Athens Social Atlas
  • Το Έργο
  • Θέματα
    • Θέματα
    • Προσαρμοσμένη Αναζήτηση Θεμάτων
    • Βιβλιογραφία
  • Συντελεστές
    • Ομάδα Έργου
    • Συγγραφείς (A-Λ)
    • Συγγραφείς (Μ-Ω)
  • Στήριξη
  • Υποβολή Προτάσεων
  • Αναφορά
  • Επικοινωνία
  • En
  • Fr
  • Search
  • Menu

Η γεωγραφία του προγράμματος ‘ΕΣΤΙΑ’

16/03/2020/in Στέγαση, Εθνοτικές Ομάδες, Σχεδιασμός Παπατζανή Εύα Εθνοτικές Ομάδες, Στέγαση, Σχεδιασμός /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Από το 2015 και μετά, με τη μαζική άφιξη προσφυγικών πληθυσμών στην Ελλάδα, μια σειρά διάσπαρτων προγραμμάτων για αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες σχεδιάζονται και υλοποιούνται από ποικίλους φορείς, έχοντας αναφορά στον αστικό χώρο της Αθήνας. Τα προγράμματα αυτά σχετίζονται (άμεσα ή έμμεσα) με πτυχές της χωρο-κοινωνικής εγκατάστασης των αιτούντων άσυλο και προσφύγων στο πεδίο της πόλης, εγείροντας ερωτήματα για τις τάσεις αλλά και τις θεσμικές δράσεις για τη διεθνοτική συγκατοίκηση στο τοπικό επίπεδο.

Στο παρόν άρθρο αναλύονται οι χωρο-κοινωνικές διαστάσεις και η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης ‘ΕΣΤΙΑ’ για αιτούντες άσυλο στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι οι διαστάσεις αυτές δεν στοιχειοθετήθηκαν ρητά και δημόσια κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, εδώ διερευνώνται επιλεκτικά μέσω της ανάλυσης α) των κριτηρίων χωροθέτησης των δομών του ΕΣΤΙΑ (διαμερίσματα και κτίρια) στον αστικό ιστό και β) του λόγου και των θεωρήσεων των αρμόδιων φορέων για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και το χωρο-κοινωνικό διαχωρισμό στην Αθήνα. Επιπλέον, σχολιάζεται το πλαίσιο σχεδιασμού του ΕΣΤΙΑ μεταξύ «έκτακτης ανάγκης» και «ένταξης», καθώς και η σημασία ορισμένων αστικών δράσεων που υλοποιήθηκαν. Οι πτυχές αυτές που αναλύονται σχετίζονται με όψεις της διεθνοτικής αλληλεπίδρασης στην πόλη, συνομιλούν με θεωρήσεις των αστικών σπουδών για τη διεθνοτική συγκατοίκηση ως μια διαδικασία σε άρρηκτη αλληλεξάρτηση με τον τόπο και επαναφέρουν ως καίρια, ζητήματα εθνοτικής ποικιλότητας, χωρο-κοινωνικής μίξης και διαχωρισμού.

Η έρευνα εκπονήθηκε στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής της συγγραφέως και μεθοδολογικά η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε με μελέτη της σχετικής νομοθεσίας, συστηματική παρακολούθηση πολιτικών, συλλογή, επεξεργασία και χαρτογράφηση ποσοτικών στοιχείων και ημι-δομημένες συνεντεύξεις με εκπροσώπους των εμπλεκόμενων φορέων.

Εισαγωγή

Η εγκατάσταση των μεταναστευτικών πληθυσμών στις ελληνικές πόλεις καθόριζε διαχρονικά την αστική ανάπτυξη και την κοινωνική γεωγραφία τους. Ειδικά από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα, η εγκατάσταση αυτή πραγματοποιήθηκε με ίδια μέσα των νεοαφιχθέντων πληθυσμών, ελλείψει πολιτικών στέγασης και ενταξιακού σχεδιασμού. Οι μεταναστευτικές ομάδες από την Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια (1990) αλλά και οι πιο πρόσφατες από τη Μέση Ανατολή, Ασία, Αφρική (μέσα του 2000) εγκαταστάθηκαν σε κεντρικές γειτονιές της Αθήνας, στο διαθέσιμο οικιστικό απόθεμα που άφησε πίσω της η – από το 1970 και μετά – μετατόπιση τμήματος των ντόπιων μεσαίων και ανώτερων κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων προς τα προάστια (Βαΐου κ.ά. 2007, Μαλούτας 2018). H εγκατάσταση αυτή παρήγαγε μια γεωγραφία χωρο-κοινωνικής μίξης και εθνοτικής ποικιλότητας, διαφοροποιημένη από πόλεις των ΗΠΑ ή της Βόρειας Ευρώπης που χαρακτηρίζονται από υψηλότερα επίπεδα εθνοφυλετικού διαχωρισμού (Arapoglou 2006). Στην Αθήνα, ο οριζόντιος στεγαστικός διαχωρισμός μειώθηκε και οι συνθήκες χωρικής εγγύτητας που επικράτησαν αποτέλεσαν το έδαφος για την ανάπτυξη σχέσεων διεθνοτικής συγκατοίκησης και άτυπων τάσεων «ένταξης» [1] των μεταναστών-τριών (Leontidou 1990, Βαΐου κ.ά. 2007, Αράπογλου κ.ά. 2009).

Σήμερα, ανακύπτουν εκ νέου κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την εγκατάσταση των προσφύγων και αιτούντων άσυλο στις πόλεις. Μια σειρά ακαδημαϊκών εργασιών συζητά τις αστικές πολιτικές στέγασης των προσφύγων στο τοπικό επίπεδο, τη σημασία των τρόπων χωροθέτησης των δομών στέγασης στις πόλεις (Doomernik and Glorius 2016, Eckardt 2018, Seethaler-Wari 2018), καθώς και την κριτική ανασκόπηση των πολιτικών διασποράς της προσφυγικής εγκατάστασης στον αστικό χώρο που υλοποιήθηκαν σε ορισμένες χώρες στοχεύοντας στη μείωση του στεγαστικού διαχωρισμού (Musterd et al. 1997, Andersson 2003, Netto 2011, Darling 2017). Επιπλέον συζητιούνται πολιτικές για την εθνοτική ποικιλότητα και την διεθνοτική ανάμειξη σε συγκεκριμένα τοπικά πλαίσια (Arapoglou 2012), καθώς και ζητήματα καθημερινής ζωής, διεθνοτικών σχέσεων και οριοθετήσεων (Jacobsen 2006). Οι σχετικές οπτικές διαχρονικά ποικίλουν, από τη θεώρηση της εθνοτικής ποικιλότητας ως εμποδίου για την κοινωνική συνοχή (Putnam 2007) αλλά και ως θετικού πλεονεκτήματος προς ενίσχυση (Vertovec 2007), ενώ άλλες προσεγγίσεις τονίζουν τις αλληλοτομίες της ποικιλότητας με την κοινωνικο-οικονομική ανισότητα (Arapoglou 2012).

Από το 2015 και μετά, με τις αυξημένες αφίξεις προσφυγικών πληθυσμών στην Ελλάδα, μια σειρά διάσπαρτων προγραμμάτων και δράσεων για πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο σχεδιάζονται και υλοποιούνται από ποικίλους φορείς (Τοπική Αυτοδιοίκηση, ΜΚΟ, Διεθνείς Οργανισμούς) έχοντας αναφορά στον αστικό χώρο της Αθήνας. Τα προγράμματα αυτά σχετίζονται (άμεσα ή έμμεσα) με πτυχές της χωρο-κοινωνικής εγκατάστασης των αιτούντων άσυλο και προσφύγων στο πεδίο της πόλης, εγείροντας ερωτήματα για τις άτυπες τάσεις αλλά και τις θεσμικές δράσεις που σχετίζονται με τη διεθνοτική συγκατοίκηση στο τοπικό επίπεδο. Στο παρόν άρθρο αναλύονται οι χωρο-κοινωνικές διαστάσεις και η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης αιτούντων άσυλο ‘ΕΣΤΙΑ’ στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι οι διαστάσεις αυτές δεν στοιχειοθετήθηκαν ρητά και δημόσια κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, εδώ διερευνώνται επιλεκτικά μέσω της ανάλυσης α) των κριτηρίων χωροθέτησης των δομών του ΕΣΤΙΑ (διαμερίσματα και κτίρια) στον αστικό ιστό και β) του λόγου και των θεωρήσεων των αρμόδιων φορέων για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και το χωρο-κοινωνικό διαχωρισμό στην πόλη της Αθήνας. Επιπλέον, σχολιάζεται το πλαίσιο σχεδιασμού του ΕΣΤΙΑ μεταξύ «έκτακτης ανάγκης» και «ένταξης», καθώς και η σημασία ορισμένων αστικών δράσεων που υλοποιήθηκαν. Οι πτυχές αυτές που αναλύονται σχετίζονται με όψεις της διεθνοτικής αλληλεπίδρασης στην πόλη, συνομιλούν με θεωρήσεις των αστικών σπουδών για τη διεθνοτική συγκατοίκηση ως μια διαδικασία σε άρρηκτη αλληλεξάρτηση με τον τόπο και επαναφέρουν ως καίρια, ζητήματα εθνοτικής ποικιλότητας, χωρο-κοινωνικής μίξης και διαχωρισμού.

Μεθοδολογικά η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε με μελέτη της σχετικής νομοθεσίας, συστηματική παρακολούθηση πολιτικών, συλλογή, επεξεργασία και χαρτογράφηση ποσοτικών στοιχείων και ποιοτικές ημι-δομημένες συνεντεύξεις με εκπροσώπους των εμπλεκόμενων φορέων, συγκεκριμένα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (ΥΑ), της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) [2].

Η γεωγραφία του προγράμματος ΕΣΤΙΑ και οι θεωρήσεις των φορέων για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και το χωρο-κοινωνικό διαχωρισμό στην Αθήνα

Το πρόγραμμα EΣΤΙΑ της ΥΑ ξεκίνησε στα μέσα του 2016 ως πρόγραμμα ‘Στήριξης Έκτακτης Ανάγκης για την Ένταξη και τη Στέγαση’ [3] και αφορά αιτούντες/ούσες άσυλο που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια ευαλωτότητας [4] καθώς και υποψήφιους για οικογενειακή επανένωση, στους οποίους προσφέρεται στέγη εντός του αστικού ιστού των πόλεων σε διαμερίσματα ή άλλα κτήρια. Η Υπουργική Απόφαση του 2019 ορίζει το ΕΣΤΙΑ ως «πρόγραμμα παροχής οικονομικής βοήθειας και στέγασης» με σκοπό την «εξασφάλιση ενός επαρκούς βιοτικού επιπέδου για τους αιτούντες διεθνή προστασία μέσω της παροχής οικονομικού βοηθήματος και (την) κατά περίπτωση ασφαλή τους στέγαση και παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών […]» [5]. Για τις ανάγκες του προγράμματος η ΥΑ συνεργάζεται με 11 δήμους και 12 εθνικές και διεθνείς ΜΚΟ (UNHCR 2019). Παρά το γεγονός ότι το ΕΣΤΙΑ, μοιάζει να σχετίζεται με πτυχές της «ένταξης» των αιτούντων άσυλο, έννοια που περιλαμβάνεται και στην αρχική επίσημη ονομασία του, στην πραγματικότητα λειτουργεί πρωτίστως υπό το πλαίσιο της διακυβέρνησης «έκτακτης ανάγκης», διατηρώντας μέχρι και σήμερα τον προσωρινό χαρακτήρα του και αναπαράγοντας μια μονιμότητα της επισφάλειας (Kourachanis 2018) [6].

«Η ΥΑ είναι εδώ μόνο για λόγους ανάπτυξης ικανοτήτων, είμαστε εδώ για την έκτακτη ανάγκη, όταν τα πράγματα στηθούν υποχωρούμε. […] Η ένταξη είναι ευθύνη της κυβέρνησης. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμάς, δεν κάνουμε ένταξη, η ΥΑ δεν κάνει ένταξη, υποστηρίζουμε την ένταξη» (Εκπρόσωπος UNHCR).

Σε αντίθεση με τη χωροθέτηση των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής και Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο (Camps) στην ενδοχώρα (συνήθως σε απόσταση από τον αστικό ιστό) και των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Hotspots) στα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου (άμεσα συνδεδεμένα με τον «γεωγραφικό περιορισμό» στον οποίο υπόκεινται οι αιτούντες άσυλο), το ΕΣΤΙΑ υλοποιείται εντός του αστικού ιστού των ελληνικών πόλεων. Μέχρι και τον Νοέμβριο του 2019 εκμισθώνονταν πανελλαδικά 4.501 διαμερίσματα και 14 κτίρια σε 14 πόλεις και 7 νησιά, οι θέσεις στέγασης είχαν φτάσει τις 25.666 [7] και ο αριθμός φιλοξενούμενων τους 21.639 (UNHCR 2019, UNHCR 2020). Η γεωγραφία του προγράμματος ανά την Ελλάδα παρουσιάζει μια συγκέντρωση στην Αττική της τάξης του 55% και ακολουθεί η Βόρεια Ελλάδα (20,7%), η Κεντρική Ελλάδα (7,8%), τα Νησιά (6,5%), η Δυτική Ελλάδα (6%) και η Κρήτη (4%) (UNHCR 2020).

Χάρτης 1. Αριθμός θέσεων στέγασης του προγράμματος ΕΣΤΙΑ ανά πόλεις και περιοχές στην Ελλάδα, 30/11/2019.

Πηγή: UNHCR (2019) ΕΣΤΙΑ, Ενημερωτικά Σημειώματα, Ενημερωτικό σημείωμα για τη στέγαση, Νοέμβριος 2019 και επεξεργασία της συγγραφέως.

Σε ό,τι αφορά τους τρόπους επιλογής των διαμερισμάτων προς μίσθωση, το πρόγραμμα ορίζει συγκεκριμένα επίσημα κριτήρια [8]. Κατά την έναρξη του προγράμματος η ανάγκη να βρεθούν μαζικά και ταχύτατα θέσεις στέγασης οδήγησε στην εκμίσθωση ολόκληρων κτιρίων στο κέντρο ειδικά της Αθήνας (τα οποία προηγουμένως παρέμεναν κενά).

«Υπήρχε το αίτημα για στέγαση και σε κάθε διαμέρισμα που ενοικιάζουμε μιλάμε για 6 ανθρώπους μέγιστο, έτσι ξεκινήσαμε να ψάχνουμε έντονα για μεγαλύτερα καταλύματα, όπως ξενοδοχεία και κτίρια. Μόλις βρίσκαμε ένα ολόκληρο κτίριο μπορούσαμε να βάλουμε μέσα άμεσα και γρήγορα σχεδόν 400 ανθρώπους» (Εκπρόσωπος UNHCR).

Το ΕΣΤΙΑ επεκτάθηκε με την ενοικίαση μεμονωμένων διαμερισμάτων σε πολυκατοικίες, ενώ σταδιακά με απόφαση της ΥΑ επιλέχθηκε η μείωση των μισθωμένων ολόκληρων κτιρίων. Η διασπορά των θέσεων στέγασης σε διαμερίσματα στην πόλη κρίθηκε ως βέλτιστη πρακτική, αφενός λόγω του αυξημένου κόστους συντήρησης των εκμισθωμένων κτιρίων και αφετέρου λόγω του στόχου διάχυσης του οικονομικού οφέλους της μίσθωσης σε μεγαλύτερα τμήματα των ιδιοκτητών ακινήτων. Σήμερα, τα είδη των καταλυμάτων είναι διαμερίσματα σε ποσοστό 95% των συνολικών δομών και ολόκληρα κτίρια σε ποσοστό 5% (UNHCR 2020).

Σε ό,τι αφορά τις κατευθύνσεις και επιλογές χωροθέτησης των διαμερισμάτων του ΕΣΤΙΑ στην Αθήνα, από τις συνεντεύξεις με τους αρμόδιους φορείς προκύπτουν ορισμένα κριτήρια που διακρίνονται σε δύο διαφορετικά επίπεδα: Τα κριτήρια ανά πολυκατοικία (σύμφωνα με τα οποία επιδιωκόταν η εκμίσθωση περιορισμένου αριθμού διαμερισμάτων σε κάθε πολυκατοικία) και τα κριτήρια ανά γειτονιά. Αναφορικά με τα τελευταία, αρχικό στόχο (αλλά και πολιτική επιλογή εκ μέρους ειδικά του Δήμου Αθηναίων) αποτέλεσε η διασπορά των διαμερισμάτων σε διάφορες περιοχές και η αποφυγή της συγκεντροποίησης της εγκατάστασης των αιτούντων άσυλο σε συγκεκριμένες κεντρικές γειτονιές της Αθήνας, λόγω «κινδύνων γκετοποίησης» που εγκυμονούσαν, όρος που προκύπτει από τις αφηγήσεις των εμπλεκόμενων φορέων.

«Όταν πρωτοξεκινήσαμε το πρόγραμμα το 2016, είχαμε θέσει πολύ αυστηρά κριτήρια, για παράδειγμα να μην έχουμε πάνω από ένα διαμέρισμα ανά πολυκατοικία. Δε θέλαμε γκετοποίηση, δε θέλαμε να βρεθούν όλοι στη Βικτώρια και στην Ομόνοια. Δυστυχώς όταν είσαι απελπισμένος αυτά τα κριτήρια χαλαρώνουν. Έτσι αυτή τη στιγμή, υπάρχουν ορισμένες περιοχές στις οποίες υπάρχουν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις από ότι σε άλλες. […] Εννοώ ότι πάμε όπου υπάρχει προσφορά» (Εκπρόσωπος UNHCR).

Ωστόσο, η μεγαλύτερη προσφορά διαμερισμάτων προς εκμίσθωση προερχόταν από γειτονιές χαμηλότερων κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων του Αθηναϊκού κέντρου, όπου μικρο-ιδιοκτήτες ακινήτων διέθεσαν διαμερίσματα και λόγω της οικονομικής ασφάλειας που προσέφερε το ΕΣΤΙΑ. Ταυτόχρονα, στις περιοχές αυτές (π.χ. γύρω από τους άξονες των οδών Αχαρνών και Πατησίων) εντοπίζεται και μια σχετικά υψηλότερη συγκέντρωση μεταναστών διαφόρων εθνικοτήτων και μεταναστευτικών περιόδων, ήδη από την απογραφή του 2011 [9]. Έτσι συνολικά, παράλληλα με τη γενική διασπορά που χαρακτήρισε τη χωροθέτηση των διαμερισμάτων στο Δήμο Αθηναίων και σε γειτονικούς δήμους (πχ. Ζωγράφου, Νέα Σμύρνη, Μοσχάτο-Ταύρος, Νέα Φιλαδέλφεια-Νέα Χαλκηδόνα κ.ά.), εντοπίζονται και ορισμένες πυκνώσεις εγκατάστασης και σχετικά πιο αυξημένες συγκεντρώσεις των διαμερισμάτων ΕΣΤΙΑ σε συγκεκριμένες Δημοτικές Κοινότητες του Δήμου Αθηναίων όπως φαίνεται στο Χάρτη 2, ο οποίος αποτυπώνει συνολικά γεωγραφικά στοιχεία του ΕΣΤΙΑ για το 2016.

«Αυτό που έχουμε προσπαθήσει από την αρχή, είναι να αποφύγουμε τις περιοχές που είναι ήδη επιφορτισμένες με μεγάλο μεταναστευτικό πληθυσμό. Και προσπαθήσαμε – και το έχουμε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό – τα διαμερίσματά μας να είναι διάσπαρτα μέσα την Αθήνα και μέσα από συνεργασίες με όμορους δήμους. Βέβαια η προσφορά ήταν πάρα πολύ μεγάλη στις περιοχές που υπάρχουν πολλοί μετανάστες – οπότε έχουμε και εκεί, αλλά έχουμε προσπαθήσει πραγματικά να έχουμε μια διασπορά» (Εκπρόσωπος Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εταίρου ΕΣΤΙΑ).

Χάρτης 2: Ποσοστά διαμερισμάτων EΣTIA ανά Δημοτικές Κοινότητες επί του συνόλου των διαμερισμάτων EΣTIA στον Δήμο Αθηναίων, 2016

Πηγή: Παπαγιαννάκης (2017). Απάντηση σε ερώτημα επιτροπής κατοίκων της Αθήνας. Θέμα: Πρόγραμμα στέγασης προσφύγων του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία. Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 2017 και επεξεργασία της συγγραφέως

Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η γεωγραφία του ΕΣΤΙΑ φαίνεται πως ακολουθεί την υπάρχουσα εθνοτική γεωγραφία της πόλης στην οποία ντόπιοι, μετανάστες και πρόσφυγες είναι εγκατεστημένοι σε χωρική εγγύτητα, με ορισμένες πυκνώσεις της μεταναστευτικής και προσφυγικής εγκατάστασης σε συγκεκριμένες περιοχές. Από το λόγο των εμπλεκόμενων φορέων, αναδύονται συγκεκριμένες θεωρήσεις για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και τη διεθνοτική συγκατοίκηση. Η εθνοτική ποικιλότητα προσλαμβάνεται ως ένα θετικό στοιχείο που μπορεί να λειτουργήσει ως πλεονέκτημα για τη διεθνοτική συγκατοίκηση στην πόλη και που οφείλει να ενισχυθεί.

«Η τοπική οικονομία, τα διαμερίσματα, νομίζω συνεισφέρουν στην ποικιλότητα και στην κοινωνική ελαστικότητα της αποδοχής της διαφορετικότητας. […] Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι η ποικιλότητα κάνει την κοινωνία πιο δυνατή και το να αποδέχεσαι κάποιον που έχει ξεφύγει από τη δίωξη του πολέμου στη γειτονιά σου είναι εκδήλωση δύναμης. Σίγουρα δεν είναι αδυναμία» (Εκπρόσωπος ΜΚΟ, εταίρου ΕΣΤΙΑ).

Παρά την υιοθέτηση αυτής της ρητορικής για την ποικιλότητα, οι αρχές σχεδιασμού του ΕΣΤΙΑ στόχευαν στη διασπορά των διαμερισμάτων για τους αιτούντες άσυλο σε διαφορετικές γειτονιές, στην αποφυγή της «υπερ-συγκέντρωσής» τους σε γειτονιές εγκατάστασης παλαιότερων μεταναστευτικών πληθυσμών και άρα στην αποφυγή της αυξημένης εθνοτικής ποικιλότητας σε συγκεκριμένες γειτονιές υπό τον κίνδυνο «επιβάρυνσής» τους. Έτσι, η θετική πρόσληψη της ποικιλότητας μοιάζει να έρχεται σε αντιδιαστολή με μια άρρητη αρνητική αντίληψη για τη συγκέντρωση της προσφυγικής και μεταναστευτικής εγκατάστασης η οποία στο λόγο των εμπλεκόμενων φορέων συχνά συγχέεται με την «γκετοποίηση».

Ταυτόχρονα, κατά το στάδιο υλοποίησης του προγράμματος, δημιουργήθηκαν ορισμένες πυκνώσεις χωροθέτησης διαμερισμάτων του ΕΣΤΙΑ και σχετικά πιο αυξημένες συγκεντρώσεις εγκατάστασης αιτούντων άσυλο σε γειτονιές που αποτελούν γειτονιές εγκατάστασης προηγούμενων μεταναστευτικών πληθυσμών. Παρά το γεγονός ότι το τελευταίο στοιχείο αποτιμάται από τους αρμόδιους φορείς ως αρνητικό, συνδεδεμένο με κινδύνους «γκετοποίησης», η σύνδεση αυτή δεν είναι ορθή. Η γεωγραφία του ΕΣΤΙΑ, που ακολουθεί τη γεωγραφία εθνοτικής ανάμειξης της Αθήνας (με γειτονιές όπου καμία εθνοτική ομάδα δεν αποτελεί αυξημένη πλειοψηφία), δεν μπορεί να ταυτιστεί με πολιτικές διαχωρισμού των αιτούντων άσυλο στον αστικό χώρο. Αντίθετα, αυτό που προκύπτει είναι η ενίσχυση της «υπερ-ποικιλότητας» (Alexandri et al. 2017) σε συγκεκριμένες γειτονιές, γεγονός που μπορεί να θεωρηθεί πρωτίστως θετικό για την καθημερινή ζωή διαφόρων εθνοτικών ομάδων. Άλλωστε, η διασπορά των προσφυγικών πληθυσμών και η κοινωνική ανάμειξη ως μοναδικές γενικές αρχές των αστικών πολιτικών δεν είναι αρκετές. Αντίθετα, χρειάζεται να συνοδεύονται από πρακτικές και δράσεις για τη μακροχρόνια χωρο-κοινωνική εγκατάσταση και την ενίσχυση της διεθνοτικής συγκατοίκησης στο τοπικό επίπεδο.

Σχήμα 1: Ποσοστά εθνικοτήτων των ωφελούμενων του προγράμματος ΕΣΤΙΑ, 30/11/2019

Πηγή: UNHCR (2019) ΕΣΤΙΑ, Ενημερωτικά Σημειώματα, Ενημερωτικό σημείωμα για τη στέγαση, Νοέμβριος 2019 και επεξεργασία της συγγραφέως

Ανοιχτά ερωτήματα για τη διεθνοτική συγκατοίκηση

Η «υπερ-ποικιλότητα», ο μειωμένος στεγαστικός διαχωρισμός και η χωρική γειτνίαση που χαρακτηρίζουν τη γεωγραφία του ΕΣΤΙΑ, δε συνεπάγονται αυτόματα και την «κοινωνική γειτνίαση» ή την αρμονική διεθνοτική συγκατοίκηση. Αντίθετα, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιφανειακών «επαφών» με το «διαφορετικό» και τους «άλλους» στην πόλη – όπως συνήθως αυτές προωθούνται από τις αστικές πολιτικές – και των συστηματικών διεθνοτικών αλληλεπιδράσεων (Valentine 2008, Koutrolikou 2012). Παρά το γεγονός ότι στο πλαίσιο του ΕΣΤΙΑ οργανώθηκαν «δράσεις επιμόρφωσης των προσφύγων για την καθημερινότητα στη ζωή της πόλης» (UNHCR 2018), αυτές ήταν κυρίως εθελοντικές από την πλευρά του εκάστοτε εταίρου και περιλάμβαναν κυρίως πολιτιστικά γεγονότα και εκδηλώσεις που αποτελούν συνήθεις πρακτικές των πολιτικών για την κοινωνική μίξη. Οι αλληλεπιδράσεις που δημιουργούν τέτοια γεγονότα μπορεί να λειτουργούν θετικά για ένα πρώτο επίπεδο εξοικείωσης με τους «άλλους», αλλά η αποσπασματικότητα και «ο προσωρινός τους χαρακτήρας δεν είναι αρκετός για το χτίσιμο σχέσεων ή την επίλυση υπαρχουσών εντάσεων» (Koutrolikou 2012: 2062).

Η σημασία της συζήτησης αυτής γίνεται ακόμα πιο κρίσιμη αναφορικά με το αστικό περιβάλλον της Αθήνας, για το οποίο έχει ήδη επισημανθεί η αυξημένη πιθανότητα «επαφής» μεταξύ μεταναστών-τριών και ντόπιων (Kandylis and Maloutas 2018). Η εθνοτική ποικιλότητα, η χωρική εγγύτητα, η κοινωνική ανάμειξη, η καθημερινή «επαφή» και ο περιορισμένος οριζόντιος εθνοτικός διαχωρισμός της Αθήνας αποτελούν αναγκαίους αλλά όχι (μοναδικά) ικανούς όρους για την επίτευξη της διεθνοτικής συγκατοίκησης. Προσφέρουν όμως ένα εύφορο έδαφος, στο οποίο μπορούν να σχεδιαστούν μελλοντικά οι αναγκαίες πολιτικές για την χωρο-κοινωνική εγκατάσταση των προσφύγων, ειδικά εν όψει της σταδιακής μετάβασης του ΕΣΤΙΑ στη διαχείριση των ελληνικών κρατικών αρχών. Η απουσία μιας συνολικότερης πολιτικής για τη διεθνοτική συγκατοίκηση (που να είναι συνδεδεμένη με το πρόγραμμα στέγασης) και η ταυτόχρονη ύπαρξη μιας πληθώρας άλλων αποσπασματικών, προσωρινών και εθελοντικών δράσεων δημιουργούν μια ιδιαίτερη αντίφαση που μπορεί να (ανα)παράγει ιδιότυπους αποκλεισμούς, κοινωνικές οριοθετήσεις αλλά και συγκρούσεις στον αστικό χώρο. 

[1] Η έννοια της κοινωνικής ένταξης (integration) παραμένει σύνθετη παρά τις πολλαπλές προσπάθειες απόδοσης κατάλληλων ορισμών, βλ. για παράδειγμα αυτόν των Ager and Strang (2008) που εντάσσουν στους παράγοντες που συντελούν στην ένταξη – μεταξύ άλλων – και τη στέγαση αλλά και τις κοινωνικές διασυνδέσεις και δίκτυα. Στο παρόν κείμενο η χρήση του όρου αποφεύγεται για διάφορους λόγους μεταξύ των οποίων πτυχές της κριτικής που έχει λάβει (βλ. ενδεικτικά Mavrommatis 2018, Schinkel 2018). Επιλέγεται εδώ η χρήση του όρου «χωρο-κοινωνική εγκατάσταση» που αναδεικνύει τον παράγοντα του χώρου ως ικανού να φωτίσει σύνθετες χωρο-κοινωνικές πτυχές της «ένταξης» που συχνά παραβλέπονται.

[2] Η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε κατά το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 και εντάσσεται στο πλαίσιο της υπό εκπόνηση διδακτορικής διατριβής της συγγραφέως με αρχικό τίτλο: «Μετανάστευση, ποικιλότητα και διαπραγματεύσεις συμβίωσης στις γειτονιές της Αθήνας. Θεσμικές πολιτικές και καθημερινές πρακτικές». Η διδακτορική έρευνα υποστηρίχτηκε από τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) και στη συνέχεια από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ) και τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) στο πλαίσιο της Δράσης «Υποτροφίες ΕΛΙΔΕΚ Υποψηφίων Διδακτόρων» (αρ. Σύμβασης 1192).

[3] Το ΕΣΤΙΑ αποτελεί τη μετεξέλιξη του ‘Προγράμματος Παροχής Στέγασης στο πλαίσιο της Μετεγκατάστασης’ της ΥΑ που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2015 και ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβριο του 2017.

[4] Όπως ορίζονται στους Ν. 4375/2016 και Ν. 4540/2018.

[5] ΦΕΚ 853/Β/12.03.2019. Υπουργική Απόφαση Αριθμ. οικ. 6382/19: Καθορισμός πλαισίου υλοποίησης του προγράμματος παροχής οικονομικής βοήθειας και στέγασης «ΕΣΤΙΑ».

[6] Η επισφάλεια αυτή εντάθηκε μέσω της προαναφερθείσας Υπουργικής Απόφασης που θεσμοθέτησε την έξοδο των αναγνωρισμένων προσφύγων από το ΕΣΤΙΑ πριν την έναρξη υλοποίησης του επόμενου σταδίου «ένταξης» (Πρόγραμμα «Helios») και χωρίς άμεση σύνδεση μεταξύ των δύο προγραμμάτων.

[7] Το κάθε διαμέρισμα μπορεί να φιλοξενεί μέχρι 6 θέσεις στέγασης.

[8] Αρχιτεκτονικά κριτήρια σχετικά με το μέγεθος των διαμερισμάτων, την κατάστασή τους, τις συνθήκες ηλιασμού και αερισμού, την οικοσκευή κλπ. Η μίσθωση των διαμερισμάτων γίνεται μεταξύ του ιδιοκτήτη και του εκάστοτε εταίρου του ΕΣΤΙΑ με όριο μισθώματος τα 400 ευρώ και συχνά με προπληρωμή ορισμένων μισθωμάτων στον ιδιοκτήτη.

[9] Για μια επισκόπηση και χαρτογράφηση αυτών των συγκεντρώσεων βάσει των στοιχείων της απογραφής του 2011 βλ. Balampanidis (2019).

Αναφορά λήμματος

Παπατζανή, Ε. (2020) Η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης αιτούντων άσυλο ‘ΕΣΤΙΑ’ στην Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-γεωγραφία-του-προγράμματος-εστια/ , DOI: 10.17902/20971.95

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Αράπογλου Β, Καβουλάκος Κ-Ι, Κανδύλης Γ, κ.ά. (2009) Η νέα κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας: μετανάστευση, ποικιλότητα και σύγκρουση. Σύγχρονα Θέματα 107: 57–67.
  • Βαΐου Ν (2007) Διαπλεκόμενες καθημερινότητες και χωρο-κοινωνικές μεταβολές στην πόλη. Μετανάστριες και ντόπιες στις γειτονιές της Αθήνας. Καραλή Α και Γρέβια Κ (επιμ.). Αθήνα: ΕΜΠ, L-Press.
  • Μαλούτας Θ (2018) Η κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας. Κοινωνικές ομάδες και δομημένο περιβάλλον σε μια νοτιοευρωπαϊκή μητρόπολη. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
  • Παπαγιαννάκης Λ (2017) Απάντηση σε ερώτημα επιτροπής κατοίκων της Αθήνας. Θέμα: Πρόγραμμα στέγασης προσφύγων του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία. Αθήνα.
  • Ager A and Strang A (2008) Understanding integration: A conceptual framework. Journal of refugee studies 21(2). Oxford University Press: 166–191.
  • Alexandri G, Balampanidis D, Souliotis G, et al. (2017) Divercities: Dealing with Urban Diversity-The case of Athens. Athens: ΕΚΚΕ.
  • Andersson R (2003) Settlement Dispersal of Immigrants and Refugees in Europe: Policy and Outcomes. Vancouver: Vancouver Centre of Excellence.
  • Arapoglou V (2006) Immigration, segregation and urban development in Athens: the relevance of the LA debate for Southern European metropolises. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 121(C): 11–38.
  • Arapoglou V (2012) Diversity, inequality and urban change. European Urban and Regional Studies 19(3). Sage Publications Sage UK: London, England: 223–237.
  • Balampanidis D (2019) Housing Pathways of Immigrants in the City of Athens: From Homelessness to Homeownership. Considering Contextual Factors and Human Agency. Housing, Theory and Society. Taylor & Francis: 1–21. DOI: 10.1080/14036096.2019.1600016.
  • Darling J (2017) Forced migration and the city: Irregularity, informality and the politics of presence. Progress in Human Geography 41(2). Sage London: 178–198.
  • Doomernik J and Glorius B (2016) Refugee migration and local demarcations: New insight into European localities. Journal of Refugee Studies 29(4): 429–439.
  • Eckardt F (2018) European Cities Planning for Asylum. Urban Planning 3(4). PRT: 61–63.
  • Jacobsen K (2006) Refugees and asylum seekers in urban areas: a livelihoods perspective. Journal of Refugee Studies 19(3). Oxford University Press: 273–286.
  • Kandylis G and Maloutas T (2018) From laissez-faire to the camp: Immigration and the changing models of affordable housing provision in Athens. In: Bargelli E and Heitkamp T (eds) New Developments in Southern European Housing after the Crisis. Pisa: Pisa University Press, pp. 127–154.
  • Kourachanis N (2018) From camps to social integration? Social housing interventions for asylum seekers in Greece. International Journal of Sociology and Social Policy 39(3–4). Emerald Publishing Limited: 221–234.
  • Koutrolikou P-P (2012) Spatialities of ethnocultural relations in multicultural East London: discourses of interaction and social mix. Urban studies 49(10). SAGE Publications Sage UK: London, England: 2049–2066.
  • Leontidou L (1990) The Mediterranean City in Transition: Social Change and Urban Development. 1st ed. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Mavrommatis G (2018) Grasping the meaning of integration in an era of (forced) mobility: Εthnographic insights from an informal refugee camp. Mobilities 13(6). Taylor & Francis: 861–875.
  • Musterd S, Ostendorf W and Breebaart M (1997) Segregation in European cities: patterns and policies. Tijdschrift voor Economische en Sociale Geografie 88(2). KNAG : 182–187.
  • Netto G (2011) Strangers in the city: Addressing challenges to the protection, housing and settlement of refugees. International Journal of Housing Policy 11(3). Taylor & Francis: 285–303.
  • Putnam RD (2007) E pluribus unum: Diversity and community in the twenty‐first century the 2006 Johan Skytte Prize Lecture. Scandinavian political studies 30(2). Wiley Online Library: 137–174.
  • Schinkel W (2018) Against ‘immigrant integration’: for an end to neocolonial knowledge production. Comparative migration studies 6(1). Springer: 31. DOI: 10.1186/s40878-018-0095-1.
  • Seethaler-Wari S (2018) Urban planning for the integration of refugees: The importance of local factors. Urban Planning 3(4). PRT: 141–155.
  • UNHCR (2018) ΕΣΤΙΑ. Διήμερο ενημερωτικό σεμινάριο για τους πρόσφυγες του προγράμματος ΕΣΤΙΑ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Available at: https://bit.ly/2YSg4qg (ημερομηνία πρόσβασης 4 Ιανουαρίου 2020).
  • UNHCR (2020) ΕΣΤΙΑ.Στατιστικά Στοιχεία. Available at: http://estia.unhcr.gr/el/home_page/ (ημερομηνία πρόσβασης 4 Ιανουαρίου 2020).
  • UNHCR (2019) ΕΣΤΙΑ. Ενημερωτικό σημείωμα για τη στέγαση. Available at: https://bit.ly/2QICrfG (ημερομηνία πρόσβασης 4 Ιανουαρίου 2020).
  • Valentine G (2008) Living with difference: reflections on geographies of encounter. Progress in human geography 32(3). Sage Publications Sage UK: London, England: 323–337.
  • Vertovec S (2007) Super-diversity and its implications. Ethnic and racial studies 30(6). Taylor & Francis: 1024–1054.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2020/03/tx147_banner5.jpg 200 350 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-03-16 15:43:282024-03-16 00:59:04Η γεωγραφία του προγράμματος ‘ΕΣΤΙΑ’

Ιστορικά κελύφη του Νέου Φαλήρου

15/01/2020/in Ιστορία, Πολιτισμός, Γειτονιές Γεωργικόπουλος Ιωάννης Πολιτισμός, Ιστορία, Γειτονιές /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, η αρχιτεκτονική του προαστίου του Νέου Φαλήρου εμφανίζει έντονα κλασικιστικά και εκλεκτικιστικά στοιχεία. Λιγότερο γνωστή ως προς αυτό το χαρακτηριστικό, συγκριτικά με το κέντρο των Αθηνών, η περιοχή απετέλεσε θερινό θέρετρο για τις ευκατάστατες αθηναϊκές οικογένειες έως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα κυρίως λόγω της εγγύτητας προς την θάλασσα. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η περαιτέρω οικοδομική δραστηριότητα αναπτύχθηκε σταδιακά και συνδέθηκε με την πρακτική της αντιπαροχής, συχνά εις βάρος της πρότερης κατασκευής. Το νέο αυτό μοντέλο ανάπτυξης επηρεάστηκε από το ευρύτερο κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο, καθώς η σταδιακή αύξηση του αριθμού των μονίμων κατοίκων και η αναδιαμόρφωση της συνοικίας απαιτούσε κελύφη (κτίρια) περισσότερο λειτουργικά και εναρμονισμένα με τους ολοένα εντονότερους ρυθμούς ζωής. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να αναδείξει την διαχρονική παρουσία των ιστορικών κελυφών του Νέου Φαλήρου και να συμβάλλει στην ευρύτερη επιστημονική συζήτηση σχετικά με την διαχείριση της αρχιτεκτονικής συμβολικής στο σύγχρονο πλαίσιο. Ειδικότερα, η σχέση της (νεο)κλασικής μορφολογίας με τις δυτικο-ευρωπαϊκές αναπαραστάσεις του Ελληνισμού κατά τον 19ο αιώνα προσδίδει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην μελέτη των συμβολικών χαρακτηριστικών της ιστορικής Νεο-Φαληρικής κατασκευής. Η ανανέωση της τοπικής αρχιτεκτονικής μνήμης, καθώς και η ταυτόχρονη σύνδεσή της με τα σύγχρονα διακυβεύματα σε διάφορες κλίμακες, μπορούν να συνεισφέρουν στην κατανόηση των εσωτερικών αντιφάσεων και στην αναγκαία ανασύνθεση.

Χάρτης 1: Το Νέο Φάληρο και οι γειτνιάζοντες δήμοι

Είμαστε τσακισμένοι, μαραμένοι, χαμένοι μες στον κυκεώνα της σύγχρονης ζωής. Κανείς δεν περιμένει κάτι καλό από την Ελλάδα. Καμμιά ελπίδα δε χαράζει πουθενά. Η στιγμή αυτή είναι βέβαια μια θαυμάσια στιγμή. […] Η λεωφόρος Συγγρού κυλά μέρα και νύχτα προς την αχτή του Φαλήρου τους νεογέννητους και ανέκφραστους ακόμα ρυθμούς ενός δυνατού λυρισμού που γυρεύει δυνατούς ποιητές. Μια αισθητική μορφώνεται αυθόρμητα μες στον αέρα που αναπνέουμε. Αυτός ο «πεζός και υλιστικός» αιώνας κρύβει μες στην ανεξερεύνητη ψυχή του πολύ περισσότερη ποίηση από ό,τι νομίζουν οι δάσκαλοί μας. Αλλά πρέπει κάποιος να λάβει τον κόπο να την ανακαλύψει. Είναι η ώρα κατάλληλη για τολμηρούς σκαπανείς.

 

Γ. Θεοτοκάς, Ελεύθερο Πνεύμα, Εστία, 1929

Όταν ο Κωνσταντίνος Α. Δοξιάδης θεωρητικοποίησε τον όρο «Οικιστική» (Ekistics) ως επιστήμη των ανθρώπινων οικισμών, έθεσε στο κέντρο της ανάλυσής του ένα σύστημα αποτελούμενο από πέντε στοιχεία/επιστημονικά εργαλεία τα οποία ιδωμένα υπό διαφορετικά πρίσματα (οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό, τεχνολογικό, πολιτισμικό), εξηγούν την δομή, λειτουργία και εξέλιξη των οικιστικών μονάδων: φύση, άνθρωπος, κοινωνία, κελύφη και δίκτυα (Doxiadis, 1968). Από αυτά τα στοιχεία, τα κελύφη (κτίρια) αποτελούν την υλική έκφραση της διαλεκτικής σχέσης ανάμεσα στην δημογραφική εξέλιξη, την οικονομική ανάπτυξη, τους ιστορικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς, καθώς και τις πολιτισμικές αναφορές στα πλαίσια της πόλης, του προαστίου ή της κοινότητας. Βρίσκονται δε σε άμεση επαφή με τα δίκτυα μετακίνησης και κυκλοφορίας, με τις επικρατούσες αισθητικές δυνάμεις καθώς και με την ελαστικότητα (resilience) του τοπικού κοινωνικού ιστού.

Στην σύγχρονη εποχή, τα ιστορικά κελύφη βοηθούν την σύνδεση του παρόντος με την παράδοση καθώς συμβάλλουν στην κατανόηση αφενός των δυνάμεων που ασκήθηκαν και συνεχίζουν να ασκούνται πάνω στην πόλη (οικονομία, πολιτισμικά μοντέλα, ιδέες και πρότυπα, παγκοσμιοποίηση) και αφετέρου της ικανότητας της πόλης να αντισταθεί στις συγκεκριμένες πιέσεις. Υπό αυτό το πρίσμα, το ιστορικό κτιριακό δυναμικό του Νέου Φαλήρου -προαστιακός κόμβος ανάμεσα στο αθηναϊκό κέντρο και το λιμάνι του Πειραιά- προσφέρει μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ανίχνευση της ταυτότητας της τοπικής αρχιτεκτονικής μνήμης στον χώρο και τον χρόνο και την σύνδεση αυτής με τις ευρύτερες γεωπολιτικές και κοινωνικές δομές.

Με την πλάτη στην θάλασσα: Η επίκτητη Νέο-φαληρική εσωστρέφεια 

Κατά την περίοδο που ακολούθησε την Κατοχή και τον Εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα, δημιουργήθηκε το θέμα της ανοικοδόμησης. Με την ενίσχυση του σχεδίου Marshall και την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 (Alogoskoufis, 1995), η ανάπτυξη της οικοδομικής δραστηριότητας ήταν ραγδαία και συνδέθηκε πάραυτα με την πολιτική σταθεροποίηση και το αίσθημα χρηματοοικονομικής ασφάλειας των κατοίκων (σημασία της εγγείου ιδιοκτησίας). Παράλληλα, η οριζόντια κινητικότητα του ελληνικού πληθυσμού (από την επαρχία στα αστικά κέντρα και κυρίως στην Αθήνα) δημιούργησε την ανάγκη για γρήγορες και οικονομικές κατασκευές, γεγονός που συνδέθηκε σταδιακά με φαινόμενα όπως η εμπορευματοποίηση και τυποποίηση της κατοικίας και η υποβάθμιση έως και συστηματική καταστροφή του αρχιτεκτονικού τοπίου και της αισθητικής ποιότητας (Πρεβελάκης, 2001). Ο ελληνικός κινηματογράφος της δεκαετίας του 1960 προέβαλε το πλαίσιο ζήτησης της νέας μεταπολεμικής κατοικίας, όπου η αστικοποίηση συνδεόταν συμβολικώς με την κοινωνική άνοδο και πρακτικώς με τις λειτουργικές ανέσεις που προσέφερε το διαμέρισμα σε πολυκατοικία [1]. Συνεπώς, η ελληνική οικοδομή της περιόδου 1955-1967 λειτούργησε στην βάση του τριπτύχου σταθεροποίηση-αστικοποίηση-αστική αναγέννηση και στηρίχθηκε εν πολλοίς στο σύστημα της αντιπαροχής [2].

Η είσοδος της πολυκατοικίας στο αστικό τοπίο [3] και οι νέοι ρυθμοί ζωής επηρέασαν, αν και με σημαντική καθυστέρηση σε σύγκριση με το αθηναϊκό κέντρο, και τις περιφερειακές συνοικίες οι οποίες άρχισαν να εκσυγχρονίζονται με κόστος το αισθητικό αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι συνοικίες των Καμινίων, Ρέντη και Νέου Φαλήρου όπου οι εργάτες της βιομηχανικής ζώνης της οδού Πειραιώς βρίσκουν μία θέση μέσα στις καινοφανείς αστικές επιταγές της εποχής: από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η αντιπαροχή αντικαθιστά σταδιακά την μονοκατοικία και ορισμένα ιστορικά κελύφη, ενώ παράλληλα μετατρέπει μία ολόκληρη τάξη μικροαστών σε ιδιοκτήτες. Την ίδια στιγμή, το Νέο Φάληρο εξελίσσεται σε κόμβο ανάμεσα στην Αθήνα και το λιμάνι του Πειραιά το οποίο ήδη από την δεκαετία του 1960 λειτουργεί ως δεύτερο κέντρο. Η αλλαγή αυτή ήταν αποτέλεσμα της εσωτερικής μετανάστευσης και των γεωπολιτικών συνθηκών καθώς και του συνδυασμού συμφόρησης και ρύπανσης που επέφερε ο πολλαπλασιασμός των αυτοκινήτων στους κεντρικούς δρόμους των Αθηνών: από την μία πλευρά, η εισροή των εσωτερικών μεταναστών και η δημιουργία παροικιών από νησιώτες [4] στα νότια προάστια (Georgikopoulos, 2018a) και, από την δεκαετία του 1980, το αντίστροφο ρεύμα ηθελημένης εγκατάλειψης του κέντρου από τις εύπορες αθηναϊκές οικογένειες με κατεύθυνση τα πάλαι ποτέ προάστια παραθερισμού.

Σε αυτό το πλαίσιο, το Νέο Φάληρο επωφελείται από την συνεπαγόμενη ανάπτυξη οικονομικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων (εμπόριο, βιομηχανίες, κέντρα διασκέδασης, εστίαση), οι πελάτες και οι υπάλληλοι των οποίων μετακινούνται όλο και περισσότερο με ιδιωτικό αυτοκίνητο. Στον αντίποδα, και παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις πολεοδομικής πολιτικής [5], η τοπική αρχιτεκτονική μνήμη διακόπτεται: με την έλευση της πολυκατοικίας το Νέο Φάληρο μετατρέπεται από ένα πλούσιο και πολυσύνθετο τοπίο σε ένα άοσμο προάστιο μεσαίας κλίμακας· το κόστος του αναγκαίου συμβιβασμού για την εύρεση κοινωνικο-πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών στο εσωτερικό μίας μεταπολεμικής, μετεμφυλιακής και ψυχροπολεμικής Ελλάδας.

Η άναρχη προαστιοποίηση του αθηναϊκού πληθυσμού και η συγκέντρωση των εσωτερικών μεταναστών σήμαινε διασκορπισμό των δραστηριοτήτων, πολλαπλασιασμό των κυκλοφοριακών προβλημάτων, αλλά και διοικητική αποκέντρωση, ανάγκη για ανανέωση του συστήματος δημοσίων μεταφορών, καθώς και θέσεις εργασίας σε τοπική κλίμακα. Το φαινόμενο μεταφράστηκε όμως και σε άναρχη δόμηση και εκσυγχρονισμένα πολυώροφα -«παλατάκια λουξ με όλα τα κομφόρ» (Μυλωνάκη, 2012)- στην θέση των ιστορικών κελυφών του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, ως θυσία στην ανάπτυξη και στην απαραίτητη δημογραφική και κοινωνική ανανέωση. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και κυρίως από τo 1980, το Νέο Φάληρο θα υποστεί σοβαρές κατεδαφίσεις παλαιότερων κτισμάτων και ο πληθυσμός θα προτιμήσει την ασφάλεια της εσωστρέφειας και της αρχιτεκτονικής λήθης. Σε τι έγκειται όμως η τοπική αρχιτεκτονική μνήμη; Με ποιες ιστορικο-κοινωνικές διεργασίες συνδέεται; Και μέσω ποιας συμβολικής αλληλεπιδρά με ευρύτερες γεωγραφικές κλίμακες;

Η περίοδος του «στρατηγικού κοσμοπολιτισμού»

Μέχρι και τον Μεσοπόλεμο, το Νέο Φάληρο ήταν τόπος συνάντησης του αστικού αθηναϊκού πληθυσμού με μέρος του πειραϊκού προλεταριάτου. Σε κοντινή απόσταση από τις τοπικές βιομηχανίες-φάμπρικες (όπως π.χ. ο Ατμοηλεκτρικός σταθμός-ΑΗΣ Ν. Φαλήρου, η σοκολατοποιία ΙΟΝ, τα εργοστάσια ΧΡΩΠΕΙ, ΕΛΑΙΣ, Μινέρβα, ΗΒΗ, Α.Ε. Κεραμεικός, η υποδηματοποιία Ινδιάνα, η χαρτοποιία Σαραντόπουλος, τα Ελληνικά Υφαντήρια κλπ), βρίσκονταν διάσπαρτες εξοχικές κατοικίες κλασικίζοντος και εκλεκτικιστικού ρυθμού οι οποίες κατοικούνταν από ευκατάστατους Αθηναίους κυρίως κατά την θερινή περίοδο.

