].

Ήδη από τη δεκαετία του 1990, η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί το σχεδιασμό της συμπαγούς πόλης (Commission of the European Communities, 1990). Η συμπαγής πόλη βασίζεται στη θεωρητική ιδέα ότι αν η αστική δομή είναι πυκνότερη και μεικτής χρήσης τότε θα περιοριστούν και οι ανάγκες μετακίνησης του πληθυσμού (Neuman 2005). Όμως, οι πυκνότερες δομές είναι ακόμα λιγότερο φιλικές προς το ΙΧ, λόγω των χωρικών τους απαιτήσεων (Melia, Parkhurst & Barton 2011). Έτσι, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την ανάπτυξη του σχεδίου της «βιώσιμης κινητικότητας». Η αρχική εκδοχή αυτού του σχεδίου αναζητούσε τον περιορισμό της χρήσης και του χώρου που καταναλώνει το ΙΧ, με την ταυτόχρονη ανάπτυξη των ΜΜΜ και των μη μηχανοκίνητων μέσων (δηλαδή το περπάτημα και το ποδήλατο). Σε αυτό το πλαίσιο, αναπτύχθηκαν συστήματα δημόσιων ποδηλάτων με σταθερά σημεία στάθμευσης, δια της αγκύρωσης σε ειδική εγκατάσταση, που χωροθετούνται σε σημεία που προηγουμένως ήταν χώροι στάθμευσης ΙΧ. Στη συνέχεια, εμφανίστηκαν και υβριδικά ποδήλατα, ώστε να συμπεριλάβουν όλες τις εδαφολογικές συνθήκες και όλες τις ηλικίες χρηστών. Τα συστήματα αυτά, τα οποία συναντά κάνεις από το Παρίσι έως την πόλη του Μεξικού, είναι αποτέλεσμα δημόσιας επένδυσης με χαμηλό κόστος για τον χρήστη και με μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.

Στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο διακυβέρνησης, ο σχεδιασμός της μη μηχανοκίνητης μετακίνησης κατέληξε στα χέρια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να χαθούν όλα τα ευεργετικά αποτελέσματα που είχε το αρχικό σχέδιο της «βιώσιμης κινητικότητας» για το περιβάλλον και τη σωματική αγωγή των κατοίκων. Σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό, πρώτον, το σύστημα αγκύρωσης αντικαταστάθηκε από την αναζήτηση του ποδήλατου μέσω GPS, με αποτέλεσμα αυτά πλέον να καταλήγουν σταθμευμένα στα πεζοδρόμια. Δεύτερον, αναζητήθηκε ένα προϊόν πιο φτηνό και πιο εύχρηστο από το υβριδικό ποδήλατο, που είναι ακριβό λόγω της πολυπλοκότητας της κατασκευής του και σχετικά δύσχρηστο λόγω του βάρους και του όγκου του. Το αποτέλεσμα ήταν να καταργηθεί τελικά η ποδοκίνητη επιλογή. Η έλλειψη αγκύρωσης έχει και μια περιβαλλοντική συνέπεια. Τα συστήματα οχημάτων δημόσιας χρήσης δεν είναι αυτορρυθμιζόμενα· δηλαδή, είτε λόγω του επικλινούς του εδάφους είτε λόγω των καιρικών συνθηκών είτε για διάφορους άλλους λόγους τα οχήματα τείνουν να συσσωρεύονται σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης. Την εξισορρόπηση του συστήματος αναλαμβάνουν μηχανοκίνητα φορτηγά ή ΙΧ που φροντίζουν για την ανακατανομή των δικύκλων. Έτσι, ενώ στην περίπτωση των συστημάτων με αγκύρωση η ανακατανομή πραγματοποιείται από σταθμό σε σταθμό στάθμευσης, στην περίπτωση των πατινιών αυτά πρέπει να συλλεχθούν από τυχαία σημεία της πόλης και επιπλέον να φορτιστούν προτού επιστραφούν σε επιλεγμένα σημεία, αυξάνοντας σημαντικά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της εξισορρόπησης.

Εν τέλει, δηλαδή, αντί να αυξάνεται ο χώρος των πεζών και των μη μηχανοκίνητων μέσων, σύμφωνα με τον αρχικό και φιλικότερο προς το περιβάλλον σχεδιασμό, καταλήγουμε στη χρήση μηχανοκίνητων μέσων που χρησιμοποιούνται και σταθμεύουν στο χώρο των πεζών και των ποδηλάτων.