Στο παραλιακό μέτωπο, τα μεταφερθέντα από την περιοχή της Ζέας λουτρά και ο Ναυτικός Όμιλος αποτελούσαν επίσης έναν σημαντικό δια-ταξικό χώρο συνάντησης για τα μέλη της τοπικής κοινότητας καθώς στην κοσμοπολίτικη πλαζ συνέρρεαν κάτοικοι των διαφόρων Πειραϊκών συνοικιών αλλά και Αθηναίοι αστοί με τις οικογένειές τους. Ομοίως, το δημόσιο σχολείο απετέλεσε χώρο συνύπαρξης και ουσιαστικής ώσμωσης, όπου μαθητές προερχόμενοι από διάφορες κοινωνικο-οικονομικές τάξεις δημιούργησαν και διατήρησαν σημαντικούς διαπροσωπικούς δεσμούς. Συνέπεια του τελευταίου, τα τοπικά ιστορικά κελύφη δεν έμεναν αποκομμένα από τον υπόλοιπο κοινωνικό ιστό αφού, επ’ευκαιρία γιορτών και πάρτυ, τα παιδιά των ιδιοκτητών προσκαλούσαν εκεί φίλους και συμμαθητές.

Η, συνδεόμενη με την ελαφρά τοπική εκβιομηχάνιση και τον τουρισμό πολυτελείας (ξενοδοχεία Ακταίον και Μέγα Ξενοδοχείον του Φαλήρου, υπαίθριο κιόσκι καλλιτεχνικής κίνησης – αναψυκτήριο Ταραντέλλα), οικονομική ανάπτυξη του Νέου Φαλήρου προσέλκυσε σταδιακά επιχειρηματίες, εργατο-υπαλλήλους, ευκατάστατους Πειραιώτες (όπως π.χ. ο λογοτέχνης Πέτρος Αποστολίδης/Παύλος Νιρβάνας) και συνταξιούχους Αθηναίους ως μόνιμο πληθυσμό εμπλουτίζοντας το αρχιτεκτονικό τοπίο με μονοκατοικίες και διπλοκατοικίες οι οποίες, ακολουθώντας το ρεύμα του νεο-ιστορισμού του Μεσοπολέμου, αποτελούσαν πραγματικά καλλιτεχνικά δημιουργήματα (Εικόνες 1-3). Η τάση αυτή χαρακτήρισε την συνοικία μέχρι και την δεκαετία του 1960.


Εικόνα 1: Προπολεμικά κτίρια στο Ν. Φάληρο. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Εικόνες 1-3: Προπολεμικά κτίρια στο Ν. Φάληρο.

Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος.

Η κοινωνική σύνθεση και η δημογραφική εξέλιξη του Νέου Φαλήρου (Γράφημα 1) [6] αποδεικνύουν την εξωστρέφεια και τον κοσμοπολιτισμό που χαρακτήριζε το προάστιο ως χώρος ώσμωσης αυτών των ετερόκλιτων στοιχείων, στα οποία είχαν ήδη προστεθεί ως μόνιμοι κάτοικοι οι προσφυγικοί μικρασιατικοί πληθυσμοί [7] και οι αστοί απόγονοι και κληρονόμοι των ιδιοκτητών ορισμένων ιστορικών κελυφών (όπως για παράδειγμα οι οικογένειες Γιαννοπούλου, Γουσέτη, Κοτζαμάνογλου, Λοράνδου, Παπαγγελή, Φαραώ, Χριστοφή κ.α.)

Γράφημα 1: Δημογραφική εξέλιξη Ν. Φαλήρου 1889-1961

Ο εξωστρεφής χαρακτήρας του προαστίου εγγραφόταν στην συνέχεια του ρεύματος του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα, περίοδος κατά την οποία το Νέο Φάληρο άρχισε να οργανώνεται και να αναπτύσσεται παράλληλα με την από το 1870 έντονη οικοδομική δραστηριότητα στον Πειραιά (Μαλικούτη, 2004). Η παράκαμψη του ατμοκίνητου σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς επί βασιλείας Γεωργίου Α’ (ΦΕΚ 18/1869-Διάταγμα περί της συνδέσεως των εν Φαλήρω θαλασσίων λουτρών μετά της του απ’Αθηνών εις Πειραιά σιδηροδρόμου γραμμής), ώστε να δοθεί πρόσβαση στα λουτρά του Φαληρικού όρμου, άνοιξε τον δρόμο για την ανάπτυξη της τοπικής περιαστικής αρχιτεκτονικής. Στην συνέχεια, το ατμοκίνητο (1887) και μετέπειτα ηλεκτροκίνητο τραμ απετέλεσε μία εναλλακτική επιλογή για την διαδρομή Αθήνα-Φάληρο. Από την δεκαετία του 1880, οι πρώτες εξοχικές κατοικίες άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους και να γίνονται χώροι συγκέντρωσης αστών αθηναϊκών οικογενειών και λογοτεχνικών κύκλων. Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η έπαυλη του σατυρικού ποιητή Γεωργίου Σουρή (Εικόνα 4), όπου οργανώνονταν φιλολογικές βραδιές με την συμμετοχή γνωστών λογοτεχνών της Νέας Αθηναϊκής Σχολής (Γενιά του 1880). Παράλληλα το Νέο Φάληρο αναγνωρίζεται ως συνοικισμός του Δήμου Πειραιά (1876) και στην απογραφή του 1889 αριθμεί 242 μόνιμους κατοίκους.

Εικόνα 4: Η οικία Σουρή στο Ν. Φάληρο. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Εικόνα 4: Η οικία Σουρή στο Ν. Φάληρο.

Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Μέχρι και τον Μεσοπόλεμο, το προάστιο κατέχει θέση στους προτεινόμενους ρυμοτομικούς σχεδιασμούς είτε με την μορφή σχεδίων συγκροτήματος επαύλεων σε ανόμοια οικόπεδα τα οποία θα ακολουθούσαν τους καμπύλους δρόμους των κλίσεων του ποταμού Κηφισού (όπως π.χ. τα σχέδια του Ludwig Hoffmann) είτε με την μορφή μελετών (όπως αυτές του Στυλιανού Λελούδα) με εισηγήσεις για την δημιουργία ζώνης αναψυχής («Ακτών περιοχή») από το Τουρκολίμανο ως το Παλαιό Φάληρο (Φιλιππίδης, 1984: 116-120).

Η ανέγερση των εν λόγω κτιρίων καθώς και πολυτελών ξενοδοχειακών μονάδων (Ακταίον και Μέγα Ξενοδοχείον) επί του παραλιακού μετώπου βασίστηκε στην κλασικιστική παράδοση, ενσωματώνοντας όμως διάφορες εκλεκτικιστικές προσμίξεις. Η ποικιλία αυτή από επιδράσεις, συνδυασμούς και μεταμορφώσεις συνδυάστηκε με έναν σεβασμό απέναντι στις τοπικές συνθήκες και κοινωνικές ανάγκες του Νέου Φαλήρου: κελύφη δεύτερης κατοικίας (μικρή κλίμακα), παραθερισμού και ψυχαγωγίας ενταγμένα σε ένα θαλασσινό τοπίο αστικού χαρακτήρα. Παρά την γενικότερη εικόνα εγκατάλειψης, μπορούμε ακόμα και σήμερα να βρούμε δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής όπου ο ώριμος και ο λαϊκός νεοκλασικισμός (Εικόνες 5-12) συναντούν τον πολυκεντρικό εκλεκτικισμό (Εικόνες 13-15) και την γραφική αρχιτεκτονική (Εικόνες 16-17) σε έναν συγκερασμό διαφόρων μορφολογικών στοιχείων με το τοπικό ιδίωμα.

Εικόνα 5: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 5: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος
Εικόνα 5: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 6: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 7: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 8: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 9: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 10: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 11: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 12: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Εικόνες 5-12: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού.

Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος.


Εικόνα 13: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 13: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος
Εικόνα 13: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 14: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 15: Δείγματα μικτής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο με έντονα στοιχεία λαϊκού και ώριμου νεοκλασικισμού. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Εικόνες 13-15: Δείγματα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο.

Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος.


Εικόνα 16: Δείγματα γραφικής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 16: Δείγματα γραφικής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος
Εικόνα 16: Δείγματα γραφικής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος Εικόνα 17: Δείγματα γραφικής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Εικόνες 16 και 17: Δείγματα γραφικής αρχιτεκτονικής στο Ν. Φάληρο.

Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος.


Οι τύποι αυτοί προαστιακής αρχιτεκτονικής, ως σταθερή αναφορά στο παρελθόν και τις ευρωπαϊκές πολιτισμικές εισαγωγές, εξακολουθούν να φέρνουν τους κατοίκους του Νέου Φαλήρου σε επαφή με ποικίλες ιστορικές κλίμακες. Εν τη γενέσει τους, τα κελύφη αυτά απευθύνονταν σε πληθυσμιακές ομάδες οι οποίες συνδέονταν πρακτικά και συμβολικά με τα δυτικά πρότυπα και τις δυτικές αναπαραστάσεις της νεωτερικότητας. Ο Χρήστος Χριστοφής υπήρξε, επί παραδείγματι, πληρεξούσιος πράκτορας μεταναστεύσεων μεγάλης γαλλικής εταιρείας ατμοπλοΐας (Πανδή-Αγαθοκλή, 2001)· η οικία Χριστοφή σε σχέδια Ernst Ziller κατοικείται σήμερα από μέλη της οικογένειας και αποτελεί δείγμα μικτής αρχιτεκτονικής (Εικόνα 18). Επίσης, τα πολυτελή ξενοδοχεία επί της παραλίας και το θεατράκι Ziller απευθύνονταν στην φιλοευρωπαϊκή αστική τάξη των Αθηνών (διανοούμενοι, καλλιτέχνες και λογοτέχνες) η οποία παραθέριζε στο Νέο Φάληρο και συνδεόταν πνευματικά με την Δύση.

Εικόνα 18: Η οικία Χριστοφή σε κατασκευή Ε. Ziller, λιθοδομή με εκλεκτικιστικά πλαίσια. Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος

Εικόνα 18: Η οικία Χριστοφή σε κατασκευή Ε. Ziller, λιθοδομή με εκλεκτικιστικά πλαίσια.

Πηγή: Ιωάννης Γεωργικόπουλος.

Με την σειρά τους, τα ιστορικά κελύφη της συνοικίας αποτελούν εκφράσεις προσαρμογής των ξένων προτύπων στις ελληνικές συνθήκες. Οι επιρροές από την εκλεκτικιστική μορφολογία και κυρίως από το εξωγενές ιδεολόγημα του (νεο-) κλασικισμού συνδέονται με την εισαγωγή του εδαφικού δυτικού νεωτερικού μοντέλου κατά την δημιουργία του ελληνικού κράτους  (Γεωργικόπουλος, 2016, Georgikopoulos, 2017). Συγκεκριμένα, η επίδραση της νεοκλασικής πολεοδομίας συνετέλεσε, όχι χωρίς προβλήματα, στην εφαρμογή της συγκεντρωτικής συμβολικής στρατηγικής που ακολουθήθηκε από την βαυαρική διοίκηση στα πρότυπα του Βεστφαλιανού Έθνους-κράτους, συμβάλλοντας στην επιβολή των αξιών του Διαφωτισμού και στην απομάκρυνση από το οθωμανικό παρελθόν (Πρεβελάκης, 2016). Η αναφορά στην δυτική αντίληψη της αρχαιότητας και η προσαρμογή της στην τοπική κλίμακα αποτελεί συνεπώς τομή, στο μέτρο που εντός αυτής της «ομιλούσας αρχιτεκτονικής» (Vaudoyer, 1852) βρίσκεται η επιβεβαίωση της θέλησης για εκδυτικισμό χωρίς όμως ρήξη με τα ανατολίτικα στοιχεία. Πράγματι, πίσω από την επιδερμική κλασικίζουσα πρόσοψη-σύμβολο ελληνικότητας συναντάμε συχνά μία κατασκευή η οποία αντανακλά την συνέχεια με το πλαίσιο της προεπαναστατικής παραδοσιακής ζωής: ημιυπαίθριοι και μεταβατικοί χώροι όπως και εξωτερικές σκάλες απαντώνται σε μεγάλο αριθμό ιστορικών κελυφών στο Νέο Φάληρο.

Τέλος, η μικτή αυτή αρχιτεκτονική συνομιλεί συμβολικά με ιστορικά γεγονότα τα οποία συνδέονται με την δημιουργία του ελληνικού Κράτους και του νεο-κλασικού εθνικού μύθου αλλά και με την διαμόρφωση ευρύτερων γεωπολιτικών ανασχηματισμών στην Ευρώπη. Έτσι, στο παραλιακό μέτωπο βρίσκουμε το ανεγερθέν επί βασιλείας Όθωνα ταφικό μνημείο-οστεοφυλάκιο και τον τύμβο του Γεωργίου Καραϊσκάκη ο οποίος δέχτηκε το μοιραίο βόλι στην μάχη του Φαλήρου (1827) κατά την ελληνική Επανάσταση, καθώς και στοιχεία για την ύπαρξη γαλλο-βρετανικού νεκροταφείου και μνημείου (Χάρτης 2) υπέρ των πεσόντων στρατιωτών από επιδημία χολέρας κατά τον γαλλο-βρετανικό αποκλεισμό του Πειραιά στα πλαίσια του Κριμαϊκού Πολέμου (1853-1856).

Χάρτης 1. Ο Πειραιάς στις αρχές του 20ού αιώνα. Επάνω δεξιά διακρίνουμε το αγγλο-γαλλικό μνημείο και νεκροταφείο (Monument des Anglais et des Français, Cimetière). Πηγή: Baedeker K (1909) Greece. Leipzig : Karl Baedeker Publisher (4th ed.)

Χάρτης 2: Ο Πειραιάς στις αρχές του 20ού αιώνα. Επάνω δεξιά διακρίνουμε το αγγλο-γαλλικό μνημείο και νεκροταφείο (Monument des Anglais et des Français, Cimetière).

Πηγή: Baedeker K (1909) Greece. Leipzig : Karl Baedeker Publisher (4th ed.).

Κατ’αυτόν τον τρόπο, η συνοικία του Νέου Φαλήρου συνδυάζει την κυκλοφορία μορφολογικών προτύπων αστικής προέλευσης με τις διάφορες γεω-ιστορικές κλίμακες, προσφέροντας ένα πλαίσιο ανάγνωσης της αρχιτεκτονικής και κοινωνικο-οικονομικής εξέλιξης του ελληνικού Κράτους μέσα από το πολιτισμικό απόθεμα της σύγχρονης πόλης. Πώς μπορεί όμως να αξιοποιηθεί η τοπική αρχιτεκτονική μνήμη ώστε να ανανοηματοδοτηθούν τα ιστορικο-πολιτισμικά χαρακτηριστικά και να ανανεωθεί η κοινωνική συνοχή και στο σύγχρονο πλαίσιο;

Για μία επιστροφή στον ανοιχτό ορίζοντα

Η διατήρηση και ανανέωση της αρχιτεκτονικής μνήμης και κληρονομιάς αποτελούν σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο επειδή εξασφαλίζουν στους κατοίκους το αίσθημα του ανήκειν στην πόλη, δίνοντας την εικόνα μίας απτής συνέχειας στον χώρο και στον χρόνο. Οι διαδικασίες αυτές μπορούν να αποδώσουν οικονομικά πολύ περισσότερο από ότι η επιφανειακή τουριστική ανάπτυξη και η ανεξέλεγκτη οικοδόμηση, καθώς η διαχρονικότητα και η ατμόσφαιρα συνέχειας γίνονται το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο συνδέεται με την ποιότητα του τουριστικού κεφαλαίου του τόπου. Αποτελούν όμως και στοιχεία κοινωνικής συνοχής γιατί η αίσθηση της ένταξης σε μία χωρο-χρονική συνέχεια δημιουργεί ενοποιητικούς δεσμούς μεταξύ των κατοίκων, δεσμοί οι οποίοι απορροφούν ή και αποτρέπουν εντάσεις και συγκρούσεις σε διάφορες κλίμακες.

Η αξιοποίηση των φυσικών και αρχιτεκτονικών στοιχείων απλώνεται σε ένα φάσμα εκφράσεων οι οποίες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, δημιουργώντας δυνάμεις έλξης. Η ανα-νοηματοδότηση της τοπικής αρχιτεκτονικής μνήμης βοηθά να προχωρήσουμε πέρα από την διπλή πολιτισμική εξάρτηση του Νέου Φαλήρου από τα κέντρα Πειραιά και Αθηνών (ιδιωτικά σχολεία, θέατρα, Πανεπιστήμια) προς μία συμβολική σύνδεση των χώρων, η οποία μπορεί να ωθήσει και σε μία επαναδιαπραγμάτευση των διοικητικών λειτουργιών του Κράτους: δυνητικά, όσο πιο επιτυχημένη η αλληλεπίδραση στο συμβολικό και κοινωνικό επίπεδο, τόσο πιο οργανωμένη και αποτελεσματική η φορολογική και διοικητική αποκέντρωση.

Επίσης, η επανασύνδεση με την θάλασσα καθώς και με την συμβολική αρχιτεκτονική Αθήνας και Πειραιά μπορεί μακροπρόθεσμα να επαναπροσδώσει στο Νέο Φάληρο τα χαρακτηριστικά του εξωστρεφούς προαστίου (outward suburb), ο δυναμισμός του οποίου θα ενισχύεται από την ενσωμάτωση και ώσμωση διαφορετικών πληθυσμιακών ομάδων. Έτσι, η ανανέωση της αρχιτεκτονική μνήμης, σε συνδυασμό με την γεωγραφική θέση του Νέου Φαλήρου (μεταξύ θαλασσίου μετώπου και βιομηχανικής ζώνης) και το επιχειρηματικό πνεύμα της νέας γενιάς κατοίκων, φαίνεται να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση μοχλών συνοχής με πολλαπλά οφέλη. Πράγματι, ενώ οι παλαιοί κάτοικοι αρνούνταν να αναπτύξουν δεσμούς με τον τόπο μετοίκησης, μένοντας προσκολλημένοι στην μικρή πατρίδα καταγωγής (χωριό, πόλη), τα παιδιά και τα εγγόνια τους φαίνεται να έχουν ήδη ενσωματώσει την αναφορά στην γενέθλια πόλη. Με την έλευση της δεύτερης και της τρίτης γενιάς, η πλειονότητα των νέων κατοίκων έχει αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με το Νέο Φάληρο, συνειδητοποιώντας παράλληλα την ανάγκη για ανανέωση και ανα-νοηματοδότηση των ιδιαιτεροτήτων της συνοικίας με βάση τα γεω-ιστορικά της πλεονεκτήματα.

Η οικονομική διάσταση που προκύπτει από αυτές τις διεργασίες είναι εξίσου σημαντική και δείχνει να ευνοείται από τις υπάρχουσες και εν εξελίξει γραμμές δημοσίων μεταφορών (λεωφορείο, ηλεκτρικός, τραμ κλπ). Ο συνδυασμός πολιτισμικού και ποιοτικού τουρισμού (διαλεκτική μεταξύ τοπικής αρχιτεκτονικής κληρονομίας και ιστορικών κλιμάκων) με παράλληλη δημιουργία ζωνών κατοικίας και δραστηριοτήτων (συνέδρια, θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, ομιλίες, μουσεία) και η σύνδεσή του συνόλου με αντίστοιχες ζώνες ανάλογες του δυναμικού της αθηναϊκής ακτής (Βούλα, Βουλιαγμένη) δύνανται, εκτός από την προσφορά θέσεων εργασίας, να προσδώσουν μία νέα δυναμική η οποία θα ανανεώσει το ενδιαφέρον των καλλιεργημένων Ευρωπαίων, (Ελληνο)Αμερικανών και Κινέζων τουριστών. Το γεγονός αυτό θα έχει, ιδανικά, ως αποτέλεσμα την άμεση επαφή με τα παγκόσμια πνευματικά και οικονομικά δίκτυα στα οποία ήδη συμμετέχουν η Αθήνα και ο Πειραιάς.

Η πολιτική/διοικητική, συμβολική και οικονομική αναβάθμιση και ισχυροποίηση των λειτουργιών των παραπάνω δυνάμεων έλξης ενώνουν το τοπικό με το εθνικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές επίπεδο μέσω της κυκλοφορίας. Συν τοις άλλοις, μπορούν να δημιουργήσουν τις συνθήκες για μία ποιοτική ζωή και εργασία ακόμα και για νεοφερμένους πληθυσμούς (π.χ. πρόσφυγες), κόντρα στην παρούσα κοινωνική και οικονομική ανασφάλεια του αθηναϊκού κέντρου (Georgikopoulos, 2018b).

Το Νέο Φάληρο μπορεί να αποτελέσει μία οικονομική και πολιτισμική όαση ανάμεσα στην Αθήνα και στον Πειραιά, ανάμεσα στον εθνο-κρατικό συγκεντρωτισμό και τις μεσογειακές ρίζες. Η επιστροφή του Νέου Φαλήρου στον ανοιχτό ορίζοντα είναι μία διαδικασία η οποία έχει συμφέρον να αντλήσει από το ξεχασμένο κεφάλαιο μνήμης, διαχρονικότητας και πολιτισμικής ποικιλίας, ούτως ώστε οι συμβολικές θεματικές να μπορούν να συνδιαλέγονται με τις αστικές αναπλάσεις και τις αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις. Η μετατόπιση αυτή από το τεχνοκρατικό στο πνευματικό/συμβολικό και άρα πολιτικό πλαίσιο απαιτεί πολυεπίπεδες συνέργειες. Προϋποθέτει κοινωνική πρωτοβουλία, αποτελεσματική συνεργασία φορέων, ενθουσιασμό και ενεργητικότητα από τις νέες γενιές και μία δυναμική και αποφασιστική πολιτική ηγεσία. Παρά τα προβλήματα και τις αγκυλώσεις, οι πρωτοβουλίες των τελευταίων χρόνων (Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, δράσεις της Περιφέρειας, ανάπλαση του Φαληρικού Δέλτα, κινητοποίηση των ιδιοκτητών ιστορικών κελυφών) και η ολοκλήρωση 200 χρόνων από την ελληνική Επανάσταση μπορούν να σηματοδοτήσουν πρακτικά και συμβολικά την αλλαγή προσανατολισμού. Τα ιστορικά κελύφη του Νέου Φαλήρου, το μνημείο του Καραϊσκάκη και οι ποικίλες συμβολικές αναφορές που τα συνοδεύουν λειτουργούν ως υπενθύμιση της γεωπολιτικής και πολιτισμικής καινοτομίας μέσα σε ένα πλαίσιο επαναδιαπραγμάτευσης της μνήμης, όπου τελικά η αναπόφευκτη μείξη μπορεί να οδηγήσει στην απαραίτητη ανανέωση.

Ευχαριστίες

Ευχαριστώ θερμά την Δρα. Αρχιτέκτονα Μηχανικό Ε.Μ.Π. Σταματίνα Μαλικούτη, Καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, για την πολύτιμη βοήθειά της.

[1] Στις ταινίες «Θα σε κάνω βασίλισσα» (1964) και «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» (1965) αποτυπώνονται γλαφυρά οι δυσκολίες, οι συμμαχίες και οι συγκρούσεις που απορρέουν από το όνειρο της ελληνικής κοινωνίας για μία καλύτερη ζωή εντός αστικού ιστού βασισμένη στις υλικές απολαβές.

[2] Για το σύστημα της αντιπαροχής, βλ. Πρεβελάκης 2001, 27-32.

[3] Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε τον Νόμο 3741/1929 (ΦΕΚ Α’ 4) «Περί της ιδιοκτησίας κατ’ορόφους», ο οποίος αποτελεί την γενέθλιο πράξη της σύγχρονης πολυκατοικίας.

[4] Όπως για παράδειγμα η δωδεκανησιακή παροικία. Η προσάρτηση των νησιών της Δωδεκανήσου το 1947 (Συνθήκη των Παρισίων) ήταν η τελευταία προσθήκη εδαφών στην ελλαδική επικράτεια.

[5] Η χάραξη νέας στρατηγικής με βάση τον έλεγχο των όρων πολεοδόμησης και την αναβάθμιση της αρχιτεκτονικής κληρονομίας από το αυτόνομο Υπουργείο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος (ΥΧΟΠ) του Στέφανου Μάνου το 1977 δεν πρόλαβε να ευδοκιμήσει. Με ορισμένες εξαιρέσεις, η πολεοδομική πολιτική συνέχισε να εργαλειοποιείται κατά τις προεκλογικές περιόδους (π.χ. μέσω της αύξησης των συντελεστών δόμησης) και να αποτελεί στοιχείο ψηφοθηρίας.

[6] Πίνακας 1. Δημογραφική εξέλιξη του Νέου Φαλήρου 1889-1961. Πηγή: Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος – Εθνικό Τυπογραφείο. Τα διαθέσιμα στοχευμένα στοιχεία για τον πληθυσμό του Νέου Φαλήρου αφορούν τις απογραφές των ετών 1889 (Δήμος Πειραιώς), 1920 (Δήμος Πειραιώς), 1928 (Κοινότητα Ν. Φαλήρου), 1940 (Κοινότητα Ν. Φαλήρου), 1951 (Δήμος Ν. Φαλήρου) και 1961 (Δήμος Ν. Φαλήρου). Από το 1968, η συνοικία ενσωματώνεται πλήρως στον Δήμο Πειραιά και από την απογραφή του 1971 και εφεξής σταματούν να διατίθενται ξεχωριστά στοιχεία. Οι δημογραφικές μεταβολές (σημαντική αύξηση του πληθυσμού) που παρατηρούνται στις απογραφές του 1920 και του 1928 οφείλονται στα αλλεπάλληλα τροποποιητικά διατάγματα και την αύξηση των χορηγούμενων αδειών οικοδομής κατά το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα, καθώς και στην εγκατάσταση προσφυγικών πληθυσμών από την Μικρά Ασία από το 1923.

[7]Ένας μικρός, αλλά σημαντικός για τα δεδομένα του προαστίου, αριθμός προσφύγων εγκαταστάθηκε στον κρατικό οικισμό που δημιουργήθηκε στην Σούδα του Νέου Φαλήρου (η περιοχή όπισθεν της νυν Στατιστικής Υπηρεσίας που συνδέει την βιομηχανική ζώνη της οδού Πειραιώς με το γήπεδο Καραϊσκάκη). Κατά την άφιξή τους, οι πρόσφυγες ήρθαν αντιμέτωποι με μία ιδιαιτέρως υποβαθμισμένη και δύσοσμη περιοχή η οποία, ήδη από το τέλος του 19ου αιώνα, αποτελούσε τόπο συσσώρευσης των ακάθαρτων λυμάτων από τις παρακείμενες βιομηχανίες όπου έμελλε και οι ίδιοι να εργαστούν. Τα οδωνύμια της περιοχής της Νεοφαληρικής Σούδας (οδοί Μικράς Ασίας, Φώκαιας, Καρδάση, Σμύρνης, Νέας Ιωνίας, Μουράτη, Εμμανουηλίδη) μαρτυρούν την προσφυγική της ιστορία.

Αναφορά λήμματος

Γεωργικόπουλος, Ι. (2020) Ανανεώνοντας την αρχιτεκτονική μνήμη: Ιστορικά κελύφη του Νέου Φαλήρου, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/ιστορικά-κελύφη-του-νέου-φαλήρου/ , DOI: 10.17902/20971.93

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Γεωργικόπουλος Ι (2016) Η Εθνική Κατασκευή στα Δωδεκάνησα. Στο: Γεωργαλίδου Μ και Τσιτσελίκης Κ (επιμ.), Γλωσσική και Κοινοτική Ετερότητα στη Δωδεκάνησο του 20ου αιώνα, Αθήνα: Παπαζήσης, σσ 75–96.
  • Μαλικούτη Μ (2004) Πειραιάς 1834-1912. Αθήνα: Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς.
  • Μυλωνάκη Α (2012) Από τις Αυλές στα Σαλόνια: Εικόνες του Αστικού Χώρου στον Ελληνικό Δημοφιλή Κινηματογράφο (1950-1970). Αθήνα: University Studio Press.
  • Πανδή-Αγαθοκλή Β (2001) Η Ιστορία του Νέου Φαλήρου Μέσα από τους Δρόμους του. Αθήνα: Όμβρος.
  • Πρεβελάκης ΓΣ (2016) Ποιοι Είμαστε; Γεωπολιτική της Ελληνικής Ταυτότητας. Αθήνα: Economia Publishing.
  • Πρεβελάκης ΓΣ (2001) Επιστροφή στην Αθήνα. Πολεοδομία και γεωπολιτική της ελληνικής πρωτεύουσας. Αθήνα: Εστία.
  • Φιλιππίδης Δ (1984) Νεοελληνική Αρχιτεκτονική. Αθήνα: Μέλισσα.
  • Alogoskoufis G (1995) The two faces of Janus: institutions, policy regimes and macroeconomic performance in Greece. Economic policy, Oxford University Press Oxford, UK 10(20): 147–192.
  • Doxiadis CA (1968) Ekistics: Αn introduction to the science of human settlements. London: Hutchinson.
  • Georgikopoulos I (2017) Quand l’Alisverissi Transfrontalier Fait Vivre : Castellorizo et Kaş Face aux Crises. L’Espace politique 33(3). Epub available at: http://journals.openedition.org/espacepolitique/4437. DOI: 4000/espacepolitique.4437.
  • Georgikopoulos I (2018a) Géopolitique du Dodécanèse. Thèse de Doctorat, Université Paris 1 Panthéon-Sorbonne, France.
  • Georgikopoulos, I (2018b) De l’Accueil des Réfugiés à la Gestion des Migrations. Les Îles du Dodécanèse : une Zone Tampon à Fort Potentiel entre la Grèce et la Turquie. Anatoli 9 : 95-107.
  • Vaudoyer L (1852) Etudes d’architecture en France. Le Magasin Pittoresque 20(49): 388.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/06/tx142_Poster.jpg 830 1200 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2020-01-15 15:05:522024-03-16 01:03:09Ιστορικά κελύφη του Νέου Φαλήρου

Ανισότητες και διαχωρισμοί στην Αθήνα

07/11/2019/in Μαλούτας Θωμάς, Σπυρέλλης Σταύρος Νικηφόρος Κοινωνική Δομή, Οικονομία, Δομημένο Περιβάλλον, Εκπαίδευση, Εθνοτικές Ομάδες, Στέγαση, Γειτονιές /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Εισαγωγή


Το λήμμα αυτό έχει ως στόχο την ανάδειξη ανισοτήτων και διαχωρισμών στην Αθήνα σε σχέση με μια σειρά από θεματικούς άξονες, όπως η απασχόληση, η εκπαίδευση και η κατοικία.

Βασικό μέσο είναι η χαρτογράφηση αυτών των ανισοτήτων και διαχωρισμών, κάτι που οδήγησε στην παραγωγή των 180 χαρτών που ακολουθούν. Για να αυξηθεί η ορατότητα της χωρικής δομής των ανισοτήτων και διαχωρισμών στην Αθήνα, κατασκευάστηκαν και 17 δυναμικοί χάρτες που καθένας απεικονίζει διαδοχικά τα σχήματα κατανομής των κατηγοριών που περιέχει. Για παράδειγμα, σε έναν τέτοιο δυναμικό χάρτη εμφανίζονται διαδοχικά οι περιοχές κατοικίας του πληθυσμού ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης (2.1 Επίπεδο εκπαίδευσης).

Εκτός των θεματικών ενοτήτων που περιέχονται στο λήμμα αυτό, υπάρχει και μια ενότητα όπου η χαρτογράφηση είναι αποτέλεσμα μεθόδων σύνθεσης δεδομένων από πολλαπλές ενότητες. Πρόκειται για την ενότητα που αφορά την κοινωνική τυπολόγηση των περιοχών κατοικίας της πόλης.

Στον ακόλουθο κατάλογο περιλαμβάνονται οι θεματικές του λήμματος, στις οποίες μπορεί κανείς να μεταβεί αμέσως πατώντας στον ενεργό σύνδεσμο του κάθε θεματικού τίτλου.

Θεματικές ενότητες:

1. Δημογραφικά

1.1 Ηλικιακές ομάδες
1.2 Οικογενειακή κατάσταση
1.3 Τύποι νοικοκυριού
1.4 Εθνοτικές ομάδες

2. Εκπαίδευση

2.1 Επίπεδο εκπαίδευσης
2.2 Νέοι/-ες εκτός εκπαίδευσης
2.3 Χώρες σπουδών

3. Απασχόληση

3.1 Κύρια ασχολία
3.2 Επαγγέλματα
3.3 Τομείς απασχόλησης
3.4 Κλάδοι απασχόλησης

4. Κατοικία και διαβίωση

4.1 Κύριες πηγές πόρων ζωής
4.2 Καθεστώς ενοίκησης
4.3 Μέγεθος κατοικιών
4.4 Επιφάνεια κατοικίας ανά άτομο
4.5 Παλαιότητα κτηρίων κατοικίας
4.6 Τρόπος θέρμανσης
4.7 Πρόσβαση στο διαδίκτυο
4.8 Κατοχή ΙΧ αυτοκινήτου

5. Σύνθετες αναλύσεις

5.1 Κοινωνική τυπολογία περιοχών κατοικίας

Το σύνολο των δεδομένων που έχουν χρησιμοποιηθεί για τις χαρτογραφήσεις στο λήμμα αυτό προέρχονται από την Απογραφή Πληθυσμού της ΕΛΣΤΑΤ του 2011. Ορισμένα συμπληρωματικά δεδομένα προέρχονται και από παλαιότερες Απογραφές (1991 και 2001). Ανακτήθηκαν όλα μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής «Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011» (https://panorama.statistics.gr/), η οποία είναι αποτέλεσμα μακράς συνεργασίας του ΕΚΚΕ με την ΕΛΣΤΑΤ.

Για τη διευκόλυνση των χρηστών του Άτλαντα δίνουμε και άμεση πρόσβαση στα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή των χαρτών αυτού του λήμματος. Τα δεδομένα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για τη χαρτογράφηση των ίδιων φαινομένων με διαφορετικές χαρτογραφικές επιλογές από τις δικές μας, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες της εφαρμογής “Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011» (μενού: εργαλεία\εισαγωγή πίνακα δεδομένων). Επεξηγήσεις για το περιεχόμενο των μεταβλητών δίνονται σε συμπληρωματικό αρχείο.

Η εφαρμογή αυτή δίνει τη δυνατότητα ανάλυσης σε μεγάλη χωρική λεπτομέρεια για όλες τις ελληνικές πόλεις που είχαν το 2011 περισσότερους από 50.000 κατοίκους. Οι ενότητες χωρικής ανάλυσης είναι μικρές ενότητες, που ονομάζονται ΜΟΧΑΠ (Μονάδες Χωρικής Ανάλυσης Πόλεων) και αντιστοιχούν περίπου στους Απογραφικούς Τομείς της ΕΛΣΤΑΤ. Η μητροπολιτική Αθήνα αποτελείται από 3.000 ΜΟΧΑΠ με περίπου 1.200 κατοίκους η καθεμία, κάτι που δείχνει πόσο λεπτομερέστερη είναι η ανάλυση που ακολουθεί σε σχέση με τη χωρική ανάλυση που γίνεται συνήθως (59 Δήμοι ή, στην καλύτερη περίπτωση, 117 Δημοτικές και Τοπικές Κοινότητες, που επιπλέον είναι και πολύ άνισες ως προς τον πληθυσμό τους).

Η περιοχή την οποία αναδεικνύουν οι χάρτες που ακολουθούν δεν περιλαμβάνει το σύνολο της Αττικής, αλλά την ευρύτερη περιοχή του λεκανοπεδίου μέχρι και τα παράλια της Ανατολικής Αττικής από τον Μαραθώνα μέχρι τον Λιμένα Μαρκόπουλου και από το Λαγονήσι μέχρι την Ελευσίνα. Εκτός χάρτη είναι η Λαυρεωτική, μεγάλο μέρος των Καλυβίων, η περιοχή των Μεγάρων και η Νέα Πέραμος, τμήμα της Σαλαμίνας και το βόρειο τμήμα της Αττικής από τα Γραμματικό και πάνω. Όλες αυτές οι περιοχές έχουν ενδιαφέρον, αλλά αν συμπεριλαμβάνονταν θα καθιστούσαν δυσδιάκριτες τις διαφορές μεταξύ των υπολοίπων περιοχών και, ιδιαίτερα, των μικρότερων σε έκταση, αλλά πολύ μεγαλύτερων σε πληθυσμό, μέσα στο λεκανοπέδιο.


1. Δημογραφικά

1.1 Ηλικιακές ομάδες


Τόπος κατοικίας παιδιών και νέων εφήβων (0-14 ετών). Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 1.1.1 – 1.1.4: Κατανομή πληθυσμού ανά ηλικιακή ομάδα και περιοχή κατοικίας (2011)

Η ηλικία του πληθυσμού αποτελεί παράμετρο που διαφοροποιεί σημαντικά τις γειτονιές της πόλης. Οι μικρές ηλικίες (παιδιά και μικροί έφηβοι έμφανίζουν μεγαλύτερη ποσοστιαία συγκέντρωση στις νέες επεκτάσεις της πόλης—προέκταση του ιστού της πόλης στα Μεσόγεια από βορά και νότο, περιφέρεια του αστικού συγκροτήματος στη δυτική πλευρά και τις ανατολικές ακτές, Άγιος Δημήτριος, Βριλήσσια, κλπ.

Αντίθετη είναι η εικόνα όσον αφορά τη συγκέντρωση των ηλικιωμένων που επικεντρώνεται σε περιοχές παλαιότερης συγκρότησης και σε περιοχές συγκέντρωσης υψηλών κοινωνικοεπαγγελματικών ομάδων. Ο Δήμος Αθηναίων παρουσιάζει σχετικώς μεικτή εικόνα, παρά την παλαιότητά του. Η μετακίνηση στα προάστια ενός σημαντικού τμήματος των νοικοκυριών του που ανήκαν στα υψηλά και μεσαία στρώματα και η είσοδος νέου σε ηλικία πληθυσμού, περιόρισε τη σχετική συγκέντρωση ηλικιωμένων, ιδιαίτερα στη δυτική πλευρά του δήμου.

Η σχετική συγκέντρωση των μεγάλων εφήβων και νέων ενηλίκων και, ακόμη περισσότερο, των μεσήλικων ατόμων παρουσιάζει μεγαλύτερη ισοκατανομή στο χώρο της πόλης. Οι συγκεντρώσεις σε περιοχές φοιτητικής κατοικίας και σε περιοχές αποστέρησης στη δυτική περιφέρεια, για την πρώτη κατηγορία, γίνονται περιοχές σχετικής απουσίας για την επόμενη, η οποία συγκεντρώνεται κυρίως στην πρώτη προαστιακή ζώνη, με υψηλότερες τιμές στα βορειανατολικά και παραλιακά προάστια των εύπορων στρωμάτων.

Ο πίνακας 1.1 που ακολουθεί παρουσιάζει τη δυναμικότητα κάθε ηλικιακής κατηγορίας και την εξέλιξή τους την περίοδο 1991-2011, ενώ αναδεικνύει και την προφανή γήρανση του πληθυσμού της Αθήνας.

Πίνακας 1.1 : Ηλικιακές κατηγορίες στην Αττική (πλην νήσων) και μεταβολή του πληθυσμού τους 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


1.2 Οικογενειακή κατάσταση


Τόπος κατοικίας αγάμων. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 1.2.1 – 1.2.4: Κατανομή πληθυσμού ανά οικογενειακή κατάσταση και περιοχή κατοικίας (2011)

Η οικογενειακή κατάσταση είναι παράμετρος που διαφοροποιεί σημαντικά το χώρο της πόλης. Οι άγαμοι/-ες βρισκονται σε μεγαλύτερη σχετική συγκέντρωση στο κέντρο του Δήμου Αθηναίων—κάτι που συνδέεται ενδεχομένως με την παρουσία φοιτητικού πληθυσμού—και σε ορισμένες περιοχές της περιφέρειας, Ασπρόπυργος, Ζεφύρι, Μαραθώνας, Κάτω Σούλι, όπου συγκεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά ανδρικός μεταναστευτικός πληθυσμός από ορισμένες εθνοτικές ομάδες (Πακιστάν, Ινδία). Οι έγγαμοι/-ες, αντίθετα, εμφανίζουν μεγαλύτερη σχετική συγκέντρωση εκτός κέντρου και κυρίως στις πιο μακρινές από το κέντρο περιοχές της Αττικής. Οι χήροι/-ες χωροθετούνται και πάλι πλησιέστερα στο κέντρο, κάτι που συνδέεται με την κατά τεκμήριο μεγάλη ηλικία τους. Οι διαζευγμένοι/-ες χωροθετούνται, επίσης, κοντύτερα στο κέντρο, λόγω και των ευνοϊκότερων συνθηκών διαβίωσης που προσφέρουν οι κεντρικές περιοχές σε άτομα που ζουν μόνα. Τέλος, οι διαζευγμένοι/-ες χωροθετούνται περισσότερο στις περιοχές των υψηλών και μεσαίων στρωμάτων της πόλης, καθώς η πρακτική του διαζυγίου—περιορισμένη στην Ελλάδα σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες Ευρωπαϊκές χώρες—εμφανίζει και μια ταξική διαφοροποίηση υπέρ των υψηλότερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων, τα οποία ακολουθούν σε μικρότερο βαθμό και τις παραδοσιακές πρακτικές και συμπεριφορές.

Ο πίνακας 1.2 που ακολουθεί δείχνει ότι αυξάνεται το ποσοστό των αγάμων, των χήρων και των διαζευγμένων, ενώ μειώνεται εκείνο των εγγάμων. Πρόκειται για εξελίξεις που συμβαδίζουν με τη γήρανση του πληθυσμού (αύξηση χήρων), την καθυστέρηση συγκρότησης νέων νοικοκυριών με βάση οικογενειακούς πυρήνες (μείωση εγγάμων) και τον ευκολότερο τερματισμό συμβολαίων γάμου (αύξηση διαζευγμένων) λόγω μεγαλύτερης οικονομικής αυτονομίας και των δύο συμβαλλόμενων και σταδιακού περιορισμού της επίδρασης παραδοσιακών αξιών και πρακτικών.

Πίνακας 1.2: Κατανομή του πληθυσμού 20 ετών και άνω της Αττικής (πλην νήσων) ανά οικογενειακή κατάσταση και περιοχή κατοικίας 1991-2011

* περιλαμβάνονται και οι σε διάσταση

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


1.3 Τύποι νοικοκυριού


Τόπος κατοικίας μονομελών νοικοκυρών. Ποσοστό στον συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 1.3.1 – 1.3.8: Κατανομή πληθυσμού ανάλογα με τη μορφή του νοικοκυριού και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Οι τύποι νοικοκυριού με τους οποίους δομείται η κοινωνία της πόλης διαφοροποιούνται σημαντικά ως προς τη χωρική τους κατανομή, όπως δείχνουν οι χάρτες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την ενότητα. Τα πιο ξεκάθαρα χωρικά σχήματα έχουν τα μονομελή νοικοκυριά με την έντονη παρουσία τους στο κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά, οι πυρηνικές οικογένειες με παιδιά, με την έντονη παρουσία τους στα νεότερα και σχετικώς απομακρυσμένα προάστια, οι συγκατοικήσεις με ή χωρίς συγγένεια που χωροθετούνται κοντά στο κέντρο και, τέλος, οι πυρηνικές οικογένειες που συγκατοικούν με μέλος/η που δεν είναι συγγενείς (συνήθως οικιακές βοηθοί), που χωροθετούνται κυρίως στις περιοχές συγκέντρωσης των υψηλότερων κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών.

Στον πίνακα 1.3 αναδεικνύεται το ειδικό πληθυσμιακό βάρος κάθε τύπου νοικοκυριού.

Πίνακας 1.3: Κατανομή του πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανά τύπο νοικοκυριού και ανά περιοχή κατοικίας 2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


1.4 Εθνοτικές ομάδες


Τόπος κατοικίας υπηκόων Κίνας. Ποσοστό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 1.4.1 – 1.4.26: Κατανομή πληθυσμού ανά υπηκοότητα και περιοχή κατοικίας (2011)

Στη μητροπολιτική Αθήνα ο αριθμός των μεταναστών αυξήθηκε σημαντικά κατά τη δεκαετία του 1990 και σταθεροποιήθηκε κατά την επόμενη δεκαετία. Σύμφωνα με τις απογραφές πληθυσμού, το 1991 κατοικούσαν στην περιοχή αυτή 82.000 μετανάστες. Το 2001 αυξήθηκαν σε 368.000 και το 2011 σε 399.000 (Μαλούτας 2018).

Το σύνολο των ξένων υπηκόων στην Αθήνα αποτελούσε, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011, το 10,5% του πληθυσμού της πόλης. Το 9,5% προερχόταν από αναπτυσσόμενες χώρες και το 1% από ανεπτυγμένες [1]. Οι 26 μεγαλύτερες ομάδες, με πληθυσμό πάνω από 2.000 άτομα, κάλυπταν περίπου το 94% του συνολικού πληθυσμού των αλλοδαπών στην Αθήνα. Οι ομάδες αυτές και το δυναμικό τους εμφανίζονται στον πίνακα 1.4.

Πίνακας 1.4: Μεταναστευτικές ομάδες στην Αθήνα ανά χώρα προέλευσης και δυναμικότητα (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Η κατανομή των διαφόρων εθνοτικών ομάδων στην Αθήνα δείχνει ότι κάθε μία έχει αναπτύξει το δικό της σχήμα. Ωστόσο, υπάρχουν και κάποιες ομοιότητες που συχνά σχετίζονται με τη δημογραφική φυσιογνωμία των ομάδων—για παράδειγμα, ομάδες όπου η μεγάλη πλειονότητα είναι νέες γυναίκες—ή/και με τη γεωγραφική προέλευση—για παράδειγμα, ομάδες από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

Οι Αλβανοί μετανάστες, που αποτελούν και τη μεγαλύτερη ομάδα, εμφανίζουν υψηλή συγκέντρωση στις πυκνοδομημένες γειτονιές του κέντρου (Πατήσια, Κυψέλη, Παγκράτι, Αμπελόκηποι) αλλά και σε περιοχές της μακρινής περιφέρειας, όπως τα παράλια της Ανατολικής Αττικής, τα μεσόγεια, η Ελευσίνα και ο Ασπρόπυργος. Οι περισσότερες άλλες ομάδες από την Ανατολική Ευρώπη εμφανίζονται, επίσης, συγκεντρωμένες στις πυκνοδομημένες περιοχές του κέντρου, αλλά πολύ λιγότερο στην περιφέρεια—κάτι που συνδέεται με την πολύ μικρότερη ενασχόλησή τους, σε σύγκριση με τους Αλβανούς, με αγροτικές εργασίες.

Μεταξύ των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, τη μεγαλύτερη συγκέντρωση στις κεντρικές γειτονιές παρουσιάζουν εκείνοι που προέρχονται από τη Βουλγαρία και την Πολωνία. Για κάποιες άλλες χώρες—εκτός Ευρώπης—η συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας είναι ακόμη μεγαλύτερη: πρόκειται για τη Νιγηρία, το Μπαγκλαντές, την Κίνα και το Αφγανιστάν.

Μετανάστες από αρκετές χώρες παρουσιάζουν ιδιόμορφη κατανομή, συχνά λόγω και της ιδιόμορφης σύνθεσής τους. Οι Τούρκοι υπήκοοι, για παράδειγμα, παρουσιάζουν εξαιρετικά μεγάλη συγκέντρωση στο Παλαιό Φάληρο, τον Άλιμο και τη Νέα Σμύρνη. Στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι ελληνικής καταγωγής άτομα, συνήθως παλαιοί κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, που επέλεξαν να εγκατασταθούν σε αυτές τις παραλιακές περιοχές όταν αναγκάστηκαν να φύγουν από την Τουρκία. Μια μικρότερη συγκέντρωση Τούρκων υπηκόων παρατηρείται στο Λαύριο (εκτός χάρτη) και αφορά Κούρδους πρόσφυγες.

Οι μετανάστες από τις Φιλιππίνες, συνήθως γυναίκες, χωροθετούνται αφενός στους Αμπελοκήπους—όπου έχει συγκροτηθεί και η κοινότητά τους—και αφετέρου στα προάστια των εύπορων στρωμάτων, όπου πολλές απασχολούνται ως οικιακές βοηθοί. Συγκέντρωση στα προάστια των εύπορων στρωμάτων παρουσιάζει και το σύνολο των μεταναστευτικών ομάδων από αναπτυγμένες οικονομικά χώρες, λόγω των κατά τεκμήριο υψηλότερων εισοδημάτων τους.

Εκτός κέντρου συγκεντρώνονται διάφορες άλλες ομάδες. Οι Αρμένιοι σε περιοχές παραδοσιακής συγκέντρωσης της παλαιάς αυτής ομάδας στις παρυφές των Δήμων Αθηναίων και Πειραιώς. Οι Ιρακινοί στο Περιστέρι και Αιγάλεω. Οι Ινδοί και οι Πακιστανοί σε αγροτικές περιοχές της περιφέρειας—όπως τα Μεσόγεια και ο Μαραθώνας—και, οι δεύτεροι ειδικά, κατά μήκος των εθνικών οδού Αθηνών-Λαμίας και Αθηνών-Κορίνθου, κάτι που συνδέεται με την απασχόλησή τους σε χαμηλές θέσεις στον τομέα των μεταφορών.


2. Εκπαίδευση

2.1 Επίπεδο εκπαίδευσης


Πληθυσμός 23-67 ετών μέχρι Δημοτικό (ISCED 1 & 0)

Χάρτες 2.1.1 – 2.1.9: Κατανομή πληθυσμού ηλικίας 23-67 ετών ανά επίπεδο εκπαίδευσης και περιοχή κατοικίας (2011)

Το επίπεδο εκπαίδευσης των κατοίκων της πόλης αποτελεί ίσως τη μεταβλητή με βάση την οποία αναδεικνύεται περισσότερο η κοινωνική της γεωγραφία. Η ποσοστιαία συγκέντρωση ενήλικων ατόμων 23-67 ετών ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσής τους δείχνει ότι όσο τα εκπαιδευτικά διαπιστευτήρια γίνονται υψηλότερα, τόσο η σχετική συγκέντρωση των κατοίκων που τα διαθέτουν μετατοπίζεται από τη δυτική προς την ανατολική πλευρά της πόλης.

Οι μεγάλες σχετικές συγκεντρώσεις εκείνων που διαθέτουν τα χαμηλότερα εκπαιδευτικά προσόντα (μέχρι και απολυτήριο Δημοτικού) εμφανίζονται στη δυτική πλευρά της πόλης και στη μακρινή περιφέρειά της. Περιλαμβάνονται τα παραδοσιακά εργατικά προάστια, η δυτική πλευρά του Δήμου Αθηναίων, αλλά οι υψηλότερες τιμές παρατηρούνται στα νέα εργατικά προάστια και σε περιφερειακές περιοχές όπως η Σαλαμίνα, ο Ασπρόπυργος και ο Μαραθώνας.

Πολύ μικρές είναι οι διαφορές στην κατανομή και εκείνων που διαθέτουν Απολυτήριο Γυμνασίου, καθώς και εκείνων που ολοκλήρωσαν τη δευτεροβάθμια τεχνική εκπαίδευση. Όλες αυτές οι βαθμίδες της εκπαίδευσης παραπέμπουν σε περιοχές κατοικίας όπου υπερεκπροσωπούνται τα εργατικά στρώματα και τα άτομα που ασκούν χειρωνακτικά επαγγέλματα συνολικότερα.

Η εικόνα μεταβάλεται σημαντικά για όσους έχουν Απολυτήριο γενικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η υπερεκπροσώπησή τους περιλαμβάνει τα παραδοσιακά εργατικά προάστια, αλλά και το σύνολο των μεσοστρωματικών γειτονιών στην περιφέρεια του Δήμου Αθηναίων και το Δήμο Πειραιώς. Αντίθετα, τα νέα εργατικά προάστια παρουσιάζουν χαμηλότερες τιμές.

Ακόμη πιο ανατολικά συγκεντώνονται οι απόφοιτη μεταδευτεροβάθμιας (μη τριτοβάθμιας) εκπαίδευσης. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι απόφοιτοι αυτοί υπερεκπροσωπούνται σε πιο ανατολικές περιοχές κατοικίας από τους αποφοίτους ανώτερης τεχνολογικής και τριτοβάθμιας τεχνολογικής εκπαίδευσης, παρά το γεγονός ότι οι τίτλοι των τελευταίων είναι ιεραρχικά ανώτεροι. Αυτό συμβαίνει επειδή η τεχνολογική εκπαίδευση είναι παραδοσιακά συνδεδεμένη με τα εργατικά και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, κάτι που οι διαδοχικές αναβαθμίσεις της δεν έχουν διαφοροποιήσει σημαντικά.

Οι κάτοχοι πτυχίων πανεπιστημίου ή ισοδύναμων τίτλων υπερεκπροσωπούνται στις περιοχές της ανατολικής πλευράς της πόλης και απουσιάζουν σε μεγάλο βαθμό από τις υπόλοιπες. Η χωρική τομή στο επίπεδο αυτό είναι εξίσου σαφής με την αντίστροφη χωροθέτηση εκείνων που διαθέτουν περιορισμένα εκπαιδευτικά διαπιστευτήρια.

Τέλος, οι κάτοχοι των υψηλότερων εκπαιδευτικών τίτλων (μεταπτυχιακά και διδακτορικά διπλώματα) δεν συγκεντρώνονται μόνο στην ανατολική πλευρά της πόλης, αλλά παράλληλα υπερεκπροσωπούνται ιδιαίτερα στις περιοχές έντονης υπερεκπροσώπησης και των υψηλότερων κοινωνικοεπαγγλεματικών ομάδων, όπως το Ψυχικό, η Φιλοθέη, το Κολωνάκι και η Εκάλη.

Ο πίνακας 2.1 που ακολουθεί παρουσιάζει την κατανομή του πληθυσμού 23-67 ετών ανά βασική κατηγορία επιπέδου εκπαίδευσης, για τις κατηγορίες εκείνες που είναι συγκρίσιμες με βάση τα δεδομένα των δύο Απογραφών. Η μεταβολή μέσα σε αυτή την 20ετία δείχνει την πολύ μεγάλη αύξηση εκείνων που κατέχουν τίτλους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την εξαιρετική μείωση εκείνων που το επίπεδο εκπαίδευσής τους φθάνει μέχρι το Απολυτήριο του Δημοτικού.

Πίνακας 2.1: Κατανομή του πληθυσμού 23-67 ετών της Αττικής (πλην νήσων) ανά βασική κατηγοριών επιπέδου εκπαίδευσης 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


2.2 Νέοι/-ες εκτός εκπαίδευσης


Τόπος κατοικίας ατόμων 15-18 ετών εκτός εκπαίδευσης (%). Ποσοστό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 2.2.1 – 2.2.2: Ποσοστό ατόμων 15-18 και 19-22 που δεν συμμετέχουν στην εκπαίδευση ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Οι δύο χάρτες της ενότητας αυτής απεικονίζουν τη χωρική συγκέντρωση της μειονεξίας ως προς την πρόσβαση στην εκπαίδευση που χαρακτηρίζει τον νεαρό πληθυσμό συγκεκριμένων περιοχών κατοικίας της Αθήνας. Σε αντίθεση με τους χάρτες της προηγούμενης ενότητας που αφορούν τους εκπαιδευτικούς τίτλους τους οποίους τα άτομα ηλικίας 23-67 ετών απέκτησαν μέσα στα προγούμενα 40 χρόνια περίπου, οι χάρτες αυτοί αφορούν τη διαφορετική πρόσβαση στην εκπαίδευση που είχαν τα άτομα στην ύστερη εφηβεία (15-18) και οι νέοι ενήλικες (19-22) ανάλογα με την περιοχή στην οποία κατοικούσαν κατά την Απογραφή του 2011.

Ο χάρτης με το ποσοστό των νέων 19-22 ετών εκτός εκπαίδευσης μοιάζει πολύ με τους χάρτες συγκέντρωσης ατόμων με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα της προηγούμενης ενότητας. Οι περιοχές με τα υψηλότερα ποσοστά περιλαμβάνουν τις γειτονιές του κέντρου γύρω από τους άξονες των λεωφόρων Πατησίων και Αχαρνών, τις περιοχές του Ρέντη και του Ταύρου, το Ζεφύρι, τα Άνω Λιόσια και μέρος του Μενιδίου, τον Ασπρόπυργο, το Μαραθώνα και τη Σαλαμίνα. Πρόκειται, δηλαδή, για περιοχές με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση εργατικών και ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων. Η συγκριτικά πρόωρη εγκατάλειψη της εκπαίδευσης από τους νέους των περιοχών αυτών, υποθηκεύει και τις ευκαιρίες που θα έχουν στη συνέχεια για κοινωνική κινητικότητα, κάτι που προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό και την αναπαραγωγή της χαμηλής κοινωνικής ιεράρχησης των περιοχών κατοικίας τους.

Εάν η μη συμμετοχή στην εκπαίδευση για τους νέους 19-22 ετών αποτελεί σχετικό μειονέκτημα, για τους εφήβους 15-18 αυτή η μη συμμετοχή είναι κατάσταση που τους θέτει στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτή η εκτίμηση προκύπτει από το γεγονός ότι για τους πρώτους, το ποσοστό των ατόμων της ηλικίας τους που συμμετέχουν στην εκπαίδευση ήταν 56,3% το 2011, ενώ για τους δεύτερους 92,7% (ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ 2015). Τα ποσοστά αυτά έχουν αλλάξει σημαντικά από το 1991 όταν οι νέοι/-ες 15-18 που συμμετείχαν στην εκπαίδευση αντιπροσώπευαν το 79,5% της ηλικιακής τους κατηγορίας και εκείνοι/-ες 19-22 ετών το 37,1%. Οι περιοχές που αναδεικνύονται ως πιο προβληματικές από την άποψη της μεγάλης μη συμμετοχής των νέων στην εκπαίδευση είναι οι γειτονιές του κέντρου γύρω από την Ομόνοια, περιοχές στο Ζεφύρι και τα Άνω Λιόσια, περιοχές του Ασπρόπυργου και του Μαραθώνα.


2.3 Χώρες σπουδών


Τόπος κατοικίας ελλήνων υπηκόων 23-67 ετών με σπουδές στην Ελλάδα. Ποσοστό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 2.3.1 – 2.3.11: Κατανομή πτυχιούχων 23-67 ετών ανά χώρα σπουδών και περιοχή κατοικίας (2011)

Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνονται χάρτες που αφορούν τη χώρα που σπούδασαν Έλληνες υπήκοοι, οι οποίοι ήταν μεταξύ 23 και 67 ετών και κατοικούσαν στην Αθήνα το 2011. Οι σπουδές στο εξωτερικό αποτελούν ζήτημα που αφορά σημαντικό τμήμα του πληθυσμού και το οποίο έχει μελετηθεί από αρκετές πλευρές (δημοσιονομική, σχέση με brain-drain, κλπ.) αλλά ποτέ δεν υπήρξε τεκμηριωμένη μελέτη της κοινωνικής προέλευσης και της γεωγραφικής κατανομής εκείνων που σπούδασαν σε χώρες του εξωτερικού.

Ο χάρτης που δείχνει τις περιοχές κατοικίας όσων σπούδασαν στην Ελλάδα—που παρατίθεται για σύγκριση—σχεδόν ταυτίζεται με εκείνον που δείχνει τις περιοχές κατοικίας των κατόχων πανεπιστημιακού πτυχίου, κάτι αναμενόμενο με βάση τη μεγάλη πλειονότητα που σπούδασε στην Ελλάδα.

Οι σπουδές σε οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες, με υψηλό κατά κανόνα επίπεδο πανεπιστημιακών σπουδών, αλλά και υψηλό κόστος—όπως οι ΗΠΑ, η Ελβετία, η Γαλλία, το ΗΒ, η Γερμανία και άλλες—μοιάζουν προνόμιο των κατοίκων που ζουν στις περιοχές μεγαλύτερης συγκέντρωσης των υψηλότερων κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών του πληθυσμού της πόλης. Οι σπουδές στο ΗΒ και την Ιταλία παρουσιάζουν μια μεγαλύτερη χωρική διάχυση λόγω του μεγαλύτερου αριθμού φοιτητών/-τριών προς τις χώρες αυτές, για ένα μέρος των οποίων υπήρχαν κατά καιρούς ευκαιρίες σπουδών χαμηλότερου κόστους και χαμηλότερων ακαδημαϊκών απαιτήσεων.

Η υπόθεση ότι όσοι σπούδασαν σε αυτές τις χώρες υψηλού κόστους και απαιτήσεων δεν ξεκίνησαν από τις περιοχές στις οποίες καταγράφηκαν και ότι απλώς κατέληξαν εκεί λόγω των καλών σπουδών τους που ευνόησαν την κοινωνική τους κινητικότητα—παρά το ότι μπορεί για ορισμένους να ισχύει—προσκρούει στην περιορισμένη στεγαστική κινητικότητα στην Ελλάδα και την Αθήνα. Οι σπουδές σε αυτές τις χώρες—και ιδιαίτερα στα διακεκριμένα τους πανεπιστήμια—αποτελούν καθαρό προνόμιο των υψηλών και υψηλών-μεσαίων στρωμάτων που μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το κόστος, κάτι που δεν αναιρεί ο μικρός αριθμός εκείνων που προέρχονται από χαμηλότερα στρώματα και που η πρόσβασή τους στηρίχθηκε αποκλειστικά στις υψηλές τους ακαδημαϊκές επιδόσεις.

Όσοι και όσες σπούδασαν σε κοντινές χώρες, χαμηλού κόστους—όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία—παρουσιάζουν μια τελείως διαφορετική κατανομή όσον αφορά το χώρο κατοικίας τους. Τα κοινωνικά στρώματα από τα οποία προέρχονται είναι πολύ διαφορετικά, όπως και οι περιοχές κατοικίας τους. Όσο για εκείνους/-ες που σπούδασαν στην Αλβανία, πρέπει να πρόκειται κυρίως για πρώην Αλβανούς υπηκόους που πολιτογραφήθηκαν Έλληνες πριν από το 2011.

Τέλος, η κατανομή όσων δεν σπούδασαν, είτε στο εξωτερικό, είτε στην Ελλάδα, είναι παρόμοια με εκείνων που έχουν γενικότερα περιορισμένα εκπαιδευτικά διαπιστευτήρια.

Στον πίνακα 2.3 εμφανίζονται οι χώρες σπουδών όπου Έλληνες υπήκοοι, ηλικίας 23-67 ετών και κάτοικοι της Αττικής, πραγματοποίησαν τις σπουδές τους. Περιλαμβάνονται οι χώρες για τις οποίες η Απογραφή του 2011 κατέγραψε τουλάχιστον 1.000 φοιτήσαντες.

Πίνακας 2.3: Χώρες σπουδών Ελλήνων υπηκόων 23-67 ετών που κατοικούσαν στην Αττική (πλην νήσων) το 2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


3. Απασχόληση

3.1 Κύρια ασχολία


Τόπος κατοικίας εργαζομένων. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 3.1.1 – 3.1.5: Κατανομή πληθυσμού ανά κύρια ασχολία και περιοχή κατοικίας (2011)

Η κατανομή του πληθυσμού σύμφωνα με την κύρια απασχόληση αναδεικνύει μια σειρά ζητημάτων, τα οποία δεν σχετίζονται κατ’ανάγκην με την ασχολία καθεαυτή. Για παράδειγμα, το ότι οι μαθητές/-τριες και σπουδαστές/-τριες παρουσιάζουν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις σε περιφερειακές περιοχές της μητρόπολης, δεν οφείλεται στη μαθητική ή φοιτητική τους ιδιότητα, αλλά στην ηλικία τους. Τα άτομα νεαρής ηλικίας και τα παιδιά χωροθετούνται κυρίως στην περιφέρεια της πόλης, επειδή εκεί συγκεντρώνονται κυρίως οι πυρηνικές οικογένειες που τα περιλαμβάνουν.

Οι απασχολούμενοι κατανέμονται με σχετική ισομέρεια στον ιστό της πόλης. Ωστόσο, η δυτική πλευρά και η μακρινή περιφέρεια εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά εργαζομένων για δύο βασικούς λόγους. Ο ένας είναι η ανεργία, η οποία ετεροβαρώς συγκεντρώνεται στη δυτική πλευρά—ανισομέρεια που εντάθηκε με την κρίση—και σε ορισμένες περιοχές της ευρύτερης περιφέρειας. Ο άλλος είναι η περιορισμένη γυναικεία απασχόληση, η οποία συγκεντρώνεται ακόμη περισσότερο στη δυτική πλευρά και στην πιο μακρινή περιφέρεια, όπως φαίνεται στο χάρτη του ποσοστού των γυναικών που ασχολούνται με τα οικιακά.

Οι συνταξιούχοι, τέλος, συγκεντρώνονται κυρίως στις περιοχές με τη μεγαλύτερη γήρανση του πληθυσμού, δηλαδή στα προάστια των υψηλών-μεσαίων στρωμάτων και σε παραλικές περιοχές της Ανατολικής Αττικής, καθώς και στη Σαλαμίνα.

Ο πίνακας 3.1 παρουσιάζει τις κύριες ασχολίες του πληθυσμού της Αττικής για το 1991 και 2011. Στον πίνακα δεν αναφέρονται οι κατηγορίες κύριας απασχόλησης που δεν ήταν κοινές στις δύο Απογραφές.

Πίνακας 3.1: Πληθυσμός της Αττικής (πλην νήσων) κατά κύρια απασχόληση 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


3.2 Επαγγέλματα


Διευθυντικά στελέχη (ιδιωτικού και δημοσίου τομέα) . Ποσοστό στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 3.2.1 – 3.2.39: Κατανομή του οικονομικά ενεργού πληθυσμού ανά επαγγελματική κατηγορία και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Οι αναλύσεις των κοινωνικών ιεραρχιών με βάση τις επαγγελματικές κατηγορίες είναι οι πλέον αξιόπιστες επειδή οι κατηγορίες αυτές αφορούν ταυτόχρονα θέσεις και ιεραρχήσεις σε σχέση με το οικονομικό, πολιτισμικό και κοινωνικό κεφάλαιο, κάτι που οι εισοδηματικές ανισότητες, για παράδειγμα, αναδεικνύουν με πολύ πιο περιορισμένο και μονοδιάστατο τρόπο. Οι επαγγελματικές θέσεις, εξάλλου, αναφέρονται σε θέσεις μέσα σε ένα σύστημα παραγωγής, κάτι που επίσης οι απλές εισοδηματικές ή εκπαιδευτικές ιεραρχίες δεν μπορούν να αναδείξουν από μόνες τους.

Ένα πρόβλημα για την ενότητα αυτή είναι η δυσκολία συγκρίσεων με τα δεδομένα προηγούμενων Απογραφών. Αυτό οφείλεται στις αλλαγές—ανά 20ετία—των διεθνών προτύπων ταξινόμησης των επαγγελμάτων (ISCO-International Standard Classification of Occupations) του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO) και, πρακτικά, στο ότι η Απογραφή του 1991 έγινε με βάση το ISCO68, εκείνη του 2001 με βάση το ISCO88 και αυτή του 2011 με βάση το ISCO08. Σε πολύ αδρές γραμμές, ωστόσο, και με κάποια περιθώρια σφάλματος, η εξέλιξη των βασικών (1ψήφιων) επαγγελματικών κατηγοριών την περίοδο 1991-2011, εμφανίζεται στον πίνακα 3.2.

Πίνακας 3.2: Κατανομή ενεργού πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανά 1ψήφιες κατηγορίες επαγγελμάτων 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Ο παραπάνω πίνακας δίνει τη δυνατότητα μιας αδρής σύγκρισης μεταξύ 1991 και 2011. Οι υψηλές επαγγελματικές κατηγορίες για το 1991—οι δύο πρώτες—αποτελούσαν το 22,0% του ενεργού πληθυσμού. Το περιεχόμενό τους αντιστοιχεί με εκείνο των τριών πρώτων του 2011, των οποίων το ποσοστό ήταν 37,1%. Στον αντίποδα, οι χαμηλότερες επαγγλεματικές θέσεις—οι δύο τελευταίες για το 1991—αποτελούσαν το 32,9% του ενεργού πληθυσμού και αντιστοιχούσαν στις τέσσερις τελευταίες του 2011, των οποίων το άθροισμα ήταν 29,3%. Με την έννοια αυτή, η πολύ γενική εικόνα της μεταβολής των επαγγελματικών κατηγοριών την 20ετία 1991-2011 δείχνει σημαντική αύξηση των υψηλότερων θέσεων, περιορισμένη μείωση των χαμηλότερων και σημαντική μείωση των ενδιάμεσων. Ωστόσο, η σημαντική παρουσία και ενδιάμεσων θέσεων στις υψηλές—τεχνολόγοι, τεχνικοί βοηθοί ελεύθερων επαγγελματιών κ.λπ.—σχετικοποιεί τη σημασία των γενικών αυτών συμπερασμάτων.

Οι 39 χάρτες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την ενότητα αφορούν κατηγορίες που ανήκουν στις υψηλότερες—όπως τα διευθυντικά στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ή οι μηχανικοί, γιατροί και νομικοί—στις ενδιάμεσες—όπως οι τεχνολόγοι διαφόρων ειδικοτήτων, οι υπάλληλοι γραφείου και οι πωλητές—και στις χαμηλότερες—όπως οι τεχνίτες και εργάτες διαφόρων ειδικοτήτων. Οι χάρτες είναι ιεραρχημένοι με τη σειρά που καταγράφονται τα επαγγέλματα και από την ΕΛΣΤΑΤ (από τα υψηλότερα προς τα χαμηλότερα), χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι οι ιεραχήσεις αυτές είναι απόλυτες, σταθερές και αυταπόδεικτες.

Η χωρική κατανομή των επαγγελματικών κατηγοριών δείχνει ότι οι υψηλότερες υπερεκπροσωπούνται στην ανατολική πλευρά της πόλης, οι χαμηλότερες στη δυτική και οι ενδιάμεσες είναι πιο ισοκατανεμημένες από τις άλλες δύο. Η διάσταση κέντρο / περιφέρεια είναι πολύ λιγότερο σημαντική ως άξονας διαφοροποίησης μεταξύ των κατηγοριών αυτών. Ορισμένες μόνο κατηγορίες—όπως οι καλλιτέχνες, οι καθαριστές, οι μάγειρες και σερβιτόροι και, εν μέρει, οι νομικοί—έχουν σχήμα κατανομής όπου το κέντρο καταλαμβάνει σημαντική θέση.

Μεταξύ των υψηλότερων επαγγελματικών κατηγοριών εμφανίζονται δύο ομάδες. Η πρώτη περιλαμβάνει το άνω άκρο—για παράδειγμα τα διευθυντικά στελέχη και τους νομικούς—που υπερεκπροσωπείται στις λίγες περιοχές υπερσυγκέντρωσης των υψηλότερων κοινωνικών στρωμάτων (Ψυχικό-Φιλοθέη, Κηφισιά-Εκάλη, Κολωνάκι, παραλιακό μέτωπο από Παλαιό Φάληρο μέχρι Βουλιαγμένη), έχουν περιορισμένη παρουσία στο υπόλοιπο ανατολικό τμήμα της πόλης και σχεδόν απουσιάζουν από το δυτικό. Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει το κάτω άκρο—για παράδειγμα τα στελέχη διοίκησης και οι καθηγητές Β/βάθμιας και οι δάσκαλοι—που υπερεκπροσωπείται στο ευρύτερο ανατολικό τμήμα της πόλης, χωρίς όμως να απουσιάζει και από το δυτικό.

Ανάλογες διαφοροποιήσεις παρατηρούνται και στο εσωτερικό των ενδιάμεσων κατηγοριών. Εκείνες που τοποθετούνται στο άνω άκρο τους—όπως οι τεχνολόγοι επιχειρήσεων και διοίκησης, οι εξειδικευμένοι γραμματείς και οι υπάλληλοι γραφείου—εμφανίζουν μια σχετικώς ισόρροπη κατανομή μεταξύ ανατολής και δύσης. Αντίθετα, εκείνες που τοποθετούνται στο κάτω άκρο—όπως οι υπάλληλοι καταγραφής υλικών, μεταφορών και αλληλογραφίας, οι κομμωτές και αισθητικοί και οι πωλητές σε καταστήματα—χωροθετούνται περισσότερο στη δυτική πλευρά.

Μεταξύ των χαμηλών επαγγελματικών κατηγοριών, εκείνες που βρίσκονται στο άνω άκρο—όπως οι περισσότερες κατηγορίες τεχνιτών—κατανέμονται μάλλον διάχυτα στο δυτικό τμήμα της πόλης. Εξαίρεση αποτελούν οι τεχνίτες οργάνων ακριβείας και οι τυπογράφοι, των οποίων η κατανομή είναι πολύ πλησιέστερη με των ενδιάμεσων επαγγελματικών κατηγοριών. Εκείνες που βρίσκονται στο κάτω άκρο—όπως οι εργάτες (ανειδίκευτοι) κατασκευών και βιομηχανίας, οι καθαριστές και οι συλλέκτες απορριμμάτων και οδοκαθαριστές—συγκεντρώνονται στις περιοχές υπερσυγκέντρωσης των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων (Ασπρόπυργος, Ζεφύρι, Άνω Λιόσια, γειτονιές βόρεια της Ομόνοιας κ.λπ.), έχουν περιορισμένη παρουσία στο υπόλοιπο δυτικό τμήμα της πόλης και απουσιάζουν από το ανατολικό. Ανάλογη χωροθέτηση έχουν και οι πωλητές σε υπαίθριες αγορές, οι οποίοι τυπικά ανήκουν στις ενδιάμεσες κατηγορίες.


3.3 Τομείς απασχόλησης


Τόπος κατοικίας απασχολουμένων στον Πρωτογενή Τομέα. Ποσοστό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 3.3.1 – 3.3.3: Κατανομή οικονομικά ενεργών ανά τομέα απασχόλησης και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Οι τρεις χάρτες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την ενότητα αποδίδουν τη συνθετική εικόνα χωροθέτησης της κατοικίας των οικονομικά ενεργών στους τρείς βασικούς τομείς όπου εντάσσονται οι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας.

Οι απασχολούμενοι στον πρωτογενή τομέα, όπως είναι αναμενόμενο, εμφανίζουν μεγαλύτερη σχετική συγκέντρωση στη μακρινή περιφέρεια της Αττικής και σχεδόν απουσιάζουν από το σύνολο του λεκανοπεδίου. Οι απασχολούμενοι στο δευτερογενή συγκεντρώνονται κυρίως στη δυτική πλευρά—με έμφαση στη βορειοδυτική—και στη μακρινή περιφέρεια, ενώ εκείνοι του τριτογενούς κυριαρχούν στο σύνολο του λεκανοπεδίου, με εντονότερη παρουσία στην ανατολική του πλευρά.

Οι βασικές μεταβολές που παρουσιάζονται στον πίνακα 3.3 δείχνουν τη μείωση των απασχολουμένων στο δευτερογενή τομέα—περισσότερο σχετική παρά απόλυτη—και τη σημαντική αύξηση στον τριτογενή.

Πίνακας 3.3: Κατανομή του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανά τομέα απασχόλησης 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

3.4 Κλάδοι απασχόλησης


Τόπος κατοικίας απασχολουμένων στη μεταποίηση. Ποσοστό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 3.4.1 – 3.4.15: Κατανομή οικονομικά ενεργών ανά κλάδο απασχόλησης και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Οι χάρτες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την ενότητα απεικονίζουν τον τόπο κατοικίας των απασχολουμένων στους βασικούς κλάδους της οικονομίας. Για τους δύο βασικούς κλάδους του δευτερογενούς τομέα—μεταποίηση και κατασκευές—οι απασχολούμενοι χωροθετούνται στη δυτική πλευρά της πόλης και στη μακρινή περιφέρεια, με τους δεύτερους να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες σχετικές συγκεντρώσεις στη βορειοδυτική πλευρά. Το εμπόριο—που είναι και ο μεγαλύτερος κλάδος—και οι μεταφορές, αποθηκεύσεις, χωροθετούνται, επίσης, δυτικά. Οι δεύτερες εμφανίζουν ιδιαίτερη συγκέντρωση μέσα και γύρω από τον Πειραιά, κάτι που σχετίζεται με τις ναυτιλιακές δραστηριότητες. Οι δραστηριότητες που αφορούν τα ξενοδοχεία και εστιατόρια, τις διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες και τις τέχνες και την ψυχαγωγία, εμφανίζουν χωρικά πιο ισορροπημένη κατανομή. Το σύνολο σχεδόν των υπολοίπων κλάδων του τομέα των υπηρεσιών—τριτογενούς—χωροθετείται στην ανατολική πλευρά της πόλης και, κυρίως, στις προαστιακές περιοχές κατοικίας των υψηλών και υψηλών-μεσαίων κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών.

Πίνακας 3.4: Κατανομή του ενεργού πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) στους μονοψήφιους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας 2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4. Κατοικία και διαβίωση

4.1 Κύριες πηγές πόρων ζωής


Τόπος κατοικίας πληθυσμού με την απασχόληση ως κύρια πηγή πόρων ζωής. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.1.1 – 4.1.5: Κατανομή πληθυσμού ανάλογα με την κύρια πηγή πόρων ζωής και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Οι πηγές πόρων ζωής καταγράφηκαν—έστω και με σημαντικά περιθώρια ανακρίβειας, αφού περιορίζονται κάθε φορά στην κύρια—στην Απογραφή του 2011 για πρώτη φορά.

Στον πίνακα 4.1 φαίνεται ότι η σημαντικότερη πηγή πόρων ζωής είναι οι αμοιβές από την απασχόληση. Η “εξάρτηση από άλλους” αποτελεί πηγή για τους εξαρτημένους, η οποία κατανέμεται με ανάλογο περίπου τρόπο στις υπόλοιπες πηγές. Επίσης, είναι αναμενόμενη η σημαντική διαφοροποίηση των πηγών αυτών ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα αναφοράς, όπως επίσης φαίνεται στον πίνακα 4.1. Οι δευτερεύουσες πηγές—όπως η περιουσία, οι αποταμιεύσεις, τα επιδόματα—μοιάζουν λιγότερο σημαντικές από ό,τι είναι στην πραγματικότητα επειδή εδώ καταγράφονται μόνο στην περίπτωση που αποτελούν κύρια πηγή πόρων ζωής.

Ο πληθυσμός για τον οποίο το εισόδημα από την απασχόληση αποτελεί κύριο πόρο ζωής, κατανέμεται με σχετική ισομέρεια, με ελαφρά υπερεκπροσώπηση στην ανατολική πλευρά της πόλης. Εκείνοι για τους οποίους κύριος πόρος είναι η περισουσία και οι επενδύσεις, χωροθετούνται πολύ καθαρά στις περιοχές υπερεκπροσώπησης των υψηλότερων κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών. Οι συνταξιούχοι, για τους οποίους η σύνταξη είναι και ο κύριος πόρος ζωής, χωροθετούνται με σχετική ισοκατανομή, αλλά και σχετική υπερεκπροσώπηση στις περιοχές συγκέντρωσης ηλικιωμένων. Εκείνοι για τους οποίους τα επιδόματα αποτελούν κύριο πόρο ζωής χωροθετούνται περισσότερο στη δυτική πλευρά και, ιδιαίτερα, σε περιοχές συγκέντρωσης πολύ χαμηλών κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών. Τέλος, εκείνοι για τους οποίους τα δάνεια και οι αποταμιεύσεις αποτελούν κύριο πόρο ζωής εμφανίζουν σχετική ισοκατανομή, αλλά και σχετική συγκέντρωση σε φτωχιές και πυκνοδομημένες γειτονιές του κέντρου της Αθήνας. Η πηγή αυτή αφορά σε σχετικά μεγάλο ποσοστό και τον μεταναστευτικό πληθυσμό, αλλά τα συμπεράσματα είναι επισφαλή καθώς αφορά πολύ μικρό πληθυσμό ως κύριος πόρος ζωής.

Πίνακας 4.1: Κατανομή του πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανά κατηγορία κύριας πηγής πόρων ζωής (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4.2 Καθεστώς ενοίκησης


Τόπος κατοικίας ιδιοκατοίκων. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.2.1 – 4.2.3: Κατανομή πληθυσμού ανά κατηγορία καθεστώτος ενοίκησης και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Το καθεστώς ενοίκησης στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες χώρες της Νότιας Ευρώπης, σε αντίθεση με πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, έχει σχετικώς περιορισμένη κοινωνικά διαχωριστική διάσταση. Αυτό σημαίνει ότι η ιδιοκατοίκηση, για παράδειγμα, δεν συνδέεται συστηματικά με υψηλότερη κοινωνική θέση, σε σχέση με την ενοικίαση. Οι χάρτες αυτής της ενότητας δείχνουν ότι η ιδιοκατοίκηση είναι πολύ πιο παρούσα στην περιφέρεια της πόλης και, ιδιαίτερα, στην πιο μακρινή. Η ενοικίαση, αντίθετα, υπερεκπροσωπείται στο κέντρο της Αθήνας και, δευτερευόντως, του Πειραιά, ενώ το ‘άλλο’ καθεστώς—που σημαίνει συνήθως δωρεάν παραχώρηση μεταξύ μελών της ίδιας οικογένειας—είναι πολύ πιο διάσπαρτο σε όλον τον ιστό της πόλης.

Ο πίνακας 4.2 που ακολουθεί παρουσιάζει το ειδικό βάρος των βασικών κατηγοριών του καθεστώτος ενοίκησης και τη μεταβολή τους την περίοδο 1991-2011.

Πίνακας 4.2: Πληθυσμός ανά κατηγορία καθεστώτος ενοίκησης στην Αττική (πλην νήσων) 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4.3 Μέγεθος κατοικιών


Πληθυσμός σε κατοικίες έως 30 τμ . Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.3.1 – 4.3.9: Κατανομή πληθυσμού ανάλογα με το μέγεθος της κατοικίας τους και την περιοχή κατοικίας (2011)

Το θέμα των χαρτών της ενότητας αυτής είναι πολύ συναφές με εκείνο που αφορά την επιφάνεια κατοικίας που αναλογεί σε κάθε άτομο. Η διαφορά είναι ότι η αναλογία κατά άτομο επικεντρώνει την προσοχή στην κατανομή στους καταναλωτές του χώρου κατοικίας και στις ανισότητες μεταξύ τους όσον αφορά την κατανομή αυτή, ενώ η ενότητα αυτή αφορά τους φυσικούς υποδοχείς (κατοικίες) και την κατανομή του μεγέθους τους στις διάφορες περιοχές της πόλης. Η μέτρηση γίνεται έμμεσα, αφού για κάθε περιοχή υπολογίζεται ο πληθυσμός που ζει σε κατοικίες διαφορετικών μεγεθών, κάτι που αναδεικνύει το ποσοστό πληθυσμού που αφορά κάθε κατηγορία μεγέθους κατοικίας στις διάφορες περιοχές.

Η ιεράρχηση του χώρου της πόλης με βάση το μέγεθος των κατοικιών ακολουθεί τη διπλή κίνηση από τα δυτικά προς τα ανατολικά και από το κέντρο προς την περιφέρεια. Οι μικρότερες κατοικίες (έως 30τμ) συγκεντρώνονται κυρίως στο κέντρο της πόλης και σε ορισμένες φτωχές συνοικίες των μακρινών δυτικών προαστίων και της ευρύτερης περιφέρειας. Η επόμενη βαθμίδα (31-50τμ) αφορά τις ίδιες περιοχές, αλλά και σημαντικό τμήμα των δυτικών προαστίων, κάτι που ισχύει και για την επόμενη (51-70τμ). Η κατηγορία μεγέθους 71-90τμ—που είναι και η μεγαλύτερη—συγκεντρώνεται στην περιφέρεια του Δήμου Αθηναίων και στις ευρύτερες παρυφές του από όλες τις πλευρές πλην της βορειοανατολικής, καθώς και στον Πειραιά και τις παρυφές του. Η αμέσως επόμενη κατηγορία (91-120τμ)—η δεύτερη μεγαλύτερη—συγκεντρώνεται πλέον κυρίως στα κοντινά μεσοαστικά προάστια στο βορά και το νότο, ενώ οι μεγαλύτερες ακόμη κατοικίες συγκεντρώνονται όλο και πιο αποκλειστικά στις πλέον αποκλειστικές περιοχές των υψηλότερων κοινωνικοεπαγγελματικών κατηγοριών.

Πίνακας 4.3:  Κατανομή του πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανά κατηγορία μεγέθους κατοικίας (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4.4 Επιφάνεια κατοικίας ανά άτομο


Πληθυσμός με έως 10τμ κατοικίας / άτομο. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.4.1 – 4.4.8: Κατανομή πληθυσμού ανάλογα με τα τμ κατοικίας που τους αναλογούν και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Ο διαθέσιμος χώρος κατοικίας ανά άτομο του νοικοκυριού είναι ο πιο αξιόπιστος δείκτης όσον αφορά την επάρκεια/έλλειψη καθημερινού χώρου διαβίωσης. Καθώς οι Απογραφές δεν περιλαμβάνουν δεδομένα για το εισόδημα, ο δείκτης αυτός μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως στοιχείο για την προσέγγισή του.

Οι χάρτες αυτής της ενότητας αναδεικνύουν καταστάσεις που κυμαίνονται από τη σοβαρή έλλειψη χώρου κατοικίας (<10τμ ανά άτομο) έως την υπερεπάρκεια χώρου (>50τμ ανά άτομο). Η σταδιακή μετάβαση από τη χωρική συγκέντρωση ατόμων που ζουν σε συνθήκες σοβαρής έλλειψης χώρου κατοικίας, στη χωρική συγκέντρωση εκείνων με υπερεπαρκή χώρο αναδεικνύει σχήματα που μοιάζουν με αυτά που αντιστοιχούν και σε άλλες μεταβλητές κοινωνικής ιεράρχησης, όπως το επίπεδο εκπαίδευσης.

Μεταξύ των οκτώ χαρτών της ενότητας αυτής, η βασική παρατήρηση είναι ότι όσο κινούμαστε από τις συνθήκες έλλειψης προς εκείνες της επάρκειας, οι περιοχές συγκέντρωσης των ατόμων κινούνται από τα δυτικά προς τα ανατολικά και από τις πολύ περιφερειακές θέσεις σε προαστιακές θέσεις μέσα στο λεκανοπέδιο. Μέχρι και τα 20τμ ανά άτομο—που αποτελούν και το όριο “στεγαστικής φτώχειας” για την Αττική, καθώς ισούνται με το 60% της διαμέσου της σχετικής μεταβλητής—οι μεγάλες συγκεντρώσεις αφορούν σχεδόν αποκλειστικά τη δυτική πλευρά της πόλης και τη μακρινή περιφέρεια. Οι ενδιάμεσες καταστάσεις (20 έως 25 και 25 έως 30τμ ανά άτομο) έχουν πιο ισορροπημένη χωρική κατανομή, με τις πρώτες, ωστόσο, να συγκεντρώνονται περισσότερο στα δυτικά και τις δεύτερες στα ανατολικά. Από τα 30τμ ανά άτομο και πάνω, οι κατανομές είναι όλο και πιο συγκεντρωμένες στην ανατολική πλευρά. Τέλος, οι δύο ακραίες κατηγορίες αναδεικνύουν και τις κοινωνικά ακραίες περιοχές ως προς αυτή την ιεραρχική μεταβλητή: Γειτονιές του κέντρου γύρω από την Ομόνοια, Ζεφύρι, Άνω Λιόσια και Ασπρόπυργος για τις περιοχές με έντονη έλλειψη και Ψυχικό, Φιλοθέη, Κολωνάκι, Κηφισιά, Νέα Ερυθραία, Εκάλη και παραλιακό μέτωπο για τις περιοχές με υπερεπάρκεια χώρου κατοικίας.

Ο πίνακας 4.4 παρουσιάζει το μερίδιο του πληθυσμού της Αττικής ανάλογα με τα τετραγωνικά μέτρα που τους αναλογούν στις κατοικίες τους. Η μεταβολή των σχετικών κατηγοριών μεταξύ 1991 και 2011 δείχνει ότι η διαθέσιμα επιφάνεια κατοικίας ανά άτομο αυξήθηκε σημαντικά αυτή την περίοδο, με μεγάλη μείωση εκείνων που διαθέτουν λιγότερα από 20 τμ (από 32,1% το 1991 σε 22,4% το 2011) και την αύξηση εκείνων που διαθέτουν περισσότερα από 40 τμ (από 11,7% το 1991 σε 26,8% το 2011).

Πίνακας 4.4: Κατανομή του πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανάλογα με τα τετραγωνικά κατοικίας που τους αναλογούν 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4.5 Παλαιότητα κτηρίων κατοικίας


Πληθυσμός σε κτήρια κατοικίας κατασκευής πρό του 1946. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.5.1 – 4.5.6: Κατανομή του πληθυσμού ανάλογα με την παλαιότητα της κατοικίας και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Η περιοδολόγηση του χρόνου κατασκευής των κτηρίων κατοικίας στην Αττική, όπως αναδεικνύεται μέσα από τους χάρτες αυτής της ενότητας, έδωσε μια εικόνα μάλλον αναμενόμενη. Οι παλαιότερες κατοικίες, που κατασκευάστηκαν προ του 1946, συγκεντρώνονται κυρίως στα κέντρα της Αθήνας και του Πειραιά, καθώς και σε περιφερειακές θέσεις που αποτελούσαν παλαιότερα οικισμούς τελείως ανεξάρτητους από τη μητροπολιτική Αθήνα. Οι κατασκευές 1946-1960 εμφανίζουν διάχυση γύρω από τα δύο κέντρα, ακολουθώντας την επέκταση του ιστού εκείνη την περίοδο. Στις ίδιες περιοχές συγκεντρώνονται και οι κατοικίες που κατασκευάστηκαν την 20ετία 1961-1980, περίοδο κατά την οποία αποκορυφώθηκε η ανέγερση πολυκατοικιών με τη διαδικασία της αντιπαροχής. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά, οι κατασκευές είναι λιγότερες και χωροθετούνται κυρίως στα προάστια και την ευρύτερη περιφέρεια.

Ο πίνακας 4.5 παρουσιάζει την κατανομή πληθυσμού ανάλογα με την ηλικία των κατοικιών στις οποίες διαμένει.

Πίνακας 4.5: Κατανομή του πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανάλογα με την παλαιότητα των κατοικιών τους και την περιοχή κατοικίας 2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4.6 Τρόπος θέρμανσης


Πληθυσμός με κεντρική αυτόνομη θέρμανση. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.6.1 – 4.6.4: Κατανομή πληθυσμού ανάλογα με τον τρόπο θέρμανσης και την περιοχή κατοικίας (2011)

Η κατανομή των τρόπων θέρμανσης στην Αττική είναι δηλωτική τόσο της περιόδου κατασκευής των κτηρίων στις διάφορες περιοχές, όσο και της χωρικά διαφοροποιημένης δυνατότητας των κατοίκων τους να τους εγκαταστήσουν.

Η κεντρική αυτόνομη θέρμανση είναι περισσότερο διαδεδομένη στις πιο πρόσφατα δομημένες προαστιακές περιοχές και σε εκείνες της ευρύτερης περιφέρειας. Η σημαντική παρουσία της και σε περιοχές της βορειοδυτικής και δυτικής Αττικής αναδεικνύει την ποικιλία των κτηρίων κατοικιών, από πλευράς ποιότητας, ακόμη και σε περιοχές που συνολικά κατατάσσονται αρκετά χαμηλά στη σχετική κοινωνικοοικονομική κλίμακα. Η συμβατική αυτόνομη θέρμανση, συγκεντρώνεται κυρίως στις κεντρικότερες και παλαιότερα δομημένες περιοχές του κέντρου της Αθήνας και του Πειραιά.

Οι άλλοι τρόποι θέρμανσης—κατά κανόνα υποδεέστεροι—χωροθετούνται κυρίως στη δυτική πλευρά της πόλης και στη μακρινή περιφέρεια. Η πλήρης απουσία θέρμανσης, τέλος, συγκεντρώνεται κυρίως στη δυτική πλευρά του Δήμου Αθηναίων, στις παλαιότερα δομημένες περιοχές των παραδοσιακών εργατικών προαστίων, σε περιοχές όπως το Ζεφύρι, τα Άνω Λιόσια και η Σαλαμίνα και σε άλλες μακρινές περιοχές στην περιφέρεια της Αττικής.

Ο πίνακας 4.6 δείχνει τον πληθυσμό που χρησιμοποιεί το κάθε ένα από τα βασικά είδη θέρμανσης. Κατά την 20ετία 1991-2011, η κεντρική θέρμανση αυξήθηκε σημαντικά σε βάρος του άλλου είδους, ενώ παρατηρείται και σημαντική αύξηση του πληθυσμού που δεν διαθέτει κανενός είδους θέρμανσης, κάτι που πρέπει να οφείλεται στις κακές συνθήκες στέγασης τμήματος των ευάλωτων ομάδων—μεταναστών κυρίως—που αυξήθηκαν σημαντικά την ίδια περίοδο και, εν μέρει, στις πρώτες επιπτώσεις της κρίσης που καταγράφηκαν από την Απογραφή του 2011.

Πίνακας 4.6: Κατανομή του πληθυσμού της Αττικής (πλην νήσων) ανά τρόπο θέρμανσης της κατοικίας τους 1991-2011

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


4.7 Πρόσβαση στο διαδίκτυο


Χάρτης 4.7.1: Κατανομή πληθυσμού ανάλογα με την πρόσβαση στο διαδίκτυο και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Η πρόσβαση στο διαδίκτυο αποτελεί όλο και περισσότερο ένα απαραίτητο εργαλείο της καθημερινής ζωής. Η χωρική κατανομή αυτής της πρόσβασης ακολουθεί πολύ πιστά την κοινωνικοεπαγγελματική ιεραρχία των περιοχών κατοικίας. Έτσι, τα υψηλότερα ποσοστά πρόσβασης εντοπίζονται στα βορειοανατολικά και τα νότια προάστια, αλλά και σε ορισμένες περιοχές υψηλότερες κοινωνικής φυσιογνωμίας στη δυτική πλευρά της πόλης, όπως το Άνω Περιστέρι, η Πετρούπολη και τμήμα του Χαϊδαρίου.

Σήμερα, ο χάρτης αυτός της πρόσβασης στο διαδίκτυο πρέπει να έχει αλλάξει σημαντικά, αλλά κυρίως ως προς το συνολικό ποσοστό της πρόσβασης. Η χωρική ανισότητα στην πρόσβαση πρέπει να παραμένει, έστω και μειωμένη.


4.8 Κατοχή ΙΧ αυτοκινήτου


Τόπος κατοικίας πληθυσμού χωρίς αυτοκίνητο. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011) Τόπος κατοικίας πληθυσμού χωρίς αυτοκίνητο. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)
Τόπος κατοικίας πληθυσμού χωρίς αυτοκίνητο. Ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό ανά ΜΟΧΑΠ (2011)

Χάρτες 4.8.1 – 4.8.4: Κατανομή πληθυσμού σε νοικοκυριά ανάλογα με την κατοχή αυτοκινήτου και ανά περιοχή κατοικίας (2011)

Η κατοχή ιδιωτικών αυτοκινήτων ανά νοικοκυριό φαίνεται ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την απόσταση του τόπου κατοικίας από το κέντρο της πόλης. Τα άτομα που ανήκουν σε νοικοκυριά χωρίς αυτοκίνητο συγκεντρώνονται πολύ περισσότερο μέσα και γύρω από το κέντρο της πόλης. Αντίθετα, εκείνα που ανήκουν σε νοικοκυριά που διαθέτουν αυτοκίνητο τοποθετούνται περισσότερο προς την περιφέρεια και όσο περισσότερα αυτοκίνητα διαθέτουν, τόσο πιο μακρυά από το κέντρο κατοικούν.

Στον ακόλουθο πίνακα παρουσιάζεται η κατανομή του πληθυσμού στα νοικοκυριά της Αττικής ανάλογα με τον αριθμό των αυτοκινήτων που αυτά διέθεταν το 2011.

Πίνακας: Κατανομή πληθυσμού στα νοικοκυριά της Αττικής (πλην νήσων) ανάλογα με τον αριθμό των αυτοκινήτων που διαθέτουν

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)


5. Σύνθετες αναλύσεις

5.1 Κοινωνική τυπολογία των περιοχών κατοικίας


Στόχος αυτής της ενότητας είναι η ομαδοποίηση των περιοχών κατοικίας της Αθήνας με τρόπο που να αναδεικνύονται συνθετικά οι ομοιότητες και οι διαφορές τους όσον αφορά τη σύνθεση του πληθυσμού τους. Την ομαδοποίηση αυτή οπτικοποιεί ο συνθετικός χάρτης με την κοινωνικοεπαγγελματική τυπολογία της Αττικής στο τέλος της ενότητας.

Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την αποτύπωση του κοινωνικού διαχωρισμού το 2011 είναι αρκετά συνήθης και δόκιμη. Εντάσσεται στην παράδοση της παραγοντικής οικολογίας (Knox και Pinch 2009: 155-7) και εκδοχές της έχουν χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς για τη μελέτη του κοινωνικού διαχωρισμού σε αρκετές πόλεις (Robson 1969, Timms 1971, Préteceille 2015, Tabard & Aldeghi 1990, Μαλούτας, Πανταζής κ.ά. 1999, Maloutas 1997, Spyrellis 2013). Συνίσταται στο συνδυασμό μιας παραγοντικής και μιας ταξινομικής ανάλυσης (ανάλυση σε κύριες συνιστώσσες και ανάλυση k-means στην προκειμένη περίπτωση), οι οποίες οδηγούν στην τυπολόγηση των περιοχών κατοικίας της πόλης σύμφωνα με την κοινωνικοεπαγγελματική φυσιογνωμία των κατοίκων τους.

Η παραγοντική ανάλυση συνθέτει τις κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες με βάση τις ομοιότητες και διαφορές που παρουσιάζουν οι κατανομές τους στις 3.000 ΜΟΧΑΠ (μονάδες χωρικής ανάλυσης πόλεων), των οποίων το μέσο πληθυσμιακό μέγεθος είναι περίπου 1.200 άτομα. Αποτέλεσμα είναι η δημιουργία ενός μικρού αριθμού νέων συνθετικών μεταβλητών (συνιστωσών) που συνοψίζουν σημαντικό μέρος της αρχικής πληροφορίας που περιέχουν οι αρχικές μεταβλητές. Το περιεχόμενο κάθε συνιστώσας προκύπτει από τη σχέση της με τις αρχικές μεταβλητές.

Για την ανάλυση αυτή, χρησιμοποιήθηκαν 39 επαγγελματικές κατηγορίες με σημαντικό ειδικό βάρος (τουλάχιστον 1.500 άτομα) και έμφαση στην ανισότητα των κοινωνικών θέσεων στις οποίες παραπέμπουν. Το πρώτο ψηφίο των κατηγοριών που αναφέρονται στον πίνακα 5.1.1 αντιστοιχεί στις εννέα μεγάλες κατηγορίες επαγγέλματος, σύμφωνα με το πρότυπο ISCO08 που ακολούθησε η ΕΛΣΤΑΤ στην απογραφή πληθυσμού του 2011 (www.statistics.gr/occupation). Από την ανάλυση εξαιρέθηκαν τα επαγγέλματα του πρωτογενούς τομέα λόγω του περιορισμένου πληθυσμού τους, αλλά και της προφανούς ανισοκατανομής τους μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών περιοχών κατοικίας.