Εικόνα 1: Σταθμευμένα επί του πεζοδρομίου ηλεκτρικά πατίνια με διάταξη που παρεμποδίζει την διέλευση των πεζών, Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας, Αθήνα, Αύγουστος 2019

Τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως, αυτός ο παραλογισμός βρίσκεται στη φάση της διαδικασίας θεσμοθέτησης κανόνων, οι οποίοι στην πράξη έχουν κάποια αποτελεσματικότητα μόνο όπου υπάρχει ένα εκτεταμένο δίκτυο ποδηλατοδρόμων. Η επικείμενη ελληνική νομοθεσία θα οδηγήσει τους χρήστες είτε στους κινδύνους που επιφυλάσσει το οδόστρωμα, είτε στην παρανομία του πεζοδρομίου. Στην πράξη, δηλαδή, δεν πρόκειται για νομοθεσία που αφορά την πρόληψη, αλλά τη νομική διαχείριση των εν δυνάμει ατυχημάτων που θα προκύψουν (Παπαδημητράκη 2019).

Μια τελευταία διαφορά, και ίσως η πλέον τροχιοδεικτική για την ουσία του θέματος που προκύπτει από τη μετάβαση από τα ποδήλατα στα πατίνια, είναι ότι το κόστος για τον χρήστη έχει εκτιναχθεί. Στο Παρίσι, παραδείγματος χάριν, η χρήση των ποδήλατων κοστίζει μηνιαίως 3,10 ευρώ για τα απλά ποδήλατα και 8,30 ευρώ για τα υβριδικά (Velib Metropole 2019), ενώ τα πατίνια προσφέρονται όπως και στην Αθηνά με χρέωση 1 ευρώ ανά χρήση και 0,15 για κάθε λεπτό χρήσης (Lime 2018, Hive 2019). Μπορούμε να αντιληφθούμε, επομένως, ότι μιλάμε για μια λιγότερο κοινωνικά δίκαιη αντίληψη για τον σχεδιασμό στις μεταφορές, ο οποίος, στον βαθμό που οδηγεί στον περιορισμό άλλων εναλλακτικών, λειτουργεί επιπλέον και ως μέσο εξευγενισμού (gentrification) του αστικού χώρου.

Η αρχική διεισδυτικότητα των ηλεκτρικών πατινιών οφείλεται κυρίως στη χρήση τους από νεαρούς τουρίστες, καθώς και στην αντικατάσταση των μικρών διαδρομών που μέχρι σήμερα εξυπηρετούνται από το ταξί. Έτσι δημιουργούν μια αναπτυξιακή διάθεση για συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα και αστικές συμπεριφορές που μακροπρόθεσμα όμως, όπως το AIRBNB και το UBER, δύναται να εξελιχθούν σε παράγοντες τροποποίησης συνολικά των αστικών δομών και ροών.

Εικόνα 2: Χώρος ανάπτυξης του συστήματος της εταιρίας ενοικίασης ηλεκτρικών πατινιών Hive στην Αθηνά. Πρόκειται για μια αρχική ανάπτυξη βασισμένη σε τουριστικές διαδρομές

Πηγή: Hive Aplication 4 November 2019, 18:13 (GMT+2)

Εικόνα 3: Χώρος ανάπτυξης του συστήματος ενοικίασης της εταιρίας ηλεκτρικών πατινιών Lime στην Αθηνά. Ανάπτυξη διευρυμένη, χαρακτηριστική είναι η εξαίρεση της γειτονίας των Εξαρχιών

Πηγή: Lime Aplication 4 November 2019, 17:04 & 17:25 (GMT+2)

Αν και οι νεοφιλελεύθεροι νεωτερισμοί μόνο την κοινωνική ισότητα δεν προωθούν, αξίζει να αναρωτηθούμε γιατί στην Ελλάδα στα ζητήματα της πόλης, ο σχεδιασμός δεν υποχρεούται τουλάχιστον να αναμετρηθεί με τις δικαιότερες και φιλικότερες στο περιβάλλον εκδοχές του. Η απάντηση στο ερώτημα έχει να κάνει εν μέρει με την ελληνική κρίση, αλλά σχετίζεται και με τη γενική έλλειψη σεβασμού προς τον δημόσιο χώρο. Έτσι οι πολιτικοί ιθύνοντες του πολεοδομικού σχεδιασμού επωφελούνται, προωθώντας απευθείας τους νεωτερισμούς με σκοπό τον εξωραϊσμό της πόλης, με ότι αυτό συνεπάγεται στις αξίες γης. Την ίδια στιγμή, αποφεύγουν, να αυξήσουν την κρατική συμμετοχή στις μεταφορές, αλλά και να συγκρουστούν με την ιδιοτέλεια των αυτοκινητιστών.