Πίνακας 5.1.1: Επαγγελματικές κατηγορίες που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση του κοινωνικού διαχωρισμού στη μητροπολιτική Αθήνα (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Από την ανάλυση προέκυψαν τρεις συνιστώσες, οι οποίες «ερμηνεύουν» (στατιστικά) το 45% περίπου της αρχικής πληροφορίας, κάτι που τις καθιστά ιδιαίτερα σημαντικές δεδομένου του μεγάλου αριθμού των αρχικών μεταβλητών. Αυτό σημαίνει ότι το 45% της διακύμανσης μεταξύ των διαφορετικών σχημάτων χωροθέτησης του τόπου κατοικίας των 39 αυτών κατηγοριών μπορεί να συνοψιστεί με βάση τις τρεις συνιστώσες που προέκυψαν από την ανάλυση. Η φυσιογνωμία της καθεμίας προκύπτει από τη συσχέτισή της με τις αρχικές μεταβλητές (πίνακας 5.1.2).

Πίνακας 5.1.2: Συντελεστές συσχέτισης των τριών κύριων συνιστωσών με τις αρχικές μεταβλητές που χρησιμοποιήθηκαν στην ανάλυση σε κύριες συνιστώσες για τον κοινωνικό διαχωρισμό στη μητροπολιτική Αθήνα (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Από τον πίνακα 5.1.2 φαίνεται ότι η πρώτη και σημαντικότερη συνιστώσα (1) –αφού «ερμηνεύει» το 30% περίπου της συνολικής διακύμανσης– αφορά τη συστηματικά διαφορετική χωροθέτηση της κατοικίας των υψηλών και υψηλών-μεσαίων κατηγοριών από εκείνη των χαμηλών και χαμηλών-μεσαίων. Με τις πρώτες, η συνιστώσα 1 εμφανίζει υψηλούς θετικούς συντελεστές συσχέτισης, ενώ με τις δεύτερες υψηλούς αρνητικούς, κάτι που σημαίνει ότι οι δύο αυτές ομάδες κατηγοριών τείνουν να χωροθετούνται με αντίθετο τρόπο όσον αφορά την κατοικία τους.

Η συνιστώσα 2 αντιπαραθέτει το σχήμα με το οποίο χωροθετείται ένα ευρύ σώμα μεσαίων επαγγελματικών κατηγοριών με εκείνο των καθαριστών, αλλά και των δικηγόρων και των δικαστών. Αυτό παραπέμπει στη σχετική απουσία των εν λόγω μεσαίων κατηγοριών, τόσο από περιοχές του κέντρου της πόλης, όπου συγκεντρώνονται πληθυσμοί χαμηλής αλλά και υψηλής κοινωνικοεισοδηματικής φυσιογνωμίας, όσο και από περιοχές υψηλών εισοδημάτων, όπου μέρος της κατηγορίας των καθαριστών συνοικεί ως οικόσιτο προσωπικό.

Τέλος, η συνιστώσα 3 παραπέμπει στη διαφορετική χωροθέτηση ορισμένων μεσαίων και χαμηλών επαγγελματικών κατηγοριών με βάση την ιδιοκτησία ή τη θέση στη διοίκηση της επιχείρησης (καταστηματάρχες και μεσαία στελέχη διοίκησης), από τη μια πλευρά, και την απλή υπαλληλική ιδιότητα (υπάλληλοι εξυπηρέτησης πελατών, μάγειροι και σερβιτόροι, καθαριστές), από την άλλη.

Οι τρεις αυτές συνιστώσες χρησιμοποιήθηκαν για την ταξινόμηση των 3.000 ΜΟΧΑΠ, στις οποίες χωρίζεται η Αθήνα σε επτά διακριτούς τύπους περιοχών κατοικίας. Κάθε ΜΟΧΑΠ που συμμετέχει στην ανάλυση σε κύριες συνιστώσες αποκτά μια παραγοντική τιμή [factor score] που τη συνδέει με καθεμία από τις τρεις συνιστώσες, ανάλογα με την κοινωνικοεπαγγελματική της φυσιογνωμία. Οι τιμές των 3.000 ΜΟΧΑΠ για τις τρεις κύριες συνιστώσες συνυπολογίστηκαν στο πλαίσιο μιας ταξινομικής ανάλυσης (τύπου k-means), έτσι, ώστε κάθε ομάδα να συγκεντρώνει στο εσωτερικό της τις πλέον όμοιες ΜΟΧΑΠ και, ως εκ τούτου, κάθε ομάδα να είναι τελικώς όσο το δυνατόν πιο διαφορετική από τις άλλες.

Με την ταξινομική ανάλυση προέκυψε η ακόλουθη κατανομή του αθηναϊκού χώρου (πίνακας 5.1.3):

Πίνακας 5.1.3: Κοινωνικοί τύποι περιοχών κατοικίας στη μητροπολιτική Αθήνα (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Η κοινωνική τυπολογία του αθηναϊκού χώρου, με βάση την προηγούμενη ανάλυση, αποτυπώνεται στο χάρτη 5.1.1. Με μπλε χρώμα εμφανίζονται οι περιοχές όπου υπερεκπροσωπούνται έντονα οι υψηλές κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες. Περιλαμβάνουν μεγάλα τμήματα του Ψυχικού, της Φιλοθέης και του Παπάγου, καθώς και, βορειότερα, τμήματα της Κηφισιάς, της Νέας Ερυθραίας, της Εκάλης, του Διονύσου, της Πεντέλης και των Θρακομακεδόνων. Στα νότια περιλαμβάνουν το παραλιακό μέτωπο του Παλαιού Φαλήρου και τμήματα της Γλυφάδας, της Βούλας και της Βουλιαγμένης. Στο κέντρο της πόλης περιλαμβάνουν κυρίως το Κολωνάκι και την Πλάκα.

Με γαλάζιο σημειώνονται οι πολύ πιο εκτεταμένες περιοχές υπερεκπροσώπησης των ευρύτερων υψηλών-μεσαίων κατηγοριών. Οι περιοχές αυτές συνήθως γειτονεύουν και συχνά περιβάλλουν τις προηγούμενες μέσα στο λεκανοπέδιο και εκτείνονται στα Μεσόγεια και σε αρκετές παραλιακές θέσεις στην Ανατολική Αττική, αλλά και σε περιοχές του Πειραιά.

Χάρτης 5.1.1: Κοινωνικοεπαγγελματική τυπολογία των περιοχών κατοικίας στην Αττική (2011)

Οι πλέον ανάμεικτες κοινωνικά περιοχές, όπου υπερεκπροσωπούνται οι ενδιάμεσες κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες, σημειώνονται με βαθύ και με ανοικτό πράσινο και χωροθετούνται κυρίως στην περιφέρεια του Δήμου Αθηναίων και σε γειτονικούς του δήμους, όπως ο Βύρωνας, η Καισαριανή, του Ζωγράφου, το Γαλάτσι, η Καλλιθέα, το Μοσχάτο και ο Πειραιάς. Εκτείνονται επίσης σε περιοχές των δυτικών προαστίων, κυρίως στην Πετρούπολη, το Άνω Περιστέρι και το Χαϊδάρι. Η διαφοροποίηση σε δύο ομάδες –με βαθύτερο πράσινο σημειώνονται οι περιοχές όπου το ποσοστό των μεσαίων και των υψηλών κατηγοριών είναι σχετικώς μεγαλύτερο και των εργατικών κατηγοριών σχετικώς χαμηλότερο– τυχαίνει να αντιστοιχεί και σε διακριτή χωροθέτηση: οι δύο τύποι περιοχών είναι μεν γειτονικοί, αλλά εκείνοι με τη χαμηλότερη κοινωνική φυσιογνωμία βρίσκονται πιο κοντά στο κέντρο της πόλης και σε μεγαλύτερο βαθμό στο εσωτερικό του Δήμου Αθηναίων.

Με ροζ χρώμα εμφανίζεται ο τύπος περιοχών με τη μεγαλύτερη έκταση και πληθυσμό, ο οποίος περιλαμβάνει κυρίως παραδοσιακά εργατικές γειτονιές, από τη Σαλαμίνα και το Πέραμα μέχρι το Μενίδι, οι οποίες όμως συναντώνται και σε πολλές περιοχές της Ανατολικής Αττικής, παραλιακές και μη.

Έντονη παρουσία ορισμένων εργατικών κατηγοριών –κυρίως ανειδίκευτων– εμφανίζουν περιοχές του κέντρου (Δήμος Αθηναίων) μεταξύ του πυρήνα των μεγαλοαστικών γειτονιών και των κοινωνικά ανάμεικτων γειτονιών της περιφέρειάς του. Σημειώνονται με ελαφρό κεραμιδί χρώμα και περιλαμβάνουν τμήματα περιοχών όπως το ιστορικό κέντρο, τα Πατήσια, την Κυψέλη, του Γκύζη, τους Αμπελοκήπους και το Παγκράτι.

Τέλος, η πιο αμιγής παρουσία εργατικών κατηγοριών εμφανίζεται σε περιφερειακές θέσεις του μητροπολιτικού χώρου και σημειώνεται με κόκκινο. Ο κοινωνικός αυτός τύπος περιοχής κατοικίας έχει ιδιαίτερη παρουσία στη Σαλαμίνα, το Πέραμα, τον Ασπρόπυργο, τα Άνω Λιόσια, το Ζεφύρι, το Μενίδι, τον Ταύρο και στου Ρέντη, στη δυτική πλευρά της πόλης, καθώς και σε δυτικότερες περιοχές που δεν εμφανίζονται στο χάρτη, όπως η Μάνδρα, η Μαγούλα και τα Μέγαρα.

Στην ανατολική περιφέρεια ο τύπος αυτός έχει έντονη παρουσία στον Μαραθώνα και σε πολλές άλλες περιοχές της Ανατολικής Αττικής, κυρίως στα Μεσόγεια.

Ανάλογοι χάρτες έχουν παραχθεί για το 1991 (Maloutas 1997: 3, Μαλούτας 2000: 46, Sivignon κ.ά. 2003: 131) και το 2001 στο πλαίσιο ειδικού αφιερώματος του Ελεύθερου Τύπου για την Αθήνα (17 Ιουνίου 2007).

Πίνακας 5.1.4: Κοινωνική σύνθεση των τύπων περιοχής κατοικίας στη μητροπολιτική Αθήνα (2011)

* 1. Διευθυντικά στελέχη, 2. Επαγγελματίες, 3. Τεχνολόγοι και ασκούντες συναφή επαγγέλματα, 4. Υπάλληλοι γραφείου, 5. Απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές, 6. Ειδικευμένοι γεωργοί, κτηνοτρόφοι, δασοκόμοι και αλιείς, 7. Τεχνίτες και ασκούντες συναφή επαγγέλματα, 8. Χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και εξοπλισμού και συναρμολογητές (μονταδόροι), 9. Ανειδίκευτοι εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες.

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Από τον πίνακα 5.1.4 προκύπτει ότι στους επτά κοινωνικούς τύπους περιοχής κατοικίας η σύνθεση αλλάζει βαθμιαία από τον πρώτο μέχρι τον έβδομο τύπο, όπου υπερεκπροσωπούνται αντίστοιχα οι υψηλότερες και οι χαμηλότερες κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες. Η σταδιακή αυτή αλλαγή φαίνεται καθαρά στο γράφημα 1, όπου οι κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες έχουν συμπτυχθεί σε τρεις: υψηλές (διευθυντικά στελέχη και επαγγελματίες), ενδιάμεσες και εργατικές –όπου η πρώτη περιλαμβάνει τις κατηγορίες 1 και 2, η δεύτερη τις 3, 4 και 5 και η τρίτη τις 6 έως και 9 του πίνακα 5.1.4.

Γράφημα 5.1.1: Ποσοστιαία κοινωνικοεπαγγελματική σύνθεση των τύπων περιοχής κατοικίας στη μητροπολιτική Αθήνα (2011)

Πηγή δεδομένων: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015)

Τα διευθυντικά στελέχη και οι επαγγελματίες υπερτερούν απόλυτα μόνο στον πρώτο τύπο περιοχής κατοικίας. Στον δεύτερο σχεδόν ισοβαθμούν με τις ενδιάμεσες κατηγορίες, οι οποίες υπερτερούν από το δεύτερο μέχρι και τον πέμπτο τύπο, ενώ οι εργατικές κατηγορίες υπερτερούν στους δύο τελευταίους τύπους. Η μόνη «ανωμαλία» σε αυτή τη σταδιακή διακύμανση των ποσοστών εμφανίζεται στις περιοχές του κέντρου σε κοινωνική ανακατάταξη. Τα διευθυντικά στελέχη και κυρίως οι επαγγελματίες, όπως φαίνεται στον πίνακα 5.1.4, παρουσιάζουν εκεί σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από το αναμενόμενο, ενώ οι ενδιάμεσες κατηγορίες σχετικώς χαμηλότερο.

[1] Ως “αναπτυγμένες” χαρακτηρίζονται οι χώρες με Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης (Human Development Index, HDI) που τις κατατάσσει στην κατηγορία της “πολύ υψηλής ανθρώπινης ανάπτυξης” (“very high human development”) κατά το έτος της Απογραφής (2011), σύμφωνα με τη σχετική έκθεση του Αναπτυξιακού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών (UNDP). Ο HDI υπολογίζεται με βάση επιμέρους δείκτες που αφορούν το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, τη μέση και την προσδοκώμενη διάρκεια σχολικής εκπαίδευσης και το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Για περισσότερες πληροφορίες: http://www.undp.org/content/undp/en/home/librarypage/ hdr/human_developmentreport2011.html

Αναφορά λήμματος

Μαλούτας, Θ., Σπυρέλλης, Σ. (2019) Ανισότητες και διαχωρισμοί στην Αθήνα: Χάρτες και δεδομένα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/ανισότητες-και-διαχωρισμοί-στην-αθήν/ , DOI: 10.17902/20971.92

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ (2015), Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011. Διαδικτυακή εφαρμογή για την πρόσβαση και χαρτογράφηση κοινωνικών δεδομένων, διαθέσιμο από: http://panorama.statistics.gr/.
  • Maloutas, T. (1997), «La ségrégation sociale à Athènes», Mappemonde, 4(97): 1-4.
  • Μαλούτας, Θ. (2000), «Κοινωνική μορφολογία των μεγάλων αστικών κέντρων», στο Θ. Μαλούτας (επιμ.) Κοινωνικός και Οικονομικός Άτλας της Ελλάδας, τ. 1: Οι Πόλεις, Αθήνα-Βόλος, ΕΚΚΕ – Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας, σ. 46-47.
  • Μαλούτας, Θ. (2018) Η κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας. Κοιννωικές ομάδες και δομημένο περιβάλλον σε μια νοτιοευρωπαϊκή μητρόπολη, Αθήνα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
  • Μαλούτας, Θ., Πανταζής, Π. κ.ά. (1999), Η κοινωνική γεωγραφία των ελληνικών πόλεων. Αθήνα – Λάρισα – Βόλος, Τελική έκθεση, Ερευνητικό έργο «Η κοινωνική μορφολογία των ελληνικών πόλεων», Φορέας ανάθεσης: ΥΠΕΧΩΔΕ, Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού. Φορέας υλοποίησης: Εργαστήριο Χωρικής Ανάλυσης & Θεματικής Χαρτογραφίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα ΜΧΠΑ.
  • Préteceille, E. (2015), Les évolutions de la ségrégation dans la métropole parisienne 1999-2008, Παρίσι, Sciences Po – OSC.
  • Robson, B.T. (1969), Urban Analysis. A Study of City Structure with Special Reference to Sunderland, Καίμπριτζ, Cambridge University Press.
  • Sivignon, M. (σε συνεργασία με) Deslondes, O., Maloutas, T. & Auriac, F. (επιμ.) (2003), Atlas de la Grèce, Παρίσι, CNRS-Libergéo – La Documentation Française.
  • Spyrellis, S.N. (2013), Division sociale de l’espace métropolitain d’Athènes. Facteurs économiques et enjeux scolaires, Διδακτορική διατριβή, Παρίσι, Université Paris-7 Denis Diderot.
  • Tabard, N. & Aldeghi, I. (1990), Transformation socio-professionnelle des communes de l’Ilede-France entre 1975 et 1982, Παρίσι, CRÉDOC.
  • Timms, D. (1971), The Urban Mosaic. Towards a Theory of Residential Differentiation, Καίμπριτζ, Cambridge University Press.

Δεδομένα

Θεματικές ενότητες:

Δημογραφικά

Εθνοτικές ομάδες Οικογενειακή κατάσταση Τύποι νοικοκυριού Ηλικιακές ομάδες Metadata

Εκπαίδευση

Νέοι/-ες εκτός εκπαίδευσης Χώρες σπουδών Επίπεδο εκπαίδευσης Metadata

Απασχόληση

Κύρια ασχολία Τομείς απασχόλησης Κλάδοι απασχόλησης Επαγγέλματα Metadata

Κατοικία και διαβίωση

Καθεστώς ενοίκησης Μέγεθος κατοικιών Επιφάνεια κατοικίας ανά άτομο Παλαιότητα κτηρίων κατοικίας Τρόπος θέρμανσης Πρόσβαση στο διαδίκτυο Κατοχή ΙΧ αυτοκινήτου Κύριες πηγές πόρων ζωής Metadata
https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/01/tx132_banner3.jpg 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-11-07 03:14:382024-03-16 01:09:23Ανισότητες και διαχωρισμοί στην Αθήνα

Κοινωνικός και χωρικός άτλαντας του Προσφυγικού Πειραιά

26/10/2019/in Κοινωνική Δομή, Στέγαση, Δομημένο Περιβάλλον Κυραμαργιού Ελένη, Πρέντου Πολίνα, Χριστοφοράκη Κατερίνα Δομημένο Περιβάλλον, Στέγαση, Κοινωνική Δομή /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Με αφορμή το διεπιστημονικό ερευνητικό πρόγραμμα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου «Προσφυγικές γειτονιές του Πειραιά – Από την ανάδυση στην ανάδειξη της ιστορικής μνήμης» που στόχο είχε να μελετήσει το σύνολο των προσφυγικών συνοικισμών οι οποίοι αναπτύχθηκαν στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά μετά το 1922 και ολοκληρώθηκε πριν μερικούς μήνες παρουσιάζονται συνοπτικά τα ευρήματα σε κοινωνικό και πολεοδομικό επίπεδο.

Η αστική προσφυγική εγκατάσταση στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά είναι μια διαδικασία που διενεργήθηκε σταδιακά και μέχρι σήμερα δεν είχε μελετηθεί διεξοδικά. Το ερευνητικό πρόγραμμα προσπάθησε να μελετήσει την εγκατάσταση αξιοποιώντας ιστορικά τεκμήρια, αταξινόμητα αρχεία, εφημερίδες της εποχής αλλά και προφορικές μαρτυρίες. Ταυτόχρονα συγκεντρώθηκαν από υπηρεσίες και εμπλεκόμενους φορείς μεγάλος αριθμός τοπογραφικών διαγραμμάτων και αποσπασμάτων χαρτών τα οποία, μετά την ψηφιοποίηση και ομοιογενοποίησή τους, τοποθετήθηκαν σε ενιαίο υπόβαθρο δίνοντας τη δυνατότητα της πληρέστερης εποπτείας και κατανόησης της αστικής γεωγραφίας της εγκατάστασης.

Όλα τα παραπάνω έδωσαν τη δυνατότητα μιας νέας αφήγησης της ιστορίας της αστικής προσφυγικής εγκατάστασης στον Πειραιά καθώς και του εντοπισμού και ανάδειξης σημείων ενδιαφέροντος απο πολεοδομικής και ιστορικής πλευράς. Το συγκεντρωμένο υλικό μετά από περαιτέρω επεξεργασία και εμβάθυνση της διαδικασίας οικιστικής εξέλιξης θα αποτελέσει τη βάση για τη δημιουργία του προσφυγικού άτλαντα της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά.

Στόχευση της έρευνας

Τα πέτρινα διώροφα στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη, τα Γερμανικά στη Κοκκινιά, ο συνοικισμός του Αγίου Γεωργίου στο Κερατσίνι, οι εργατικές πολυκατοικίες στη Δραπετσώνα αποτελούν όψεις της κοινωνικής κατοικίας, της προσφυγικής και εργατικής αποκατάστασης που επιλέχθηκε για να επιλυθεί το οικιστικό ζήτημα από τη Μικρασιατική καταστροφή έως το τέλος της δικτατορίας του 1967. Διαφορετικές μορφές εγκατάστασης που υλοποιήθηκαν από διαφορετικούς φορείς, διαφορετικά οικιστικά σχέδια που επιχείρησαν να συνδυάσουν τις ανάγκες κάθε εποχής και τις δυνατότητες κάθε περιοχής αποτυπώνονται στα παραπάνω οικιστικά μοντέλα. Περιορισμένες έρευνες, αποσπασματικές μελέτες, ανεξερεύνητα και αταξινόμητα αρχεία βρίσκονται πίσω από τις μεμονωμένες ιστορίες προσφυγικής και εργατικής αποκατάστασης. Οι ιστορίες των γειτονιών του Πειραιά, η ιστορία της κοινωνικής κατοικίας και της στεγαστικής πολιτικής του σύγχρονου ελληνικού Κράτους για περισσότερα από 50 χρόνια παραμένουν ανεξερεύνητα πεδία για τους ιστορικούς, τους κοινωνικούς επιστήμονες και τους πολεοδόμους.

Στόχος του ερευνητικού προγράμματος «Προσφυγικές γειτονιές του Πειραιά – Από την ανάδυση στην ανάδειξη της ιστορικής μνήμης» [1] που υλοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και τη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου με την χρηματοδότηση της Περιφέρειας Αττικής από τον Ιανουάριο του 2017 έως τον Απρίλιο του 2018 ήταν να αναπτυχθεί ένα πλαίσιο συντονισμένων δράσεων και ενεργειών εντός του οποίου επιμέρους έργα επιδίωκαν την ανάδυση της ιστορικής μνήμης του τόπου και των κατοίκων. Η μαζική έλευση νέου πληθυσμού σε μία περιοχή, οι όροι στέγασης και υποδοχής, το πλέγμα των σχέσεων με την κεντρική εξουσία, με τις τοπικές αρχές αλλά και με τους ήδη εγκατεστημένους, «παλαιούς» κατοίκους επέφεραν μια σειρά από επιπτώσεις για τις οποίες αναζητήθηκαν ad hoc και κατόπιν σταδιακά λύσεις ή παρέμειναν ως χρονίζοντα ανοικτά ζητήματα·

Η στεγαστική πολιτική του σύγχρονου ελληνικού Κράτους επιχείρησε να ανταποκριθεί στις ανάγκες του αστικού πληθυσμού που συνεχώς αυξανόταν και χρειαζόταν τη στήριξη και την ενίσχυση της Πολιτείας (Γκιζελή 1984: 135-137, League of Nations 1924-1930). Οι προσφυγικοί πληθυσμοί της Μικρασιατικής καταστροφής, οι εσωτερικοί μετανάστες και οι «βομβόπληκτοι» του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αποτέλεσαν τις «ευπαθείς» κοινωνικές ομάδες που χρειάστηκαν την κρατική μέριμνα και τη συμβολή των αρμόδιων υπουργείων για την εξασφάλιση στέγης. Σταδιακά, τμήμα των προσφύγων του μικρασιατικού μετώπου εγκαταστάθηκε στους συνοικισμούς που δημιουργήθηκαν από το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων, την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων και το Υπουργείο Περιθάλψεως (μετέπειτα Υπ. Πρόνοιας) στις παρυφές του Πειραιά, σε ακατοίκητες και απομονωμένες περιοχές μακριά από τους υπάρχοντες οικιστικούς ιστούς. Την ίδια στιγμή, πρόσφυγες διέμεναν σε αυτοσχέδιες παράγκες και παραπήγματα που δημιούργησαν οι ίδιοι, σε εκτάσεις που αρχικά καταπάτησαν και στη συνέχεια απαλλοτρίωσε το Κράτος και στεγάστηκαν προσωρινά ή μόνιμα -ανάλογα με το οικιστικό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στη κάθε περιοχή (Λεοντίδου 1989: 205-2013, Καραδήμου-Γερολύμπου 2002: 64).

Παράλληλα με τους πρόσφυγες στον Πειραιά προστέθηκε μεγάλος αριθμός ανθρώπων που έφταναν από την ύπαιθρο αναζητώντας εργασία. Τμήμα αυτού του πληθυσμού ακολούθησε τον ίδιο τρόπο εγκατάστασης με τους πρόσφυγες στις περιοχές όπου βρήκε δουλειά. Στη βιομηχανική ζώνη του Πειραιά πλάι στα παραπήγματα των προσφύγων προστέθηκαν αυτά των εργατών-εσωτερικών μεταναστών. Κοινές πορείες και κοινά προβλήματα ένωσαν τους ανθρώπους αυτούς ανεξάρτητα από το τόπο καταγωγής τους και τις αιτίες που τους οδήγησαν στην εγκατάσταση στους συνοικισμούς πλάι στα εργοστάσια του Πειραιά. Οι βόμβες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου -συμμαχικές και εχθρικές- ισοπέδωσαν τα σπίτια τους, αφήνοντάς τους άστεγους για δεύτερη φορά. Η μεταπολεμική προσπάθεια αστικής ανασυγκρότησης του ελληνικού Κράτους επιχείρησε να επιλύσει τόσο τα χρόνια προβλήματα αστικής αποκατάστασης των προσφυγικών και μη πληθυσμών όσο και αυτά που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αστικής αποκατάστασης ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1940 για να ολοκληρωθεί τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια αλλάζοντας τον πολεοδομικό χάρτη της Αθήνας και του Πειραιά.

Η παρούσα έρευνα εστίασε στην αστική ανάπτυξη του Πειραιά ξεκινώντας από το πρώτο διάστημα μετά την εγκατάσταση των προσφύγων. Μελετάται το «είδος» και ο τρόπος της εγκατάστασης, η ύπαρξη ή μη μέριμνας και βοήθειας από τους αρμόδιους φορείς ενώ το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην αστική εξέλιξη των προσφυγικών συνοικισμών από τα πρώτα αυτοσχέδια παραπήγματα έως την υλοποίηση του κρατικού σχεδίου αστικής αποκατάστασης στα τέλη της δεκαετίας του 1960 (Χάρτης 1). Η έρευνα αναπτύχθηκε παράλληλα σε 3 επίπεδα δράσεων.

Χάρτης 1: Το σύνολο των προσφυγικών οικισμών στον Πειραιά

Πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018

Εντοπισμός και καταγραφή αρχειακού υλικού

Στόχος ήταν ο εντοπισμός και η καταγραφή αρχειακού υλικού που συνδέεται με την προσφυγική εγκατάσταση από τον Σεπτέμβριο του 1922 έως το 1974. Αρχειακό υλικό αναζητήθηκε στους Δήμους Νίκαιας-Αγίου Ιωάννη Ρέντη, Κερατσινίου- Δραπετσώνας, Πειραιά, Κορυδαλλού και Περάματος.

Σε όλους τους Δήμους σώζονται ταξινομημένα και σε πολύ καλή κατάσταση το σύνολο των ληξιαρχικών βιβλίων αρχικά των Κοινοτήτων και στη συνέχεια των Δήμων από την χρονολογία ίδρυσης τους έως σήμερα. Στο Γραφείο του Δημοτολογίου, σώζονται επίσης τα βιβλία των Κοινοτήτων και Δήμων από την χρονολογία ίδρυσης τους έως σήμερα και το σύνολο των Μητρώου Αρρένων κάθε Δήμου. Το σύνολο των στοιχείων που περιέχουν τα κατάστιχα του Ληξιαρχείου, του Δημοτολογίου και του Μητρώου Αρρένων έχουν περαστεί σε ειδικό ηλεκτρονικό πρόγραμμα μηχανογράφησης για τις ανάγκες των υπηρεσιών του Δήμου.

Στους Δήμους Νίκαιας-Αγίου Ιωάννη Ρέντη και Κερατσινίου-Δραπετσώνας εντοπίστηκαν αποσπασματικά κατάστιχα πρακτικών και αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Νέας Κοκκινιάς -μετέπειτα Δήμου Νίκαιας-, της Δημαρχιακής Επιτροπής και της Διοικούσας Επιτροπής, από το 1934 έως το 1974 και του Δήμου Αγίου Γεωργίου -μετέπειτα Δήμου Κερατσινίου- από το 1934 έως το 1974 αντίστοιχα. Περιέχουν πληροφορίες για την διοικητική συγκρότηση του Δήμου, τις οικονομικές του λειτουργίες και την καθημερινότητα των ανθρώπων τις περιοχής, τη συνεχή προσπάθεια οικιστικής και επαγγελματικής αποκατάστασης των προσφύγων κατοίκων. Το αρχειακό αυτό υλικό μέχρι σήμερα δεν έχει μελετηθεί διεξοδικά. Στη Δημοτική Ενότητα Δραπετσώνας σώζεται ταξινομημένο και προσβάσιμο το σύνολο του Δημοτικού Αρχείου της περιόδου 1951-1980. Στους Δήμους Περάματος και Κορυδαλλού δεν εντοπίστηκε αρχειακό υλικό της περιόδου που ενδιαφέρει το ερευνητικό έργο. Στο Δήμο Πειραιά το αρχειακό υλικό φυλάσσεται αταξινόμητο στο Ιστορικό Αρχείο, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτό.

Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος έγινε συστηματική προσπάθεια να αποδελτιωθούν κατάλογοι αρχειακών συλλογών και να καταγραφούν οι διαθεσιμότητες που αναφέρονται στην διαμόρφωση των προσφυγικών γειτονιών και στην οργάνωση της καθημερινότητας των προσφύγων. Αρχειακό υλικό αναζητήθηκε και εντοπίστηκε στο Αρχείο της Εγκατάστασης του Κέντρου Μικρασιατικών Ερευνών, στο υπουργείο Εξωτερικών, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, στα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας και στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Τέλος πραγματοποιήθηκε καταλογογράφηση στο αρχείο των μητρώων δικαιούχων στεγαστικής αποκατάστασης και των κτηματολογίων της Περιφέρειας Αττικής. Στόχος ήταν να ταξινομηθεί ανά δήμο το σύνολο των μητρώων, των κτηματολογικών και εκτιμητικών πινάκων, των κτηματολογίων και των ευρετηρίων που διαθέτει η Διεύθυνση Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Αττικής. Το υλικό αποτελείται περίπου από 150 βιβλιοδετημένους τόμους κτηματολογικών καταλόγων και μητρώων και δεκάδες κτηματολογικούς και εκτιμητικούς πίνακες, όπου καταγράφονται το σύνολο των προσφυγικών οικοπέδων και κατοικιών που παραχωρήθηκαν σε πρόσφυγες δικαιούχους από το 1923 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1980 κυρίως. Το υλικό αυτό περιέχει πολλαπλά χρήσιμα ιστορικά και πολεοδομικά στοιχεία και τεκμήρια, άγνωστα μέχρι σήμερα στην έρευνα.

Προφορική Ιστορία και ιστορικές περιηγήσεις

Στόχο αποτέλεσε η γνωριμία των συμμετεχόντων με την Τοπική Ιστορία της περιοχής τους, καθώς και η συγκρότηση ομάδων προφορικής ιστορίας από τους ενδιαφερόμενους πολίτες. Αντικείμενο των εισαγωγικών εβδομαδιαίων σεμιναρίων που διεξήχθησαν ήταν η εξέταση των ιστορικών καταβολών, της θεωρίας και της μεθοδολογίας του συγκεκριμένου κλάδου της ιστορικής επιστήμης, όπως και η εστίαση στην προσφυγική ιστορία της κάθε περιοχής και την ανάπτυξη του αστικού ιστού. Με την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου, συγκροτήθηκαν ομάδες, τα μέλη των οποίων επέλεξαν θεματικές και προχώρησαν στη διενέργεια προφορικών συνεντεύξεων και στη συγκέντρωση σχετικού συνοδευτικού υλικού από τους πληροφορητές τους.

Στόχος ήταν η δημιουργία ενός οπτικοακουστικού αρχείου προφορικών μαρτυριών, το οποίο παραχωρήθηκε στις δημοτικές βιβλιοθήκες. Βασική επιδίωξη ήταν η εμπλοκή του τοπικού πληθυσμού σε αυτήν την διαδικασία: η δημιουργία ενός ζωντανού και ανοιχτού αρχείου σχετικού με την προσφυγική ιστορία και ενός σημαντικού ερευνητικού εργαλείου που μπορεί να αποκαλύψει πτυχές της προσφυγικής εγκατάστασης και ζωής.

Χωρική τεκμηρίωση

Η αλλαγή που συντελέστηκε με την προσφυγική εγκατάσταση τεκμηριώνεται και από τη χαρτογραφική αποτύπωση της περιόδου. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, πραγματοποιήθηκε αναζήτηση και συλλογή χαρτογραφικού υλικού σε μια σειρά από υπηρεσίες, όπως στο τμήμα χαρτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, στη συλλογή διαγραμμάτων και χαρτών της Περιφέρειας Αττικής και στις τεχνικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες δόμησης των δήμων της σημερινής περιφέρειας Πειραιά.

Για κάθε προσφυγικό οικισμό δημιουργήθηκε ξεχωριστή καρτέλα/ταυτότητα οικισμού, με στόχο να αποτελέσει την συνοπτική ταυτότητά του που περιλαμβάνει πληροφορίες για τη συγκρότηση και την εξέλιξη του κάθε οικισμού, καθώς και τα πληθυσμιακά και κοινωνικό-οικονομικά δεδομένα του. Το υλικό αποτελείται από αρχειακά τεκμήρια, δευτερογενείς πηγές, απογραφικά δεδομένα, χαρτογραφικές αποτυπώσεις, φωτογραφίες, αλλά και μαρτυρίες των κατοίκων.

Το υλικό που συγκεντρώθηκε προέρχεται από διαφορετικές πηγές και είναι κατά περίπτωση σε διαφορετική μορφή. Η ψηφιοποίηση είχε σκοπό την δημιουργία ενιαίας και διαχειρίσιμης μορφής του. Οι πρωτότυποι χάρτες και τα τοπογραφικά διαγράμματα περάστηκαν σε ηλεκτρονικά αρχεία και επανασχεδιάστηκαν από την αρχή ψηφιακά κομμάτι κομμάτι (Χάρτες 2-4). Αυτό επέτρεψε να επέμβουμε στην κλίμακά τους, τη λεπτομέρεια της πληροφορίας που παρέχουν, να τους συγκρίνουμε μεταξύ τους αλλά και με την εικόνα της πόλης μια δεδομένη στιγμή. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε μια ενιαία βάση δεδομένων με ομοιόμορφα χαρακτηριστικά, αποτελούμενη από τα επιμέρους χαρτογραφικά ευρήματα, διευκολύνοντας τη συνολική αναπαράσταση και ανάγνωση του πολεοδομικού ιστού.

Χάρτης 2: Σχέδιο ρυμοτομίας της Δραπετσώνας (1932). Έχει δημιουργηθεί μέσω ψηφιοποίησης του πρωτότυπου ρυμοτομικού διαγράμματος. (πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018)

Χάρτης 2: Σχέδιο ρυμοτομίας της Δραπετσώνας (1932). Έχει δημιουργηθεί μέσω ψηφιοποίησης του πρωτότυπου ρυμοτομικού διαγράμματος

Πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018

Χάρτης 3: Διάγραμμα Γερμανικού Συνοικισμού παραπηγμάτων Νέας Κοκκινιάς (1934). Έχει δημιουργηθεί μέσω ψηφιοποίησης του πρωτότυπου διαγράμματος. (πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018)

Χάρτης 3: Διάγραμμα Γερμανικού Συνοικισμού παραπηγμάτων Νέας Κοκκινιάς (1934). Έχει δημιουργηθεί μέσω ψηφιοποίησης του πρωτότυπου διαγράμματος

Πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018

Χάρτης 4: Τυπολογία πολυκατοικίας στην Δραπετσώνα (1961). Έχει δημιουργηθεί μέσω ψηφιοποίησης των πρωτότυπων σχεδίων. (πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018)

Χάρτης 4: Τυπολογία πολυκατοικίας στην Δραπετσώνα (1961). Έχει δημιουργηθεί μέσω ψηφιοποίησης των πρωτότυπων σχεδίων

Πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018

Η κατηγοριοποίηση των κτιριακών εγκαταστάσεων σύμφωνα με την πολιτική που ακολουθήθηκε στο θέμα της στέγασης μπορεί να διακριθεί σε 4 περιπτώσεις (Γκιζελή 1984, 142-143):

1) Εγκατάσταση σε οικήματα που κατασκεύασε το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων, η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων και το Υπουργείο Περιθάλψεως

2) Μακροχρόνια φιλοξενία σε επιταγμένα ακίνητα

3) Αυτοστέγαση χωρίς κρατική παρέμβαση

4) Αυτοστέγαση με κρατική βοήθεια

Η κατηγοριοποίηση των κτιριακών εγκαταστάσεων σύμφωνα με τον τύπο των κτισμάτων και τον τρόπο υλοποίησής τους διακρίνει, με τη σειρά της, πέντε κατηγορίες οικημάτων. Η πρώτη είναι αυτή που απαντάται στη Δραπετσώνα όπου κυριαρχούν τα πρόχειρα αυτοσχέδια παραπήγματα. Η δεύτερη είναι αυτή που επικράτησε στην Κοκκινιά, τα ξύλινα, ευτελούς ποιότητας, οικήματα που παραχωρήθηκαν από το κράτος. Στην τρίτη κατηγορία εντάσσονται οι πολυκατοικίες που ανεγείρονταν με κρατική μέριμνα. Συγκρότημα αυτού του είδους είναι το συγκρότημα του Αγίου Διονυσίου στη Δραπετσώνα ή των Αγίων Αναργύρων στην Παλαιά Κοκκινιά, όπου διακρίνονται και γωνιακές διατάξεις πολυκατοικιών που αφήνουν μεγάλους κεντρικούς χώρους. Η τέταρτη κατηγορία είναι τα αυθαίρετα παραπήγματα από ευτελή υλικά όπου είτε απαντώνται στα οικοδομικά τετράγωνα των συγκροτημάτων τριώροφων πολυκατοικιών, όπου υπάρχει κενό, είτε στα κενά των πόλεων και σε χώρους που δεν υπάγονται στα σχέδια πόλεων. Η πέμπτη κατηγορία είναι η κατασκευή, από την Ε.Α.Π. και το Κράτος, μονώροφων και διώροφων οικημάτων, απλών ή δίδυμων σπιτιών, όπως στη Νέα Κοκκινιά. Υπάρχει τέλος και η περίπτωση κατά την οποία οι κατοικίες χτίστηκαν από τους πρόσφυγες σε οικόπεδα που τους παραχωρήθηκαν. Αυτό παρατηρείται ενδεικτικά στην Κοκκινιά και στο Κερατσίνι.

Στα πλαίσια της αποτύπωσης των πολεοδομικών χαρακτηριστικών της προσφυγικής εγκατάστασης, η ομάδα εργασίας προχώρησε σε αποτύπωση ενδεικτικών τύπων κτιρίων (Χάρτης 5).

Χάρτης 5: Αποτύπωση προσφυγικής κατοικίας στον οικισμό Απόλλωνα Καμινίων (πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018)

Χάρτης 5: Αποτύπωση προσφυγικής κατοικίας στον οικισμό Απόλλωνα Καμινίων

Πηγή: ΕΙΕ-ΕΜΠ, 2018

Το τελικό προϊόν, που αφορά το χαρτογραφικό κομμάτι της ιστορικής εξέλιξης της προσφυγικής εγκατάστασης, συγκροτήθηκε σε ένα ψηφιακό διαδραστικό άτλαντα. Τα επιμέρους τμήματα των χαρτών συγκεντρώνονται και ομαδοποιούνται ανά χρονική ενότητα. Στη συνέχεια τοποθετούνται και αντιστοιχίζονται στο υπόβαθρο της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, αποτυπώνοντας με αυτό τον τρόπο τη δημιουργία μικρών πυρήνων αλλά και του συνολικότερου γαλαξία προσφυγικών οικισμών ή εγκαταστάσεων που συναντώνται στον τότε Πειραιά. Με το πέρασμα από μια χρονολογική ενότητα σε μια άλλη, είναι δυνατή η αναπαράσταση και η κατανόηση της εξέλιξης του πολεοδομικού ιστού και της εξάπλωσης των εκάστοτε πυρήνων, καθώς και η ενσωμάτωσή τους στην πόλη.

Η αντιστοίχηση της επί μέρους χαρτογραφικής πληροφορίας, σε ένα συνολικότερο και μεγαλύτερο υπόβαθρο είναι μια χρονοβόρα διαδικασία καθώς η πληροφορία που παρέχεται κατά περίπτωση, σπάνια μπορεί να βρει άμεση αντιστοιχία στα σημερινά, πολύ πιο εξελιγμένα χαρτογραφικά υπόβαθρα. Το ψηφιακό αυτό εργαλείο αναπαράστασης της γέννησης των οικισμών ανά περιόδους, αισιοδοξεί να αποτελέσει μέσο το οποίο θα δώσει τη δυνατότητα της βαθιάς κατανόησης των μηχανισμών της πόλης, που οδηγούν στην επέκτασή της και την ενσωμάτωση των νέων αυτών περιοχών.

Το σύνολο της πληροφορίας που έχει αντληθεί και καταγραφεί στη διάρκεια του ερευνητικού πρόκειται να αντιστοιχηθεί και να είναι διαθέσιμο σε ένα διαδραστικό περιβάλλον, ανοιχτό και προσβάσιμο από το κοινό και την ερευνητική κοινότητα. Σημειώνεται πως η ανάπτυξη αυτή του ψηφιακού χάρτη είναι δυναμική και το χρονολόγιο πάνω στο οποίο θα μπορέσει να επεκταθεί αυτή η δράση φιλοδοξούμε στο μέλλον να καλύψει το σύνολο της περιόδου εξέλιξης της πόλης, από τη γέννησή της, μέχρι και σήμερα.

Πρώτα Συμπεράσματα – Αποτελέσματα της έρευνας

Το ερευνητικό πρόγραμμα «Προσφυγικές γειτονιές του Πειραιά – Από την ανάδυση στην ανάδειξη της ιστορικής μνήμης» επιχείρησε για πρώτη φορά να προσεγγίσει το θέμα της δημιουργίας των προσφυγικών συνοικισμών της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά ιστορικά και πολεοδομικά, συνδυάζοντας μεθοδολογικά εργαλεία και ερευνητικές προσεγγίσεις δύο διαφορετικών επιστημών. Ιστορικοί και αρχιτέκτονες-πολεοδόμοι δούλεψαν συστηματικά μαζί σε μια προσπάθεια να καταγράψουν και να τεκμηριώσουν από κοινού την εξέλιξη της προσφυγικής εγκατάστασης. Κατά τη διάρκεια της έρευνας εντοπίστηκαν ποικίλες αρχειακές διαθεσιμότητες και συνδυάστηκαν για τη συγκρότηση του άτλαντα. Πολεοδομικά σχέδια συνδυάστηκαν με δημοτικές αποφάσεις αλλά και προφορικές μαρτυρίες για να μπορέσουμε να ορίσουμε με σαφήνεια τα όρια των προσφυγικών γειτονιών αλλά και τις ιστορίες των ανθρώπων που κατοίκησαν σε αυτές. Ο τύπος της εποχής και άλλες πηγές λειτούργησαν συμπληρωματικά στην έρευνα.

Για πρώτη φορά μελετήθηκε αρχειακό και χαρτογραφικό υλικό από το αρχείο των μητρώων δικαιούχων στεγαστικής αποκατάστασης και των κτηματολογίων της Περιφέρειας Αττικής. Πέρα από την εικόνα της αποκατάστασης -δηλαδή το ίδιο το ακίνητο, το κόστος του και άλλου τέτοιου τύπου στοιχεία- μέσα στο αρχείο υπάρχει ο ατομικός φάκελος του κάθε δικαιούχου στεγαστικής αποκατάστασης πρόσφυγα και μας δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τον γραφειοκρατικό μηχανισμό που λειτουργούσε από τη στιγμή της αίτησης για στεγαστική αποκατάσταση μέχρι και τη στιγμή της έκδοσης του οριστικού παραχωρητηρίου.

Τόσο η εικόνα της προσφυγικής οικογένειας όσο και ο γραφειοκρατικός μηχανισμός αποτελούν δύο πεδία που ιστοριογραφικά τουλάχιστον δεν έχουν μελετηθεί μέχρι στιγμής. Η μέχρι τώρα έρευνα έχει αναδείξει την συνθετότητα και την πολυπλοκότητα της προσφυγικής εγκατάστασης, τους διαφορετικούς τύπους εγκατάστασης αλλά και τους διαφορετικούς ρυθμούς εξέλιξης των προγραμμάτων ανά περιοχή καθώς και τη διαρκή μετακίνηση των προσφυγικών πληθυσμών στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν σπίτι. Η πολυπλοκότητα του γραφειοκρατικού μηχανισμού και ο χρόνος που απαιτούνταν για να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες στεγαστικής αποκατάστασης αποτελούν δυο επίπεδα στα οποία η έρευνα επιχειρεί να εστιάσει. Η συγκρότηση ομάδων προφορικής ιστορίας αποτελεί μια προσπάθεια να δοθεί φωνή στους ανθρώπους που έζησαν την προσφυγιά και αγωνίστηκαν για να ξανακερδίσουν τις ζωές και τις πατρίδες τους. Άλλωστε η προσφυγική ιστορία του Πειραιά δεν είναι μια ομοιόμορφη ιστορία, άλλα έχει πολλές διαφοροποιήσεις που αποτυπώνονται στο τύπο ή στο χρόνο της εγκατάστασης και συνδέονται άμεσα με τα κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά των προσφύγων.

[1] Ερευνητικό πρόγραμμα ΕΙΕ-ΕΜΠ «Προσφυγικές γειτονιές του Πειραιά – Από την ανάδυση στην ανάδειξη της ιστορικής μνήμης» (2018). Επιστημονικοί υπεύθυνοι: Δημήτρης Δημητρόπουλος (Διευθυντής Ερευνών ΙΙΕ/ΕΙΕ, Νίκος Μπελαβίλας (Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ). Συντονίστρια: Ελένη Κυραμαργιού (Δρ. Ιστορικός, Συνεργάτης ΙΙΕ/ΕΙΕ). Ερευνητές/τριες: Μάνος Αυγερίδης (Ιστορικός, ΥΔ ΕΚΠΑ), Άννα Λάμπρου (MSc Αρχιτέκτων-Πολεοδόμο, ΥΔ ΕΜΠ), Αλεξάνδρα Μούργου (MSc Αρχιτέκτων-Πολεοδόμο, ΥΔ ΕΜΠ), Πολίνα Πρέντου (MSc Αρχιτέκτων-Πολεοδόμος ΕΜΠ, ΥΔ ΕΜΠ), Λεονάρδος Στρυφούνιας-Πολέμης (Γεωγράφος), Κατερίνα Χριστοφοράκη (MSc Αρχιτέκτων-Πολεοδόμος ΕΜΠ, ΥΔ ΕΜΠ), Χρήστος Χρυσανθόπουλος (Ιστορικός, συνεργάτης ΙΙΕ/ΕΙΕ). Αναλυτικά στοιχεία για τις δράσεις του ερευνητικού προγράμματος βρίσκονται στην ιστοσελίδα του έργου: http://prosfigikospireas.blogspot.com/p/blog-page.html (τελευταία ενημέρωση: 7.6.2019).

Αναφορά λήμματος

Κυραμαργιού, Ε., Πρέντου, Π., Χριστοφοράκη, Κ. (2019) Κοινωνικός και χωρικός άτλαντας του Προσφυγικού Πειραιά, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/κοινωνικός-και-χωρικός-άτλαντας-του-π/ , DOI: 10.17902/20971.91

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Βασιλείου Ιωάννης (1944) Η λαϊκή κατοικία. Αθήνα: Π.Α. Διαλησμά.
  • Καραδήμου-Γερόλυμπου Αλέκα (2002) Πόλεις και ύπαιθρος. Στο Χατζηιωσήφ Χρήστος (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Ο Μεσοπόλεμος 1922-1940, τ. Β1. Αθήνα: Βιβλιόραμα, σ. 59-105.
  • Γκιζελή Βίκα (1984) Κοινωνικοί Μετασχηματισμοί και προέλευση της κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα, 1920-1930. Αθήνα: Επικαιρότητα.
  • Hirschon Renée (2004) Κληρονόμοι της Μικρασιατικής Καταστροφής. Η κοινωνική ζωή των μικρασιατών προσφύγων στον Πειραιά. Αθήνα: ΜΙΕΤ.
  • Κυραμαργιού Ελένη (2019) Δραπετσώνα 1922-1967. Ένας κόσμος στην άκρη του κόσμου. Αθήνα: ΕΙΕ.
  • Λεοντίδου Λίλα (1989) Πόλεις της Σιωπής. Εργατικός εποικισμός της Αθήνας και του Πειραιά, 1909-1940. Αθήνα: ΕΤΒΑ ΠΤΙ.
  • Μιτζάλης Νικόλας (2008) Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο. Αθήνα: Futura.
  • Πολύζος Γιάννης (1984) Η εγκατάσταση των προσφύγων του 1922: Μια οριακή περίπτωση αστικοποίησης. Αθήνα: ΕΜΠ.
  • League of Nations, Greece: Quarterly Report of the Refugee Settlement Commission, Γενεύη 1924–1930, τχ. 1 (1924)–τχ. 20 (1928).

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/10/tx134_banner2.gif 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-10-26 10:10:482024-03-16 01:16:40Κοινωνικός και χωρικός άτλαντας του Προσφυγικού Πειραιά

Εναλλακτική προσέγγιση στο σχέδιο της Αθήνας του 1833

24/06/2019/in Ιστορία, Κοινωνική Δομή, Σχεδιασμός Καρύδης Δημήτρης Ιστορία, Σχεδιασμός, Κοινωνική Δομή /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Το αντικείμενο σχολιασμού του παρόντος λήμματος είναι ο κοινωνικός χαρακτήρας του σχεδιασμού στην Αθήνα του 1833, το λεγόμενο ‘σχέδιο Κλεάνθους-Schaubert’. H κοινωνική διερεύνηση καλύπτει δύο πλευρές: τόσο τους συντάκτες του σχεδίου όσο και το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς. Ως προς τους συντάκτες, διατυπώνεται ένας αντίλογος σε σχέση με την επικρατούσα θεώρηση της εργασίας τους μέσα από στερεότυπα γεωμετρικά σχήματα τα οποία, επιβαλλόμενα στο χαρτί, δικαιολογούν τις σχεδιαστικές τους επιλογές (κυκλική ερμηνεία). Αντίθετα, υποστηρίζεται ότι η εργασία πεδίου που προηγήθηκε για την αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης στην πόλη ‘αποκάλυψε’ σε αυτούς, μέσω των μηνυμάτων που μετέφεραν τα ίδια τα στοιχεία του κτισμένου χώρου, σημαντικές διαστάσεις του σχεδιασμού που έπρεπε να υπηρετήσουν. Ταυτόχρονα, οι εμπειρίες και τα βιώματα τόσο από την εκπαίδευση που απέκτησαν στο Βερολίνο όσο και από το γόνιμο ταξίδι τους στη Ρώμη, θεωρείται ότι συνέβαλαν στην ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της σχεδιαστικής τους πρότασης. Ως προς τη δεύτερη ενότητα, το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς, η αντίστιξη ανάμεσα σε αντιθετικές έννοιες όπως, κοινότητας και κοινωνίας, παράδοσης και σύγχρονης ζωής, δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, υποστηρίζεται εδώ ότι υποδεικνύει τις πραγματικές αιτίες αντίδρασης στο σχέδιο που οδήγησαν στο διάδοχο σχέδιο του Leo von Klenze. Η επίκληση των θιγόμενων συμφερόντων ιδιοκτητών (αστικής) γης δεν είχε την πρωτεύουσα θέση που της αποδίδεται. Σε μια πόλη όπου ο θεσμός της Δημογεροντίας συνέχιζε, τo 1833, να είναι σε ισχύ, όπου οι αντιλήψεις για την οργάνωση του καθημερινού τρόπου ζωής είχαν ριζώσει σε βάθος πολλών χρόνων, η υπέρβαση αυτών των αντιθέσεων δεν συνιστούσε μια αυτόματη διαδικασία. Για τον ίδιο λόγο, πιθανότατα, το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 ενσωμάτωνε, πέρα από τις σαφείς πολιτικές, και παρόμοιες κοινωνικές διαστάσεις.

Εισαγωγή – οι γραπτές πηγές

Οι παλαιότερες προσεγγίσεις του πρώτου σχεδίου της Αθήνας διακατέχονταν από ρομαντικό, φιλολογικό χαρακτήρα ή είχαν συνταχθεί στα πλαίσια μιας περιηγητικής χρονογραφίας – οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες ( Σουρμελής 1862, Φιλαδελφεύς 1902, Μπίρης 1933, Καρούζου 1934, Johannes και Μπίρης 1939). Οι πρώτες συστηματικές αναφορές τοποθετούνται στην μετά τα μέσα του 20ου αιώνα περίοδο. Tα σχετικά κείμενα είναι: P. Lavedan (1952), Ι. Τραυλός (1960), Κ. Μπίρης (1966), Αθήνα-Ευρωπαϊκή Υπόθεση (1985), T.Hall (1997), E.Bastea (2000), Αλ. Παπαγεωργίου-Βενετάς (1999, 2001), D.Karidis (2014), Υ. Tsiomis (2017). Ωστόσο, και σε αυτήν την κατηγορία προσεγγίσεων, η πλειονότητα των ιστοριογραφικών αναλύσεων κινείται στο δυσδιάκριτο όριο ανάμεσα στην ιστορία της αρχιτεκτονικής και την ιστορία της πόλης – ο ‘εγκυκλοπαιδισμός’ πρυτανεύει: τα πρόσωπα και οι χρονολογίες κυριαρχούν στο τοπίο της ανάλυσης και , έτσι, το modus operandi του σχεδίου απουσιάζει. Την ίδια στιγμή, το ίδιο το σχέδιο, απλώς περιγραφόμενο, αφήνεται να εννοηθεί ότι παρακολουθεί σχεδιαστικά στερεότυπα της εποχής του, μονότονα επαναλαμβανόμενα από τη μία δημοσίευση στην άλλη, ως αυτονόητα και παντοδύναμα εργαλεία σύνθεσης. Ίσως το πιο εντυπωσιακό είναι η ατροφική διάσταση της κοινωνικής ανάλυσης, κυρίως όσον αφορά την στενή οπτική μέσα από την οποία αναλύονται οι αντιδράσεις στην εφαρμογή εκείνου του σχεδίου.

Η ‘γεωμετρία’ του σχεδίου και η κοινωνική πραγματικότητα

Παρά τις επί μέρους διαφοροποιήσεις, οι προηγούμενες πηγές, στην πλειοψηφία τους, δείχνουν να συγκλίνουν στην έμφαση στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της πολεοδομικής σύνθεσης. Η ‘γεωμετρία’ της σύνθεσης, κατά κανόνα, αναδύεται μέσα από δύο ευδιάκριτα σχήματα (Εικόνα 1) – ένα ‘σχεδόν’ ισοσκελές, ‘σχεδόν’ ορθογώνιο τρίγωνο και ένα ‘σχεδόν’ τετράγωνο σχήμα (Αθήνα, Ευρωπαϊκή Υπόθεση : 93, Παπαγεωργίου-Βενετάς 2001: 67, Tsiomis 2017: 158). Ίσως όμως η ίδια αυτή ‘γεωμετρία’ μπορεί να διαβαστεί από άλλη οπτική, και να αποκαλύψει διαφορετικές συνιστώσες του σχεδίου.

Εικόνα 1: Το σχέδιο Κελάνθους-Schaubert (1833) και διαγραμματικές αναπαραστάσεις (Πηγή: ανασχεδίαση συγγραφέα: D.Karidis 2014, Fig. III. 2)

Ας θεωρήσουμε άξονες και όχι γεωμετρικά σχήματα τα πρωτουργά στοιχεία του σχεδιασμού. Δύο άξονες φαίνεται να εγγράφονται στην υπάρχουσα κατάσταση της προεπαναστατικής Αθήνας, (όσον αφορά την οικονομική ζωή και τις κοινωνικές συμβάσεις διαχείρισης του χώρου), την οποία αποτύπωσαν οι Κλεάνθης και Schaubert, πριν υποβάλλουν την πρότασή τους. Οι άξονες αυτοί αντιστοιχούν σε σημαντικές πύλες εισόδου στην πόλη από τον Μοριά, από την Ελευσίνα και τη Θήβα και από τα Μεσόγεια. Στη διασταύρωσή τους, οι ίδιοι άξονες συμπύκνωναν ένα σημαντικό τμήμα της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην Αθήνα της όψιμης τουρκοκρατίας – την περιοχή του παζαριού. Ο κάθε άξονας οριζόταν από δύο τοπόσημα, επιλεγμένα ισότιμα από την αρχαιότητα και τους μεσαιωνικούς χρόνους.

Εικόνα 2: Η γέννεση της οδού Αιόλου (Πηγή: Λιθογραφία αγνώστου καλλιτέχνη, 1843, ιδιωτική συλλογή)

Ο άξονας βορρά-νότου (οδός Αιόλου) συνδέει το Ερέχθειο με το Ωρολόγιον του Κηρρύστου (Εικόνα 2). Ο άξονας ανατολή-δύση (οδός Ερμού) συνδέει την Καπνικαρέα με την εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων. Η συγκεκριμένη επιλογή του άξονα βορρά-νότου εξηγεί και τον προσανατολισμό του σχεδίου ως προς την Ακρόπολη (απόκλιση από τον αστρονομικό βορρά κατά, περίπου, 15ο). H απόκλιση αυτή έμενε ασχολίαστη στις ως τώρα αναλύσεις, ή εθεωρείτο ως συνέπεια διορθώσεων άλλων χαράξεων (Tsiomis 2017: 154). Ο άλλος άξονας, ανατολής-δύσης, σχεδιάστηκε έτσι ώστε να αποκλίνει λίγο από την ορθή γωνία στη συνάντησή του με τον προηγούμενο άξονα Β-Ν. Και αυτή η απόκλιση παρέμενε ασχολίαστη (Karidis, 107). H σχεδιαστική αυτή χειρονομία σχετίζεται με αντίστοιχες διαμορφώσεις του χώρου γύρω από τις δύο εκκλησίες, με βάση τις αρχές σχεδιασμού του ρομαντικού κλασικισμού και όχι μιας άκαμπτης μπαρόκ συμμετρίας (Εικόνα 3).

Εικόνα 3: Οι βασικοί άξονες σχεδίασης στο πρώτο σχέδιο, 1833 (Πηγή: συγγραφέας)

Στις υφιστάμενες αναλύσεις, τον πρωτεύοντα ρόλο του από βορρά προς νότον άξονα αναλάμβανε η οδός Αθηνάς, και όχι η οδός Αιόλου, όπως αναφέρθηκε. Αυτό γινόταν μάλλον γιατί η οπτική ’εγκλωβιζόταν’ στη λογική αναζήτησης της διχοτόμου της γωνίας κορυφής του τριγώνου για το οποίο κάναμε λόγο προηγουμένως. Επίσης, ένα από τα τοπόσημα που όριζαν την οδό Αθηνάς ήσαν τα Προπύλαια – επιλογή αυτόχρημα ατυχής [1].

Μια δεύτερη προσεκτική ανάγνωση της γεωμετρικής σύνθεσης στρέφει την προσοχή στην απόσταση που ορίζεται ανάμεσα στην οδό Αιόλου και την οδό Αθηνάς: αυτή δεν είναι άλλη από το μήκος της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, ενός κτίσματος της αρχαιότητας το οποίο, όπως και το Ωρολόγιον του Κυρρήστου, είχε τύχει ευρείας προβολής στις δημοσιεύσεις των παλαιών περιηγητικών κειμένων [2]. Δεν είναι σύμπτωση ότι η επιφάνεια της Βιβλιοθήκης του Αδριανού αντιστοιχεί στην επιφάνεια της συντριπτικής πλειοψηφίας των οικοδομικών τετραγώνων που εμφανίζονται στο πρώτο σχέδιο της Αθήνας . Δεδομένου ότι στο σχέδιο μιας πόλης το μέγεθος των οικοδομικών τετραγώνων είναι ίδιας σημασίας με τις σχεδιαστικές χειρονομίες που πλαισιώνουν την πολεοδομική σύνθεση, γίνεται αντιληπτή η σημασία αυτής της διαπίστωσης. Και μια πρόσθετη παρατήρηση: η θέση του δεύτερου παράλληλου προς την οδό Αθηνάς άξονα, προς τα δυτικά (που τελικά δεν διανοίχθηκε), σε ίση απόσταση από την οδό αυτή όπως και η οδός Αιόλου, εξηγεί το μήκος που επελέγη για να σχεδιαστεί το ορθογώνιο που αντιστοιχεί στην κάτοψη των Ανακτόρων! [3]

Απομένει η ερμηνεία της επιλογής των συντακτών του σχεδίου για την διέλευση του άξονα της οδού Ερμού μέσω της Καπνικαρέας. Η επιλογή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε για «μυστηριώδεις λόγους» (Tsiomis 2017: 154) [4]. Είναι σκόπιμο να στρέψουμε την προσοχή μας στο ταξίδι που έκαναν οι Κλεάνθης και Schaubert αμέσως μετά το πέρας των σπουδών τους στην Baukademie [5]. Για τους δύο αυτούς αρχιτέκτονες η Ρώμη ήταν ένα ανοιχτό βιβλίο Ιστορίας της Πόλης, το πολύτιμο ερέθισμα ανάγνωσης της Αρχιτεκτονικής της Πόλης, και ο καθοριστικός διαμεσολαβητής ανάμεσα στην εκπαίδευση που είχε προσφέρει ο Karl Friedrich Schinkel και την μετέπειτα επαγγελματική ενασχόλησή τους. Πράγματι, η Ρώμη ήταν η ‘μήτρα’ εμβληματικών αστικών παρεμβάσεων οι οποίες είχαν ενταθεί την εποχή του Πάπα Σίξτου Ε’, στα τέλη του 16ου αιώνα (Gutkind 1969: 166). Νέοι άξονες κίνησης και οβελίσκοι είχαν αρθρώσει δυναμικά τον κτισμένο χώρο και είχαν προσανατολίσει με ασφάλεια τον επισκέπτη προς και γύρω από τα κτίρια/μνημεία, μέσω μιας «σαφώς οργανωμένης διαδοχής από σκοπούμενες αρχιτεκτονικές εντυπώσεις» και όχι «μέσω μιας σειράς από τυφλές θεάσεις σκορπισμένων κατοικιών, εκκλησιών, και ασαφούς τοπίου» (Bacon 1974: 136). Η θέση της Santa Maria Maggiore επάνω στην Strada Felicia, η αποθέωση του μπαρόκ σχεδιασμού (Rasmussen 1969: 50), δεν πρέπει να πέρασε απαρατήρητη.Θα μπορούσε να θεωρηθεί αρχετυπική έκφραση ως προς την μετέπειτα επιλογή της θέσης της Καπνικαρέας επάνω στον άξονα της οδού Ερμού.

Η Ρώμη, ωστόσο, υποδείκνυε και μία δεύτερη πρόκληση ανάγνωσης του αστικού χώρου: το Trivium της Piazza del Popolo. Την εποχή της επίσκεψης στη Ρώμη (1828) είχαν μόλις ολοκληρωθεί εκεί οι παρεμβάσεις του Giuseppe Valadier (Bacon 1974: 155, 157). Οι παρεμβάσεις αυτές περιλάμβαναν ημικυκλικές διατάξεις δεξιά και αριστερά από τον οβελίσκο στο κέντρο της πλατείας, τη σύνδεση της τελευταίας με τους κήπους του Pincio ανατολικά, και την κίνηση δυτικά, προς τον Τίβερη. Ιδού λοιπόν άλλη μία αρχετυπική έκφραση που ανακλήθηκε λίγα χρόνια αργότερα, από τους ίδιους αρχιτέκτονες, για να πλαισιώσει το πρώτο σχέδιο της Αθήνας: το ‘Αθηναϊκό’ Trivium, με τα Ανάκτορα στην κορυφή και τους ακτινικούς άξονες προς το Στάδιο, την Ακρόπολη και τον Πειραιά [6]. Μέσα από αυτό τον συλλογισμό, φαίνεται ότι ήταν μάλλον άστοχη η (εύκολη) αναζήτηση προτύπων στην Καρλσρούη (Tsiomis 2017: 159) ή στις Βερσαλλίες και στην Αγία Πετρούπολη (Παγεωργίου-Βενετάς 1999: 266-267).

Το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο του πρώτου σχεδίου επανεξετάζεται

Ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος-Ιωσήφ, με αφορμή τις πολεοδομικές παρεμβάσεις στη Βιέννη και τη Βουδαπέστη των μέσων του 19ου αιώνα, είχε σημειώσει στόχους παρέμβασης: Erweiterung, Regulierung, Verschönerung (Επέκταση, Ρύθμιση, Ωραιοποίηση). Το σχέδιο της Αθήνας του 1833, συμπύκνωνε τις ίδιες αυτές προθέσεις και, από αυτήν την άποψη, οι υφιστάμενες αναλύσεις αυτού του σχεδίου καλύπτουν αυτήν την συγκεκριμένη διάσταση σχεδιασμού. Υπάρχουν, εν τούτοις, περιοχές ανάλυσης που διέλαθαν της προσοχής, ή, που εγκλωβισμένες στη ‘μαγεία της γεωμετρίας’ έχασαν τη ‘μαγεία της ερμηνείας’. Τα σχόλια που ακολουθούν υπερβαίνουν τις προηγούμενες αγκυλώσεις. Η αρχή γίνεται από το τέλος, από την απόρριψη δηλαδή του σχεδίου – λίγο καιρό μετά την αρχική του έγκριση – και την εισαγωγή του διαδόχου σχήματος του Leo von Klenze.

Στη μεγάλη πλειοψηφία των υφιστάμενων αναλύσεων, οι αιτίες απόρριψης του σχεδίου επικεντρώνονται σε συγκρουόμενα κτηματικά συμφέροντα. Οι λίγες συστηματικές αναφορές στην κοινωνική και πολιτική διάσταση του σχεδιασμού επισκιάζονται από ό,τι θεωρείται ως «πολιτισμική παράδοση της σχέσης της νεοελληνικής κοινωνίας με την έγγειο ιδιοκτησία» (Μονιούδη-Γαβαλά 2017: 17).

Η διαδικασία εφαρμογής του πρώτου σχεδίου ήταν αναγκαστικά συσχετισμένη με την υπέρβαση δύο αντιθέσεων – από τη μια ανάμεσα στην ‘κοινότητα’ και την ‘κοινωνία’, που αποδίδουν οι όροι του F.Tönnies Gemeinschaft και Gesellschaft (Bottomore 1972: 39), και από την άλλη ανάμεσα στην ‘παράδοση’ και το ‘σύγχρονο’. Και οι δύο αντιθέσεις ενσωματώνονται στη μετάβαση από την προ-καπιταλιστική περίοδο στη ‘σύγχρονη’ εποχή (Karidis 2014: 245). Το 1833, το σύστημα τοπικής κυβέρνησης από δημογέροντες, το οποίο ήταν σε ισχύ τα χρόνια της τουρκοκρατίας, επιβίωνε ακόμη (Γέροντας 1964: 13). Η διαδοχή από τη βασική μονάδα της μικρής κοινότητας της εκκλησιαστικής ενορίας στην έννοια του ‘ατομικού’, η οποία υπακούει στους κανόνες της κοινωνικής οργάνωσης ενός σύγχρονου κράτους, δεν μπορούσε να γίνει ‘αυτόματα’. Η εγκατάλειψη παλαιότερων, διαμορφωμένων σε βάθος πολλών χρόνων, κοινωνικών και νοητικών συμπεριφορών σήμαινε, ταυτόχρονα, την καταστροφή μιας οργανικής κοινωνικής συνοχής (Εικόνα 4). Ακόμα και με τα αυστηρότερα των διαταγμάτων ενός νέου Δικαίου ήταν χίμαιρα να πιστεύεται ότι μπορούσε να ολοκληρωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα το πέρασμα από τις μεσαιωνικές γειτονιές και την ‘ενότητα στην ποικιλία’ που αυτές ενσωμάτωναν, στο περιβάλλον της πόλης των αρχών του 19ου αιώνα, το οποίο είχε συλληφθεί στη βάση μιας θεατρικής maniera grande. Στο κέλυφος που επρόκειτο να δημιουργηθεί, η άρθρωση του χώρου γινόταν με ένα νέο αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό λεξιλόγιο.

Εικόνα 4: Modern Athenians (Πηγή: Λιθογραφία αγνώστου καλλιτέχνη, c. 1840, ιδιωτική συλλογή)

Προκειμένου να εφαρμοστούν τα νέα στρατηγήματα παραγωγής του αστικού χώρου, η ρήξη με το παρελθόν ήταν απαραίτητη. Η συνέχεια των κτιριακών μετώπων στις πλευρές των δρόμων και το νέο χωρικό αποτύπωμα ορισμένων λειτουργιών (π.χ. εμπορίου και παραγωγής, με τη μετάβαση από το σύνθετο ‘παζάρι’ στον ‘καθαρό’ εμπορικό δρόμο), όπως και η εισαγωγή νέων λεωφόρων, με τον εγγενή χαρακτήρα δραματικής προοπτικής και μακρινών θεάσεων, συμβάδιζαν με μια νέα αντίληψη λειτουργίας και αισθητικής της πόλης – ένα, αναμφίβολα, νεωτερικό στοιχείο (Εικόνα 5) (Karidis 2014: 244).

Εικόνα 5: Mercato d’ Atene (Πηγή: G.Ferrario, Storia del Governo…di tutti Popoli antichi e Moderni, Firenze, M.DCCC.XXVIII)

H ρήξη συνεπώς με το παρελθόν ήταν απαραίτητη. Και είναι βέβαιο ότι οι συντάκτες του πρώτου σχεδίου της Αθήνας δεν διέθεταν κάποιο ‘μαγικό ραβδί’ για να εφαρμόσουν την πρότασή τους. Στα πρώτα χρόνια ζωής της πρωτεύουσας του Ελληνικού κράτους ήταν αδύνατον στα μέλη μιας οικογένειας που ζούσαν σε ένα ‘παραδοσιακό’ σπίτι να αποδεχθούν τα νέα αυστηρά όρια δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας που εισάγονταν (γιατί;), να αντιληφθούν ότι δεν θα διαχειρίζονταν πλέον (γιατί;) τον χώρο μπροστά από την κατοικία τους σύμφωνα με τις δικές τους συνήθειες αλλά σύμφωνα με αποφάσεις που λαμβάνονταν (γιατί;) από ομάδα μορφωμένων δημόσιων λειτουργών (τους οποίους αγνοούσαν). Ο G.Finlay παρατηρούσε εύστοχα ότι οι ίδιοι οι κάτοικοι της Αθήνας αγνοήθηκαν στη διαδικασία επιλογής και εφαρμογής του σχεδίου (Finlay 1836: 95-96). Από την άλλη πάλι, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η κερδοσκοπία γης στα όρια της νέας πρωτεύουσας πόλης ήταν συχνό φαινόμενο. Το ίδιο ίσχυε για τις συγκρούσεις μεταξύ ιδιοκτητών γης, οι οποίοι θεωρούσαν ότι βλάπτονταν τα συμφέροντά τους από την εφαρμογή του νέου σχεδίου, και μιας Κυβέρνησης που ήταν ανίκανη να παράσχει αποζημιώσεις λόγω της κατακόρυφης αύξησης των αξιών γης (Morot 1873: 43-44).

Εικόνα 6: H εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 (Πηγή: Λιθογραφία αγνώστου καλλιτέχνη, ιδιωτική συλλογή)

Στα πλαίσια της προηγούμενης ανάλυσης θα μπορούσε να υποστηριχτεί ότι το επαναστατικό κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, το οποίο, κατά κανόνα, προσεγγίζεται με όρους πολιτικούς, πρέπει να εκληφθεί (και) ως κοινωνική και ψυχολογική αντίδραση της μικρής κοινότητας της Αθήνας σε μια δεκαετή περίοδο πιεστικών απαιτήσεων με τις οποίες αυτή η κοινότητα είχε έρθει αντιμέτωπη. Το επίσημο διάταγμα το οποίο διέτασσε την εφαρμογή του πρώτου σχεδίου της Αθήνας ήταν, οπωσδήποτε, μέρος εκείνων των πιεστικών απαιτήσεων (Εικόνα 6).

Επίμετρο – η συμβολή του K.Fr.Schinkel στο σχέδιο

Το σχέδιο του K.Fr.Schinkel για τα Ανάκτορα επάνω στην Ακρόπολη αποδείχθηκε ότι ήταν μια προκλητική πρόταση, έτσι ώστε, σταδιακά, οποιαδήποτε αναφορά στις αρετές εκείνου του σχεδίου να επισκιαστεί από αντιφατικές συζητήσεις για τις προθέσεις σχεδιασμού (Kühn 1979: 511). Μια προσεκτική ανάγνωση των γραπτών του αρχιτέκτονα της Αυλής της Πρωσίας επιβεβαιώνει ότι το όλο εγχείρημα δεν είχε σε καμία περίπτωση τον χαρακτήρα υποψήφιας προς εφαρμογή υπόδειξης – ήταν μια οραματική πρόταση (όπως και η πρότασή του για τα Ανάκτορα Orianda στην Κριμαία, 1838), η οποία είχε συλληφθεί στα πλαίσια ανταλλαγής απόψεων με τον πρίγκιπα Μαξιμιλιανό της Βαυαρίας για το ιδεώδες της αρχιτεκτονικής έκφρασης και, ειδικότερα, για το μεγαλείο της Ελληνικής αρχιτεκτονικής (Bergdoll 1994: 217). Για τον ίδιο λόγο, είναι αβασάνιστα διατυπωμένη η άποψη ότι το ίδιο αυτό σχέδιο τεκμηριώνει, δήθεν, και το αδύνατον της συμμετοχής του Schinkel στο πρώτο σχέδιο της Αθήνας (με το υπονοούμενο επιχείρημα ότι στο σχέδιο της Αθήνας η θέση των Ανακτόρων είναι στην κάτω πόλη!). Αντίθετα, η συμμετοχή του δασκάλου των Κλεάνθη και Schaubert στην επεξεργασία του σχεδίου της Αθήνας ευρύτερα, έχει υπέρ αυτής ισχυρά ερείσματα [7]. Και αυτά τα ερείσματα θεμελιώνονται όχι στο πεδίο κάποιων υποτιθέμενων υποδείξεων προς τον Schaubert κατά την επίσκεψή του τελευταίου στον Schinkel, με βάση κάποια πρωτόλεια διατύπωση του σχεδίου της Αθήνας (το οποίο υποτίθεται ότι ο Schinkel ‘διόρθωσε’), αλλά, πιθανότατα, από τρεις καίριες, από τα αρχικά στάδια σχεδιασμού, προτάσεις-υποδείξεις του προς τους Κλεάνθη και Schaubert.

Η πρώτη αφορά στην αντιστικτική θέση των Ανακτόρων ως προς την Ακρόπολη: ο διάλογος ανάμεσα στην έδρα του Ηγεμόνα και τον δημόσιο χαρακτήρα ενός συμβόλου του πολιτισμού είχε ήδη θεμελιωθεί στο Lustgarten του Βερολίνου, λίγα χρόνια νωρίτερα, με το Altes Museum που κτίστηκε απέναντι από τα Ανάκτορα (Bergdoll 1994: 73-86) [8]. Στην επιλογή εκείνης της θέσης ο Schinkel είχε άμεση συμμετοχή. Στην Αθήνα, με την χρονική αντιστροφή στα κτίρια, πιθανότατα, προτάθηκε να εισαχθεί ο ίδιος διάλογος.

Η δεύτερη πρόταση αφορά στο εμπορικό συγκρότημα σχήματος ‘Π’, χωροθετημένο, στο σχέδιο της Αθήνας, κατά μήκος της οδού Αθηνάς. Το πρότυπο εδώ θα μπορούσε να είναι το Kaufhaus το οποίο ο Schinkel είχε προτείνει να κτιστεί στο Βερολίνο (Παπαγεωργίου-Βενετάς 2001: 75-76, Tsiomis 2017: 164). Εκείνη η πρόταση είχε γίνει το 1827, την εποχή που οι Κλεάνθης και Schaubert μαθήτευαν στην Bauakademie. Την πρόταση αυτή, μολονότι δεν την υπέδειξε άμεσα ο Schinkel, οπωσδήποτε οι δύο τελευταίοι την γνώριζαν, καθώς μέρος της εγκύκλιας εκπαίδευσης στην Σχολή αυτή της Ακαδημίας του Βερολίνου συνιστούσε η παρουσίαση του αρχιτεκτονικού έργου του Schinkel και των λοιπών καθηγητών.

Η τρίτη πρόταση αφορά στο trivium που σχηματίζουν οι ακτινικοί και άλλοι δρόμοι που εκπορεύονται από τα Ανάκτορα [9], η οποία σχολιάστηκε προηγουμένως.

Όπως γίνεται αντιληπτό, η πρώτη και η τελευταία των παραπάνω προτάσεων-υποδείξεων, συνιστούν το οιονεί DNA του πρώτου σχεδίου της Αθήνας! [10]

Αν και οι τρεις αυτές προτάσεις-υποδείξεις του Schinkel, που ενδεχομένως έγιναν, δεν έχουν ως τώρα γραπτά τεκμήρια να τις υποστηρίξουν, οι ίδιες δεν χάνουν την αξία τους ως υποθέσεις έρευνας με άλλου είδους ισχυρά ερείσματα

[1] Tο κτιριακό αυτό συγκρότημα είχε (αυτονόητα) καθαρά μετωπικό χαρακτήρα, ‘βλέποντας’ προς τη δυτική πλευρά της Ακρόπολης, αδιαφορώντας για την από βορρά θέασή του. Πρόχειρη ‘απόδειξη’ αυτού προσφέρει το σχέδιο του Leo von Klenze, του 1834, για την βορεινή όψη της Ακρόπολης.

[2] Κατά κανόνα απεικονιζόταν η δυτική πλευρά της Βιβλιοθήκης, με το Πρόπυλο και τα προσαρτημένα καταστήματα – διασημότερη από αυτές τις απεικονίσεις είναι εκείνη του Le Roy (Les ruines des plus beaux monuments de la Grèce, 1774).

[3] Οι διαστάσεις της κάτοψης της βιβλιοθήκης του Αδριανού είναι, περίπου, 76×115 μ..Η κάτοψη αυτή είναι ενδεικτική, όπως εκείνες που περιλάμβανε το Architektonisches Lehrbuch, του Fr.Weinbrenner (Tubingen, 1810-1819), ένα πρακτικό εγχειρίδιο της αρχιτεκτονικής, οπωσδήποτε σε γνώση των σπουδαστών της Bauakademie.

[4] Μία πηγή είναι εξαίρεση στον κανόνα, αν και ασαφής. Έγραφε ο Κ.Μπίρης: «Εκτρέπουν (;) από της καθέτου προς την οδόν Αθηνάς θέσεως την οδόν Ερμού δια να περισώσουν (;) την Καπνικαρέαν…» – τα ερωτηματικά δικά μας (Μπίρης 1966: 29-30). Σε άλλες περιπτώσεις βιβλιογραφικών αναφορών η εκκωφαντική σιωπή στο συγκεκριμένο ζήτημα πιθανόν να υπονοεί ότι αυτή η επιλογή ήταν αυτονόητη!

[5] Αυτό το ταξίδι περιλάμβανε την απαραίτητη, εκείνη την εποχή, επίσκεψη στη Ρώμη. Οι διαθέσιμες πηγές καταγράφουν αυτήν την επίσκεψη ‘αδιάφορα’ και με τη μέγιστη συντομία, ή, περιορίζονται στη γνωριμία (πολύ σημαντική, πράγματι) που έκαναν στη Ρώμη οι Κλεάνθης και Schaubert με τον Karl Wilhelm Freiherr von Heideck (Bastea 2000: 73, Παπαγεωργίου-Βενετάς 1999: 33). Η γνωριμία αυτή ήταν αντίστοιχη εκείνης που είχε κάνει ο K.Fr.Schinkel, δύο, περίπου δεκαετίες νωρίτερα, πάλι στην Ρώμη, με τον W.Humboldt. Μέσω του τελευταίου είχε διασφαλιστεί η ‘είσοδος’ του Schinkel στην Αυλή της Πρωσίας.

[6] Εκτός αν κάποιος τρίτος υπέδειξε στους δύο αρχιτέκτονες τη συγκεκριμένη λύση Trivium (βλ. συνέχεια στο κείμενο).

[7] Karidis, https://www.blod.gr/lectures/to-allo-shedio-tis-athinas-tou-1833

[8] Η τεράστια στοά με τις Ιωνικές κολώνες μπροστά από το Neues Museum και τα ανοικτά προς το εσωτερικό κεντρικά μέρη του κτιρίου συμβόλιζαν τον κοινωνικό χαρακτήρα της κουλτούρας, και όχι ένα ‘συμβατικού τύπου’ μουσειακό κέλυφος έργων τέχνης ( όπως η Γλυπτοθήκη του Μονάχου από τον Leo von Klenze, 1830, ή το Βρετανικό Μουσείο από τον Robert Smirke, 1827). Στο Βερολίνο, η αδιαπέραστη, αυστηρή όψη των Ανακτόρων συνιστούσε την τέλεια αντίστιξη. Στην Αθήνα, την οποία ο Schinkel ουδέποτε επισκέφθηκε, το σύμβολο του πολιτισμού και της Δημοκρατίας υπήρχε ήδη. Κατά τον Schinkel τι ποιο λογικό – έμενε να προστεθούν τα Ανάκτορα απέναντι από την Ακρόπολη.

[9] Το trivium σχολιάστηκε σε προηγούμενη παράγραφο.

[10] Ίσως αυτή η παρατήρηση εξηγεί την ‘διορατικότητα’ του Leo von Klenze, όταν κλήθηκε να αντικαταστήσει το αρχικό σχέδιο με νέο. Πράγματι, η αλλαγή της θέσης των Ανακτόρων ήταν η πιο καίρια επέμβαση-αναίρεση όλου του συμβολισμού που επέφερε στο σχέδιο του ανταγωνιστή του!

Αναφορά λήμματος

Καρύδης, Δ. (2019) Εναλλακτική προσέγγιση στο σχέδιο της Αθήνας του 1833, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/εναλλακτική-προσέγγιση-στο-σχέδιο-τη/ , DOI: 10.17902/20971.89

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Γέροντας Δ (1964) Περί του εθιμικού δικαίου των Αθηνών της Τουρκοκρατίας και της Επαναστάσεως. Αθήναι.
  • Καρύδης Δ (2018) Το «άλλο» σχέδιο της Αθήνας του 1833. Αθήνα. Available from: https://www.blod.gr/lectures/to-allo-shedio-tis-athinas-tou-1833.
  • Μονιούδη – Γαβαλά Δ (2017) Σχεδιασμός και έγγειος ιδιοκτησία στην Αθήνα, 1833-1922. Αθήνα: Παρασκήνιο.
  • Μπίρης Κ (1966) Aι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα. Αθήνα: Έκδοσις του Καθιδρύματος Πολεοδομίας και Ιστορίας των Αθηνών.
  • Παπαγεωργίου – Βενετάς Α (1999) Εδουάρδος Σάουμπερτ (1804-1860). Σιετή Τ (επιμ.), Αθήνα: Οδυσσέας.
  • Παπαγεωργίου – Βενετάς Α (2001) Aθήνα. Ένα όραμα του κλασικισμού. Αθήνα: Εκδόσεις Καπον.
  • Υπουργείο Πολιτισμού (1985) Αθήνα Ευρωπαϊκή Υπόθεση. Αθήνα.
  • Bacon EN (1974) Design of cities. London: Thames and Hudson London.
  • Bastea E (2000) The creation of modern Athens: planning the myth. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Bergdoll B and Lessing E (1994) Karl Friedrich Schinkel: An Architecture for Prussia. New York: Rizzoli.
  • Bottomore TB (1972) Sociology. London: Unwin University Books.
  • Finlay G (1836) The Hellenic kingdom and the Greek nation. J. Murray.
  • Gutkind EA (1969) Urban development in southern Europe: Italy and Greece. New York: The Free Press.
  • Hall T (1997) Planning Europe’s capital cities: aspects of nineteenth-century urban development. London: Routledge.
  • Karidis D (2014) Athens, from 1456 to 1920, the Town under Ottoman rule and the 19th century Capital City. Oxford: Archaeopress.
  • Kühn M (1979) Schinkel und der Entwurf seiner Schüler Schaubert und Kleanthes für die Neustadt Athen. Berlin und die Antike, Berlin.
  • Lavedan P (1952) Histoire de l’Urbanisme, Époque Contemporaine. Laurens H (ed.), Paris.
  • Morot J-B (1873) Journal de Voyage Paris à Jerusalem. Paris: Imprimerie de J.Claye.
  • Rasmussen SE (1969) Towns and Buildings. Cambridge: The MIT Press.
  • Tsiomis Y (2017) Athènes à soi-même étrangère. Marseille: Parenthèses.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/05/tx140_P3.jpg 778 1100 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-06-24 18:43:412024-03-16 01:21:59Εναλλακτική προσέγγιση στο σχέδιο της Αθήνας του 1833
Εικόνα 11: Η κεντρική στοά ενός καταφυγίου σε παραγωγική μονάδα της Ηλεκτρικής Εταιρίας

Τα καταφύγια της Αθήνας 1936-40

24/06/2019/in Ιστορία, Υποδομές Κυρίμης Κωνσταντίνος Ιστορία, Υποδομές /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Το καθεστώς της «4ης Αυγούστου» του Ι. Μεταξά, που κατέλαβε την εξουσία το 1936, είχε την αίσθηση ότι ένας γενικευμένος πόλεμος στην Ευρώπη αποτελούσε σοβαρό ενδεχόμενο. Παράλληλα, αντιλαμβανόταν ότι το πολεμικό αεροπλάνο θα ήταν το μέσο που θα κυριαρχούσε στα μελλοντικά πεδία των μαχών και ότι οι βομβαρδισμοί του αστικού ιστού (με υπολογίσιμες απώλειες σε αμάχους) ήταν κάτι το ιδιαίτερα πιθανό (Εθνική Ένωσις Αεροχημικής Προστασίας 1936).

Υπό αυτόν τον κίνδυνο, το καθεστώς Μεταξά προχώρησε στην εκπόνηση και υλοποίηση ενός εκτεταμένου προγράμματος Πολιτικής Προστασίας (Βλάσσης 2013). Κύρια συνιστώσα αυτού του προγράμματος, ήταν η κατασκευή όσο το δυνατόν περισσότερων υπόγειων αντιαεροπορικών καταφυγίων. Η φύση αλλά και το μέγεθος των καταφυγίων, διέφερε κατά περίπτωση: από απλές στοές μερικών μέτρων ή θαλάμους λίγων τετραγωνικών, μέχρι οργανωμένα καταφύγια εκατοντάδων τετραγωνικών μέτρων, με χώρους υγιεινής, δεξαμενές νερού, με πλήθος θαλάμων και βοηθητικούς χώρους (Κυρίμης 2017).

Εικόνα 1: Υποδειγματικό καταφύγιο με χώρο υγιεινής και αυτόνομη υδατοδεξαμενή

Η υποχρεωτική κατασκευή καταφυγίων θεσμοθετήθηκε με Αναγκαστικούς Νόμους  (Πετράκη 2014) σε δημόσιους χώρους και νευραλγικές υποδομές (κυβερνητικά κτήρια, λιμάνια, σταθμούς, βιομηχανίες, διυλιστήρια και αλλού).

Εικόνα 2: Κάτοψη καταφυγίου σε διυλιστήριο

Παράλληλα, επιβλήθηκε η κατασκευή καταφυγίου, σε κάθε νεοανεγειρόμενη οικοδομή, τριών ορόφων και άνω (του ισογείου συμπεριλαμβανομένου). Ουσιαστικά, η υποβολή σχεδίου καταφυγίου στην Αεράμυνα και η έγκρισή του, αποτελούσε προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικής άδειας οποιουδήποτε κτηρίου (ΓΕΣ/ΔΙΣ Φάκελος 766/Β/11).

Εικόνα 3: Καταφύγιο σε πολυκατοικία στο Κολωνάκι

Παρά την παραπάνω δέσμη μέτρων, τα καταφύγια που κατασκευάστηκαν δεν επαρκούσαν για την προστασία του συνόλου των κατοίκων της Αττικής. Έτσι, πολλοί υφιστάμενοι χώροι (υπόγεια κτηρίων, μεταλλευτικές στοές, σπηλαιώματα, αρχαία λατομεία, κ.α.) ενισχύθηκαν δομικά και διασκευάστηκαν σε καταφύγια.

Εικόνα  4: Λαξευμένη στοά σε βράχο που χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο

Εικόνα 4: Λαξευμένη στοά σε βράχο που χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο

Σύμφωνα με τον Στρατάρχη Παπάγο, κατά την περίοδο 1936-40, κατασκευάστηκαν στην Αττική 400 δημόσια καταφύγια, ικανά να προστατεύσουν σχεδόν 40.000 άτομα (Παπάγος 1997). Παράλληλα, κατασκευάστηκαν τουλάχιστον 5.000 ιδιωτικά καταφύγια, προστατεύοντας αρκετές δεκάδες χιλιάδες πολιτών. Με μια μικρή δόση υπερβολής, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι την υπο εξέταση περίοδο, κατασκευάστηκε «μια πόλη κάτω από την πόλη».

Εικόνα 5 : Μισοπλημυρισμένο καταφύγιο κάτω από εργοστάσιο 

Εικόνα 5: Μισοπλημυρισμένο καταφύγιο κάτω από εργοστάσιο

Από κατασκευαστικής πλευράς, τα καταφύγια διέπονταν από ένα ιδιαίτερα αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο («Τεχνικαί Οδηγίαι δια την μελέτην…» 1941). Ο αρμόδιος κρατικός φορέας ήταν η Α.Δ.Α.Α. (Ανωτάτη Διοίκηση Αντιαεροπορικής Αμύνης) η οποία στελεχωνόταν τόσο από στρατιωτικό (κατά κύριο λόγο αξιωματικούς του Μηχανικού) όσο και από πολιτικό προσωπικό (καθηγητές του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και Πολιτικούς Μηχανικούς). Οι κανονισμοί (και οι συχνές αναθεωρήσεις τους) αφορούσαν όλες τις πτυχές ενός καταφυγίου: το πάχος των τοιχωμάτων, τα δομικά υλικά, τις διαστάσεις, τη φύση των επιμέρους χώρων, τη διαρρύθμιση, κ.ά.

Εικόνα 6: Υπόγεια στοά καταφυγίου

Εικόνα 6: Υπόγεια στοά καταφυγίου

Κάθε καταφύγιο έπρεπε υποχρεωτικά να διαθέτει έξοδο κινδύνου σε εκ διαμέτρου αντίθετη πλευρά από την κύρια είσοδο. Μέσω της εξόδου κινδύνου –και συνήθως ανοίγοντας μια μεταλλική καταπακτή στην οροφή– ήταν δυνατή η ασφαλής διαφυγή προς τον πλησιέστερο εξωτερικό χώρο.

Εικόνα 7: Τυπική έξοδος κινδύνου σε καταφύγιο

Εικόνα 7: Τυπική έξοδος κινδύνου σε καταφύγιο

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των καταφυγίων της εποχής ήταν οι βαριές θωρακισμένες πόρτες, οι οποίες σφράγιζαν το καταφύγιο αεροστεγώς και υδατοστεγώς. Όπως για το ίδιο το καταφύγιο, έτσι και για τις πόρτες του, υπήρχε ένα αυστηρό πλαίσιο προδιαγραφών (διαστάσεις θυρών, πυκνότητες μετάλλων, κ.ά.). Αυτό το πλαίσιο οριζόταν από την Επιτροπή Ελέγχου Διαφραγμάτων Καταφυγίων (ΕΕΔΚ) και αποτελούσε ουσιαστικά απόδοση στα ελληνικά των αντίστοιχων γερμανικών προδιαγραφών.

Εικόνα 8: Θωρακισμένη πόρτα βαρέως τύπου

Εικόνα 8: Θωρακισμένη πόρτα βαρέως τύπου

To πρόβλημα με την αυστηρότητα των προδιαγραφών αυτών ήταν ότι μέχρι το 1938 δεν υπήρχε στην Ελλάδα κάποια βιομηχανία ή βιοτεχνία ικανή να παράξει θωρακισμένες πόρτες τόσο υψηλών προδιαγραφών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή θυρών από τη Γερμανία. Η πρακτική αυτή, οδήγησε στο ιστορικό οξύμωρο η χώρα που προμήθευε την Ελλάδα με μέσα προστασίας, να της επιτεθεί λίγα χρόνια αργότερα.

Εικόνα 9: Θωρακισμένη πόρτα γερμανικής κατασκευής, σε καταφύγιο στο Σύνταγμα

Εικόνα 9: Θωρακισμένη πόρτα γερμανικής κατασκευής, σε καταφύγιο στο Σύνταγμα

Μέσα σε ένα καταφύγιο, κάθε άτομο προβλεπόταν να διαθέτει εμβαδόν 0,8 τετραγωνικών μέτρων και όγκο 3 κυβικών μέτρων. Αυτός ο χώρος/όγκος επέτρεπε τη διαμονή στο καταφύγιο για 3 ώρες, υπό την προϋπόθεση πλήρους ακινησίας. Σε περίπτωση που σε ένα καταφύγιο χρειαζόταν η εκτέλεση εργασίας, ή ο χώρος δεν επαρκούσε για όλους, ήταν επιτακτική η ύπαρξη εγκατάστασης μηχανικού εξαερισμού.

Εικόνα 10: Κατάβαση στη σκοτεινή στοά ενός καταφυγίου του 1938

Εικόνα 10: Κατάβαση στη σκοτεινή στοά ενός καταφυγίου του 1938

Η είσοδος σε ένα καταφύγιο ήταν σύνθετη διαδικασία: όλοι έμπαιναν αρχικά στον προθάλαμο (στον «αεριοφράκτη» , όπως αποκαλείτο επισήμως). Από εκεί, οι υγιείς μπορούσαν να περάσουν απευθείας σε έναν από τους κεντρικούς θαλάμους. Αντιθέτως, οι «αεριόπληκτοι» (δηλαδή όσοι είχαν τυχόν προσβληθεί από χημικά αέρια) έπρεπε πρώτα να περάσουν από ειδικό θάλαμο απολύμανσης πριν τους επιτραπεί η είσοδος στα ενδότερα του καταφυγίου.

Εικόνα 11: Η κεντρική στοά ενός καταφυγίου σε παραγωγική μονάδα της Ηλεκτρικής Εταιρίας

Εικόνα 11: Η κεντρική στοά ενός καταφυγίου σε παραγωγική μονάδα της Ηλεκτρικής Εταιρίας

Το ισχυρότερο καταφύγιο σε όλη την Αθήνα ήταν αυτό του «Μεγάρου Μετοχικού Ταμείου Στρατού» (όπου τώρα στεγάζεται το πολυκατάστημα Attica). Ενώ οι υφιστάμενες προδιαγραφές όριζαν τα 30 εκατοστά οπλισμένου σκυροδέματος, ως ικανοποιητικό πάχος για τα τοιχώματα, το καταφύγιο του ΜΤΣ είχε τοιχώματα πάχους 1 μέτρου. Αυτό δεν διέφυγε της προσοχής των στρατιωτικών υπηρεσιών, οι οποίες επέταξαν μέρος του καταφυγίου, προκειμένου να στεγάσουν κρίσιμες υπηρεσίες τηλεπικοινωνίας.

Ένα άλλο εμβληματικό καταφύγιο της περιόδου ήταν αυτό που βρισκόταν στον λόφο του Αρδηττού. Το ωφέλιμο εμβαδόν του ήταν περίπου 500 τετραγωνικά μέτρα και διέθετε τον μεγαλύτερο κεντρικό θάλαμο σε όλη την Αττική (5 Χ 35 μέτρα, με ύψος 5 μέτρα). Μπορούσε να στεγάσει περί τα 1.300 άτομα.

Εικόνα 12: Στοά στο καταφύγιο του Αρδηττού

Εικόνα 12: Στοά στο καταφύγιο του Αρδηττού

Με το ημερολόγιο να πλησιάζει το 1940, οι πολεμικές προετοιμασίες εξαντλούσαν τις πρώτες ύλες και ειδικά το σίδερο. Ως αποτέλεσμα αυτών των ελλείψεων, πολλά καταφύγια ενισχύθηκαν δομικά με διάφορες «ευρεσιτεχνίες». Χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα καταφύγια σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, τα οποία ενισχύθηκαν με παλιές ράγες από σιδηροτροχιές.

Εικόνα 13 : Είσοδος καταφυγίου, ενισχυμένη δομικά (μεταξύ άλλων) και με παλιές σιδηροτροχιές

Εικόνα 13 : Είσοδος καταφυγίου, ενισχυμένη δομικά (μεταξύ άλλων) και με παλιές σιδηροτροχιές

Όμως, καμία υποδομή δεν επαρκεί δίχως την εντατική εκπαίδευση εκείνων που θα τη χρησιμοποιήσουν. Το καθεστώς Μεταξά έλαβε μέτρα για τη διαφώτιση και την εκπαίδευση του αστικού πληθυσμού σε θέματα αεράμυνας (Αντωνόπουλος 1940). Σημαίνοντα έπαιξε η ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας), με τα μέλη της να λαμβάνουν τακτικά σχετική εκπαίδευση (Μάνθος 1941) και να στελεχώνουν τις δομές αεράμυνες (ομάδες πυρόσβεσης, αποκομιδής ερειπίων, μεταφοράς τραυματιών, κλπ). Επίσης, αναλάμβαναν να μοιράζουν ενημερωτικό υλικό επί θεμάτων αεράμυνας στον ευρύτερο πληθυσμό.

Εικόνα 14: Χώρος διαφυγής καταφυγίου. Η 7μετρη σιδερένια κλίμακα οδηγεί κάτω από το πεζοδρόμιο της οδού Καραγεώργη Σερβίας

Εικόνα 14: Χώρος διαφυγής καταφυγίου. Η 7μετρη σιδερένια κλίμακα οδηγεί κάτω από το πεζοδρόμιο της οδού Καραγεώργη Σερβίας

Παράλληλα, θεσμοθετήθηκε η ιδέα της «Κοινότητας Αεράμυνας» (Αγγελέας 1940) η οποία απαρτιζόταν από όλα τα άτομα τα οποία θα κατέφευγαν σε ένα συγκεκριμένο καταφύγιο σε περίπτωση ανάγκης. Συνεπώς, μια «Κοινότητα Αεράμυνας» μπορούσε να ταυτίζεται με μια οικογένεια (περίπτωση ιδιωτικού καταφυγίου), με τους ενοίκους μιας πολυκατοικίας (καταφύγιο πολυκατοικίας), με τους διαμένοντες σε μια γειτονιά (δημόσιο καταφύγιο) ή με το σύνολο των εργαζομένων σε έναν χώρο (καταφύγιο σε εργοστάσιο). Ο αρχηγός κάθε κοινότητας αεράμυνας, καλείτο «οικοφύλαξ». Οι οικοφύλακες έπρεπε να διαθέτουν μια σειρά από αρετές όπως θάρρος, καλή φυσική κατάσταση, μόρφωση, ψυχραιμία και κύρος. Για την επικύρωση του τίτλου του οικοφύλακα, ήταν υποχρεωτική η φοίτηση σε ειδικό κρατικό «σχολείο οικοφυλάκων» διάρκειας 1-4 εβδομάδων (ανάλογα με το μέγεθος της εκάστοτε Κοινότητας Αεράμυνας). Κατά την ειρηνική περίοδο, ο οικοφύλακας φρόντιζε να μεταλαμπαδεύει τις γνώσεις του στα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας και να διατηρεί το καταφύγιο σε καλή κατάσταση. Σε περίπτωση ασκήσεων ή πολέμου, φρόντιζε για το άνοιγμα του καταφυγίου, την προστασία της κοινότητας και την τήρηση των προβλεπόμενων κανονισμών. Ο οικοφύλακας αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ της Κοινότητας Αεράμυνας και της επίσημης κρατικής Αεράμυνας. Σε κάθε Κοινότητα Αεράμυνας υπήρχε τουλάχιστον ένας αναπληρωτής οικοφύλακας. Επίσης, για τον συγκεκριμένο ρόλο επιλέγονταν αυστηρά άνδρες μη-στρατεύσιμης ηλικίας (17-19 ή 45 και άνω) ώστε ακόμα και σε περίπτωση γενικής επιστράτευσης, η κοινότητα να μη στερηθεί τον φυσικό της «αρχηγό». Ο οικοφύλακας συνεπικουρείτο στα καθήκοντά του από τον «οικοπυροσβέστη» και την «οικονοσοκόμα», αμφότεροι με διακριτά καθήκοντα (Γαλανάκης 1940).