Ίσως το σημαντικότερο αν και προφανώς καθόλου αμελητέο όσον αναφορά τα ηλεκτρικά πατίνια είναι πως δεν θα θρηνήσουμε θύματα με νομοθετήματα που εθελοτυφλούν μπροστά στην έλλειψη των κατάλληλων υποδομών. Δεδομένης όμως της τάσης επανασχεδιασμού της πόλης από πρακτικές εξευγενισμού και κοινωνικού διαχωρισμού που προωθούνται παγκοσμίως, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση όλων την πόλη του Λονδίνου, θα έπρεπε οι κάτοικοι της να αναθεωρήσουν το καθεστώς δεκτικότητας σε αυτήν την ιδιότυπη δημόσια αφωνία για την οργάνωση του δημόσιου χώρου, αν θέλουν να διαφυλάξουν τη δημοκρατικότητα της πόλης απέναντι σε όποιον σχεδιασμό επιδιώκει να διαχωρίσει τον αστικό χώρο της Αθήνας σε πόλη των φτωχών και πόλη των πλουσίων.

[1] Βέβαια, αυτό δεν συνεπάγεται ότι είναι ένα «πράσινο μέσο», τόσο επειδή η ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνουν μπορεί να είναι προϊόν καύσης λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα, όσο και επειδή το 95% των μπαταριών λιθίου στο τέλος της ζωής τους, λόγω οικονομοτεχνικών παραγόντων, θα καταλήξουν ως τοξικό απόβλητο στον μη αστικό χώρο Προφανώς το ίδιο ισχύει και για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. (Jacoby M, 2019)

[2] Συνεπάγεται και η υβριδική φόρτιση, αφ’ ενός μέσω του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας και αφ’ ετέρου μέσω της ποδοκίνησης με δυναμό.

Αναφορά λήμματος

Τζανετάτος, Δ. (2020) Αθήνα: Μια κριτική ματιά στα ηλεκτρικά πατίνια, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/αθήνα-μια-κριτική-ματιά-στα-ηλεκτρικά/ , DOI: 10.17902/20971.94

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Commission of the European Communities (1990) Green paper on the urban environment. Brussels: Office for Official Publications of the European Communities.
  • Melia S, Parkhurst G and Barton H (2011) The paradox of intensification. Transport Policy 18(1). Elsevier: 46–52.
  • Neuman M (2005) The compact city fallacy. Journal of planning education and research 25(1). Sage Publications: 11–26.

Ηλεκτρονικές πηγές:

  • Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (2019) Τα ηλεκτρικά πατίνια της Lime ήρθαν και στο Δήμο της Αθήνας. Available at: https://www.amna.gr/home/article/326997/Ta-ilektrika-patinia-tis-Lime-irthan-kai-sto-Dimo-tis-Athinas (ημερομηνία πρόσβασης 4 Φεβρουαρίου 2020).
  • Η Εφημερίδα των Συντακτών (2019) «Έρχονται» τα ηλεκτρικά πατίνια στο Ρέθυμνο. Available at: https://www.efsyn.gr/efkriti/koinonia/202463_erhontai-ta-ilektrika-patinia-sto-rethymno (ημερομηνία πρόσβασης 4 Φεβρουαρίου 2020).
  • Παπαδημητράκη Μ (2019) Στραβοτιμονιές στην πόλη. Σχεδία 75: 34–38.
  • Hive (2019) Δες πώς δουλεύει. Εύκολο, σωστά? Available at: https://www.ridehive.com/home-gr#how-it-works-gr (ημερομηνία πρόσβασης 4 Νοεμβρίου 2019).
  • Lime (2018) Electric Scooters in Paris: Lime Rolls Into World’s Tourism Capital. Available at: https://www.li.me/second-street/electric-scooters-in-paris-lime-rolls-into-world-tourism-capital (ημερομηνία πρόσβασης 4 Νοεμβρίου 2019).
  • TyposThes (2019) «Σαρώνουν» τα ηλεκτρικά πατίνια – Δωρεάν για τα «γενέθλια». Available at: https://www.typosthes.gr/thessaloniki/203558_thessaloniki-saronoyn-ta-ilektrika-patinia-dorean-gia-ta-genethlia (ημερομηνία πρόσβασης 4 Φεβρουαρίου 2020).
  • Jacoby M (2019) It’s Time to get Serious about Recycling Lithium-Ion Batteries. Chemical & Engeeniring News 97: 1–3. Available at: https://cen.acs.org/materials/energy-storage/time-serious-recycling-lithium/97/i28.
  • Velib Metropole (2019) Les abonnements pour les utilisateurs réguliers. Available at: https://www.velib-metropole.fr/offers (ημερομηνία πρόσβασης 4 Νοεμβρίου 2019).

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/03/tx146_banner2.jpg 200 350 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-03-16 16:07:052024-03-16 00:54:15Αθήνα: Μια κριτική ματιά στα ηλεκτρικά πατίνια
Page 3 of 13‹12345›»
© Copyright - Athens Social Atlas  |  Crafted by itis.gr
Scroll to top