Εικόνα 15: Στοά σε καταφύγιο κοντά στον Βασιλικό Κήπο

Εικόνα 15: Στοά σε καταφύγιο κοντά στον Βασιλικό Κήπο

Στις μέρες μας, όλη αυτή η «στρατικοποίηση» του απλού πληθυσμού φαντάζει ίσως τρομακτική. Το ενδεχόμενο τακτικών ασκήσεων μέσα σε υπόγειους χώρους και σκοτεινές στοές σίγουρα δημιουργεί ανησυχία. Εντούτοις, για τους Αθηναίους της εποχής εκείνης, τα καταφύγια ήταν μέρος της καθημερινότητάς τους («Οικογενειακή Αεράμυνα (οδηγίαι δια τους κατοίκους)» 1938). Στάθηκαν δε ευκαιρία για κοινωνική ζύμωση: άνθρωποι που μέχρι πρότινος δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους, καλούνταν να συνεργαστούν στο πλαίσιο μιας άσκησης αεράμυνας, ή να επιβιώσουν από κοινού σε έναν υπόγειο χώρο, υπό συνθήκες αεροπορικού βομβαρδισμού. Η εξοικείωση των Αθηναίων με τα καταφύγια, ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ο Κώστας Βάρναλης (1941) τους αποκαλούσε «καταφυγιώτες» και έγραφε χαρακτηριστικά : «Τα καταφύγια –όσο κι αν είναι υπόγεια σκοτεινά και πολλές φορές υγρά– αποτελούν «τόπον αναψυχής»! Μέσα εκεί θα βρει κανείς, πολλούς αγνώστους, αλλά και γνωστούς. Mπαίνουν ήσυχα-ήσυχα σαν στο σπίτι τους και κάθονται. Οι περισσότεροι βγάζουν την εφημερίδα τους και βυθίζονται στο διάβασμά της, για να περνά η ώρα. Μερικές κυρίες ή κορίτσια, βγάζουν από την σάκα τους μια φανέλα και πλέκουν ή διαβάζουν κανένα μυθιστόρημα. Κι όταν η σειρήνα βαρέσει διάλυση, κανένας δε βιάζεται να βγει έξω. Αργοκίνητο ποτάμι ο κόσμος όλων των ηλικιών, προχωρούνε προς την έξοδο αργά κι επίσημα, σαν άνθρωποι που βγαίνουν από το σπίτι τους. Γιατί όλοι οι “καταφυγιώτες” έχουνε το συναίσθημα πως το καταφύγιο είναι σπίτι τους».

Εικόνα 16: Θάλαμος σε καταφύγιο πολυκατοικίας

Εικόνα 16: Θάλαμος σε καταφύγιο πολυκατοικίας

Με την έναρξη της Κατοχής, πολλά καταφύγια επιτάχθηκαν από τους Γερμανούς και χρησιμοποιήθηκαν ως κρατητήρια. Χώροι που προορίζονταν για τη σωτηρία των Ελλήνων, κατέληξαν κολαστήριά τους. Τα κτήρια επί των οδών Κοραή 4 και Ζαλοκώστα 7, είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Η Κατοχή δεν σηματοδότησε όμως το τέλος της χρήσης των καταφυγίων. Αυτοί οι χώροι έμελε να προστατεύσουν ξανά τους πολίτες της Αττικής. Στον βομβαρδισμό του Πειραιά (11/1/1944) από τη Συμμαχική αεροπορία, οι πολίτες κατέφυγαν και πάλι στα καταφύγια (που είχαν εγκαταλείψει από το 1941) για να σωθούν. Τέλος, λίγο πριν το 1945 τα καταφύγια προστάτευσαν τους Αθηναίους για τελευταία φορά. Το ξέσπασμα των «Δεκεμβριανών» το 1944 ανάγκασε πολλούς Αθηναίους να ζητήσουν προστασία στους γνώριμους χώρους των καταφυγίων.

Εικόνα 17: Σε αναζήτηση προστασίας αρκετά μέτρα κάτω από τη γη

Εικόνα 17: Σε αναζήτηση προστασίας αρκετά μέτρα κάτω από τη γη

Μετά τη λήξη του Β’ ΠΠ, η χρησιμότητα των καταφυγίων μειώθηκε αισθητά και λίγες δεκαετίες αργότερα μηδενίστηκε, δεδομένου ότι οι εξελίξεις στην πολεμική βιομηχανία τα είχε καταστήσει παρωχημένα ως μέσα προστασίας. Στη δίνη όλων αυτών των εξελίξεων τα περισσότερα καταφύγια μπαζώθηκαν, έγιναν αποθήκες ή εξαφανίστηκαν κάτω από τη μεταγενέστερη δόμηση. Στις μέρες μας, όσα έχουν απομείνει βρίσκονται κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια μας. Αμέριμνοι περνάμε από πάνω τους βιαστικά αγνοώντας την ύπαρξή τους, αλλά και την ιστορία που τα περιβάλει. Κρύβουν το ιστορικό τους αποτύπωμα διακριτικά και φανερώνουν τα σημάδια ύπαρξής τους μόνο στους «μυημένους» παρατηρητές.

Εικόνα 18: Ένα φαινομενικά αθώο καπάκι στο πεζοδρόμιο αποτελεί την έξοδο κινδύνου ενός παλιού καταφυγίου

Εικόνα 18: Ένα φαινομενικά αθώο καπάκι στο πεζοδρόμιο αποτελεί την έξοδο κινδύνου ενός παλιού καταφυγίου

Παρά τη σταδιακή εξαφάνισή τους, τα καταφύγια κατάφεραν να αποτυπωθούν στο συλλογικό υποσυνείδητο των Αθηναίων (ακόμα και αυτών που ουδέποτε τα είχαν επισκεφτεί). Όντας χώροι ξεχασμένοι, υπόγειοι, σκοτεινοί και ενίοτε δαιδαλώδεις, ερέθιζαν τη φαντασία με αποτέλεσμα να τροφοδοτήσουν πολλούς Αστικούς Μύθους. Οι ιστορίες ότι κάποιος εισήλθε σε ένα παλαιό υπόγειο καταφύγιο και –διασχίζοντας δαιδαλώδεις στοές– εξήλθε σε κάποιοι άλλο σημείο της Αθήνας, ήταν αρκετά διαδεδομένες. Σύμφωνα με την κοσμοθεωρία των οπαδών της λεγόμενης «Μυστικής Υπόγειας Αττικής», πολλά καταφύγια επικοινωνούσαν μεταξύ τους, αλλά και με τη Βουλή, τον Εθνικό Κήπο, τη σπηλιά της Πεντέλης και με άλλα σημεία. Εντούτοις, η επιτόπια ιστορική έρευνα απέδειξε ότι όλα αυτά ήταν απλώς μυθεύματα (Κυρίμης 2015). Τα καταφύγια είχαν πεπερασμένες διαστάσεις και δεν επικοινωνούσαν ούτε μεταξύ τους, ούτε με οποιαδήποτε άλλη τοποθεσία. Χωρίς όμως αυτό να αφαιρεί την «αύρα μυστηρίου» που –δικαιολογημένα, ως ένα βαθμό– ασκούσαν αυτοί οι χώροι.

Εικόνα 19: Έξοδος κινδύνου καταφυγίου. Μυθικοί χώροι και Αστικοί Μύθοι

Εικόνα 19: Έξοδος κινδύνου καταφυγίου. Μυθικοί χώροι και Αστικοί Μύθοι

Η χρηστική απαξίωση των καταφυγίων δεν συνεπάγεται και την ταυτόχρονη ιστορική απαξίωσή τους. Σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις αυτοί οι χώροι έχουν ανακαινιστεί και έχουν καταστεί επισκέψιμοι. Η Αθήνα, πόλη με εκατοντάδες καταφύγια, απέχει από τέτοιες πρωτοβουλίες. Θα ήταν πολύ θετικό στο άμεσο μέλλον να συντηρηθεί έστω ένα εξ αυτών και να μετατραπεί σε «όχημα» που θα «ταξιδεύει» τους επισκέπτες σε ταραγμένες (αλλά συνάμα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες) εποχές, οι οποίες αποτέλεσαν σημαντικό κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας.

Εικόνα 20: Εισερχόμενος στα ενδότερα ενός υπόγειου αντιαεροπορικού καταφυγίου σε γνωστό σιδηροδρομικό σταθμό

Εικόνα 20: Εισερχόμενος στα ενδότερα ενός υπόγειου αντιαεροπορικού καταφυγίου σε γνωστό σιδηροδρομικό σταθμό

Ευχαριστίες :

Όλες οι φωτογραφίες του παρόντος άρθρου είναι πρωτότυπες, αποτέλεσμα προσωπικής πρωτογενούς επιτόπιας έρευνας. Πολλές από αυτές τραβήχτηκαν από τους φίλους και συνεργάτες Γιάννη Αρσενιάδη και Μάριο Μιχαήλο, τους οποίους και ευχαριστώ θερμά για τη βοήθειά τους.

Αναφορά λήμματος

Κυρίμης, Κ. (2019) Τα καταφύγια της Αθήνας 1936-40, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/τα-καταφύγια-της-αθήνας-1936-40/ , DOI: 10.17902/20971.90

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Αγγελέας Ν (1940) Η Οργάνωσις της Παθητικής Αεραμύνης. Αθήνα.
  • Αντωνόπουλος Δ (1940) Οδηγίαι παθητικής αεραμύνης, δια το προσωπικόν της Τραπέζης Αθηνών. Αθήναι: Τράπεζα Αθηνών.
  • Βάρναλης Κ (1941) Καταφύγια. Πρωία, Αθήνα, 11η Απριλίου.
  • Βλάσσης Κ (2013) Οι εξοπλισμοί της Ελλάδος, 1936-1940. Δούρειος Ίππος.
  • Γαλανάκης Γ (1940) Η προστασία του αμάχου πληθυσμού από τας αεροπορικάς επιδρομάς. Η Νεολαία 40(91).
  • ΓΕΣ / ΔΙΣ (χ.χ.) Περι επεκτάσεως των μέτρων κατασκευής καταφυγίων αεραμύνης εις υπαρχούσας πολυορόφους οικοδομάς. Αθήνα 766(Β): 11.
  • Εθνική Ένωσις Αεροχημικής Προστασίας (επιμ.) (1936) Γενικαί Αρχαί δια την άμυναν του πληθυσμού – Αυτοπροστασία. Αθήνα.
  • Κυρίμης Κ (2015) Τα Καταφύγια της Αττικής: Μια περιήγηση στη μυστική, υπόγεια Αττική. Αθήνα.
  • Κυρίμης Κ (2017) Τα Καταφύγια της Αττικής: Συνεχίζοντας την περιήγηση στη μυστική, υπόγεια Αττική. Αθήνα.
  • Μάνθος Ν (1941) Ο Φαλαγγίτης εις το καθήκον και εις την αεράμυναν. Αθήνα: ΕΟΝ.
  • Μπακόπουλος Κ (1938) Οικογενειακή Αεράμυνα (Οδηγίαι δια τους κατοίκους). Αθήναι: Ανωτέρα Διοίκησης Αντιαεροπορικής Αμύνης της χώρας.
  • Παπάγος Α (1945) Ο Ελληνικός Στρατός και η προς Πόλεµον Προπαρασκευή του από Αυγούστου 1923 µέχρις Οκτωβρίου 1940. Αθήνα.
  • Πετράκη Μ (2014) 1940 – Ο άγνωστος πόλεμος – Η ελληνιστική πολεμική προσπάθεια στα μετόπισθεν. Αθήνα: Πατάκης.
  • Τεχνικά Χρονικά (1941) Τεχνικαί Οδηγίαι δια την μελέτην και κατασκευήν αντιαεροπορικών καταφυγίων. 1(221–222): 86–96.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/06/tx141_P11.jpg 668 1000 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-06-24 17:37:142024-03-16 01:26:11Τα καταφύγια της Αθήνας 1936-40

Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Στεγαστικής Υποστήριξης

13/03/2019/in Στέγαση, Κοινωνική Οικονομία Κουραχάνης Νίκος Στέγαση, Κοινωνική Οικονομία /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Στόχος αυτού του λήμματος είναι να χαρτογραφήσει τις βασικότερες υπηρεσίες στεγαστικής και κοινωνικής υποστήριξης των αστέγων στην Αθήνα. Η πρωτεύουσα της χώρας φαίνεται να επωμίζεται το κύριο βάρος αυτού του κοινωνικού προβλήματος (Δημουλάς, κ.α. 2018: 5). Επιγραμματικά, στη διεθνή βιβλιογραφία θα μπορούσαν να διακριθούν τέσσερις διαφορετικές μορφές στεγαστικής υποστήριξης που εστιάζουν σε διαφορετικά χρονικά σημεία εμφάνισης του φαινομένου της αστεγίας. Πρόκειται για τις υπηρεσίες πρόληψης της έλλειψης στέγης, τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, τις υπηρεσίες μεταβατικής φιλοξενίας και τις υπηρεσίες στεγαστικής και κοινωνικής ένταξης (Kourachanis, 2015: 114). Οι κοινωνικές πολιτικές για τους άστεγους στην Ελλάδα διαχρονικά χαρακτηρίστηκαν από υπολειμματικότητα, αποσπασματικότητα, ασυνέχεια, απουσία κεντρικά ελεγχόμενου συντονισμού, καθώς και από κυριαρχία ενός διαχειριστικού πνεύματος φιλανθρωπίας (Arapoglou, 2004). Οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης κυριαρχούσαν ως μορφή κοινωνικής υποστήριξης σ’ αυτό το κοινωνικά ανεπαρκές πλαίσιο (Κουραχάνης, 2017).

Κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης μια σειρά δυσμενών εξελίξεων [βλ. Arapoglou and Gounis, (2017), Κουραχάνης, (2017)], προσφέρουν ισχυρές υποψίες ότι τα σημερινά δεδομένα του προβλήματος επιδεινώνονται σημαντικά [1]. Κάτι που αντανακλάται πρωτίστως στην περίπτωση της Αθήνας (Arapoglou and Gounis, 2015). Η κατάσταση αυτή καθιστά, πλέον, επιτακτική την ανάληψη διευρυμένων δράσεων για την αντιμετώπιση τους.

Σε αντίθεση με αυτή την αναγκαιότητα, η επιδείνωση των κοινωνικών προβλημάτων την τελευταία οκταετία συμπορεύεται με εκτεταμένες περικοπές στο σύστημα κοινωνικής προστασίας, εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας. Αποτέλεσμα αυτής της συνθήκης είναι μια εγγενής αντίφαση: τη στιγμή που υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για αύξηση των αστέγων, οι κοινωνικές πολιτικές αποδυναμώνονται ή στρατολογούνται προς έναν προσανατολισμό αποκλειστικής διαχείρισης των δημόσια ορατών φαινομένων (Κουραχάνης, 2017).

Πιο συγκεκριμένα, το προ κρίσης ισχνό πλαίσιο προληπτικών πολιτικών έγινε ασθενέστερο. Επίσης, οι πολιτικές μεταβατικής φιλοξενίας χαρακτηρίζονται από ένα απαρχαιωμένο και ποσοτικά ανεπαρκές σύνολο κοινωνικών ξενώνων. Σύνολο, το οποίο δεν συνδέεται αποτελεσματικά με άλλες κοινωνικές υπηρεσίες. Συγκροτημένο φάσμα πολιτικών κοινωνικής ένταξης εξακολουθεί να μην υπάρχει. Αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο που ευρύτερα οι πολιτικές κοινωνικής ένταξης απορρυθμίζονται. Μοναδικό σημείο που παρατηρείται μια ορισμένη κινητικότητα είναι εκείνο της επείγουσας διαχείρισης του προβλήματος. Πρόκειται για τις αποκαλούμενες «υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης». Η κρίση λοιπόν παγιώνει ένα υπολειμματικό μοντέλο κοινωνικής παρέμβασης με επίκεντρο τη διαχείριση της έκτακτης ανάγκης. Αυτό, στη συνήθη μορφή του, εκπληρώνεται με χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς πόρους ή την ιδιωτική πρωτοβουλία και με όχημα υλοποίησης την κοινωνία των πολιτών. Η κεντρική κυβέρνηση αρκείται στο συντονισμό ή την εποπτεία αυτών των δράσεων (Κουραχάνης, 2018).

Το κέντρο βάρους των παραπάνω κοινωνικών υπηρεσιών συγκεντρώνεται στην πρωτεύουσα της χώρας μας. Η πόλη της Αθήνας περιλαμβάνει το μεγαλύτερο φάσμα των δομών στεγαστικής υποστήριξης. Παρακάτω, αναφέρονται τα βασικότερα χαρακτηριστικά των κοινωνικών πολιτικών για τους άστεγους την περίοδο της οικονομικής κρίσης και πως αυτά ενσαρκώνονται στις δράσεις που εκτυλίσσονται στην πόλη της Αθήνας. Ένας συγκεντρωτικός πίνακας ταξινομημένος αναλόγως των κοινωνικών υπηρεσιών που προσφέρονται για τους άστεγους στην Αθήνα παρατίθεται στο τέλος του κειμένου.

Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Πρόληψης της Έλλειψης Στέγης στην Αθήνα

Οι πολιτικές πρόληψης του προβλήματος αναφέρονται σε παρεμβάσεις που αποσκοπούν στην αποτροπή της απώλειας στέγης. Τέτοιου είδους μέτρα μπορεί να είναι στεγαστικά επιδόματα ή προγράμματα για την καταπολέμηση της ενεργειακής πενίας (επιδότηση λογαριασμών ρεύματος και θέρμανσης). Στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνονται επίσης υπηρεσίες κοινωνικής υποστήριξης και ενδυνάμωσης όσων βιώνουν στεγαστική επισφάλεια σε συνδυασμό με την παραμονή τους στην κατοικία. Ακόμη, σε αυτό το στάδιο συγκαταλέγονται υπηρεσίες διαμεσολάβησης για την αποτροπή των εξώσεων ή η ύπαρξη ενός πλαισίου θεσμικής προστασίας της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς ακινήτων.

Στην Ελλάδα, οι πολιτικές πρόληψης της απώλειας στέγης δεν φαίνεται να προσφέρουν ένα πλαίσιο κοινωνικής προστασίας ανάλογο του σημερινού μεγέθους του προβλήματος. Εξαίρεση σε αυτό το ισχνό τοπίο πολιτικών πρόληψης αποτέλεσε το πρόγραμμα ‘Στέγαση και Επανένταξη’(βλ. σχετικά Kourachanis, 2017, Δημουλάς, κ.α. 2017). Στους ωφελούμενους αυτού του προγράμματος συμπεριλήφθηκαν και τα υπό έξωση νοικοκυριά.

Σε αντίθεση με αυτό, η κυρίαρχη τάση στα χρόνια της κρίσης είναι φορείς προστασίας και προαγωγής της εργατικής κατοικίας να καταργούνται. Επίσης, τα όποια νομοθετικά εγχειρήματα αποσκοπούσαν στην προστασία της στέγης αυστηροποιούνται. Η κατάργηση του ΟΕΚ (Ν. 4046/2012), για τη μείωση των βαρών οικονομικού χαρακτήρα των εργοδοτών, είναι βέβαιο πως συρρικνώνει και τις προοπτικές διατήρησης αξιοπρεπών συνθηκών στεγαστικής διαβίωσης των χαμηλότερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων. Επιπρόσθετα, η μοναδική πρωτοβουλία προστασίας ιδιοκτητών ακινήτων θα μπορούσε να θεωρηθεί ο Ν. 3869/2010, γνωστός και ως «Νόμος Κατσέλη». Η πρόσφατη αναθεώρηση του πλαισίου εφαρμογής του «Νόμου Κατσέλη» είναι πιθανό να έχει αντίκτυπο στα φαινόμενα έλλειψης στέγης.

Στην Αθήνα, τα εγχειρήματα πολιτικών πρόληψης της έλλειψης στέγης είναι λιγοστά. Μερικά από τα κυριότερα είναι το Πρόγραμμα Κοινωνικής Κατοικίας του Δήμου Αθηναίων και το Πρόγραμμα «Συν στο Πλην» της ΜΚΟ Praksis. Το Πρόγραμμα Κοινωνικής Κατοικίας του Δήμου Αθηναίων, με την υποστήριξη του ιδρύματος Χατζηκώστα, προφέρει υπηρεσίες στέγασης σε κατοίκους της Αθήνας που αντιμετωπίζουν προβλήματα στέγασης. Στόχος του προγράμματος είναι η φιλοξενία σε κατάλληλα διαμερίσματα οικογενειών με παιδιά, ηλικιωμένων, εγκύων και γενικότερα ατόμων που είναι άστεγα ή κινδυνεύουν άμεσα να μείνουν άστεγα. Το «Συν στο Πλην», με την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, εστιάζει στην παροχή οικονομικής και συμβουλευτικής υποστήριξης σε άτομα και οικογένειες που πλήττονται ή κινδυνεύουν από απώλεια στέγης. Άμεσος στόχος του προγράμματος είναι η διατήρηση της οικονομικής και στεγαστικής αυτονομίας της κάθε οικογένειας.

Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Έκτακτης Ανάγκης για τους Άστεγους στην Αθήνα

Οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης απευθύνονται σε ανθρώπους που αδυνατούν να καλύψουν τις άμεσες βιοτικές και στεγαστικές τους ανάγκες. Γι’ αυτό στις υπηρεσίες αυτές απαιτούνται άμεσα διοικητικά αντανακλαστικά, καθώς και ένα καλό δίκτυο συντονισμού και συμπληρωματικότητας μεταξύ των φορέων υλοποίησης. Οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη ευνοούν την ανάπτυξη υπηρεσιών με αυτά τα χαρακτηριστικά.

Τέτοιου είδους δράσεις μπορεί να είναι παραδοσιακές μορφές προστασίας, όπως τα υπνωτήρια. Επίσης στη σύγχρονη πραγματικότητα παρατηρείται η ανάπτυξη των κέντρων ημέρας αστέγων. Τα κέντρα αυτά αποτελούν για τους άστεγους ένα σημαντικό σημείο πρόσβασης σε παροχές σε είδος όπως τρόφιμα, ένδυση, φάρμακα, είδη ατομικής υγιεινής, κουβέρτες, κ.α. Τέλος, σε αυτές τις υπηρεσίες συμπεριλαμβάνονται και παραδοσιακές πρακτικές θρησκευτικών και φιλανθρωπικών φορέων για τους απόρους, όπως τα κοινωνικά συσσίτια.

Χάρτης 1: Οι κυριότερες Υπηρεσίες και Δομές Στεγαστικής Υποστήριξης στην Αθήνα

Χάρτης 1: Οι κυριότερες Υπηρεσίες και Δομές Στεγαστικής Υποστήριξης στην Αθήνα

Στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη κινητικότητα για την υποστήριξη των αστέγων στα χρόνια της κρίσης παρατηρείται στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Οι υπηρεσίες αυτές πρωτίστως απευθύνονται στον πληθυσμό αστέγων που έχει απωλέσει την κατοικία τους. Επικεντρώνονται, δηλαδή, στην αντιμετώπιση των πιο ακραίων και δημόσια ορατών φαινομένων έλλειψης στέγης (π.χ. άστεγοι που ζουν στο δρόμο). Γίνεται αντιληπτό ότι οι υπηρεσίες αυτές αποσκοπούν στην κάλυψη των βασικότερων ανθρωπίνων αναγκών. Η εκπλήρωση τέτοιου είδους παροχών συντελείται κυρίως από την Κοινωνία των Πολιτών. Οι οικονομικοί πόροι των δράσεων προέρχονται από κοινοτικά κονδύλια, από εθελοντική συνεισφορά πολιτών ή φιλανθρωπικών ιδρυμάτων ή από χορηγίες ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ακόμη και σε περιπτώσεις που ο σχεδιασμός ή η οργάνωση τέτοιου είδους δομών επαφίεται στους Δήμους, η υλοποίηση των πολιτικών ανατίθεται συνήθως σε ΜΚΟ.

Στην Αθήνα, χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιου είδους υλοποιούμενων παρεμβάσεων είναι το ΚΥΑΔΑ, το Υπνωτήριο, καθώς και το Ανοικτό Κέντρο Ημερήσιας Υποδοχής Αστέγων (ΑΚΗΑ) του Δήμου Αθηναίων. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του, το ΚΥΑΔΑ ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2005 με την ονομασία Ανοικτό Κέντρο Υποδοχής Αστέγων Δήμου Αθηναίων. Βασική του αποστολή του ήταν η παροχή φροντίδας στον άστεγο πληθυσμό της πόλης μέσω της διανομής κοινωνικών συσσιτίων και της δυνατότητας ένταξής τους σε προγράμματα φιλοξενίας. Το 2010 μετονομάστηκε σε Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης Δήμου Αθηναίων. Το ΚΥΑΔΑ έχει πάνω από 9.000 ωφελούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί σε περίπου 25.000 ωφελούμενα άτομα εκ των οποίων, περίπου τα μισά είναι οικογένειες με παιδιά.

Το υπνωτήριο αστέγων του Δήμου Αθηναίων υλοποιείται σε συνεργασία με τη ΜΚΟ Γιατροί του Κόσμου. Πρόκειται για μια δομή άμεσης φιλοξενίας που λειτουργεί μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας και καλύπτει επείγουσες στεγαστικές ανάγκες όσων ζουν στον δρόμο. Ειδικότερα, παρέχει υπηρεσίες διανυκτέρευσης, ατομικής φροντίδας και υγιεινής, ψυχοκοινωνικής στήριξης και διασύνδεσης με υπηρεσίες στέγασης, σίτισης, ψυχολογικής υποστήριξης, νομικής συνδρομής, συμβουλευτικής, υγείας, πρόνοιας και κοινωνικής επανένταξης. Τέλος, το ΑΚΗΑ του Δήμου Αθηναίων υλοποιείται σε συνεργασία με τη ΜΚΟ Praksis. Προσφέρει υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής στήριξης, πρωτοβάθμιας υγειονομικής φροντίδας, ατομικής φροντίδας και υγιεινής καθώς και διασύνδεσης των ωφελουμένων με υπηρεσίες στέγασης, σίτισης, ψυχολογικής υποστήριξης, νομικής συνδρομής, συμβουλευτικής, κ.α.


Εικόνα 1: Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας
Photo 2: Centre d’Accueil Ouvert des Sans-abris de la Municipalité d’Athènes Photo 3: Centre d’Accueil Ouvert des Sans-abris de la Municipalité d’Athènes Médecins du Monde Centre de santé Photo 5: Le centre d'accueil quotidien des sans-abri de l'ONG Praksis Photo 6: Médecins du Monde Centre de santé Photo 7: Médecins du Monde Centre de santé

Εικόνες 1-7: Υπηρεσίες και Δομές Στεγαστικής Υποστήριξης στην Αθήνα [2]

Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Μεταβατικής Φιλοξενίας στην Αθήνα

Οι δομές και οι υπηρεσίες μεταβατικής φιλοξενίας διαφοροποιούνται από αυτές της έκτακτης ανάγκης, καθώς προσανατολίζονται προς τη στεγαστική επανένταξη του αστέγου. Μορφές μεταβατικής φιλοξενίας μπορεί να είναι κοινωνικοί ξενώνες ή κοινωνικά διαμερίσματα με επιδότηση ενοικίου, λογαριασμών νερού, θέρμανσης ή ρεύματος. Παράλληλα, θεωρείται αναγκαία μια εξατομικευμένη προσέγγιση των κοινωνικών υπηρεσιών για την επίλυση των ιδιαίτερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει κάθε άστεγος. Για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού, επιχειρούνται μια σειρά από παρεμβάσεις με στόχο τη διασφάλιση της επιτυχούς αυτόνομης διαβίωσης. Τέτοιου είδους υπηρεσίες είναι εκείνες που υποστηρίζουν την αντιμετώπιση προβλημάτων ψυχικής υγείας και εξαρτήσεων, την ανάπτυξη δεξιοτήτων διαχείρισης του νοικοκυριού, των προϋπολογισμών και την αντιμετώπιση πιθανών οικονομικών χρεών. Ενδεχομένως, επίσης, εδώ συμπεριλαμβάνονται παρεμβάσεις που επιδιώκουν την σύνδεση αυτών των υπηρεσιών με πολιτικές κατάρτισης και απασχόλησης.

Στην Ελλάδα, οι δομές μεταβατικής φιλοξενίας μπορούν να θεωρηθούν ποσοτικά και ποιοτικά ανεπαρκείς. Γεγονός που προκύπτει από πρόσφατες έρευνες (Κουραχάνης, 2017). Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για ένα απαρχαιωμένο πλέγμα κοινωνικών ξενώνων. Οι δομές αυτές στερούνται οποιασδήποτε ενταξιακής φιλοσοφίας, καθώς δεν συνδέουν την φιλοξενία που προσφέρουν με δράσεις κοινωνικής ένταξης. Είναι, δηλαδή, αποκομμένες από ένα ευρύτερο δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών, όπως τα προγράμματα απασχόλησης, τα οποία θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις πιθανότητες κοινωνικής ένταξης. Η λειτουργία των Ξενώνων, δίχως την ύπαρξη ευρύτερων πολιτικών ένταξης πρέπει να θεωρείται μια δράση κοινωνικά αδιέξοδη (Kourachanis 2015).

Στην Αθήνα λειτουργούν οι περισσότεροι κοινωνικοί ξενώνες της χώρας. Δύο από τους πιο γνωστούς κοινωνικούς ξενώνες της Αθήνας είναι ο Κοινωνικός Ξενώνας Αστέγων του Ερυθρού Σταυρού και ο Ξενώνας του Καρέα που εποπτεύεται από το ΕΚΚΑ. Ο ξενώνας του Ερυθρού Σταυρού προσφέρει υπηρεσίες στέγασης και φιλοξενίας, σίτισης, ψυχοκοινωνικής στήριξης κυρίως σε οικογένειες. Ο ξενώνας του Καρέα προσφέρει στέγη και διατροφή σε αστέγους, άτομα με διαταραγμένες ενδοοικογενειακές σχέσεις, ηλικιωμένους και άλλες ευάλωτες κοινωνικά ομάδες.

Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Κοινωνικής Ένταξης

Οι υπηρεσίες στεγαστικής ένταξης, δεν πρέπει να εξαντλούνται σε ένα μονοδιάστατο πλέγμα πολιτικών με αυτοσκοπό την επιστροφή στην κατοικία. Αντίθετα, σε αυτό το στάδιο απαιτείται προσπάθεια για την επίλυση των περισσότερων αιτίων που οδήγησαν στην απώλεια στέγης. Ένα εγχείρημα ουσιαστικής ένταξης προϋποθέτει παρεμβάσεις με ευρύτερες προεκτάσεις που να εξασφαλίζουν την πρόσβαση του αστέγου σε παροχές σε είδος και χρήμα. Τέτοιου είδους πολιτικές θα μπορούσαν να είναι η προσφορά υποστηριζόμενης απασχόλησης, η προσφορά υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, η διαμεσολάβηση των κοινωνικών υπηρεσιών για την αντιμετώπιση των ιδιαίτερων κοινωνικών προβλημάτων του αστέγου, οι δράσεις εκπαίδευσης και κατάρτισης με στόχο την ενίσχυση των επαγγελματικών του δεξιοτήτων.

Στην Ελλάδα τα εγχειρήματα κοινωνικής ένταξης αστέγων είναι ελάχιστα. Κυρίως εδώ περιλαμβάνονται δράσεις των ΜΚΟ. Ενδεικτικό είναι το πρόγραμμα ανακύκλωσης χαρτιού ή η πώληση περιοδικού δρόμου από άστεγους. Οι δράσεις αυτές προσφέρουν ένα στοιχειώδες εισόδημα για τους ανθρώπους αυτούς και επίσης αυξάνουν την αυτοεκτίμηση και τη δυνατότητα επανένταξης. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι σήμερα δεν έχει επιχειρηθεί να γενικευθούν σε κεντρικό επίπεδο. Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι η εξαιρετικά περιορισμένη αποτελεσματικότητα τους.

Στην Αθήνα, η σημαντικότερη ίσως δράση που να ενθαρρύνει την κοινωνική ένταξη των αστέγων είναι το περιοδικό δρόμου «Σχεδία» που εκδίδεται από τη ΜΚΟ Διογένης. Η Σχεδία, με βάση τις πρακτικές που ακολουθούν τα περιοδικά δρόμου παγκοσμίως, διανέμεται από άστεγους και άπορους πολίτες. Στόχος του περιοδικού είναι η οικονομική και κοινωνική ενίσχυση τους, μέσω της καθημερινής ενασχόλησης με τη συγκεκριμένη δράση.

Συμπέρασμα

Οι υπηρεσίες στεγαστικής υποστήριξης στην Αθήνα αποτελούν τον βασικότερο κορμό των κοινωνικών πολιτικών για τους άστεγους στην Ελλάδα και αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά τους. Στην Ελλάδα της κρίσης παρατηρείται η αποδυνάμωση ακόμα και των περιορισμένων μέσων παρέμβασης που υπήρχαν. Οι πολιτικές πρόληψης από αδύναμες γίνονται ισχνές. Οι πολιτικές μεταβατικής φιλοξενίας διέπονται από ένα «ξενονοκεντρικό» χαρακτήρα, χωρίς να συνδέονται με ευρύτερες υπηρεσίες κοινωνικής υποστήριξης. Οι πολιτικές κοινωνικής ένταξης είναι περιορισμένες και, εκ των πραγμάτων, ανεπαρκείς μέσα στη γενική επιδείνωση των φαινομένων φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Εκεί που διαπιστώνεται έντονη κινητικότητα είναι στις πολιτικές έκτακτης ανάγκης. Γεγονός όμως που εκπληρώνεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και προσανατολισμούς που ενθαρρύνουν ένα μοντέλο κοινωνικής διαχείρισης με επίκεντρο τις μη κρατικές πρωτοβουλίες. Σε μια περίοδο όπου τα φαινόμενα στεγαστικής επισφάλειας αυξάνονται οι υπηρεσίες στεγαστικής υποστήριξης παγιώνουν ένα μοντέλο υπολειμματικής κοινωνικής διαχείρισης για όσους καταλήγουν στον δρόμο.

[1] Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (2018) στα χρόνια της κρίσης επιδεινώθηκαν σημαντικά διάφοροι δείκτες που επηρεάζουν τα φαινόμενα έλλειψης στέγης στην Ελλάδα. Ενδεικτικά, τα ποσοστά κινδύνου φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού από 27,7% που ήταν το 2010 αυξήθηκαν στο 35,7% το 2016, τα ποσοστά ανεργίας από 7,8% το 2008 σε 24,9% το 2015, τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας από 3,9% το 2008 σε 18,2% το 2015, τα ποσοστά υλικής αποστέρησης από 21,8% το 2008 σε 40,7% το 2016, τα ποσοστά στεγαστικής επιβάρυνσης των φτωχών νοικοκυριών από 18,1% το 2010 σε 40,9% το 2016. Την ίδια στιγμή, οι δημόσιες δαπάνες στεγαστικής υποστήριξης μειώθηκαν από 0,38% το 2007 σε 0,01% το 2013.

[2] Φωτογραφίες της Νίκης Βασιλείου

Αναφορά λήμματος

Κουραχάνης, Ν. (2019) Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Στεγαστικής Υποστήριξης στην Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/κοινωνική-πολιτική-και-υπηρεσίες-στε/ , DOI: 10.17902/20971.88

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Arapoglou V. P. (2004), “The Governance of Homelessness in Greece: Discourse and Power in the Study of Philanthropic Networks”, Critical Social Policy, 24(1):102-126.
  • Arapoglou V. and Gounis K. (2015), “Poverty and Homelessness in Athens: Governance and the Rise of an Emergency Model of Social Crisis Management”, GreeSE Paper No. 90, Hellenic Observatory Papers on Greece and Southern East Europe, LSE.
  • Arapoglou, V. and Gounis, K. (2017), Contested Landscapes of Poverty and Homelessness in Southern Europe. Reflections from Athens, London: Palgrave Macmillan.
  • Eurostat (2018), Eurostat Database http://ec.europa.eu/eurostat/data/database
  • Δημουλάς, Κ., Αράπογλου, Β., Γκούνης, Κ. και Ρίτσαρντσον, Κ. (2018), «Πιλοτική Καταγραφή Αστέγων στους Δήμους Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Ηρακλείου, Ιωαννίνων, Νέας Ιωνίας και Τρικκαίων», Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο.
  • Δημουλάς, Κ., Κουραχάνης, Ν. και Καζάνη, Α. (2017), Αξιολόγηση του Προγράμματος «Στέγαση και Επανένταξη», Αθήνα: ΕΙΕΑΔ.
  • Kourachanis N., (2015), “Confronting Homelessness in Greece during at time of Crisis”, Social Cohesion and Development, 10(2):113-129.
  • Kourachanis N. (2017), “Homelessness Policies in Crisis Greece: The Case of Housing and Reintegration Program”, European Journal of Homelessness, 11(1):59-80.
  • Κουραχάνης, Ν. (2017), Κοινωνικές Πολιτικές Στέγασης. Η Ελληνική Υπολειμματική Προσέγγιση, Αθήνα: Παπαζήση.
  • Κουραχάνης, Ν. (2018), «Κοινωνικές Πολιτικές Στέγης στην Ελλάδα της Κρίσης» στο Κουζής Γ. και Δημουλάς Κ. (Επιμ.), Κρίση, Κοινωνική Πολιτική, Κοινωνικά Αδιέξοδα και Λύσεις, Επιστημονική Εταιρεία Κοινωνικής Πολιτικής, Αθήνα: Τόπος.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/01/tx139_poster.gif 521 500 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-03-13 17:45:212024-03-16 01:28:22Κοινωνική Πολιτική και Υπηρεσίες Στεγαστικής Υποστήριξης

Πανδημία Α(Η1Ν1)

13/02/2019/in Υγεία Δούκισσας Λεωνίδας, Καλογήρου Σταμάτης, Καραγεώργη Αθανασία Υγεία /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Η πανδημική γρίπη Α(H1N1) του 2009, η οποία εντοπίστηκε αρχικά στο Μεξικό και διαδόθηκε ραγδαία σε όλη την υφήλιο, ταξινομείται στις πανδημίες με την πιο γρήγορη εξάπλωση στην σύγχρονη ανθρώπινη ιστορία. Στις 10 Αυγούστου του 2010, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε πως ο ιός Η1Ν1 ολοκλήρωσε τον κύκλο του και η πανδημία έχει πλέον τυπικά ολοκληρωθεί (WHO, 2009). Στον Ελλαδικό χώρο, το πρώτο κρούσμα γρίπης Α(H1N1) σημειώθηκε στις 18 Μαΐου 2009. Πρόκειται για έναν ασθενή ηλικίας 19 ετών, ο οποίος είχε επιστρέψει δύο ημέρες νωρίτερα από την Νέα Υόρκη (Panagiotopoulos et al. 2009).

O Glezen (1996) συγκρίνει τις πανδημίες Η1Ν1 των ετών 1892, 1918, 1936, 1957 ανά ηλικία και καταλήγει, από την ανασκόπηση των ειδικών ποσοστών προσβολής κατά ηλικία, ότι τα παιδιά σχολικής ηλικίας κατά κανόνα έχουν τα υψηλότερα ποσοστά προσβολής κατά την διάρκεια πανδημικών (και inter πανδημικών) περιόδων. Επιπλέον, τα παιδιά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην διάδοση του ιού στον γενικό πληθυσμό εξ αιτίας της συγκέντρωσής του στο σχολικό περιβάλλον και στη μη σχολαστική πρόληψη όπως το πλύσιμο των χεριών με σαπούνι και το στέγνωμα με καθαρό χαρτί ή αέρα.

Στην παρούσα εργασία, πραγματοποιείται για πρώτη φορά στον Ελλαδικό χώρο, η χαρτογράφηση των σχολικών απουσιών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Αττική σε επίπεδο ΟΤΑ Καποδίστρια. Θεωρούμε ότι οι σχολικές απουσίες συνδέονται άμεσα με την εξάπλωση της επιδημίας της γρίπης H1N1. Η ανάλυση έγινε σε εβδομαδιαία δεδομένα για το χρονικό διάστημα από τις 13/10 έως τις 17/12 του έτους 2009.

Πραγματοποιήθηκε ανάλυση χωρικής αυτοσυσχέτισης με τον υπολογισμό ολικών και τοπικών δεικτών Moran’s I για τις 10 εβδομάδες μελέτης. Οι τοπικοί δείκτες Moran’s I ταξινομήθηκαν και παρουσιάζονται με τη μορφή χαρτών χωρικών προτύπων, στους οποίους αναδεικνύονται περιοχές όπου παρατηρείται έξαρση του φαινομένου. Οι χάρτες αυτοί αναδεικνύουν την ύπαρξη χωρικής αυτοσυσχέτισης στις τρεις πιο κρίσιμες εβδομάδες ανάλυσης του φαινομένου, όπως θα δούμε παρακάτω. Ακολούθως, το διάγραμμα μέσων τιμών μαθητικών απουσιών, οπτικοποιεί τόσο την εξέλιξη του φαινομένου όσο και τον αντίστοιχο έλεγχο στατιστικής σημαντικότητας διαφοράς των μέσων τιμών.

Ο εντοπισμός δήμων με υψηλό ποσοστό απουσιών μπορεί να βοηθήσει στην ενημερωμένη λήψη αποφάσεων των υπεύθυνων άσκησης πολιτικής πρόληψης υγείας (Υπουργείο Υγείας, ΚΕΕΛΠΝΟ, Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση). Παρόλο που η ανάλυση αφορά δεδομένα του 2009, τα οποία συλλέχθηκαν για αυτόν τον σκοπό, τα κρούσματα της γρίπης Α συνεχίζονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, καθιστώντας την ανάλυση αυτή επίκαιρη. Ως εκ τούτου, η συνολική διαχείριση των κρουσμάτων και θανάτων λόγω της γρίπης Η1Ν1 ανά περιφέρεια (Δούκισσας κ.α., 2016α) σε συνδυασμό με τις σχολικές απουσίες πιθανώς να συμβάλλει ως ένα μελλοντικό εργαλείο εναργέστερης διαχείρισης και συντονισμού σε μία νέα πιθανή πανδημία.

Δεδομένα

Στην παρούσα εργασία χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από το ΚΕΕΛΠΝΟ (εβδομαδιαίες εκθέσεις επιδημιολογικής επιτήρησης της γρίπης κατά το διάστημα 2009 – 2010), τα οποία είναι διαθέσιμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.keelpno.gr. Παράλληλα, τα πληθυσμιακά δεδομένα προέκυψαν από την Απογραφή Πληθυσμού του 2011 που διενεργήθηκε από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) (www.statistics.gr). Τα δεδομένα που αφορούν τις απουσίες των μαθητών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ελήφθησαν από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ) σε συνεργασία με το ΙΤΥΕ (Ινστιτούτο Τεχνολογίας, Υπολογιστών & Εκπαίδευσης) το οποίο εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Πιο συγκεκριμένα, τα δεδομένα αυτά αφορούν το σύνολο των απουσιών που πραγματοποιήθηκαν από τους εγγεγραμμένους μαθητές, το χρονικό διάστημα από 25/9/2009 έως 17/12/2009 σε ημερήσια βάση. Η καταγραφή απουσιών έγινε σε όλα τα σχολεία της Ελλάδας και συμπεριέλαβε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και όλους τους τύπους σχολείων.

Στην αρχική τους μορφή τα δεδομένα είναι οργανωμένα σε πίνακες. Κάθε εγγραφή του πίνακα αφορά τις συνολικές απουσίες (οι απουσίες λόγω του ιού γρίπης δεν καταγράφονταν ξεχωριστά στο σύστημα καταχώρισης απουσιών) και περιλαμβάνει α) τον κωδικό του σχολείου, β) την ημερομηνία καταγραφής των απουσιών, γ) τον αριθμό των μαθητών που απουσίαζαν ανά τμήμα, και δ) το σύνολο των ενεργών μαθητών του τμήματος.

Αρχικά, πραγματοποιήθηκε έλεγχος ως προς την πληρότητα και εγκυρότητα των στοιχείων κάθε εγγραφής. Υπήρξε ένας πολύ μικρός αριθμός εγγραφών όπου δεν αντιστοιχούσαν σε κάποιο σχολείο μέσω του κωδικού του και για τον λόγο αυτόν παραλείφθηκαν. Δημιουργήσαμε ερώτημα διασταύρωσης και μετά την εκτέλεσή του παρατηρήθηκε ότι σε κάποιες εγγραφές ο δήμος στον οποίο βρίσκεται το σχολείο δεν ήταν αυτός που προέκυπτε από τον κωδικό του σχολείου. Έγιναν οι απαραίτητες διορθώσεις και στη συνέχεια προχωρήσαμε στην επεξεργασία των δεδομένων. Δημιουργώντας διαδοχικά ερωτήματα καταλήξαμε στην δημιουργία του τελικού ερωτήματος. Εξαιρώντας τις παρουσίες της Δευτέρας και της Παρασκευής λόγω αυξημένης μεταβλητότητας (για αποφυγή έκτροπων παρατηρήσεων) υπολογίστηκε η τελική μεταβλητή που είναι ο μέσος όρος απουσιών των ημερών Τρίτη, Τετάρτη και Πέμπτη, εξαίροντας τις ημέρας που τα σχολεία είναι κλειστά (αργίες 28/10 και 17/11). Η γεωγραφική λεπτομέρεια της μεταβλητής είναι ο ΟΤΑ Καποδίστρια. Η ανάλυση στη παρόν άρθρο αφορά μόνο την Περιφέρεια Αττικής.

Θεωρητικό Υπόβαθρο

Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην περίοδο μεταξύ της πανδημίας των ετών 1999 έως 2009 και στην πανδημία του 2009 ήταν η ηλικιακή προσβολή του ιού σε νοσηρότητα και θανάτους (ECDC, 2010). Η πανδημία του ιού Α(Η1Ν1) έπληξε περισσότερο τον νεανικό πληθυσμό και ειδικότερα τα σχολεία (Health Protection in Midlands) και τα νοικοκυριά (Nishiura et al, 2009). Στην Ελλάδα εκτιμάται πως ο κλινικός δείκτης προσβολής ήταν υψηλότερος για τα παιδιά ηλικίας 5 – 19 ετών ενώ ήταν χαμηλότερος για άτομα ηλικίας άνω των 64 ετών. Υπολογίζεται πως μολύνθηκε περίπου το 19,7% του Ελληνικού πληθυσμού (ΚΕΕΛΠΝΟ, 2010). Υπολογίζοντας τους ειδικούς δείκτες νοσηρότητας (Τσίμπος, 2004) για τον ιό A(H1N1) ανά 100.000 κατοίκους παρατηρούμε την ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων μέχρι την ηλικία των 15 ετών. Πιο αναλυτικά, μέχρι την ηλικία των 5 ετών διαπιστώθηκαν 200 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμό. Οι αριθμοί παρουσίασαν αυξητική πορεία (300 κρούσματα) με μικρή μεταβολή και στην ηλικιακή ομάδα 5 – 10 ετών. Εντυπωσιακή είναι η αύξηση της ηλικιακής ομάδας 10 – 15 ετών. Η παρούσα ηλικιακή ομάδα αποτελεί την μέγιστη τιμή (σχεδόν 500 κρούσματα / 100.000) το οποίο επιβεβαιώνει και τις ανωτέρω εργασίες ότι τα παιδιά αποτελούν πρωταρχική εστία του ιού της γρίπης Α(Η1Ν1) και ειδικότερα οι μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (Δούκισσας κ.α., 2016β). Η επιδημία κορυφώθηκε την 48η – 49η εβδομάδα του 2009 (Maltezou et al., 2011).

Μεθοδολογία

Η θεματική χαρτογραφία ασχολείται με τη δημιουργία και μελέτη θεματικών χαρτών. Στο θεματικό χάρτη ενδιαφέρει κυρίως η χωρική κατανομή των δεδομένων ενώ οι θέσεις και οι αποστάσεις των χωρικών μονάδων είναι σχετικές και συμβολικές. Ο πιο συνήθης θεματικός χάρτης είναι ο χωροπληθής (choropleth map).

Μια κατηγορία μεθόδων εξερεύνησης χωρικών δεδομένων είναι τεχνικές οι οποίες εξετάζουν αποκλειστικά τη χωρική εξάρτηση μεταξύ τιμών των διαφόρων χωρικών μονάδων. Ο Goodchild (1987), αναφέρει ότι υπό τη γενικότερη έννοια της η χωρική αυτσοσυσχέτιση ενδιαφέρεται για το βαθμό με τον οποίο η τιμή μιας μεταβλητής σε κάποια θέση είναι παρόμοια με τις τιμές τις ίδιας μεταβλητής που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά της. Τα κέντρα των χωρικών προτύπων παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον από πλευράς συμπερασμάτων για την χωρική κατανομή της μεταβλητής και το φαινομένου που αυτή αφορά.

Αποτελέσματα Διερευνητικής χωρικής ανάλυσης

Στους Χάρτες 1 και 2 παρουσιάζεται η χαρτογράφηση ανά εβδομάδα (από την 42η έως την 51η του έτους 2009) των ποσοστών απουσιών σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο νομό Αττικής. Το φαινόμενο ξεκινάει να κορυφώνεται στα δυτικά της Αττικής και συγκεκριμένα στον Δήμο Άνω Λιοσίων και στην Κοινότητα Κρυονερίου. Κατά την 44η εβδομάδα παρατηρούμε κορύφωση των απουσιών στους Δήμους Κρυονερίου, Καματερού, Περιστερίου, Φιλοθέης, Κρωπίου και Μαρκόπουλο καθώς και στην Κοινότητα Καπανδριτίου. Ωστόσο, η 44η εβδομάδα ήταν η εβδομάδα εορτασμού της Εθνικής Επετείου του Όχι (28ης Οκτωβρίου) συνεπώς ένα μεγάλο ποσοστό απουσιών ενδεχομένως να οφείλεται σ’ αυτόν. Ο τελευταίος χάρτης του Χάρτη 1 που αναφέρεται στην 46η εβδομάδα φανερώνει υψηλά ποσοστά στους δυτικούς Δήμους Ζεφυρίου, Μάνδρας, Ερυθρών, Γέρακα και στις Κοινότητες Κρυονερίου και Αφιδνών. Τέλος και στο Νότιο τμήμα της Αττικής στην κοινότητα Αγίου Κωνσταντίνου σημειώνεται σχετικά υψηλό ποσοστό.

Γράφημα 1: Χαρτογράφηση των ποσοστών απουσιών σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την περίοδο 13/10 εως 12/11/2009 στο νομό Αττικής (Χάρτες 1-6)


Χάρτης 1: 42η εβδομάδα

Περνώντας στον Χάρτη 2 και στην 47η εβδομάδα παρατηρούμε ότι το φαινόμενο είναι αρκετά έντονο και επεκτείνεται στα Βόρεια αλλά και στα Νότια προάστια της Αθήνας. Ξεκινώντας από την βορειοανατολική Αττική, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) που εμφάνισαν πολύ υψηλά ποσοστά (άνω του 16,5%) είναι οι εξής: οι Κοινότητες Κρυονερίου, Αφιδνών και Καπανδριτίου, καθώς και οι Δήμοι Άνω Λιοσίων, Ασπρόπυργου, Βίλιων, Διονύσου. Οι ΟΤΑ που εμφανίζουν το αμέσως μικρότερο ποσοστό (μεταξύ 12,5% έως 15%) είναι οι Δήμοι Παιανίας και Αρτέμιδος. Τέλος οι Δήμοι Βουλιαγμένης και Βάρης σημείωσαν ποσοστό μαθητικών απουσιών μεταξύ 9 και 10,5% κατά την 47η εβδομάδα του 2009. Την επόμενη εβδομάδα (48η) παρατηρούμε ότι οι Κοινότητες Κρυονερίου και Αφιδνών εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά μαζί με τον Δήμο Βιλίων. Ακολουθούν οι Δήμοι Λυκόβρυσης, Παπάγου, Ελευσίνας καθώς και η Κοινότητα Αγίου Κωνσταντίνου στο Νότιο τμήμα της Αττικής. Ποσοστά της τάξεως του 9 – 10,5% σημειώνουν και οι Δήμοι Μάνδρας και Μεγάρων. Κατά την 49η εβδομάδα παρατηρούνται πολύ υψηλά ποσοστά (άνω του 16,5%) στην Δυτική Αττική καθώς και στο Νότιο τμήμα της. Συγκεκριμένα, οι κοινότητες Μαρκόπουλου, Καπανδριτίου, Αφιδνών καθώς και ο Δήμος Φυλής συνεχίζουν να παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά. Επιπλέον φαίνεται να επεκτείνεται το φαινόμενο και δημιουργείται μία συστάδα στο Νότιο μέρος της Αττικής και συγκεκριμένα στους Δήμους Κερατέας, Λαυρεωτικής, Αναβύσσου καθώς και στις Κοινότητες Αγίου Κωνσταντίνου και Παλαιάς Φώκαιας. Κατά την 50η εβδομάδα το φαινόμενο των απουσιών φαίνεται να είναι πιο ήπιο. Αξίζει να τονιστεί ότι κατά την 49η εβδομάδα προς 50η κορυφώθηκε ο αριθμός των κλειστών σχολείων είτε λόγω γρίπης είτε προληπτικά. Εκτιμάται πως ο αριθμός αυτός έφτασε τα 1.600 σχολεία Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (Doukissas et al., 2018). Έτσι, η εικόνα της 50η εβδομάδας μπορεί να φαίνεται φυσιολογική δεδομένου ότι αρκετά σχολεία ήταν κλειστά και δεν ανέφεραν απουσίες στο σύστημα καταγραφής. Τα σχολεία αυτά βρίσκονται στους ΟΤΑ με χαρτογραφικό σύμβολο «χωρίς τιμές». Τέλος κατά την 51η εβδομάδα παρατηρούμε να επανεμφανίζεται το φαινόμενο των απουσιών στη νότια Αττική (ίδιοι Δήμοι και Κοινότητες με ακόμα πιο έντονο ποσοστό απουσιών με την 49η εβδομάδα) καθώς και στους ΟΤΑ Μαρκόπουλου, Καπανδριτίου, Μαγούλας και Βιλίων.

Γράφημα 2: Χαρτογράφηση των ποσοστών απουσιών σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την περίοδο 18/11 εως 17/12/2009 στο νομό Αττικής (Χάρτες 6-10)


Χάρτης 6: 47η εβδομάδα

Παρατηρούμε ότι αρκετοί ΟΤΑ, όπως ο Δήμος Αθηναίων και τα Νότια Προάστια της Αθήνας εμφάνισαν σχετικά χαμηλό ποσοστό απουσιών της περίοδο που εξετάζουμε. Το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται στο υψηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο του πληθυσμού που κατοικεί σε αυτούς τους ΟΤΑ, όπως προκύπτει από το υψηλό μέσο δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα και υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης (Kalogirou, 2010), και ενδεχομένως να δίδεται μεγαλύτερη φροντίδα σε κανόνες προσωπικής υγιεινής (σχολαστικό πλύσιμο χεριών, ρούχων, κτλ.)

Σύμφωνα με τους δείκτες ανθρώπινης φτώχειας του ΟΗΕ, οι οποίοι αποτελούν «συνθετικούς» δείκτες, που αποτυπώνουν την ανθρώπινη φτώχεια του πληθυσμού ενός Δήμου σε σχέση με τους υπόλοιπους, στη βάση του κοινωνικο-οικονομικού προφίλ τους, προκύπτει ότι στους Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής κατοικεί το 21% του πληθυσμού της Περιφέρειας Αττικής με τη μεγαλύτερη ανθρώπινη φτώχεια ( Περιφέρεια Αττικής, 2015).

Παρότι όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η πανδημία του ιού Α(Η1Ν1) κορυφώθηκε την 48η – 49η εβδομάδα, το εύρημα της παρούσας εργασίας είναι το γεγονός ότι οι σχολικές απουσίες στην περιοχή της Αττικής εμφάνισαν την μέγιστη τιμή τους την 47η εβδομάδα, δηλαδή μία έως δύο εβδομάδες νωρίτερα από την κορύφωση του φαινόμενου στον γενικό πληθυσμό, η οποία έγινε την 48η και 49η εβδομάδα (Maltezou, 2011). Το γεγονός αυτό, επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι οι σχολικές απουσίες προηγούνται χρονικά της γενικής κορύφωσης του φαινομένου στο γενικό πληθυσμό.

Ενότητα 2

Στο Γράφημα 3, παρατηρούμε την εξέλιξη του μέσου ποσοστού απουσιών για το χρονικό διάστημα δέκα εβδομάδων σε επίπεδο ΟΤΑ Καποδίστρια (Περιφέρεια Αττικής). Το μέσο ποσοστό απουσιών της 44ης εβδομάδας αναφέρεται στο τριήμερο της 28ης Οκτωβρίου, όπου παρατηρούνται απουσίες μαθητών για λόγους διάφορους από αυτούς λόγω ασθένειας. Η εβδομάδα με το μεγαλύτερο καταγεγραμμένο ποσοστό απουσιών είναι η 47η εβδομάδα του 2009, με χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στις δύο εβδομάδες που ακολουθούν, ο αριθμός των μαθητών που απουσιάζει εμφανίζει πτώση.

Γράφημα 3: Διάγραμμα μέσων ποσοστών απουσιών ανά Καποδιστριακό δήμο για το διάστημα Οκτωβρίου έως Δεκεμβρίου 2009 ανά εβδομάδα

Ενότητα 3

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της ανάλυσης χωρικής αυτοσυσχέτισης, η οποία έγινε με τον υπολογισμό ολικών και τοπικών δεικτών Moran’s I με τη βοήθεια του λογισμικού GeoDa v. 1.12 (Anselin, 1995).

Από τον Χάρτη 11 προκύπτει ότι τα δεδομένα μέσου ποσοστού απουσιών δεν παρουσιάζουν αξιοσημείωτα χωρικά πρότυπα. Ο δείκτης Moran’s I των τιμών μέσου ποσοστού απουσιών για τις παραπάνω εβδομάδες είναι θετικός. Για παράδειγμα, την 49η εβδομάδα, η τιμή του τοπικού δείκτη Moran’s I είναι 0,29 και είναι στατιστικά σημαντική σε επίπεδο 5%.

Σύμφωνα με τον Χάρτη 11, που αφορά την ταξινόμηση των τοπικών δεικτών Moran’s I της 49ης εβδομάδας, παρατηρείται ένα χωρικό πρότυπο παρόμοια υψηλού ποσοστού απουσιών στους γειτονικούς ΟΤΑ Καποδίστρια της Λαυρεωτικής και αρκετοί διάσπαρτοι χωρικά δήμοι με υψηλές τιμές που συνορεύουν με δήμους χαμηλών τιμών ποσοστών απουσιών.

Χάρτης 11 : Χωρικά πρότυπα των απουσιών σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την 49η εβδομάδα στο νομό Αττικής

Συμπεράσματα:

Πιστεύουμε ότι ο έγκαιρος χρονικός και χωρικός εντοπισμός της κορύφωσης των σχολικών απουσιών θα μπορούσε να συμβάλλει στον μετριασμό του φαινομένου σε μία νέα επιδημία γρίπης και ελπίζουμε η εργασία αυτή να συμβάλει προς την κατεύθυνση αυτή. Απώτερος στόχος της πολιτείας σε μία νέα επιδημία ιού θα πρέπει να είναι η μείωση του χρόνου που απαιτείται για τον μετριασμό της (εκτίμηση έντασης φαινομένου, ενημέρωση ιατρικού προσωπικού, κατασκευή εμβολίου, κ.α.) αφότου εντοπισθεί. Ένα μέτρο που θα μπορούσε να συμβάλλει στον μετριασμό αυτόν είναι ένας μηχανισμός επείγουσας ειδοποίησης των εμπλεκομένων όταν εμφανίζονται ποσοστά σχολικών απουσιών πάνω από κάποιο όριο (κατώφλι). Έτσι, οι υπεύθυνοι άσκησης πολιτικής μπορούν να λάβουν περαιτέρω αποφάσεις σε επίπεδο σχολικών μονάδων (παρεμβάσεις υγιεινής, κλείσιμο σχολείων, έγκαιρο εμβολιασμό κ.α.).

Ευχαριστίες: Οι συγγραφείς αισθάνονται την ανάγκη να ευχαριστήσουν τον καθηγητή της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας κ. Τάκη Παναγιωτόπουλο καθώς και τον Επιστημονικό συνεργάτη Δημήτρη Παπαμιχαήλ για την επιστημονική συμβολή, υποστήριξη και καθοδήγηση στην διαχείριση των δεδομένων που παρουσιάστηκαν στην παρούσα εργασία. Η πολύτιμη βοήθεια τους αποτέλεσε έναυσμα για την εκπλήρωση της παρούσας δημοσίευσης.

[1]: Κεντρική εικόνα (banner photo): https://www.health.harvard.edu/mind-and-mood/does-a-virus-cause-alzheimers, © Dr_Microbe/Getty Images

Αναφορά λήμματος

Δούκισσας, Λ., Καλογήρου, Σ., Καραγεώργη, Α. (2019) Απουσίες στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση κατά την Πανδημία Α(Η1Ν1) του έτους 2009 – 2010. Η περίπτωση της Αττικής, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/πανδημία-αη1ν1/ , DOI: 10.17902/20971.87

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Δούκισσας Λ, Καλογήρου Σ, Παναγιωτόπουλος Τ, κ.ά. (2016) Χωροχρονική μελέτη απουσιών την περίοδο εκδήλωσης του ιού H1N1 κατά την πανδημία του 2009. Η περίπτωση της Ελλάδας. Στο: 9ο Πανελλήνιο Συνέδριο HellasGis, Αθήνα: ΕΜΠ.
  • Δούκισσας Λ, Τσίμπος Κ και Καλογήρου Σ (2016) Μελέτη Θνησιμότητας λόγω του ιού H1N1 κατά την Πανδημία του 2009. Η περίπτωση της Ελλάδας. Στο: 14ο Εθνικό Συνέδριο του Ελληνικού Τμήματος της Ευρωπαϊκής και Διεθνούς Εταιρείας Περιφερειακής Επιστήμης, Παραγωγική Ανασυγκρότηση και Περιφερειακή Ανάπτυξη, Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών Και Πολιτικών Επιστήμων.
  • Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων (ΙΤΥΕ) (2018) Βάση Δεδομένων καθημερινής Καταγραφής Απουσιών. Πάτρα.
  • Καλογήρου Σ (2015) Χωρική Ανάλυση: μεθοδολογία και εφαρμογές με τη γλώσσα R. Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. Available from: http://hdl.handle.net/11419/5029.
  • Καλογήρου Σ (2015) Περιφερειακή Στρατηγική για την Κοινωνική Ένταξη και την Καταπολέμηση της Φτώχειας. Αθήνα.
  • Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) (2009) Εβδομαδιαίες Εκθέσεις Επιδημιολογικής Επιτήρησης της Γρίπης. Αθήνα.
  • Τσίμπος Κ και Παπαδάκης Μ (2004) Δημογραφική Ανάλυση – Αρχές- Μέθοδοι-Υποδείγματα. Αθήνα: Εκδόσεις Σταμούλης.
  • Anselin L (1995) Local indicators of spatial association – LISA. Geographical analysis, Wiley Online Library 27(2): 93–115.
  • Cliff AD and Ord JK (1973) Spatial Autocorrelation. London: Pion.
  • Cliff AD and Ord JK (1981) Spatial processes: models and applications. London: Pion.
  • Doukissas L, Kalogirou S, Panagiotopoulos T, et al. (2016) Space time study of absenteeism during the Pandemic A (H1N1). The case of Greece. In: HellasGis, Athens: National Technical University of Athens. Available from: http://www.hellasgi.gr/images/9synedrio/Papers/F1.pdf.
  • Doukissas L, Kalogirou S and Tsimpos C (2018) Spatial Patterns of SMRs due to the virus A(H1N1)pdm09 during the pandemic in Greece in 2009. European Journal of Geography 9(2): 134–148.
  • European Center for Disease Control and Prevention (ECDC) (2010) The 2009 A(H1N1) Pandemic in Europe.
  • Glezen WP (1996) Emerging infections: pandemic influenza. Epidemiologic reviews, Oxford University Press 18(1): 64–76.
  • Goodchild MF (1987) A spatial analytical perspective on geographical information systems. International journal of geographical information system, Taylor & Francis 1(4): 327–334.
  • Health Protection Agency West Midlands H1N1v Investigation Team (2009) Preliminary descriptive epidemiology of a large school outbreak of influenza A (H1N1) v in the West Midlands, United Kingdom, May 2009. Euro Surveillance: Bulletin Europeen sur les maladies transmissibles – European communicable disease bulletin 14(27).
  • Hellenic Center for Disease Control and Prevention (HCDC) (2010) Weekly Reports and Epidemiological Surveillance of the Flu During the Period 2009-2010.
  • Kalogirou S (2015) Spatial Analysis. Association of Greek Academic Libraries. Available from: http://hdl.handle.net/11419/5029.
  • Kalogirou S (2010) Spatial inequalities in income and post-graduate educational attainment in Greece. Journal of Maps, Taylor & Francis 6(1): 393–400.
  • Maltezou HC, Katerelos P, Mavrouli M, et al. (2011) Seroepidemiological study of pandemic influenza H1N1 following the 2009–2010 wave in Greece. Vaccine, Elsevier 29(38): 6664–6669.
  • Nishiura H, Wilson N and Baker MG (2009) Estimating the reproduction number of the novel influenza A virus (H1N1) in a Southern Hemisphere setting: preliminary estimate in New Zealand. The New Zealand Medical Journal, New Zealand Medical Association (NZMA) 122(1299): 73–77.
  • Panagiotopoulos T, Bonovas S, Danis K, et al. (2009) Cluster of new influenza a (H1N1) Cases in travellers returning from sCotland to greeCe – Community transmission witHin tHe european union? Euro Surveillance, European Centre for Disease Prevention and Control 14(21): 19226.
  • Tsimpos C and Papadakis M (2004) Demographic Analysis Principles – Methods – Models. Athens: Stamoulis.
  • World Health Organization (WHO) (2009) Influenza-like illness in the United States and Mexico. Disease Outbreak News.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2019/02/tx127_poster2.jpg 200 350 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-02-13 18:22:042024-03-16 01:33:47Πανδημία Α(Η1Ν1)
Εικόνα 40: Οι δύο Πύργοι των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας

25/01/2019/in Ιστορία, Πολιτισμός, Γειτονιές Ανδριόπουλος Θέμης Πολιτισμός, Ιστορία, Γειτονιές /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Ο δρόμος ως πρωταγωνιστής στο αφήγημα της πόλης

Στη φιλολογία της ελληνικής λογοτεχνίας υπάρχουν εκατοντάδες αναφορές για την πόλη της Αθήνας ως το σκηνικό εκείνο μέσα στο οποίο εκτυλίσσεται η αφήγηση ενώ, τα τελευταία ιδίως χρόνια, πληθαίνουν οι αναφορές μιας πολυποίκιλης και σε μεγάλο βαθμό ισότιμης συμμετοχής της ως αυθύπαρκτου πλέον «φορέα δράσης» μέσα στο πλήθος των χαρακτήρων του αφηγήματος.

Θα μπορούσε ωστόσο η ίδια η πόλη να αναγνωστεί ως ένα μυθιστόρημα στην αφηγηματική διαδικασία του οποίου αφηγητής δεν είναι απλώς ένα υποκείμενο ως «φυσικό πρόσωπο» ή ένας παντογνώστης αφηγητής, αλλά οι ίδιοι οι δρόμοι της. Και αυτό γιατί η αφήγηση του δρόμου συνθέτει την πλοκή της πόλης και συναρθρώνει πλευρές από την ιδεολογία της με τον ίδιο τρόπο που ο χαρακτήρας εκφέρει τα ιδεολογικά διακυβεύματα του μυθιστορήματος, δίνοντας τη δική του «μάχη» για την επικράτησή τους, μέσω της δικής του επικράτησης (Δοξιάδης, 1988). Πρόκειται για τον δρόμο ως χαρακτήρα στο αφήγημα της πόλης.

Υπάρχουν δρόμοι ύποπτοι, σκοτεινοί, απόκοσμοι, δρόμοι φαντασμαγορικοί και θορυβώδεις, δρόμοι γιορτινοί και εμπορικοί, δρόμοι διαφυγής, συνάντησης και περιπάτου. Πάνω σε όλους αυτούς συμπυκνώνονται οι μεταβολές και οι διακυμάνσεις ανάμεσα στο δημόσιο και στο ιδιωτικό, στο χώρο και στο χρόνο καθώς και οι εφήμερες και μεταβατικές τάξεις που φορτίζουν τις ετερότητες. Στο δρόμο τελείται το τυχαίο, το συγκυριακό, εδώ και οι κανονικότητες. Είναι ο αφηγητής της ασυνέχειας στο αφήγημα της πόλης αλλά και το κατεξοχήν πεδίο συγκρότησης της αστικής (urban) εμπειρίας. Εδώ τελούνται οι πρακτικές του χώρου που ξεφεύγουν από τον ορίζοντα του ορατού, όλα αυτά τα δίκτυα αλληλοδιαπλοκής που διαφεύγουν από την αναγνωσιμότητα, ιχνογραφώντας μέσα από μια μυθική εμπειρία του χώρου μια «σκοτεινή και τυφλή κινητικότητα της κατοικημένης πόλης» (Μισέλ ντε Σερτώ, 2010: 247). Ο δρόμος αναγγέλλει: προγνωστικά τι θα συμβεί, αναμνηστικά τι έχει συμβεί και διαγνωστικά τι είναι σε εξέλιξη.

Σε αυτό το μεγάλο και φιλόδοξο μυθιστόρημα της πόλης, ενώ όλοι οι δρόμοι θα μπορούσαν να αφηγηθούν τις πλευρές και τις συνάψεις της, δεν θα μπορούσαν να είναι όλοι με τον ίδιο τρόπο πρωταγωνιστές. Γιατί στον λαβύρινθο της αστικής μετανεωτερικής εμπειρίας οι δρόμοι δεν «είναι» αλλά, ως φορείς δράσης, «πράττουν». Λειτουργούν δηλαδή με τέτοιο τρόπο ώστε θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το ρόλο που έχει το υποκείμενο/χαρακτήρας στην αφήγηση τον ίδιο ακριβώς έχει ο δρόμος στην πόλη. Τόσο το υποκείμενο όσο και ο δρόμος είναι φορείς των δράσεων και συνθετικοί παράγοντες της πλοκής και της πόλης αντίστοιχα.

Θα επιλέξουμε, όχι τυχαία, τον δρόμο της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας (στο εξής: Β. Σοφίας), για να δείξουμε πως ο λόγος της πόλης μπορεί αναγνωστεί με έναν τέτοιο τρόπο ώστε το πράττειν των δρόμων ως χαρακτήρες συνίσταται στην ανάδειξή τους αφενός ως τους πλέον θεμελιώδεις πυκνωτές της αστικής εμπειρίας, αφετέρου ως φορείς απόδοσης του νοήματος μέσω της ροής των εναλλασσόμενων ταυτοτήτων της πόλης των οποίων αποτελούν αδιάκοπες μήτρες παραγωγής. Όπως όμως οι χαρακτήρες είναι φορείς διαφορετικών δράσεων, έτσι και οι δρόμοι δεν εγγράφουν με τον ίδιο τρόπο τα χνάρια της εμπειρίας της πόλης. Κανένας δρόμος δεν μιλάει την ίδια γλώσσα. Εκκινώντας από τα παραπάνω ρητορικά σχήματα θα θεωρήσουμε ότι ο κοινά και καθημερινά αποδεκτός χαρακτηρισμός του δρόμου της οδού Β. Σοφίας ως «αρτηρίας» της πόλης, και μάλιστα κεντρικής, είναι μια θεμελιώδης μεταφορά, η οποία καταδεικνύει έναν ζωτικής σημασίας εννοιολογικό επικαθορισμό για την ταυτότητα της Αθήνας (Τουρνικιώτης, 2000) (Εικόνα 1).

Εικόνα 1: Η Βασιλίσσης Σοφίας ως αρτηρία στο σώμα της πόλης. Λήψη από το ξενοδοχείο Χίλτον προς τους Αμπελοκήπους

Τι είναι άλλωστε η ίδια η αρτηρία παρά ένα μεγάλο αγγείο το οποίο μεταφέρει αίμα από την καρδιά στα υπόλοιπα ζωτικά όργανα. Μήπως η πόλη δεν είναι ένας ζωντανός οργανισμός του οποίου η ζωή καθορίζεται από τις αρτηρίες του; Ωστόσο για να είναι μια σχέση μεταφορική πρέπει πρώτα να είναι μετωνυμική (Δοξιάδης, 2008). Και ο δρόμος της Β. Σοφίας είναι μια θεμελιώδης μετωνυμία της Αθήνας. Όχι μόνο γιατί η μετωνυμία είναι μια γνωσιακή διαδικασία στην οποία μια έννοια παρέχει νοητική πρόσβαση σε μια άλλη έννοια (Βελούδης, 2005), ούτε γιατί απλά πρόκειται για τη σχέση του μέρους με το όλο, η οποία είναι και η χαρακτηριστικότερη εκδοχή της μετωνυμίας καταγράφοντας ταυτόχρονα και τη χωρική σχέση του «ανήκειν», αλλά και γιατί τα τοπόσημά της συνθέτουν πολλαπλά τμήματα στη συνταγματική άλυσο του αφηγήματος της πόλης. Όπως λοιπόν άνθρωπος σημαίνει λόγος και σκορπιός δηλητήριο, έτσι και Β. Σοφίας σημαίνει Αθήνα.

Η χωροχρονική τριλογία της Βασιλίσσης Σοφίας

Ιχνογραφώντας τον δρόμο της Β. Σοφίας διαπιστώνουμε ότι οι δύο μεγάλες «γωνίες της» άτυπα τη χωρίζουν σε τρία «φυσικά» τμήματα, κάνοντας εκεί τις στροφές του δρόμου να δείχνουν ότι είναι ταυτόχρονα και στροφές στο χρόνο.

Χάρτης 1: Η λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας

Με κατεύθυνση από την Πλατεία Συντάγματος προς τους Αμπελοκήπους, το πρώτο και πιο επιβλητικό τμήμα περιλαμβάνει την έκταση από το κτίριο της Βουλής των Ελλήνων, τα παλιά Ανάκτορα, μέχρι την διασταύρωση των οδών Ηροδότου και Ρηγίλλης. Μέχρι εκεί ο Εθνικός Κήπος, όλα σχεδόν τα εναπομείναντα νεοκλασικά [1] οικοδομήματα, περίλαμπρες και επιβλητικές οικίες των πιο εύπορων στρωμάτων του τέλους του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα, αλλά και πολυτελείς κατοικίες στη θέση εκείνων που κατεδαφίστηκαν μεταπολεμικά, έργα γνωστών και διάσημων αρχιτεκτόνων, καθιστούν τη Β. Σοφίας το πιο αριστοκρατικό βουλεβάρτο και ταυτόχρονα τόπο/σύμβολο αστικής ευημερίας, εξακολουθώντας μέχρι και σήμερα να αποτελεί τη βιτρίνα της Αθήνας. Πιο συγκεκριμένα η οικία Νικόλαου Ψύχα (1885, Β. Σοφίας 3, Ερνέστος Τσίλλερ) [2], όπου στεγάζεται η Αιγυπτιακή Πρεσβεία, το Μέγαρο Καυτατζόγλου (1900, Β. Σοφίας 4, Ε.Τσίλλερ), όπου σήμερα στεγάζονται γραφεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού(1873, Β. Σοφίας 5, Ε. Τσίλλερ) όπου στεγάζεται το Υπουργείο Εξωτερικών, το Μέγαρο Μέρλιν (1895, Β. Σοφίας 7, Αναστάσιος Μεταξάς), όπου στεγάζεται η Γαλλική Πρεσβεία, η πολυκατοικία Γ. Κουρμπάνη και Χ. Ευελπίδη (1932, Β.Σοφίας 6-8, Δημήτρης Φωτιάδης), η οικία Ρέντη (1920, Β. Σοφίας 9, Βασίλης Τσαγρής) όπου σήμερα στεγάζεται το Ίδρυμα Θεοχαράκη, η οικία Στέφανου Ψύχα( 1875, Β. Σοφίας και Σέκερη 2, Ε. Τσίλλερ), η οικία Χαροκόπου ή Εμμανουήλ Μπενάκη (1860, Β. Σοφίας και Κουμπάρη 1, Αν. Μεταξάς), όπου στεγάζεται το ομώνυμο μουσείο, η «λευκή κατοικία Καλλιγά» (1954, Β. Σοφίας 25, Κωνσταντίνος Καψαμπέλης), μια πολυτελής πολυκατοικία του Μεσοπολέμου του Κ. Κιτσίκη που προωθεί μια σύνθεση κλασικιστικών στοιχείων με μοντέρνα (1938, Β. Σοφίας 29). Το πρώτο τμήμα θα καταλήξει από δεξιά στο Μέγαρο Σταθάτου (1895, Β. Σοφίας 31 και Ηροδότου, Ε.Τσίλλερ), εκεί όπου στεγάζεται το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και από αριστερά, ακριβώς απέναντι, στο Σαρόγλειο Μέγαρο, όπου στεγάζεται η Λέσχη Αξιωματικών (1930, Β. Σοφίας και Ρηγίλλης 1, Αλ. Νικολούδης) [3]. (φωτ. 2-14).

Χάρτης 2: Το πρώτο τμήμα της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας

Εικόνες 2-14:


Εικόνα 2: Απόψη της Β.Σοφίας απο το Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Από αριστερά διακρίνεται η οικία Ν.Ψύχα και το Υπ.Εξωτερικών ενώ δεξιά διακρίνεται το κτίριο της Βουλής (Πηγή, Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 2: Απόψη της Β.Σοφίας απο το Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Από αριστερά διακρίνεται η οικία Ν.Ψύχα και το Υπ.Εξωτερικών ενώ δεξιά διακρίνεται το κτίριο της Βουλής (Πηγή, Θ.Ανδριόπουλος)
Εικόνα 2: Απόψη της Β.Σοφίας απο το Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Από αριστερά διακρίνεται η οικία Ν.Ψύχα και το Υπ.Εξωτερικών ενώ δεξιά διακρίνεται το κτίριο της Βουλής (Πηγή, Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 3: Οικία Νικ.Ψύχα-Αιγυπτιακή Πρεσβεία (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 4: Μέγαρο Συγγρού και σύγχρονο κτίριο του Υπ.Εξωτερικών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 5: Μέγαρο Μέρλιν-Γαλλική Πρεσβεία (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 6: Οικία Ρέντη-Ίδρυμα Θεοχαράκη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 7: Οικία Στέφανου Ψύχα-Ιταλική Πρεσβεία (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 8: Πολυκατοικία Κουρμπάνη-Ευελπίδη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 9: Μέγαρο Πεσματζόγλου (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 10: Μέγαρο Σταθάτου – Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 11: Λευκή Πολυκατοικία Καλλιγά (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 12: Πολυκατοικία Κ.Κιτσίκη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 13: Μουσείο Μπενάκη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 14: Σαρόγλειο Μέγαρο-Λέσχη Αξιωματικών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

Το δεύτερο τμήμα, και αφού ο δρόμος αφήσει πίσω του το Μέγαρο Ιλίσια (1848, Β. Σοφίας 22, Σταμάτης Κλεάνθης) όπου στεγάζεται το Βυζαντινό Μουσείο, έπειτα το Πολεμικό Μουσείο (1975, Ριζάρη 2, Θουκυδίδης Βαλεντής) και το νοσοκομείο του Ευαγγελισμού, θα καταλήξει σε δύο εξίσου σημαντικά τοπόσημα. Στο γλυπτό Δρομέας του Κώστα Βαρώτσου που βρίσκεται στο κέντρο του δρόμου, επάνω στην πλατεία Μεγάλης του Γένους Σχολής και δεξιά από αυτό, απέναντι από την «κόκκινη πολυκατοικία» (1927, Β. Σοφίας 55, Κωνσταντίνος Κιτσίκης), ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά κτίρια του μοντερνισμού, όχι μόνο σύμβολο κοινωνικής ευμάρειας αλλά και εμπλοκής του τόπου στο δίκτυο του διεθνούς τουρισμού, το ξενοδοχείο Χίλτον (Τουρνικίωτης, 2000). Το έργο ολοκληρώθηκε το 1963 από τους Εμμ. Βουρέκα, Πρ. Βασιλειάδη και Σπ. Στάϊκο, με τις ανάγλυφες πινελιές του Μόραλη πάνω από την κύρια είσοδο να αναζητούν την ελληνικότητα ως απάντηση στον επιβλητικό όγκο της υπερπόντιας δύναμης που την εποχή εκείνη ήταν στο ζενίθ της ισχύος της (Φιλιππίδης, 2000) (φωτ. 15-18).

Χάρτης 3: Το δεύτερο τμήμα της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας

Εικόνες 15-18:


Εικόνα 15: Μέγαρο Ιλίσια-Βυζαντινό Μουσείο (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 15: Μέγαρο Ιλίσια-Βυζαντινό Μουσείο (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)
Εικόνα 15: Μέγαρο Ιλίσια-Βυζαντινό Μουσείο (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 16: Δρομέας και Χίλτον (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος). Εικόνα 17: Πολεμικό Μουσείο (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 18: Άποψη του Χίλτον τη νύχτα (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

Το τρίτο τμήμα του δρόμου στο οποίο δεσπόζει σαφώς η μοντερνίζουσα αισθητική αρχίζει από εκεί που τελειώνει το Χίλτον. Μετά το Νοσηλευτικό Ίδρυμα του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Ν.Ι.Μ.Τ.Σ), με εξαίρεση την οικία Αντωνόπουλου (1934, Β. Σοφίας 88, Γεώργιος Κοντολέων) – με την πρωτοτυπία του αρχιτέκτονα η όψη να κοιτάζει στην Ακρόπολη και όχι στον δρόμο- και τα τέσσερα νοσοκομεία (Αιγινήτειο, Αρεταίειο, Αλεξάνδρα και Ιπποκράτειο), τον δρόμο κοσμούν μεταπολεμικές πολυκατοικίες και κτίρια και πάλι γνωστών αρχιτεκτόνων όπως του Νίκου Βαλσαμάκη και του Παναγιώτη Μιχελή (φωτ.19-26).

Στο τμήμα αυτό βρίσκουμε το Μέγαρο Μουσικής (1991, Β. Σοφίας 89, Βουρέκας-Σκρουμπέλος) και την Αμερικάνικη Πρεσβεία (1960, Β. Σοφίας 91), έργο του διάσημου Walter Gropius, από τα πιο επώνυμα αρχιτεκτονικά έργα και από τα πιο ισχυρά τοπόσημα της Αθήνας (φωτ. 27-28).

Χάρτης 4: Το τρίτο τμήμα της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας

Ο μοναδικός θύλακας ψυχαγωγίας, σε ολόκληρη τη Β. Σοφίας βρίσκεται, όχι τυχαία, εδώ. Πρόκειται για την πλατεία Μαβίλη με διάφορα εστιατόρια, μπαρ, καφέ και ζαχαροπλαστεία. Και βέβαια το πασίγνωστο μπαρ Λώρας που μεσουρανούσε από το 1967 και για σχεδόν για τέσσερις δεκαετίες (φωτ. 29-30).

Το πιο νεωτερικό τμήμα του δρόμου, θα ολοκληρωθεί με ξεκάθαρα συμβολικό τρόπο στους Πύργους των Αθηνών(Β. Σοφίας και Μεσογείων 2, 1971,Βικέλας), στην πρώτη προσπάθεια ανέγερσης ουρανοξύστη στην Ελλάδα (φωτ.31-32).

Ολόκληρος ο δρόμος της Β. Σοφίας δείχνει λοιπόν να μοιάζει με μια φανταστική Μπιενάλε αρχιτεκτονικής η οποία καλύπτει αρχιτεκτονικά έργα διάρκειας πέραν του ενός αιώνα. Πρόκειται για έργα τα οποία σε μια χωροχρονική γραμμικότητα έχουν καθορίσει και συγκροτήσει όχι μόνο την εικαστική ταυτότητα του αστικού ιστού της Αθήνας αλλά και επί μέρους ιδεολογικές ταυτότητες, η έκταση και η φήμη των οποίων τον ξεπερνούν αναπόφευκτα αλλά και επιτακτικά.

Εικόνες 19-32:


Εικόνα 19: Από δεξιά προς αριστερά, τα νοσοκομεία Αιγινήτειο, Αρεταίειο και Αλεξάνδρα. Λήψη από το Νοσοκομείο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος). Εικόνα 19: Από δεξιά προς αριστερά, τα νοσοκομεία Αιγινήτειο, Αρεταίειο και Αλεξάνδρα. Λήψη από το Νοσοκομείο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος).
Εικόνα 19: Από δεξιά προς αριστερά, τα νοσοκομεία Αιγινήτειο, Αρεταίειο και Αλεξάνδρα. Λήψη από το Νοσοκομείο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος). Εικόνα 20: Β.Σοφίας 86. Πολυκατοικία του 1955 σε σχέδιο του Ν.Βαλσαμάκη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 21: Β.Σοφίας 88.Πολυκατοικία Αντωνόπουλου σε σχέδιο του Γ. Κοντολέοντος (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 22: Β.Σοφίας 67. Πολυκατοικία του 1957 σε σχέδιο του Π.Μιχελή. Διακρίνεται η περίφημη γοργόνα στην όψη του κτιρίου (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 23: Β.Σοφίας 129. Πολυκατοικία του 1956 σε σχέδιο του Ν.Βαλσαμάκη. (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 24: Λήψη από κτίριο της Β.Σοφίας. Στο βάθος διακρίνεται το Χίλτον (Πηγή,Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 25: Νοσοκομείο Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 26: Ο Δρομέας του Κ.Βαρώτσου. Στο βάθος η κόκκινη πολυκατοικία του Κιτσίκη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 27: Αμερικανική Πρεσβεία. Διακρίνεται το Μέγαρο Μουσικής (Πηγή,Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 28: Μέγαρο Μουσικής (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 29: Λήψη από κτίριο της Β.Σοφίας στο μνημείο Δραγούμη απέναντι από τη συμβολή με την οδό Παπαδιαμαντοπούλου. Στο βάθος διακρίνεται ο Πύργος των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 30: Πλατεία Μαβίλη (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 31: Λήψη από κτίριο απέναντι από την Πλ. Μαβίλη. Διακρίνονται το νοσοκομείο Ιπποκράτειο και ο Πύργος των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 32: Πύργος των Αθηνών καθώς και το παλιό και το νέο κτίριο του Ιπποκρατείου νοσοκομείου (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

Η ρητορική της εξουσίας του πρωτοπρόσωπου αφηγητή της πόλης

Από την παραπάνω περιγραφή μπορούμε να συνάγουμε πως ο δρόμος της λεωφόρου Β. Σοφίας, μέσα από το βασίλειο των όψεων των κτιρίων, συγκροτεί εξαιρετικά σημαντικές πλευρές της αθηναϊκής αστικής ταυτότητας, ίσως τις πλευρές εκείνες που έχουν καθορίσει την ταυτότητα αυτή αρχετυπικά. Πέρα όμως από αυτή την παντοκρατορία των σημαινόντων, η Β. Σοφίας είναι και ένα σύνολο τόπων και μάλιστα «διακεκριμένων». Ένας ιδιαίτερος τύπος «διακεκριμένου» χώρου είναι ο «παραδειγματικός» τόπος. Πρόκειται για τόπους μοναδικούς που κατέχουν μια εξέχουσα θέση στην κοινωνική μνήμη, υποστασιοποιούν τη συλλογική ιστορική εμπειρία και συγκροτούν κοινές εννοιολογικές προσλαμβάνουσες (Τζανάκης-Σαβάκης, 2003). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρώτο τμήμα της χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα διάφορα τοπόσημα που αναφέρθηκαν δεν συμμετέχουν και αυτά στην υποστασιοποίηση της συλλογικής αστικής εμπειρίας, όπως για παράδειγμα η Αμερικάνικη Πρεσβεία και οι δύο Πύργοι των Αθηνών. Ο ιδεολογικός χαρακτήρας της Β. Σοφίας, τουλάχιστον μέχρι το Μέγαρο Σταθάτου και τη Λέσχη Αξιωματικών, είναι ολωσδιόλου πρόδηλος. Η εγγεγραμμένη στην αστική συλλογική συνείδηση επιθυμία «να ήταν όλη η Αθήνα έτσι» και η διαρκής ανάσυρση μιας «απογοήτευσης» για μια Αθήνα που χάθηκε «στην αντιπαροχή και στο τσιμέντο», έχει εν πολλοίς την αφετηρία της στα εμβληματοποιημένα θραύσματα του παρελθόντος στις αρχές του δρόμου, με το ανάλογο πρόσημο που κρύβεται πίσω από μια υφέρπουσα ιδεολογικοποίηση της νοσταλγίας, αγνοώντας τις συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες της ελληνικής κοινωνίας από τις αρχές του 20ου αιώνα και μετά (Φιλιππίδης, 2000). Η νοσταλγία αυτή πιθανώς να μεταφράζεται σε μια νοσταλγία και αναζήτηση για μια καθαρότητα και αυθεντικότητα της μορφής, εύκολα αναγνώσιμη και αναγνωρίσιμη σε αντιδιαστολή με την αμηχανία μπροστά στο διάχυτο μητροπολιτικό κατακερματισμό. Με αυτήν όμως την έννοια η νοσταλγία μεταφράζεται και σε μια διάθεση για την κατανάλωση του παρελθόντος μέσα από σχήματα που υπάγονται στις παραπάνω ρητορικές.

Στο μυθιστόρημα της πόλης, η Β. Σοφίας, ως χαρακτήρας του αφηγήματος εμφανίζεται ενοποιημένος σε ένα και μόνο «πρόσωπο» ως «ήρωας-αφηγητής-συγγραφέας» (Genette, 2007: 325). Ο χαρακτήρας «με όνομα» γράφει την ιστορία της πόλης, πρωταγωνιστεί σε κάθε σκηνή και με την συσσωρευμένη ιστορική ένταση αλλά και «έπαρση» αφηγείται με πομπώδη και αυτοαναφορικό τρόπο την ίδια την ιστορία της που είναι τελικά η ιστορία του κέντρου της πόλης [4]. Μέσα από ένα σύστημα ρητορικών τροπισμών θα σχηματιστεί το πιο πλούσιο ρεπερτόριο εμβληματικών παραστάσεων. Ο δρόμος θα ξεκινήσει «δικαίως» από ένα επιβλητικό τοπόσημο με τη δική του συμβολή στην ιστορία της Αθήνας, το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία για να καταλήξει στο τρίστρατο Β. Σοφίας, Λ. Αλεξάνδρας και Κηφισίας (φωτ.33-34).

Εικόνες 33-34:


Εικόνα 33: Λήψη από κτίριο της Πλατείας Συντάγματος. Στο βάθος διακρίνεται η αρχή της Β.Σοφίας και η Βουλή (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 33: Λήψη από κτίριο της Πλατείας Συντάγματος. Στο βάθος διακρίνεται η αρχή της Β.Σοφίας και η Βουλή (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)
Εικόνα 33: Λήψη από κτίριο της Πλατείας Συντάγματος. Στο βάθος διακρίνεται η αρχή της Β.Σοφίας και η Βουλή (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 34: Λήψη από τη Β.Σοφίας έξω από τη Βουλή.Αρχή του δρόμου. Διακρίνεται στο βάθος το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία και δεξιά ένα από τα κτίρια του Υπ.Εξωτερικών και η οικία Ν.Ψύχα (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

Ένας από τους τέσσερις αλληλοσυνδεόμενους άξονες τους οποίους προτείνει ο Κύρκος Δοξιάδης για την ανάλυση λόγου στο έργο του με τίτλο «Ανάλυση Λόγου. Κοινωνικο-φιλοσοφική θεμελίωση», είναι ο άξονας των εννοιών, ο οποίος αφορά τους τρόπους εμπλοκής του αφηγηματικού υποκειμένου στην αφήγηση [5]. Εδώ, ο συγγραφέας δίνει ως παράδειγμα την έννοια της χρονικότητας, κάτι που εν προκειμένω ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση της Β. Σοφίας ως χαρακτήρα στο αφήγημα της πόλης. Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Αναφέρομαι κυρίως σε περιπτώσεις όπου οι ίδιοι οι χαρακτήρες αφηγούνται περιστατικά που έχουν ήδη συμβεί, κατά τρόπο ώστε αυτή η αφήγηση να συγκροτεί σημαντικό μέρος της ίδιας της πλοκής» (Δοξιάδης, 2008: 176). Δεν αφηγείται άραγε ο δρόμος της Β. Σοφίας τα περιστατικά εκείνα που συγκροτούν σημαντικό μέρος του αφηγήματος της πόλης σε τέτοιο βαθμό ώστε ο ίδιος ο δρόμος να «καταπίνει» οποιοδήποτε υποκείμενο κινείται εντός του αφού υπερφαλαγγίζει τις υποκειμενικές τελέσεις στο όνομα της πλήρους υποστασιοποίησής του ως αυθύπαρκτης οντότητας; Γιατί θαρρεί κανείς πως στον δρόμο αυτό της διαρκούς ροής δεν χωράνε πρόσωπα, δεν υπάρχουν υποκείμενα παρά μόνο τοπόσημα και στιγμιαία σημεία συνάντησης. Η υποστασιοποίηση αυτή θυμίζει την εικόνα για την πόλη έτσι όπως αποτυπώνεται στη Μενεξεδένια Πολιτεία του Άγγελου Τερζάκη. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι ο συγγραφέας, θέλοντας να δείξει τη χαώδη μορφή που έχει αρχίζει να παίρνει η πόλη προπολεμικά, θα χρησιμοποιήσει για να την περιγράψει τη λέξη «αρτηρία» [6].

Αν το κύριο χαρακτηριστικό του πλάνητα είναι η ικανότητά του να χάνεται στην πόλη, στο δρόμο της Β. Σοφίας είναι αδύνατη η ύπαρξη μιας τέτοιας υποκειμενικότητας (Σταυρίδης, 2007). Στο βαθμό που ο πλάνητας οφείλει να μην εξοικειώνεται και να επανεγγράφει διαρκώς την πόλη συνθέτοντας σαν σε μοντάζ τα στοιχεία της για να αναδιατάξει το νόημα, στο δρόμο αυτό της απόλυτης εξοικείωσης, της έλλειψης των κατωφλιών και των παγιωμένων τελέσεων, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Καμία ασυνέχεια που θα αναστρέψει το νόημα, καμία στοά που θα γίνει τόπος μετάβασης έξω από τη ρουτίνα και την πλήξη, κανένα πέρασμα στο ανοίκειο και στο έτερο (Σταυρίδης, 1999). Στο δρόμο της Β. Σοφίας δεν είναι δυνατό να «χαθείς», δεν μπορείς να καταδικάσεις κανένα τμήμα της στην αφάνεια ή στην αδράνεια για να συνθέσεις άλλα «αθέμιτα χωρικά γυρίσματα» [7] Μισέλ ντε Σερτώ, 2010: 256). Αν το περπάτημα μπορεί να βρει έναν πρώτο ορισμό ως χώρος εκφώνησης (Μισέλ ντε Σερτώ, 2010), η ρητορική του βαδίσματος εδώ θα παραμείνει όχι απλά απούσα αλλά άφωνη. Όσο και αν τα υποκείμενα είναι πρόθυμα για ματιές στην ανοικείωση και στην ανεύρεση κατωφλιών, ο δρόμος είναι αποτρεπτικός για μια τυχαία περιπλάνηση που θα δώσει άλλο νόημα τόσο στα κατώφλια όσο και στα υποκείμενα κάθε φορά που θα τα διαβούν. Γιατί το κατώφλι είναι η χωρική μετωνυμία της ασυνέχειας. Μόνο στο τέλος του δρόμου, στους δύο ουρανοξύστες θα βρεθεί ένα μοναδικό κατώφλι, μια ασυνέχεια που πράγματι διαρρηγνύει τον τόπο και τον χρόνο. Πίσω ακριβώς από τους δύο ουρανοξύστες παραμένουν ακόμα κάποια θραύσματα πιο πρόσφατου παρελθόντος από εκείνον στις αρχές της Β. Σοφίας, διαφορετικά αυτή τη φορά απομεινάρια από χαμηλά προσφυγικά σπίτια καθώς και χαλάσματα από άλλα εγκαταλελειμμένα, σε μια γειτονιά που σε τίποτε δεν θυμίζει το άρωμα από το μητροπολιτικό δέος των δύο επιβλητικών κτιρίων που βρίσκονται μόλις εκατό μέτρα κοντά. Διασχίζοντας το κατώφλι ανάμεσα στα δύο ψηλά κτίρια βρίσκεται κανείς ξαφνικά από τη φαντασμαγορία της λεωφόρου σε έναν παρελθόντα χρόνο και τόπο που θυμίζει ξεχασμένες συνοικίες άλλων εποχών (φωτ. 35-39).

Εικόνες 35-39:


Εικόνα 35: Ανάμεσα στους δύο ουρανοξύστες (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 35: Ανάμεσα στους δύο ουρανοξύστες (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)
Εικόνα 35: Ανάμεσα στους δύο ουρανοξύστες (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 36: Δρόμος,κατώφλι, πίσω από τους ουρανοξύστες που οδηγεί στο Ιπποκράτειο (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 37: Εγκαταλελειμμένο σπίτι πίσω από τους Πύργους των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 38: Εγκαταλελειμμένο σπίτι σε γειτονιά πίσω από τον Πύργο Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 39: Προσφυγική οικία σε γειτονιά πίσω απο τον Πύργο των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

Από τη στιγμή που η ιδεολογία «είναι ένας τρόπος άσκησης της εξουσίας μέσα στο λόγο και δια μέσου του λόγου» (Δοξιάδης, 1988: 37) η εξουσία που ασκείται από τον λόγο του χαρακτήρα της Β. Σοφίας στο λόγο της πόλης, μέσα από μια ιδεολογική «μάχη αποφάνσεων» για την-ιδεολογική-επικράτηση, είναι ευδιάκριτη. Η Β. Σοφίας ως το κυρίαρχο και κεντρικό υποκείμενο της πόλης [8] αρθρώνει ένα λόγο αφοπλιστικό εγκαθιδρύοντας όχι μόνο ένα τοπικό καθεστώς της αλήθειας, όπως συμβαίνει στις μυθοπλαστικές αφηγήσεις, αλλά ένα υπερτοπικό. Η ιδεολογική ταυτότητα των τοπόσημων που συνθέτουν το λόγο του δρόμου, ιδίως στο πρώτο και στο δεύτερο τμήμα της, υπερφαλαγγίζει την τοπικότητα του δρόμου και τα όριά του. Για το λόγο αυτό η Β. Σοφίας δεν είναι ένας αυστηρά οριοθετημένος δρόμος, αλλά ένας χώρος τα όρια του οποίου επεκτείνονται μέχρι εκεί που επεκτείνεται η υφική ένταση της ιδεολογικής του υπόστασης. Πρόκειται δηλαδή για μια υφολογική επικράτεια [9]: από το Κολωνάκι μέχρι την περιοχή πλησίον των οδών Ρηγίλλης και Ηρώδου Αττικού, περιοχές πολύ υψηλών κοινωνικών στρωμάτων αλλά και τοποθεσίες των πλέον θεσμοθετημένων συμβόλων εξουσίας: το Πρωθυπουργικό Μέγαρο (Μέγαρο Μαξίμου) και το Προεδρικό Μέγαρο (Νέα Ανάκτορα).

Ο δρόμος της Β. Σοφίας είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα για τη σχέση της ιδεολογίας με την εξουσία στο πεδίο του αστικού λόγου, καθώς και για την αφηγηματική δυναμική του δρόμου στη μετωνυμική του σχέση με την πόλη. Ο δρόμος ως πυκνωτής και καθρέφτης μιας τάξης και μιας ταξινομίας είναι «καθαρός» από θύλακες «αταξίας» και καταστάσεις «εξαίρεσης» (Σταυρίδης: 2010). Δεν έχει αστέγους, δεν έχει σημεία συγκέντρωσης μεταναστών, εγκαταλελειμμένα και κατειλημμένα κτίρια, όπως έχουν για παράδειγμα η «φυσική συνέχειά» της, η Πανεπιστημίου και η επόμενη «συνέχειά» της, η θρυλική Πατησίων. Δεν είναι τυχαίο πως ο μοναδικός κινηματογράφος, ως σημείο «υποχρεωτικής συνάντησης» (Μεταξάς, 1997: 180) βρίσκεται ακριβώς στο τέλος του δρόμου. Δύο σημεία έντασης τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «τόποι συγχρωτισμού» είναι οι δύο σταθμοί του μετρό: ο σταθμός του Μεγάρου Μουσικής και του Ευαγγελισμού­. Και εδώ όμως η ένταση διοχετεύεται κυρίως κάτω από το έδαφος­. Μοιάζει λοιπόν σαν να μη δέχεται ο δρόμος αυτός την ένταση του πλήθους και να την απωθεί στο εσωτερικό των κτιρίων της για χάρη της εικόνας η οποία πρέπει πάση θυσία να παραμείνει λαμπερή και να προφυλαχθεί. Αν η μεταμοντέρνα συνθήκη επιβάλλει τη διάσωση του μη-απεικονίσιμου, το «γλωσσικό παιχνίδι» εδώ επιβάλλεται να είναι ορατό και εύληπτο σε τέτοιο βαθμό ώστε παύει πια να είναι «παιχνίδι» παραμένοντας έτσι καθομιλούμενο. Από εδώ ο νεωτερικός της χαρακτήρας. Στο δρόμο αυτό δεν χωρά η αβεβαιότητα, αλλά η συνθήκη της κανονικότητας. Από εδώ και η ηγεμονία της. Η Β. Σοφίας δεν είναι απλώς ένας δρόμος, αλλά ένα σύνολο τόπων που συνθέτουν ένα αυτόνομα δυναμικό ιδεολογικό περίγραμμα με τη δική του εξουσιαστική δομή και γλώσσα. Ο δρόμος αυτός είναι γένος, αλλά δεν έχει είδος, γι’ αυτό και εγγράφεται στην τάξη της ετερότητας, μιας και στη μετωνυμία η διαφορά είναι εξαρχής δεδομένη. Και παρά το γεγονός ότι η εξουσία του ως προς το αφηγηματικό καθεστώς δεν πηγάζει από μια παντογνωσία, εντούτοις αναδύεται μέσα από το παράδοξο που συγκροτείται από τη θεμελιώδη μετωνυμία που αναφέρθηκε και που συνίσταται στο ότι καθώς ο δρόμος αυτοβιογραφείται, «μιλά» δηλαδή για τον εαυτό του, η εστίαση είναι η πόλη, ενώ όταν προσπαθεί να αφηγηθεί για την πόλη η εστίαση αφορά στον εαυτό του.

Τελικά δεν υπάρχει ως προς την αισθητικοποίηση της εξουσίας καμία διαφορά για τον χαρακτήρα της υφικής έντασης που υποβάλλεται τόσο από την πλαστική καθαρότητα, σύμβολο ενός εθνικού πουρισμού, στην αρχή του δρόμου με τα Ανάκτορα και τα πολλά νεοκλασικά όσο και από την ιδεολογία της ευθείασης στο τέλος του δρόμου με τους δύο Πύργους, μια ευθείαση που παραπέμπει μεταφορικά στην «αποφασιστικότητα της εξουσίας να βαδίσει σταθερά και «ευθέως», καθώς δεν είναι προφανώς τυχαία και η εποχή που ανεγέρθηκε (Μεταξάς, 2003: 113) (φωτ. 40). Το ρεπερτόριο της υλικής ρητορικής της αποτελείται τόσο από νεοκλασικίζουσα αρχιτεκτονική κτιρίων συσσώρευσης εξουσίας, όσο και από μια σειρά μοντέρνα κτίρια δημόσιων θεσμών με γυάλινες προσόψεις, ψευδαίσθηση μιας διαφάνειας που θέλει το βλέμμα να μην εμποδίζεται (Μεταξάς, 1997) (φωτ. 41-42).Ο αξιακός χαρακτήρας της ρητορικής αυτής, όταν δεν εξαντλείται σε μια ανακύκλωση τυποποιημένων θραυσμάτων του παρελθόντος από παραδειγματικά τοπόσημα, συγκροτείται από αναπαραστάσεις με σαφές κοινωνικό πρόσημο. Κάτι τέτοιο απεικονίστηκε πολύ παραστατικά και στην υφολογική επικράτεια του δρόμου, στην οδό Ηρώδου Αττικού, στην τελευταία σκηνή της πολυβραβευμένης ταινίας του Γιώργου Τζαβέλλα, Η Κάλπικη Λίρα, ένδειξη ότι η αστική εμπειρία δεν είναι ατομική συνθήκη, αλλά εμπλέκει υποκειμενικότητες, εμπλέκει σχέσεις κοινωνικά ανταγωνιστικές.

Αλλά, αν οι μετωνυμίες των δρόμων ανήκουν στην πόλη, οι μεταφορές τους ανήκουν πάντα στον αναγνώστη της.

Εικόνες 40-42:


Εικόνα 40: Οι δύο Πύργοι των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 40: Οι δύο Πύργοι των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)
Εικόνα 40: Οι δύο Πύργοι των Αθηνών (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 41: Αρχή της Β.Σοφίας, κτίριο του Υπ.Εξωτερικών (Πηγή,Θ.Ανδριόπουλος) Εικόνα 42: Σύγχρονα κτίρια στο τέλος της Β.Σοφίας, λίγο πριν τον κόμβο Β.Σοφίας, Κηφισίας και Αλεξάνδρας (Πηγή: Θ.Ανδριόπουλος)

[1] Σύμφωνα με τον Ανδρέα Γιακουμακάτο (2004: 13), ο όρος νεοκλασικισμός είναι λανθασμένος γιατί δεν ανταποκρίνεται ούτε ιδεολογικά ούτε χρονικά στο κίνημα του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού που εξαντλείται οριστικά με τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848.

[2] Η πρώτη ημερομηνία μέσα στις παρενθέσεις αναφέρεται στο έτος ολοκλήρωσης της κατασκευής, έπειτα αναφέρεται η διεύθυνση και τέλος ο αρχιτέκτονας, στην περίπτωση που ο τελευταίος δεν αναφέρεται μέσα στο κείμενο.

[3] Ο Γιώργος Σαρηγιάννης (2005) σημειώνει πως μεταξύ του 1930 και του 1940 στο κέντρο της Αθήνας και στις υψηλών εισοδημάτων παρυφές του χτίστηκαν 625 νέες πολυκατοικίες, οι αγοραστές των οποίων ανήκαν στα υψηλά οικονομικά στρώματα, όπως άλλωστε και οι αρχιτέκτονες που έκαναν τις μελέτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Κωνσταντίνου Κιτσίκη. Πρβλ και Χρίστος Ιακωβίδης (1982: 48-74).

[4] Σύμφωνα με τον Uri Margolin (2009: 61-79) ο χαρακτήρας σε ένα αφήγημα μπορεί να εμφανιστεί είτε με ένα όνομα, είτε με μια περιγραφή είτε με προσωπικές αντωνυμίες.

[5] Οι άλλοι τρεις είναι ο άξονας των αντικειμένων που αφορά στη σχέση του λόγου με τα στοιχεία εκτός του λόγου, ο άξονας των εννοιών που αφορά στη σχέση του λόγου με άλλους λόγους και ο άξονας των θεματικών που αφορά στη διερεύνηση του λόγου με την εξουσία. Βλ. Κύρκος Δοξιάδης (2008: 179-188).

[6] «Σα φίδι τεράσιο μοιάζει, που αποκοιμήθηκε ανάμεσα σε τρία βουνά, με το λαιμό χυμένο προς τη θάλασσα, και τα λέπια του παιζογυαλίζουν. Χαμένος, κοιτάζει. Πότε έγινε τούτο το ανεξήγητο; Χρόνια τώρα, ζώντας στην ίδια τούτη πολιτεία, κυκλοφορεί κι αυτός στο αίμα της, το μενεξελί και νεανικό, που εμψυχώνει τις αρτηρίες της. Πηγαίνει, έρχεται, δουλεύει, χαίρεται και πονάει, κι όμως θα’ λεγες πως δε νιώθει τίποτα από τον περίγυρό του» (Τερζάκης, 2006: 54).

[7] Δεν είναι τυχαίο πως ακόμα και στην πορεία για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου στις 17 Νοέμβρη ο έστω αρνητικός συμβολισμός της Αμερικάνικης Πρεσβείας κινείται περίπου στα ίδια επίπεδα έντασης, αποτύπωσης και φόρτισης με τον ίδιο τον συμβολισμό της επετείου, συχνά δε τον υποκαθιστά. Η χωρική διάσταση είναι έκδηλη αφού είναι χαρακτηριστικό ότι τα ρεπορτάζ των ειδήσεων την ημέρα εκείνη δε γίνονται κατά την έναρξη της πορείας, αλλά στη λήξη της, στην Αμερικάνικη Πρεσβεία.

[8] Πρβλ, Λουί Αλτουσέρ (1983: 115).

[9] Ο όρος υφολογική επικράτεια είναι εμπνευσμένος από την έννοια της λειτουργικής επικράτειας που προτείνει ο Κύρκος Δοξιάδης (1995: 39), προσδιορίζοντάς την ως το χώρο εκείνο που τα όριά του είναι λειτουργικά και όχι πραγματολογικά, μέχρι εκεί που οι άνθρωποι λειτουργούν ως φιλελεύθερα-ορθολογικά υποκείμενα.

[10] Κεντρική εικόνα (banner photo): Μακέτα για το Ξενοδοχείο Χίλτον. Πηγή: www.lifo.gr

Αναφορά λήμματος

Ανδριόπουλος, Θ. (2019) Ο δρόμος ως λογοτεχνικός χαρακτήρας στο αφήγημα της πόλης: η Βασιλίσσης Σοφίας, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/λεωφόρος-βασιλίσσης-σοφίας/ , DOI: 10.17902/20971.86

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Αλτουσέρ Λουί (1983), Θέσεις, Αθήνα:Θεμέλιο
  • Βελούδης Γιάννης (2005), Η σημασία πριν, κατά και μετά τη γλώσσα,Αθήνα
  • Γιακουμακάτος Ανδρέας (2004), Ιστορία της Ελληνικής αρχιτεκτονικής 20ος αιώνας, Αθήνα:Νεφέλη
  • Δοξιάδης Κύρκος(1988), «Foucault, Ιδεολογία, Επικοινωνία», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τχ.71, σσ: 18-43
  • Δοξιάδης Κύρκος (1995),Εθνικισμός, Ιδεολογία, Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, Αθήνα:Πλέθρον
  • Δοξιάδης Κύρκος(2008),Ανάλυση Λόγου.Κοινωνικό-φιλοσοφική θεμελίωση, Αθήνα: Πλέθρον
  • Genette Gerard (2007), Σχήματα ΙΙΙ, Αθήνα:Πατάκης
  • Ιακωβίδης Χρίστος (1982), Νεοελληνική αρχιτεκτονική και αστική ιδεολογία ,Αθήνα: Δωδώνη
  • Τζανάκης Μανώλης–Σαββάκης Μάνος(2003), «Οι τόποι ως ιστορικοπολιτισμικά αντιπαραδείγματα και ως σύμβολα κοινωνικών ορίων:Σπιναλόγκα και Λέρος»,Το Βήμα των Κοινωνικών Επιστημών, τομ.Ι, τχ.36, σσ:87-126
  • Margolin Uri(2009), «Character». In David Herman (ed.),The Cambridge Companion to Narrative, Cambridge:Cambridge University Press, σσ:61-79
  • Μεταξάς Α.-Ι.Δ(1997), Προεισαγωγικά για τον πολιτικό λόγο. Δεκατέσσερα μαθήματα για το στυλ, Αθήνα:Σάκκουλας
  • Μεταξάς Α.-Ι.Δ(2003), Η υφαρπαγή των μορφών. Από την πολιτική ομιλία του κλασικισμού, Αθήνα:Καστανιώτης
  • Σαρηγιάννης Γιώργος (2005), «Πολεοδομικός εκσυγχρονισμός σε ελληνικά πλαίσια. Από τα σχέδια πόλης στην εμπορευματοποίηση της μεγαλοαστικής κατοικίας», στο Αργυρώ Βατσάκη(επιμ.), Πρακτικά συνεδρίου: Ελευθέριος Βενιζέλος και Ελληνική πόλη. Πολεοδομικές πολιτικές και κοινωνικοπολιτικές ανακατατάξεις, Αθήνα: ΤΕΕ, σσ:201-222
  • Σαρτώ Μισέλ ντε(2010), Επινοώντας την καθημερινή πρακτική, Αθήνα:Σμίλη.
  • Σταυρίδης Σταύρος(1999), «Προς μια ανθρωπολογία του κατωφλιού», Ουτοπία,τχ.33, σσ:107-121
  • Σταυρίδης Σταύρος(2007), «Εικόνα και εμπειρία της πόλης στον Βάλτερ Μπένγιαμιν», στο Αγγελική Σπυροπούλου(επιμ.),Βάλτερ Μπένγιαμιν. Εικόνες και μύθοι της νεωτερικότητας, Αθήνα:Αλεξάνδρεια, σσ:250-272
  • Σταυρίδης Σταύρος(2010), Οι μετέωροι χώροι της ετερότητας, Αθήνα:Αλεξάνδρεια
  • Τερζάκης Άγγελος (2006), Μενεξεδένια πολιτεία, Αθήνα:Εστία
  • Τουρνικίωτης Παναγιώτης(2000), «Ο δρόμος λέει τη δική μας ιστορία», στο Νίκος Βατόπουλος(επιμ.), Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας, Επτά Μέρες, εφ.Η Καθημερινή,5 Νοεμβρίου 2000,σσ: 22-26
  • Φιλιππίδης Δημήτρης(2000), «Η αίγλη ενός αντιφατικού μύθου», στο Νίκος Βατόπουλος(επιμ.), Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας, Επτά Μέρες, εφ.Η Καθημερινή,5 Νοεμβρίου 2000,σσ: 16-21

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2018/11/tx134_p40.gif 695 600 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2019-01-25 14:00:052024-03-16 01:37:16Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας

Χρήση και κατοχή διαμερισμάτων στην πολυκατοικία της αντιπαροχής

26/12/2018/in Κοινωνική Δομή, Στέγαση, Δομημένο Περιβάλλον Κουτουμάνου Αναστασία Δομημένο Περιβάλλον, Στέγαση, Κοινωνική Δομή /by stavros
[av_section min_height='' min_height_px='500px' padding='default' shadow='no-border-styling' bottom_border='no-border-styling' id='' color='main_color' custom_bg='#eeeeee' src='' attachment='' attachment_size='' attach='scroll' position='top left' repeat='no-repeat' video='' video_ratio='16:9' overlay_opacity='0.5' overlay_color='' overlay_pattern='' overlay_custom_pattern='' av_uid='av-55kzyqz'] [av_three_fourth first min_height='av-equal-height-column' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='0px' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-4s1bt57'] [av_textblock size='' font_color='' color='' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' av_uid='av-4hyzedn' admin_preview_bg='']

[types field='long-title'][/types]

[wpv-post-taxonomy type="author-articles" separator="|"] [wpv-post-taxonomy type="category-articles"]
DOI
[types field='doi' target='_blank'][/types]
[/av_textblock] [/av_three_fourth][av_one_fourth min_height='' vertical_alignment='av-align-top' space='' margin='0px' margin_sync='true' padding='0px' padding_sync='true' border='' border_color='' radius='' radius_sync='true' background_color='' src='' attachment='' attachment_size='' background_position='top left' background_repeat='no-repeat' animation='' mobile_display='' av_uid='av-3qxyoff'] [av_textblock size='34' av-medium-font-size='' av-small-font-size='' av-mini-font-size='' font_color='' color='' id='' custom_class='' template_class='' av_uid='av-3c8qgsr' sc_version='1.0' admin_preview_bg='']

[wpv-post-date format="Y | M"]

[/av_textblock] [/av_one_fourth][/av_section]

Η Αθήνα βρίσκεται πρώτη στη λίστα των ελληνικών πόλεων όπου αναπτύχθηκε έντονα ο ιδιαίτερος κτηριακός τύπος της πολυκατοικίας της αντιπαροχής. Οι κεντρικοί δήμοι της οικοδομήθηκαν εντατικά τις τρεις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες ‘50-‘70 με το μοντέλο της πολυκατοικίας και μέσω του μηχανισμού της αντιπαροχής. Σήμερα, 40 χρόνια μετά από την περίοδο της εντατικής αυτής οικοδόμησης, η εικόνα της πόλης ελάχιστα έχει αλλάξει. Το άρθρο υπογραμμίζει ότι οι μεταπολεμικές πολυκατοικίες, παρά την απαξίωση που βιώνουν ήδη από τις δεκαετίες ‘80-‘90 λόγω της ποιοτικής υποβάθμισης των συνθηκών κατοίκησης στις κεντρικές περιοχές και τη φυγή κατοίκων προς τα μέχρι τότε αραιοκατοικημένα προάστια (Μαλούτας, 2000), παρουσιάζουν συνεχή κατοίκηση καθώς αποκτούν νέους χρήστες, προερχόμενους από τις ίδιες ή άλλες κοινωνικές ομάδες.

Καταγραφή χρήσης και κατοχής των διαμερισμάτων της αθηναϊκής πολυκατοικίας της αντιπαροχής

Οι πολυκατοικίες της αντιπαροχής που χτίστηκαν τις τρεις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες ‘50-‘70 στην Αθήνα [1] παραμένουν σήμερα ίδιες στον αριθμό αλλά γερασμένες και, κυρίως, απαξιωμένες.

Η απαξίωση του κυρίαρχου κτηριακού τύπου της Αθήνας εγείρει ερωτήματα. Ποιο μπορεί να είναι το φυσικό τέλος μιας τέτοιας οικοδομής; Υπάρχει ή θα υπάρξει σταδιακή εγκατάλειψη των πολυκατοικιών; Μπορούν οι αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των πολυκατοικιών να αναστρέψουν τη φθίνουσα πορεία; (Μαντουβάλου, Μπαλλά, 2004)

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια στροφή του ενδιαφέροντος γύρω από το μέλλον της αθηναϊκής πολυκατοικίας κυρίως στους ακαδημαϊκούς κύκλους και, σταδιακά, το συγκεκριμένο κτήριο από το περιθώριο μπαίνει στο ερευνητικό στόχαστρο.

Το παρόν άρθρο εξετάζει τις προθέσεις των σημερινών χρηστών [2] της πολυκατοικίας και το βαθμό στον οποίο αυτές προεικονίζουν (ή όχι) μια σταδιακή εγκατάλειψή της. Καταγράφει στιγμιότυπα κατοίκησης και κατοχής προσπαθώντας να απαντήσει στο εξής ερώτημα: παρουσιάζει η αθηναϊκή μεταπολεμική πολυκατοικία συνεχή κατοίκηση μέχρι σήμερα παρά τη σταδιακή φυγή ενός σημαντικού αριθμού κατοίκων του κέντρου της Αθήνας ήδη από τις δεκαετίες ‘80 και ‘90;

Χάρτης 1: Χωροθέτηση των τριών πολυκατοικιών

Τα συμπεράσματα είναι αποτέλεσμα έρευνας [3] μικρής κλίμακας σε τρεις πολυκατοικίες στην ευρύτερη περιοχή του Παγκρατίου και του Δήμου Καισαριανής, βασισμένης σε συνεντεύξεις με ενοίκους διαμερισμάτων [4]. Οι τρεις πολυκατοικίες είναι τυπικά παραδείγματα εργολαβικής οικοδόμησης μέσω αντιπαροχής. Διαφέρουν σε μέγεθος, γεγονός που σχετίζεται με τις διαφορετικές γεωμετρίες των διαθέσιμων προς αντιπαροχή οικοπέδων (Γράφημα 1).

Επιγραμματική παρουσίαση των 3 πολυκατοικιών μελέτης

Γράφημα 1: Οικοδομικό τετράγωνο-οικόπεδο & πολυκατοικία

Πολυκατοικία Α: Παγκράτι | υπερυψωμένο ισόγειο, 3 όροφοι, 2 ρετιρέ, δώμα | 10 διαμερίσματα  | 9 συνεντεύξεις | αποπεράτωση 1972

Πολυκατοικία Β: Καισαριανή | υπερυψωμένο ισόγειο, 3 όροφοι, 2 ρετιρέ, δώμα | 24 διαμερίσματα | 17 συνεντεύξεις | αποπεράτωση 1973

Πολυκατοικία Γ: Καισαριανή | υπερυψωμένο ισόγειο, 4 όροφοι, δώμα | 20 διαμερίσματα | 5 συνεντεύξεις | αποπεράτωση 1974

Ανάλυση κατηγοριών χρηστών και κατοίκησης

Αν και τα μεγέθη των διαμερισμάτων ποικίλουν, οι πυκνότητες είναι πολύ μικρές, με μόλις ένα τετραμελές νοικοκυριό και μόνο ένα δυάρι με περισσότερους από δύο ενοίκους (Γράφημα 2). Ακραίες περιπτώσεις θεωρούνται τα 2 πεντάρια και τα 6 τεσσάρια διαμερίσματα με μόλις έναν ή δύο ενοίκους.

Γράφημα 2: Μέγεθος διαμερίσματος & αριθμός ενοίκων

Η ιδιοκατοίκηση υπερτερεί της ενοικίασης με αναλογία 20/11. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολυκατοικία Β, όπου το 70% της ιδιοκατοίκησης είναι συνεχής από το 1972 (Γράφημα 3). Αν συνυπολογιστούν και τα διαμερίσματα που κατέχουν οι οικοπεδούχοι και είτε τα νοικιάζουν είτε τα διατηρούν κενά, τότε προκύπτει ότι τουλάχιστον 14 στα 24 διαμερίσματα έχουν σταθερό ιδιοκτήτη από το 1972 μέχρι σήμερα. Στην ίδια πολυκατοικία, αξιοσημείωτη είναι και η συγκέντρωση των ενοικιαστών στους χαμηλούς ορόφους ενώ όλοι οι ένοικοι των διαμερισμάτων στους ψηλότερους ορόφους, στον 3ο και στα δύο ρετιρέ, ιδιοκατοικούν.

Γράφημα 3: Ιδιοκατοίκηση και ενοικίαση

Σχετικά με τις ηλικιακές ομάδες στις 3 πολυκατοικίες, παρατηρείται μια ισοδύναμη σχεδόν παρουσία ατόμων άνω των 50 και ατόμων μεταξύ 20 και 50 ετών, με αναλογία 20/18, ενώ μικρή είναι η παρουσία παιδιών και ατόμων κάτω των 20 ετών, σε μόλις 4 από τα 38 διαμερίσματα (Γράφημα 4).

Γράφημα 4: Ηλικία ενοίκων

Και ενώ φαίνεται να κυριαρχεί η χρήση της κύριας κατοικίας, με τη χρήση της δευτερεύουσας να αποτελεί εξαίρεση σε 8 από τα 40 διαμερίσματα (Γράφημα 5), οι ηλικίες των ενοίκων έρχονται να δώσουν μια πρώτη ερμηνεία. Οι 7 στις 8 περιπτώσεις δευτερεύουσας κατοικίας αφορούν άτομα άνω των 50. Οι 5 εξ αυτών κάνουν συνεχή χρήση του διαμερίσματος από την ολοκλήρωση της οικοδομής μέχρι σήμερα. Εδώ υπονοείται μια συγκεκριμένη κατηγορία νοικοκυριού. Πρόκειται, μάλλον, για νέες οικογένειες που αγοράζουν τα διαμερίσματα τη δεκαετία του 1970 για να ιδιοκατοικήσουν, μεγαλώνουν τα παιδιά τους και σήμερα μένουν μόνοι σε αυτά ενώ τα παιδιά έχουν αλλάξει κατοικία έχοντας αποκτήσει πλέον τη δική τους οικογένεια. Στα 4 μεγάλα διαμερίσματα από τα 8 επαληθεύεται αυτή η υπόθεση, ενώ έτσι εξηγούνται και οι μικρές πυκνότητες που παρατηρήθηκαν στο Γράφημα 1. Σήμερα, οι ηλικιωμένοι γονείς κατοικούν κάποιες μέρες του χρόνου στο ιδιόκτητο διαμέρισμα στην περιοχή μελέτης και τις υπόλοιπες μέρες κατοικούν είτε σε ιδιόκτητη εξοχική κατοικία εντός Αττικής είτε στο διαμέρισμα της οικογένειας του παιδιού τους όπου βοηθάνε στη φροντίδα των εγγονιών τους.

Γράφημα 5: Κύρια και δευτερεύουσα κατοικία

Σχετικά με την οικογενειακή κατάσταση, πιο συχνά εμφανίζεται η κατηγορία των ανύπαντρων ενοίκων, ηλικίας μεταξύ 20 και 50 ετών (Γράφημα 6). Στη συνέχεια, ισοβαθμούν οι εξής τρεις κατηγορίες νοικοκυριών: τα ζευγάρια με παιδιά που μένουν μαζί, τα ζευγάρια με παιδιά που μένουν αλλού και τα ζευγάρια χωρίς παιδιά. Από τα 6 άτεκνα ζευγάρια που καταγράφονται μόνο το ένα είναι ικανά νεαρό ώστε να μεταπηδήσει μελλοντικά στην κατηγορία ζευγάρι με παιδιά. Τα νοικοκυριά με παιδιά που μένουν αλλού είναι ζευγάρια των οποίων τα ενήλικα παιδιά έχουν μεγαλώσει στο παρόν διαμέρισμα, δηλαδή στο «πατρικό» που θα κληρονομήσουν, καθώς και τα 6 αποτελούν περιπτώσεις ιδιοκατοίκησης. Παρά τη σχεδόν ισόρροπη παρουσία των ηλικιακών ομάδων μεταξύ 20 και 50 και άνω των 50, η δεύτερη τείνει να διευρύνεται. Χαρακτηριστικά, σε 2 νοικοκυριά τα ενήλικα παιδιά συγκατοικούν ακόμα με τους γονείς τους αλλά στο άμεσο μέλλον, σύμφωνα με τις συνεντεύξεις, πρόκειται να αλλάξουν κατοικία με τη νέα τους οικογένεια αυξάνοντας έτσι ακόμα περισσότερο τα ποσοστά των ενοίκων άνω των 50 ετών. Θα μπορούσε αυτό να ληφθεί ως μια ένδειξη σταδιακής γήρανσης του πληθυσμού των ενοίκων.

Γράφημα 6: Οικογενειακή κατάσταση & ηλικία

Στο διάγραμμα ιδιοκατοικούντων και ενοικιαστών σε συνδυασμό με τα ηλικιακά δεδομένα (Γράφημα 7), η αναλογία για τους άνω των 50 ετών είναι 16/3 ενώ για τους μεταξύ 20 και 50 ετών είναι 8/8. Προκύπτει εδώ ότι οι άνω των 50 έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν ιδιόκτητα διαμερίσματα μέσα από την εργασιακή τους δραστηριότητα ή τα περιουσιακά τους στοιχεία, ενώ η επόμενη ηλικιακά ομάδα ιδιοκατοικεί σε ίσο ποσοστό με εκείνο που ενοικιάζει. Για αυτή την αντίθεση στα ποσοστά ιδιοκατοίκησης η ηλικιακή διαφορά φαίνεται να δίνει μια πρώτη ικανή ερμηνεία.

Γράφημα 7: Ιδιοκατοίκηση – ενοικίαση & ηλικία

Η πολυπληθέστερη ομάδα των ανύπαντρων μεταξύ 20 και 50, σε ένα σύνολο 11 διαμερισμάτων, διαμορφώνει τη σχέση ιδιοκατοίκηση/φιλοξενία/ενοικίαση σε αναλογία 3/3/5. Λαμβάνοντας τη φιλοξενία ως μια μορφή ιδιοκατοίκησης (καθώς όλες οι περιπτώσεις φιλοξενίας αφορούν παιδιά που φιλοξενούνται στο ιδιόκτητο διαμέρισμα των γονέων τους) η αναλογία ιδιοκατοίκηση/ενοικίαση διαμορφώνεται σε 6/5, δηλαδή σχεδόν ισόρροπα.

Απομονώνοντας τους ιδιοκατοικούντες, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτούς και τους φιλοξενούμενους, και ανιχνεύοντας τους τρόπους πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση, προκύπτει μια άλλη διακριτή κατηγορία οικογενειακού προγραμματισμού, αυτή της πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση νεαρών ατόμων μέσω της κληρονομιάς (Γράφημα 8).

Γράφημα 8: Πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση & ηλικία

Αν η πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση μέσω της αντιπαροχής αφορά σχεδόν αποκλειστικά τους σημερινούς ενοίκους άνω των 50 ετών, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι για τις ηλικίες 20 με 50 η ιδιοκατοίκηση είναι αποτέλεσμα είτε κληρονομιάς από γονείς ή παππούδες, είτε φιλοξενίας, είτε συγκατοίκησης με γονείς με τους δεύτερους να είναι και οι νόμιμοι ιδιοκτήτες.

Αυτό καθιστά τις προθέσεις της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας κρίσιμες καθώς αυτά τα άτομα θα είναι οι ιδιοκτήτες και άρα διαχειριστές των διαμερισμάτων στο άμεσο μέλλον. Η συνέχιση της ιδιοκατοίκησης στο παρόν διαμέρισμα, η διάθεσή του προς ενοικίαση ή η πώλησή του είναι δική τους απόφαση. Αυτή η ηλικιακή ομάδα θα επηρεάσει τον ιδιοκτησιακό χάρτη των πολυκατοικιών τα επόμενα χρόνια.

Προκύπτει ότι, σήμερα, οι νέοι δεν επενδύουν στο διαμέρισμα του κέντρου χωρίς όμως να αποκλείουν την ιδιοκατοίκηση αν η πρόσβαση σε αυτό δεν απαιτεί ύπαρξη κεφαλαίου. Εδώ, πιθανώς αντανακλάται και η υπεροχή της ιδιοκατοίκησης έναντι της ενοικίασης στις προτιμήσεις των ελληνικών νοικοκυριών (Κουβέλη, Σακελλαρόπουλος, 1984).

Μέσω της φυσικής απώλειας ανθρώπων άνω των 50 ετών, οι νεότερες γενιές αποκτούν ιδιόκτητη στέγη την οποία κληρονομούν από τους εκλιπόντες γονείς ή παππούδες τους. Αυτή η εισροή νεότερων ατόμων στην πολυκατοικία τείνει να αντισταθμίζει τη διαφαινόμενη γήρανση του πληθυσμού που σχολιάστηκε παραπάνω με αφορμή το Γράφημα 6. Ενήλικα παιδιά που φεύγουν από το πατρικό τους για να κατοικήσουν αλλού με τις δικές τους οικογένειες και νεαρά άτομα που έρχονται στην πολυκατοικία για να ιδιοκατοικήσουν στο διαμέρισμα που κληρονόμησαν: αντίρροπες μετακινήσεις που φαίνεται να διατηρούν την ηλικιακή ισορροπία στη μεταπολεμική αθηναϊκή πολυκατοικία.

Συνεχής ιδιοκατοίκηση από το 1970 μέχρι σήμερα

Στο Γράφημα 9, απεικονίζονται δύο περίοδοι κατοίκησης της πολυκατοικίας Β, η πρώτη στις δεκαετίες του 1970 και του 1980 και η δεύτερη από το 2010 μέχρι σήμερα. Εικονογραφείται η σταδιακή γήρανση των ενοίκων και η εν μέρει ηλικιακή ανανέωση. Εξετάζονται μόνο τα νοικοκυριά που ιδιοκατοικούν συνεχώς μέχρι σήμερα. Στο Σχήμα 9 αποδίδεται και το μέγεθος των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας Β προκειμένου να γίνεται αντιληπτή και η πυκνότητα κατοίκησης στο καθένα από αυτά. Οι διαφορές μεταξύ των δύο εξεταζόμενων χρονικών περιόδων είναι πολύ έντονες. Κατά την πρώτη περίοδο (δεκαετίες 1970 και 1980), τα διαμερίσματα κατοικούνται από πυρηνικές οικογένειες με ένα έως τρία ανήλικα παιδιά ή από ηλικιωμένα ζευγάρια. Από το 2010 μέχρι σήμερα, τα περισσότερα διαμερίσματα κατοικούνται από τον ή τους ηλικιωμένους πλέον γονείς και αποτελούν για αυτούς όχι κύρια κατοικία αλλά δευτερεύουσα. Από τα παιδιά που μεγάλωσαν και σήμερα είναι ενήλικες μεταξύ 20 και 50 συναντώνται μόλις δύο, ενώ μια ανανέωση του πληθυσμού προκύπτει από την εγκατάσταση των εγγονών των τότε ηλικιωμένων ζευγαριών που επιλέγουν να ιδιοκατοικήσουν στο διαμέρισμα που κληρονόμησαν.

Γράφημα 9: Η γήρανση των ενοίκων

Χρήση των διαμερισμάτων μέχρι σήμερα

Στο Γράφημα 10 απεικονίζεται η ζωή του κάθε διαμερίσματος από τη στιγμή που κατασκευάζεται μέχρι σήμερα. Καταγράφεται το πότε και πώς αποκτάται από τον ιδιοκτήτη, με ποιον τρόπο το χρησιμοποιεί, αν ιδιοκατοικεί, αν το νοικιάζει, αν το κληροδοτεί σε κάποιον συγγενή, αν φιλοξενεί μέλη της οικογένειας ή τέλος αν το πουλάει σε αγοραστή. Μελετώντας προσεκτικά τον πίνακα προκύπτουν οι ακόλουθες παρατηρήσεις.

Γράφημα 10: Χρήση διαμερισμάτων

Τα διαμερίσματα παρουσιάζονται κενά για πολύ μικρά διαστήματα. Όταν δεν γίνεται χρήση από τον ιδιοκτήτη μέσω ιδιοκατοίκησης ή φιλοξενίας, σχεδόν πάντα ενοικιάζονται. Η ενοικίαση συναντάται σε όλη την εξεταζόμενη χρονική περίοδο σε αντίθεση με τις πωλήσεις. Συγκεκριμένα, οι πωλήσεις είναι συγκεντρωμένες κυρίως στην πρώτη δεκαετία του 1970 και ακόμα περισσότερο τη χρονιά αποπεράτωσης της οικοδομής. Καμία πώληση δεν σημειώνεται μετά το 2008 ενώ στο χρονικό ενδιάμεσο, τις δεκαετίες 1980 και 1990, σημειώνονται διάσπαρτες πωλήσεις. Συχνή είναι και η απόκτηση διαμερίσματος μέσω κληρονομιάς, όπου ο νέος ιδιοκτήτης συχνά ιδιοκατοικεί. Αυτή η περίπτωση συναντάται συχνά την περίοδο μετά το 2000 και πιο συγκεκριμένα από το 2010 και μετά οπότε μπορεί να σχετίζεται με την οικονομική κρίση. Πιο συγκεκριμένα, και τα 4 καταγεγραμμένα νοικοκυριά που έτυχαν κληρονομιάς (Γράφημα 8), λόγω οικονομικής δυσχέρειας επιλέγουν να φύγουν από την μέχρι πρότινος ενοικιαζόμενη κατοικία ώστε να ιδιοκατοικήσουν. Η ιδιοκατοίκηση μπορεί να επιφέρει αναγκαστικά αλλαγή γειτονιάς ή χαμηλότερη ποιότητα κατοίκησης στο πλέον ιδιόκτητο αλλά παλιό διαμέρισμα. Έναντι αυτών των αρνητικών χαρακτηριστικών υπερισχύει η απαλλαγή του ενοίκου από την καταβολή ενοικίου.

Χαρακτηριστική κατηγορία διαμερισμάτων αποτελούν και αυτά που ενοικιάζονται σε όλη την εξεταζόμενη χρονική περίοδο. Είναι διαμερίσματα που αγοράστηκαν για επένδυση. Η αρχική αγορά τους δεν ήρθε να καλύψει κάποια άμεση στεγαστική ανάγκη, όσο να δημιουργήσει (μέσω της ενοικίασής τους) ένα συμπληρωματικό εισόδημα για τον ιδιοκτήτη τους. Πολύ συχνά, οι ιδιοκτήτες αυτών των διαμερισμάτων διαμένουν στην επαρχία και επιθυμούν την κατοχή ενός διαμερίσματος στην πρωτεύουσα. Όταν προκύψει ανάγκη, το συγκεκριμένο διαμέρισμα θα φιλοξενήσει μέλη της οικογένειας για τις σύντομες ή μη επισκέψεις στην πρωτεύουσα ή μπορεί να αποτελέσει και μελλοντικά φοιτητική στέγη για τα ενήλικα παιδιά. Είναι ένα πολυλειτουργικό διαμέρισμα που παρακολουθεί τις εξελισσόμενες ανάγκες της οικογένειας του ιδιοκτήτη του. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και διαμερίσματα που αποκτήθηκαν μέσω της αντιπαροχής, πέραν αυτού στο οποίο ιδιοκατοικεί ο άλλοτε οικοπεδούχος. Είναι τα μικρά και σε χαμηλό όροφο διαμερίσματα που προορίζονταν από την αρχή της εργολαβικής ανταλλαγής για το σκοπό αυτό.

Προκύπτει ότι το διαμέρισμα, είτε μικρό είτε μεγάλο, είτε ιδιοκατοικείται είτε ενοικιάζεται, καταλήγει πάντα να αξιοποιείται από τον ιδιοκτήτη ανάλογα με τις αλλαγές στον οικογενειακό προγραμματισμό. Καταγράφεται λοιπόν, μια τάση διαρκούς κατοίκησης των διαμερισμάτων, και όχι μια τάση ερήμωσης και εγκατάλειψης που μπορεί να έχει διατυπωθεί ή καταγραφεί στο παρελθόν (Εμμανουήλ, 2007). Μια τέτοια αρνητική άποψη μπορεί να επηρεάζεται από τη γερασμένη εικόνα των μεταπολεμικών αθηναϊκών πολυκατοικιών εξαιτίας της ελλιπούς συντήρησης και άρα της αναμενόμενης υλικής τους φθοράς. Παρά την υλική φθορά όμως τα παραμελλημένα αυτά κτήρια παραμένουν ζωντανά και πολύβουα κύτταρα της πόλης.

Μετακινήσεις ενοίκων

Το Γράφημα 11 απεικονίζει μετακινήσεις ενοίκων για τις δεκαετίες 1980 έως και 2010 εντός της Αττικής. Η αναλογία εισροές/εκροές προς και από τις περιοχές μελέτης Καισαριανή και Παγκράτι έχει ως εξής: 1/2 το 1980, 2/3 το 1990, 2/8 το 2000, 3/2 το 2010. Ήδη από τη δεκαετία του 1980, σημειώνεται η πρώτη μετακίνηση προς παραθεριστική κατοικία στο Σούνιο, σε μία προνομιούχα περιοχή της Αττικής μέχρι και σήμερα. Η δεύτερη εκροή αφορά οικογένεια που πούλησε το διαμέρισμα στο κέντρο, εντός των περιοχών μελέτης, για να αγοράσει αντίστοιχο στο τότε προάστιο της Αγίας Παρασκευής. Αυτά τα περιστατικά είναι ενδεικτικά της αρχής της κάμψης της πολυκατοικίας των κεντρικών δήμων της Αθήνας. Τη δεκαετία του 1990, οι εκροές αφορούν εξοχική κατοικία στην ανατολική Αττική, στη Ραφήνα και στη Λούτσα, από μεσήλικες ενοίκους, όπως και στην περίπτωση της εκροής προς το Σούνιο. Η δεκαετία του 2000 παρουσιάζει τις περισσότερες μετακινήσεις και τις περισσότερες εκροές. Όλες πραγματοποιούνται από νεαρά ζευγάρια που παντρεύονται και επιλέγουν νέο τόπο κατοικίας. Η Γλυφάδα, το Νέο Ηράκλειο, τα Βριλήσσια, το Χαλάνδρι, το Πικέρμι, ο Νέος Κόσμος και το Γαλάτσι είναι τέτοια παραδείγματα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ίδια δεκαετία και προς τις εισροές. Οι εισροές αυτές δεν οφείλονται σε κακή προηγούμενη συνθήκη σε σχέση με την περιοχή ή την κατοικία όσο στη δυνατότητα πρόσβασης σε ιδιόκτητο διαμέρισμα. Η οικονομική δυσχέρεια των τελευταίων χρόνων της δεκαετίας, οπότε και σημειώνονται αυτές οι εισροές προς τις περιοχές μελέτης, οδηγούν στην εκμετάλλευση του διαμερίσματος μέσω της ιδιοκατοίκησης. Ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος επιλέγει να το ιδιοκατοικήσει, αν μέχρι πριν το διατηρούσε κενό ή το ενοικίαζε, για να βελτιώσει την οικονομική του κατάσταση θυσιάζοντας ίσως μια πιο καλή γειτονιά αλλά με το πλεονέκτημα της εγγύτητας στο κέντρο, όπως ειπώθηκε και παραπάνω. Η τελευταία δεκαετία, εν μέσω οικονομικής κρίσης, αποτελεί τη μόνη περίοδο κατά την οποία οι εισροές ξεπερνούν τις εκροές. Οι εκροές πλέον προς τη νότια ή την ανατολική Αττική, όπως και στην προηγούμενη δεκαετία, δεν αφορούν τόπους παραθερισμού αλλά τόπους μόνιμης κατοικίας.

Γράφημα 11: Μετακινήσεις ενοίκων εντός Αττικής

Η κινητικότητα είναι δεδομένη σε όλη την εξεταζόμενη χρονική περίοδο, με εντάσεις και υφέσεις. Οι κύριοι λόγοι των μετακινήσεων είναι, κατά τις πρώτες δεκαετίες, η απόκτηση παραθεριστικής κατοικίας, αργότερα η δημιουργία νέου νοικοκυριού από νεαρά άτομα ενώ τα τελευταία χρόνια της κρίσης η δυνατότητα πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση.

Συμπεράσματα

Μέσα από τη σύντομη αυτή έρευνα, σκιαγραφήθηκαν κάποια συγκεκριμένα προφίλ ενοίκων, ιδιοκτητών και φιλοξενούμενων της τυπικής αθηναϊκής πολυκατοικίας που μπορούν, ως ένα βαθμό, να ομαδοποιηθούν. Οι πρώτοι ένοικοι, ηλικιωμένοι πλέον, που παραμένουν στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών αυτών, ενώ τα παιδιά τους κατοικούν με τις δικές τους οικογένειες σε άλλες περιοχές, συνήθως ακριβότερες, ηλικιωμένοι ένοικοι, επίσης από τους πρώτους, που πλέον διαμένουν αλλού, συνήθως εκτός κέντρου, σε κάποια παραθεριστική κατοικία που μετέτρεψαν σε κύρια, αλλά επισκέπτονται το κέντρο και διατηρούν το διαμέρισμα ως δευτερεύουσα κατοικία, νεαρά άτομα που εν μέσω οικονομικής κρίσης έφυγαν από το νοίκι και ήρθαν στη γειτονιά για να ιδιοκατοικήσουν στο διαμέρισμα που κληρονόμησαν.

Τα διαμερίσματα της μεταπολεμικής πολυκατοικίας, αν και γερασμένα λόγω περιορισμένης συντήρησης, δεν έπαψαν να παίζουν καθοριστικό ρόλο στον οικογενειακό προγραμματισμό της ελληνικής οικογένειας κατά τη διάρκεια των 50 και πλέον χρόνων παρουσίας τους. Αν και με εμφανώς μικρότερες πυκνότητες και με έντονη την απουσία νεαρών ατόμων με ανήλικα παιδιά, τα διαμερίσματα συνεχίζουν να κατοικούνται και να προσαρμόζονται στα εκάστοτε στεγαστικά και οικονομικά δεδομένα. Σε όλη τη διαδρομή τους μέχρι σήμερα, αξιοποιήθηκαν από τους εκάστοτε ιδιοκτήτες με τρόπο που είτε κάλυπτε στεγαστικές ανάγκες είτε πρόσθετε ένα επιπλέον έσοδο στο νοικοκυριό. Οι ένοικοί τους βρίσκονται σε συνεχή κινητικότητα μέσα στην πόλη από και προς αυτά με διαφορετικά κίνητρα ανά ηλικιακή ομάδα. Συμπεραίνεται λοιπόν ότι η αθηναϊκή πολυκατοικία δεν εγκαταλείπεται αλλά, κυρίως, υφίσταται διαρκείς αλλαγές που την κρατούν ζωντανή. Επιπλέον, ο γερασμένος πληθυσμός της αθηναϊκής πολυκατοικίας, μέσα από πρόσφατες εισροές νεότερων κατοίκων, ανανεώνεται ηλικιακά.

Αυτή η συνεχής κινητικότητα ενοίκων από και προς την αθηναϊκή πολυκατοικία συμπληρώνουν την εικόνα της που σίγουρα δεν είναι εικόνα εγκατάλειψης αλλά διαρκών μεταλλαγών. Η μεταπολεμική πολυκατοικία είναι παρούσα στη ζωή της πόλης όσο και αν το παραβλέπουμε. Η ερευνητική προσέγγιση αυτού του κτηρίου παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον και κρίνεται απαραίτητη για τις συζητήσεις γύρω από το μέλλον της Αθήνας.

[1] Σχετικά με την εντατική μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Αθήνας βλ. (Burgel, 1976), (Μαντουβάλου, 1988), (Μαρμαράς, 1991), (Μπίρης, 1966)

[2] Ως χρήστες εννοούνται οι ενοικιαστές, οι ιδιοκτήτες και οι φιλοξενούμενοι. Ως φιλοξενία νοείται η παραχώρηση διαμερίσματος για κατοίκηση από τον ιδιοκτήτη σε τρίτο άτομο ενώ ο ιδιοκτήτης κατοικεί είτε στο εν λόγω είτε σε άλλο διαμέρισμα.

[3] Το άρθρο βασίζεται στη διπλωματική εργασία της συγγραφέα που εκπονήθηκε το 2016 στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος ΔΠΜΣ «Αρχιτεκτονική-Σχεδιασμός του Χώρου», «Πολεοδομία & Χωροταξία», με επιβλέποντες καθηγητές τους Μάρκου Μαρία και Ησαΐα Δημήτρη.

[4] Στη διεξαγωγή της έρευνας σημαντική ήταν η συμβολή των εξής βιβλιογραφικών αναφορών, (Καμούτση, Μαλούτας, 1986), (Κουβέλη, 1986), (Κουβέλη, Σακελλαρόπουλος, 1984)

Αναφορά λήμματος

Κουτουμάνου, Α. (2018) Χρήση και κατοχή διαμερισμάτων στην αθηναϊκή πολυκατοικία της αντιπαροχής, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/χρήση-και-κατοχή-διαμερισμάτων-στην-π/ , DOI: 10.17902/20971.84

Αναφορά Άτλαντα

Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9

Βιβλιογραφία

  • Burgel G (1976) Αθήνα. Η Ανάπτυξη μιας Μεσογειακής Μητρόπολης. Αθήνα: Εξάντας.
  • Εμμανουήλ Δ (2007) Κοινωνική διαίρεση του χώρου και ταξικός διαχωρισμός στην Αθήνα: Ο ρόλος της οικονομικής τάξης, του status και της κατοικίας. Στο: Συμπερασματικές παρατηρήσεις: Θεωρητικές συνέπειες και σημασία του στεγαστικού-οικιστικού μοντέλου, Αθήνα: Ινστιτούτο αστικής και αγροτικής κοινωνιολογίας.
  • Καμούτση Π και Μαλούτας Θ (1986) Προέρευνα για τις στεγαστικές συνθήκες. Συνεντεύξεις με νοικοκυριά στην περιοχή της Αθήνας. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
  • Κουβέλη Α (1986) Προβλήματα εμπειρικής προσέγγισης των στεγαστικών συνθηκών. Το ερωτηματολόγιο της έρευνας. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
  • Κουβέλη Α και Σακελλαρόπουλος Κ (1984) ‘Στεγαστικές συνθήκες στην Ελλάδα. Σχεδιασμός της έρευνας. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
  • Μαλούτας Θ (2009) Κοινωνική κινητικότητα και στεγαστικός διαχωρισμός στην Αθήνα: Μορφές διαχωρισμού σε συνθήκες περιορισμένης στεγαστικής κινητικότητας. Στο: Μαλούτας Θ, Εμμανουήλ Δ, Ζακοπούλου Έ, κ.ά. (επιμ.), Κοινωνικοί μετασχηματισμοί και ανισότητες στην Αθήνα του 21ου αιώνα, Αθήνα: ΕΚΚΕ, Μελέτες – Έρευνες ΕΚΚΕ, σσ 28–61. Available from: http://www.ekke.gr/open_books/athens_2008.pdf.
  • Μαντουβάλου Μ (1988) Ο Πολεοδομικός Σχεδιασμός της Αθήνας (1830-1940). Στο: Σακελλαρόπουλος Χ (επιμ.), Από την Ακρόπολη της Αθήνας στο λιμάνι του Πειραιά. Σχέδια Ανάπλασης Αστικών Περιοχών, Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο – Politechnico di Milano.
  • Μαντουβάλου Μ και Μπαλλά Ε (2004) Μεταλλαγές στο σύστημα γης και οικοδομής και διακυβεύματα του σχεδιασμού στην Ελλάδα σήμερα. Στο: Οικονόμου Δ, Σαρηγιάννης Γ, και Σερράος Κ (επιμ.), Πόλη και Χώρος από τον 20ο στον 21ο αιώνα, Αθήνα: Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ, σσ 331–344.
  • Μαρμαράς Ε (1991) Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας: Η αρχή της εντατικής εκμετάλλευσης του αστικού εδάφους. Αθήνα: Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς.
  • Μπίρης Κ (1966) Aι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα. Αθήνα: Έκδοσις του Καθιδρύματος Πολεοδομίας και Ιστορίας των Αθηνών.
  • Συλλογικό Έργο (2002) Κοινωνικός και Οικονομικός Άτλας της Ελλάδας. Οι πόλεις. Μαλούτας Θ (επιμ.), Αθήνα, Βόλος: Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Gutenberg, Γιώργος & Κώστας Δαρδανός, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας.

https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/2018/01/tx133_banner_test.gif 450 1400 stavros https://www.athenssocialatlas.gr/wp-content/uploads/athens-social-atlas-logo.png stavros2018-12-26 17:52:292024-03-16 01:47:32Χρήση και κατοχή διαμερισμάτων στην πολυκατοικία της αντιπαροχής
Page 4 of 13«‹23456›»
© Copyright - Athens Social Atlas  |  Crafted by itis.gr
Scroll to top